Μαντέλα: Ο Δρόμος Προς Την Ελευθερία
Ηνωμένο Βασίλειο, Νότια Αφρική, 2013, Έγχρωμο
Σκηνοθεσία: Τζάστιν Τσάντγουικ
Πρωταγωνιστούν: Ίντρις Έλμπα, Ναόμι Χάρις, Τέρι Φέτο
Διάρκεια: 152’
Διανομή: Village
Μια από τις μεγαλύτερες απώλειες σε διεθνές επίπεδο τη χρονιά που μας πέρασε ήταν αυτή του Νέλσον Μαντέλα. Υπερασπιστής της ειρήνης, επαναστάτης, πέρασε τη μισή ζωή του στις φυλακές για αυτά που πρέσβευε, μέχρι τελικά να πετύχει το σκοπό του. Το αν το πέτυχε σε παγκόσμιο ή τοπικό επίπεδο δεν έχει σημασία, αντιθέτως, δείχνει πως για να προχωρήσουμε σε διεθνή αγώνα, πρέπει να φροντίσουμε αρχικά για το τοπικό και, χωρίς χίπικες δηθενιές, να βελτιώσουμε την ανθρώπινη συμβίωση.
Η πολιτιστική ροή των πραγμάτων δε θα μπορούσε να αποφύγει το μονοπάτι στο οποίο κάποια στιγμή θα γυριστεί μια ταινία για τη ζωή του Μαντέλα. Και τώρα που βγαίνει, τελικά, στους κινηματογράφους το Μαντέλα: Ο Δρόμος Προς Την Ελευθερία, ενώ έχουμε νωπή στο μυαλό μας τη μνήμη του θανάτου του δεν πρέπει να αφεθούμε στην οποιαδήποτε συγκίνηση να μας καταβάλλει και να τη δικαιολογήσουμε. Αντιθέτως, πρέπει να είμαστε απαιτητικοί και να ζητήσουμε μια ταινία που υμνεί το σκοπό του, όχι μια πολωμένη αγιοποίηση του προσώπου του.
Η ταινία ξεκινά από τις πρώτες μέρες του ως δικηγόρος, συνεχίζει στα πρώτα μεγάλα του βήματα ως ακτιβιστή κατά του ρατσισμού και της «Λευκής Υπεροχής», για να μας διηγηθεί τις απάνθρωπες συνθήκες φυλάκισης του, την έλλειψη επαφής με την οικογένειά του στα 27 χρόνια που παρέμεινε φυλακισμένος, και να καταλήξει στην αποφυλάκισή του και την άνοδό του σε πρόεδρο της Νότιας Αφρικής και ήρωα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μέσα στα χρόνια ο Μαντέλα θα ερωτευτεί, θα σφάλλει, θα απογοητευτεί, θα νευριάσει, θα ακολουθήσει διαφορετικούς δρόμους από τη φανατισμένη σύζυγό του που επιθυμεί το θάνατο κάθε λευκού άντρα, μα εν τέλει θα παραμείνει στέρεος στην υπεράσπιση όσων η ζωή τους καταπατάται αδίκως. Και θα σώσει μια ολόκληρη χώρα από την απειλή του εμφυλίου πολέμου, με όπλα την επιμονή και τη δημοκρατία.
Η διαφωνία που έχω με τον Τζάστιν Τσάντγουικ ως προς την απεικόνιση των κομβικών γεγονότων που διαδραματίζονται, είναι πως αρκεί απλά να τα δείξεις. Με απλό τρόπο, χωρίς τεχνικές συγκίνησης και συμπάθειας. Αυτές οι μορφές δεν πρέπει να περνάνε στο μυαλό των θεατών ως πρότυπα προς θαυμασμό και μίμηση άκριτα επειδή συγκινήθηκαν. Αντιθέτως, η ουσία των πράξεών τους είναι αυτή που πρέπει να τονίζεται, προκειμένου ακόμα και ο πιο αρνητικά προκατειλημμένος να μην μπορεί να φέρει αντίρρηση πως ναι, ήταν πράγματι ένας θαυμάσιος άνθρωπος αυτός ο Νέλσον.
Γι’ αυτό και συγχύζομαι από τη στιγμή που όλη η ταινία ρέπει κατά πολύ προς το συναισθηματισμό και την γράμμα προς γράμμα ακολούθηση ενός τσελεμεντέ που φέρει στο εξώφυλλό του τον τίτλο «Πώς να τους κάνετε να βουρκώσουν». Θάνατοι, έρωτες, διλήμματα, σφαγές, καθάρματα που εκμεταλλεύονται την ισχυρή τους θέση, όλα προβάλλονται με τρόπο ωραιοποιημένο και έντονο, χωρίς να αφήνουν περιθώριο αμφισβήτησης, εξαναγκάζοντας το θεατή να αισθανθεί περισσότερο το πάθος παρά τη λογική. Κατανοώ ότι η ταινία είναι από μόνη της ένα εμπόρευμα που αποσκοπεί στο να κόψει εισιτήρια, πόσο μάλλον όταν ο Μαντέλα ήταν ένας άνθρωπος με αισθήματα και όχι ένα μηχάνημα προγραμματισμένο με ένα σκοπό. Μα το δια ταύτα που πρέπει να μείνει είναι η διάσωση της ανθρωπιάς και δεν πρέπει να προβάλλεται με «ευκολάκια». Κι ας είναι άψογος ο Ίντρις Έλμπα στην ενσάρκωση του Μαντέλα, κι ας υπάρχουν σκηνές που ανατριχιάζουν με την ομορφιά ή την αδυσώπητη κτηνωδία τους. Και όχι Μπόνο, πλέον το να ακούμε τη φωνή σου να τραγουδάει στους τίτλους τέλους μιας ταινίας για κάποιον αγωνιστή της ειρήνης δεν πείθει, μάλλον γραφικός φαίνεσαι.
Παρά τη μεγάλη της διάρκεια και την έλλειψη πειθούς του σεναρίου σε κάποιες σκηνές, ως ταινία (και μόνο ως τέτοια) δεν θεωρείται άσχημη. Βλέπεται με κάποιο ενδιαφέρον και κυλάει σχετικά ευχάριστα. Αλλά παραμένει μέτρια ως προς το τι και ποιόν θέλει να υμνήσει και, γι’ αυτό, πιάνει κάτι παραπάνω από την αποδεκτή βάση. Για το ευγενές μα κατακερματισμένο μήνυμα και για το σεβασμό στο πρόσωπο του Μαντέλα, που μπορεί και να συγκινήσει, έστω και φτηνιάρικα, και (αμφιβάλλω μα μπορεί και) να «ξυπνήσει» κάποιον που θα μπει σε κάποια προβολή της.