Categories: ΒΙΒΛΙΟ

Σαν τα Άνθη των Άγριων Κερασιών

Όσοι με γνωρίζουν προσωπικά σίγουρα θα αναρωτηθούν τι δουλειά έχω εγώ να μιλάω για μία ποιητική συλλογή. Το ίδιο αναρωτιέμαι κι εγώ, γιατί η ποιητική μου παιδεία, να το θέσω όσο το δυνατόν γίνεται πιο ανώδυνα, δεν είναι αυτό που θα χαρακτήριζε κανείς ευρεία. Οπότε το ερώτημα παραμένει: Γιατί γράφω αυτό, το έστω σύντομο, σχόλιο πάνω στην συλλογή του γιώργου δομιανού;

Ο πρώτος λόγος είναι μάλλον πεζός. Είχα απλά την τύχη να διαβάζω την «εποχή των κερασιών» ενώ εκείνη βρισκόταν ακόμα υπό διαμόρφωση. Αν και το γεγονός αυτό δεν με καθιστά απαραίτητα προνομιακό αναγνώστη της, με συγκαταλέγει, ωστόσο, στους αναγνώστες εκείνους που είχαν την ευκαιρία να βρεθούν αντιμέτωποι με την συλλογή σ’ εκείνο το στάδιο που έθετε την υπόσχεση για κάτι σημαντικό. Κι όταν αυτή η υπόσχεση εκπληρώθηκε, η ικανοποίηση που ένιωσα, τόσο αναγνωστική όσο και δικαίωσης, με έκανε να θελήσω να την μοιραστώ.

Ο δεύτερος λόγος δεν έχει να κάνει με κάποια ανάγκη που πήγάζει από εμένα, αλλά από την ίδια την ποίηση του Δομιανού. Με άλλα λόγια, το γιατί αυτή η συλλογή μας αφορά, ακόμα κι αυτούς εξ ημών που η σχέση τους με την σύγχρονη ποίηση παραμένει στο επίπεδο του φλερτ.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Φλερτ και το μυαλό πάει κατευθείαν στον έρωτα, και άρα μέσα στα παρόντα συμφραζόμενα, στην ερωτική ποίηση. Είναι η ποίηση του δομιανού τέτοια; Από μία διαγώνια ανάγνωση του «δεν είναι η εποχή των κερασιών» θα έλεγε κανείς πως «ναι». Ωστόσο, έχω τις αντιρρήσεις μου, τουλάχιστον όσον αφορά το τι αντιλαμβάνονται οι περισσότεροι από εμάς ως ερωτική ποίηση. Η ποίηση του δομιανού είναι πράγματι μία ποίηση που αφορά τον έρωτα, τον έρωτα όμως που δεν αφορά τα κορίτσια. Είναι ο έρωτας για τα κεράσια (ή όπως θα φανεί παρακάτω, για τα άνθη των κερασιών). Και εξηγούμαι. Ο Γιαπωνέζος ποιητής Μοτούρι Νορινάγκα, σε ένα πλαίσιο πολύ διαφορετικό είναι η αλήθεια, έγραψε κάποτε: Αν με ρωτούσαν για την ψυχή της Ιαπωνίας / θα έλεγα πως / αυτή είναι / σαν τα άνθη των άγριων κερασιών / που λάμπουν στον πρωινό ήλιο. Παραφράζοντάς τον λοιπόν, εγώ θα έλεγα πως αν με ρωτούσαν για την ψυχή της Αθήνας σήμερα / θα έλεγα πως / αυτή είναι / σαν την γεύση των κερασιών του Γιώργου. Η σάρκα αυτών των κερασιών είναι πολλές φορές μια σάρκα που πάλλεται στο έντονο κόκκινο της ερωτικής επιθυμίας, όπως π.χ. στο ποίημα «Αποτελεσματικό», όπου διαβάζουμε: θέλω να σε γαμήσω με μουσικές / που δεν έχεις ξανακούσει / ποτέ, αλλά το κουκούτσι τους, ο σκληρός πυρήνας τους και τελικά αυτό που σκαλώνει στον λαιμό του αναγνώστη προκαλώντας τον σε μία αντίδραση που δεν αφορά καθαρά και μόνο την αισθητική, βρίσκεται αλλού. Μόλις μερικούς στίχους παρακάτω, στο ίδιο ακριβώς ποίημα, διαβάζουμε πάλι: και ύστερα να σε φιλήσω και να τελειώσει / ο κόσμος. Παράλληλα, δηλαδή, παρατηρούμε την καταγραφή ενός περιβάλλοντος διαρκούς ακύρωσης και παραίτησης που στόχος του είναι να καταβάλλει αυτόν τον έρωτα, αυτή την ορμή ζωής και δημιουργίας.

