Η ΤΑΙΝΙΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

Μόνο οι Εραστές Μένουν Ζωντανοί *****

Ηνωμένο Βασίλειο, Γερμανία, Γαλλία, Κύπρος, ΗΠΑ, 2013, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Τζιμ Τζάρμους

Πρωταγωνιστούν: Τίλντα Σουίντον, Τομ Χίντλστον, Μία Βασικόφσκα

Διάρκεια: 123’

Ο Τζάρμους παραμένει, ευτυχώς, ένας από τους λίγους weirdos της 7ης τέχνης που επιμένουν στο να ανασκευάζουν τα ίδια της τα στερεότυπα. Επιμένει στην μπωντλαιρική σπλήνα, στη ρομαντικοποίηση της φθοράς της πόλης και σε έναν ωκεανό κινηματογραφικών και γενικότερα καλλιτεχνικών αναφορών. Με το Μόνο Οι Εραστές Μένουν Ζωντανοί επιχειρεί να δώσει στο στυλ του κάτι το χρονικά μακροπρόθεσμο, να χλευάσει όχι μόνο το σύγχρονο βίο, μα και την ίδια την Ιστορία εν γένει.

Ως μέσο για να ταξιδέψει πίσω στον ανθρώπινο πολιτισμό χρησιμοποιεί τους δύο ήρωές του, τον Αδάμ και την Έυα, δυο υπεραιωνόβιους ερωτευμένους βρικόλακες. Ο μεν ναρκισσιστικά αυτοκαταστροφικός μουσικός, η δε σχετικά μεγαλύτερη του και σοφότερη. Θα ξανασυναντηθούν στην κατοικία του Αδάμ στο Ντιτρόιτ. Θα περιπλανηθούν με το αμάξι στα εγκαταλελειμμένα σκηνικά και θα συζητούν για τα πάντα. Θα ονομάζουν τα πάντα με τις λατινικές τους ονομασίες και θα ανεχτούν την παρουσία της Άβας, μικρότερης αδερφής της Έυας που θα τους προκαλέσει μεγάλα προβλήματα. Μα κυρίως θα ζήσουν τον έρωτά τους σαν να μην έχει αλλάξει τίποτα από την ημέρα που γνωρίστηκαν.

Σε δύο ώρες ελάχιστης πλοκής και κυνικού διαλόγου, ο Τζάρμους καταφέρνει να ειρωνευτεί όλα τα θεμέλια των ταινιών με βρικόλακες. Όλα τα κλισέ των βαμπίρ, η ρομαντική τους φύση, οι βασκανίες και οι αστικοί μύθοι, το κυνήγι μαγισσών (και ως εκ τούτου του γένους των απέθαντων) ανά τους αιώνες, οι καταραμένες μορφές που έχουν συνδεθεί άρρηκτα με τα πλάσματα της Νύχτας, μπαίνουν στο ειρωνικό στόχαστρο και γελοιοποιούνται. Ο Λόρδος Βύρων καταλήγει ενοχλητικός εγωίσταρος, η Μαίρη Σέλεϊ και οι καταραμένοι Γάλλοι ποιητές δήθεν κόπανοι, ο Νεύτωνας ένας κακομοίρης που τον κατάντησαν αποκρυφιστή-αλχημιστή οι γύρω του και ο Κρίστοφερ Μάρλοου το ζωντανό-όσο μπορούμε να τον αποκαλούμε τέτοιον-, αληθινό πρόσωπο πίσω από τον Σαίξπηρ.

Τίποτα σε αυτόν τον απαθή, βαριεστημένο κόσμο δεν υφίσταται πλην του αμοιβαίου έρωτα και της αποφυγής των ενοχλητικών θνητών που επιμένουν οι απέθαντοι χαριτολογώντας να τους ονομάζουν Ζόμπι. O ασπρομάλλης σκηνοθέτης βρήκε το κατάλληλο σκαλί για να πατήσει πάνω του και να αραδιάσει το συνεχές namedropping γνωστών και άγνωστων πραγμάτων και προσώπων που τόσο αγαπά. Και για πρώτη, ίσως, φορά το κάνει να φαίνεται όχι απλά καλόγουστο ως προς την ίδια του τη φόρμα, μα και απολύτως αναγκαίο.

Πέραν του διακριτικού χιούμορ (αναπόσπαστο κομμάτι της φιλμογραφίας του), δείχνει ευφάνταστος και ορεξάτος στο στήσιμο των πλάνων του. Τα ενδύματα, οι τοποθεσίες, οι ερμηνείες της Τίλντα Σουίντον και του Τομ Χίντλστον και η πένθιμη μουσική πλάθουν μια σχεδόν no wave παρακμή που βρίσκει την ομορφιά στην εγκατάλειψη, στους μισοφωτισμένους κλειστούς χώρους και το κιτρινωπό φως των εξωτερικών σκηνικών, είτε στο παρηκμασμένο Ντιτρόιτ είτε στην εξωτική νυχτερινή Ταγγέρη.

Εμμονή δείχνεται και στη λεπτομερή διακόσμηση των χώρων που φαίνονται να ορίζουν και να ψυχογραφούν τους «πρωτόπλαστους» πρωταγωνιστές: δίσκοι 45 στροφών με obscure rock n roll άσματα, πορτρέτα και φωτογραφίες καταραμένων καλλιτεχνών, πρώτες εκδόσεις βιβλίων, παμπάλαιες κιθάρες και εξοπλισμοί αναλογικής ηχογράφησης, ένα σύνολο που φανερώνει τόσο την ανορθόδοξη ιστορικότητα των μορφών μα και τη σκοτεινή τους φύση. Mια σκοτεινή φύση που επιβάλλει τα γυαλιά ηλίου αφ’ ότου πέσει ο ήλιος, μέσα από τα οποία παρατηρούνται οι μαριονέτες να χορεύουν στους ρυθμούς της ηλιθιότητας. Έχει πλάκα, τελικά, η ανθρωπότητα. Μα μέσα σε όλα αυτά κυριαρχεί ο ανιδιοτελής έρωτας που αψηφά την κατάντια του κόσμου, αρκεί να μπορεί να υπάρχει μέσα σε αυτήν.

Η πιο γκοθ ταινία (όχι γκοθ όπως οι Moonspell ή οι Sopor Aeternus, μα όπως οι Type O Negative και οι Bauhaus) που έχει βγει εδώ και πολύ καιρό, ακριβώς επειδή τολμά να σαρκάσει τη φύση της αντί να την ωραιοποιήσει. Οι βρικόλακες μετά από την κατρακύλα που έφαγαν με τη μάπα του Twilight ξαναγίνονται τα cool όντα που ήταν, και ο Τζάρμους μπορεί να χασμουριέται αυτάρεσκα σκεπτόμενος ότι πέτυχε το σκοπό του. Nα χρησιμοποιήσει συμβατικά τεχνάσματα και ιδέες για να τις (ξανα)φέρει τούμπα και να κάνει όλους όσους έμειναν στον Νεκρό να τρώνε τα λυσσακά τους που δεν ξανακυκλοφορεί κάτι παρόμοιο.

Στην επόμενη σελίδα: ο άνευρος Άυγουστος και η ανεκδιήγητη (ο θεός να την κάνει) ταινία Πέμπτη & 12

Page: 1 2

Φοίβος Κρομμύδας