«Snowpiercer»: Το post apocalyptic αριστούργημα της χρονιάς

Το Θεώρημα Μηδέν (The Zero Theorem) *****

ΗΠΑ, Ρουμανία, 2013, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Terry Gilliam

Πρωταγωνιστούν: Christoph Waltz, Matt Damon, Mélanie Thierry

Διάρκεια: 107’

Ο Κοέν, ένας ιδιόρρυθμος και αντικοινωνικός χάκερ, ταλανίζει συνέχεια το μυαλό του με το αν υπάρχει νόημα ή όχι σε αυτή τη ζωή. Επανειλημμένα προσπαθεί να βρει μια απόδειξη, μα οι ανώτεροί του στη δουλειά του βάζουν φρένο στις προσπάθειες. Όταν τελικά καταφέρει να διεκδικήσει τη διερεύνηση του θεωρήματος του μηδενός, νέα εμπόδια θα τεθούν, αυτή τη φορά χτυπώντας τον όχι με γραφειοκρατικές μεθόδους, μα με συναισθηματικές εμπειρίες. Ο Γκίλιαμ επιστρέφει στη γνώριμή του δυστοπική θεματολογία, για να μας προσφέρει μια ανούσια και ετεροχρονισμένη ταινία, βασισμένη σε όσα τον καθιέρωσαν.

Το όνομα του Terry Gilliam δεν μπορεί να είναι άγνωστο σε κάποιον τον 21ο αιώνα· είτε με τους Μόντι Πάιθον είτε με τις προσωπικές του ταινίες, κάποια πέτρα έχει σηκώσει το κοινό και τον έχει βρει από κάτω. Ωστόσο, πάει καιρός από τότε που σκηνοθέτησε ένα έργο το οποίο θυμίζει τους λόγους που αγαπήθηκε και πρωτοπόρησε, αρκούμενος να βγάζει χλιαρές ψυχεδελικές ταινίες με ανόμοια αποτελέσματα.

Με τη νέα του ταινία, το Θεώρημα Μηδέν, επιχειρεί να κλείσει μια δυστοπική-φουτουριστική τριλογία που ξεκινάει με το θρυλικό Μπραζίλ και συνεχίζεται με τους 12 Πίθηκους. Κλείνει και ένα πολύ δυνατό όνομα για τον πρωταγωνιστικό ρόλο, τον Christoph Waltz και η επιτυχία είναι σχεδόν εγγυημένη, καθαρίσαμε, έτσι; Μπα.

Το μοτίβο της δυστοπίας χρησιμοποιείται με τρόπο που κουράζει. Άψυχο και χωρίς καμία ζωντάνια, υπάρχει εκεί ως υπενθύμιση του τότε και όχι ως «παίκτης» του τώρα. Η αισθητική της ταινίας παραμένει άνοστη και τα κακοφτιαγμένα, μίζερα σκηνικά μάταια προσπαθούν να μπολιάσουν θρησκευτικούς συμβολισμούς και hi-tech μαραφέτια σε νέον χρωματισμούς. Τα ομπλίκ πλάνα του Γκίλιαμ προσπαθούν να το κάνουν να φανεί σαν το νέο Μπραζίλ, σαν μια ταινία παιχνιδιάρα και ευφάνταστη, ενώ επί της ουσίας δεν υπάρχει καν παιχνίδι.

Οι χαρακτήρες, πλην της ερμηνείας του Waltz –και της Swinton– που παραμένει ο μόνος λόγος για να τη δει κανείς, παραμένουν καρικατούρες των σουρεαλιστικών γελοιογραφιών που ο Gilliam έφτιαχνε στα φόρτε του, άψυχοι και «πιεσμένοι» γίνονται γρήγορα αντιληπτοί ως μονοεπίπεδοι. Όσο για την πλοκή, τα μπρος-πίσω μεταξύ (νερόβραστου) λαβ στόρι και (έωλης) υπαρξιακής αναζήτησης, δεν καταφέρνουν ουδέποτε να εξυψώσουν την ταινία σε κάτι τόσο επιβλητικό όσο αφήνει να εννοηθεί ο τίτλος.

Προτιμήστε να ξαναδείτε για ακόμα μια φορά μια από τις δύο προηγούμενες ταινίες της τριλογίας και να περάσετε καλά. Εδώ, πλην του κολλημένου στο παρελθόν Γκίλιαμ, δεν υπάρχει τίποτα επί της ουσίας που να επιβεβαιώνει ότι αξίζει να παραμείνει δημιουργικός.

Βαλέσα, Η Δύναμη της Ελπίδας (Walesa: Man of Hope) *****

Πολωνία, 2013, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Αντρέι Βάιντα

Πρωταγωνιστούν: Ρόμπερτ Βίκιερβιτς, Ανιέσκα Γκροτσόφσκα, Μαρία Ροζάρια Ομάτζιο

Διάρκεια: 127’

Η τελευταία ταινία του πάλαι πότε ρηξικέλευθου σκηνοθέτη του ανατολικού μπλοκ, Αντρέι Βάιντα, αφορά στα γεγονότα που οδήσαν τον Λεχ Βαλέσα στο να γίνει μια καθοριστική μορφή τα τελευταία χρόνια του υπαρκτού σοσιαλισμού στην Πολωνία. Πως κατάφερε από ένας απλός συνδικαλιζόμενος να μετατραπεί σε έναν εκπρόσωπο της «νέας φωνής» της πατρίδας του, που απαιτούσε την αλλαγή του καθεστώτος, θυσιάζοντας μέχρι και την αρμονία της οικογένειάς του προκειμένου να καταφέρει το σκοπό του. Εξόφθαλμα προπαγανδιστικό και φιλμικά πληκτικό, δε θυμίζει ούτε στο ελάχιστο τους λόγους για τους οποίους συγκαταλέγεται στους μεγάλους των καιρών του.