Ο δομιανός γράφει για τον έρωτα, αλλά τον χρησιμοποιεί μάλλον προσχηματικά. Ως όχημα διείσδυσης στα αυτιά όσων έχουν επιλέξει να συνειδητά να αγνοούν οτιδήποτε μη ευχάριστο. Κι όταν έχει πια εισβάλλει στα σαλόνια του αμιγώς αισθητικού, και άρα ανάλαφρου, τα δηλητηριάζει με τις εικόνες της σύγχρονής μας πραγματικότητας. Τα ποιήματά του είναι μοντέρνα και μας αφορούν όχι γιατί είναι γραμμένα σε ελεύθερο στίχο, ή γιατί προσφέρουν βινιέτες από την οικεία σε όλους μας ζωή στην πόλη. Είναι μοντέρνα γιατί εξυπηρετούν μία από τις βασικότερες συνθήκες μίας τέχνης μοντέρνας και ζώσας. Προσφέρουν μία αδυσώπητη αφήγηση του δικού μας τώρα.

Αυτό που αναγιγνώσκεται εν πρώτοις ως μία πρόσκληση στον ηδονισμό, δεν είναι παρά ένα εργαλείο ανταρτοπολέμου στα χέρια του δομιανού. Άλλωστε το δηλώνει ξεκάθαρα κι ο ίδιος: η ηδονή είναι ο ανταρτοπόλεμος / κατά των αρχών της πραγματικότητας. Το κάλεσμα για έρωτα είναι στην ουσία κάλεσμα γνωριμίας με την πρωταρχική του φύση, αυτής της σύγκρουσης και της καταστροφής μιας ασφυκτικής ατομικότητας, που έχει ως στόχο την ανασύνθεση και την δημιουργία ενός νέου συνόλου που χωράει περισσότερους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η ποίηση του δομιανού είναι μία πιστή αντανάκλαση της εποχής μας, της ζωής μας στην Ελλάδα του σήμερα. Ενδεδυμένα μία εύγευστη σάρκα, τα κεράσια κρύβουν έναν σκληρό κουκούτσι που σπάει τα δόντια αυτών που έχουν συνηθίσει στην λωτοφαγία.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Γεννημένη εν μέρει από τον ακτιβισμό των blog και των social media, που εμφανίστηκε στην αρχή της κρίσης ως η κινηματική απάντηση της γενιάς μας στα όσα άρχισαν να μας «καταπίνουν», η ποίηση του δομιανού δεν μένει εκεί. Αντίθετα, υπονομεύει αυτήν την αφελή θεώρηση μιας επαναστατικότητας που περιορίζεται μόνο στον λόγο κι έρχεται να πιάσει το κεφάλι μας και να το κατεβάσει προς τα κάτω για να μας δείξει αυτό που κρύβεται κάτω από τη μύτη μας. Όχι, προσφέροντάς μας μία ηθογραφική καταγραφή της κρίσης, αλλά καλώντας μας να αφεθούμε στον έρωτα της εποχής μας, κι άρα σε μία θέση που εμπεριέχει τόσο την κατανόηση όσο και την δράση.

Πριν ανοίξουμε καν το βιβλίο, από τον τίτλο ήδη, της συλλογής αυτής, ο δομιανός το καθιστά σαφές: ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Η ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΚΕΡΑΣΙΩΝ. Δεν είναι η εποχή της νωχελικής τρυφής και της απόλαυσης. Κι αν προτάσσει συχνά πυκνά τον έρωτα, τα κεράσια δηλαδή όταν είναι ακόμα στο στάδιο του λουλουδιού, είναι γιατί υποσυνείδητα –ίσως και συνειδητά- μας δείχνει διακριτικά μία άλλη συνδήλωση του «άνθους της κερασιάς», αυτή του πιλότου καμικάζι. Του ανθρώπου δηλαδή που αντιτάσσει μπροστά στην απελπισία της ήττας τη δική του προσωπική ευθύνη και δράση. Και για να κλείσω με τα λόγια του δομιανού:

έρχονται άνθρωποι / που έχουν για τρόμο τις κυριολεξίες και ξοπίσω τους / άναυδες θύελλες / και χαμόγελα που σφουγγαρίζουν τις απελπισίες μας / για τα καλά / (το λεν τα εικοσιτετράωρα στο αίμα μου) / [μα]κλείσε το μάτι και θα τα πάρω όλα πίσω / με κατάλαβες;

Το κείμενο βασίζεται στην ομιλία που έκανε ο Δημοσθένης Παπαμάρκος για την παρουσίαση τού βιβλίου «Δεν είναι η εποχή των κερασιών» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Χαραμάδα.
Δημοσθένης Παπαμάρκος

Share
Published by
Δημοσθένης Παπαμάρκος