Είμαι από τους ανθρώπους που προτίθενται να δουν κάτι που αντιτάσσεται σε μια συγκεκριμένη ιδεολογία και προπαγανδίζει μέχρι και πρόστυχα ενάντιά της, όχι λόγω απολιτίκ αδιαφορίας (από τη στιγμή που κόσμος έχει θυσιαστεί για τα πιστεύω του, δε χωράει η αδιαφορία), μα λόγω του διαλόγου και της εξέτασης της «άλλης σκοπιάς». Η Λένι Ρίφενσταλ, επί παραδείγματι, κατάφερε να αποτελέσει καθοριστική επιρροή στον μετέπειτα κινηματογράφο με το Θρίαμβο της Θέλησης, μια ταινία που εξυμνεί τον Χίτλερ, μα και ο Άιζενστάιν πιο πριν κατάφερε να καθορίσει με τον τρόπο του το σημειολογικό σκηνοθετικό γλωσσάρι που χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα, κι ας αφορά στην κομουνιστική προπαγάνδα.

Δεν μπορώ, όμως, να προσπεράσω το ότι ο Βάιντα (που έχει φανεί εδώ και καιρό η πολιτική του θέση) προσπαθεί εν έτει 2014 να εξυψώσει μια αμφιλεγόμενη περσόνα, στηρίζοντας την ταινία του σε σαθρά και αμφισβητήσιμα επιχειρήματα. Ασπάζεσαι-δεν ασπάζεσαι τον κομουνισμό, καταλαβαίνεις ότι είναι χυδαία μια ταινία όταν στους τίτλους τέλους της αναφέρεται σε αυτόν ως μια σκλαβιά και εγκωμιάζοντας το παράδειγμα του πρωταγωνιστή ως δίοδο ελευθερίας, που άνοιξε δρόμο για τις «συμπάσχουσες» χώρες. Ποια ελευθερία παιδιά; Η μη αποδοχή των βλαβών που προκάλεσε αυτό το και καλά ωφέλιμο άνοιγμα στη Δύση στις συγκεκριμένες χώρες, είναι ξεκάθαρη εθελοτυφλία. Και όχι μόνο αυτό, μα δείχνοντας και την αποθέωση του Βαλέσα μέσα στο Κογκρέσο, είναι από μόνο του ένα οξύμωρο σχήμα σχετικά με το αν ήταν ή όχι ένας πραγματικός επαναστάτης. Μα τι να περιμένεις από μια ταινία χρηματοδοτούμενη και φτιαγμένη κατά παραγγελία από μερικά εκ των μεγάλων προτεκτοράτων της κινηματογραφικής παραγωγής;

Τέλος τα πολιτικά, ως ταινία αυτούσια τι λέει; Τίποτα. Της λείπουν πολλά βασικά συστατικά, ρυθμός, ερμηνείες, ατμόσφαιρα, λειψή στα πάντα. Πρώτον, η ακίνδυνη και συμβατική σκηνοθεσία δε θυμίζει σε καμία περίπτωση τα περασμένα μεγαλεία του σκηνοθέτη, ενώ χαρακτηρίζονται από μια γενικευμένη ασχήμια, χρωματικά, φωτιστικά, απ’ όλες τις απόψεις δεν είναι καθόλου ευχάριστη αισθητικά. Δεύτερον, εκτός της άψυχης, ξύλινης προσέγγισης των χαρακτήρων, η ίδια τους η υπόσταση είναι προσβλητική. Οι εργαζόμενοι αγωνιστές, ανεξαρτήτου τοποθετήσεως, παρουσιάζονται με τρόπο γελοίο και γραφικό, δεν έχουν τίποτα ανθρώπινο που να μπορεί να εγείρει συναισθήματα συμπάθειας, μα μόνο γέλιου. Και ο ίδιος ο Βαλέσα, αν και σκοπός της ταινίας είναι να τον δοξάσει, τον παρουσιάζει με τόσο επιδερμικό και γελοίο τρόπο που τον κάνει να μοιάζει με παλιάτσο. Όχι μόνο αισθητικά αποτυχημένο και πολιτικά συμβιβασμένο, μα και ανεπιτυχές στον ίδιο του το σκοπό. Και όλα καλά, God Bless America αδέρφια.

Αν θέλετε να δείτε ποιος ήταν ο Βάιντα και γιατί θα μείνει στην ιστορία, υπάρχει το Στάχτες και Διαμάντια. Αν θέλετε να δείτε έναν πραγματικό ξεπεσμό, η συγκεκριμένη ταινία αποτελεί αδιάσειστο πειστήριο. Και δε μιλάω με πολιτικά κριτήρια, μα με καθαρά σκηνοθετικά.

Page: 1 2 3

Φοίβος Κρομμύδας

Share
Published by
Φοίβος Κρομμύδας