ΜΟΥΣΙΚΗ : ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Warhaus: «Όλα μας τα τραγούδια είναι κατά κάποιον τρόπο σαν ελληνικό δράμα»

Είναι σαγηνευτική η μουσική των Warhaus. Γεμάτη επιθυμία, πόθο, έρωτα και δράμα. Και ο ηγέτης του σχήματος, το οποίο δημιουργήθηκε στο Βέλγιο το 2016, έχει αυτό το κάτι στη φωνή του που σε κάνει να νιώθεις ότι είναι βαθιά ραγισμένος. Αυτή τη βραχνάδα και την επίγνωση αυτού που βιώνει, όπως το είχαν ο Leonard Cohen, o Tom Waits και o Serge Gainsbourg.

Ο Maarten Devoldere όταν ήταν 22 χρονών, πίσω στο 2004, δημιούργησε τους Balthazar, μια μπάντα με πιο indie στοιχεία που ποτέ δεν σημείωσε χιλιάδες πωλήσεις αλλά απέκτησε φανατικούς θαυμαστές. Κάποια στιγμή άρχισε να γράφει και άλλα πράγματα, έτσι γεννήθηκε το πρότζεκτ Warhaus στο οποίο ήθελε να διοχετεύσει όλη του την αγάπη για πιο σκοτεινά, αισθησιακά μονοπάτια. 

Στο σχήμα μέχρι πρόσφατα συμμετείχε και η Sylvie Kreusch, η οποία για αρκετά χρόνια ήταν τα πάντα του, όπως έχει ο ίδιος πει. Η μούσα του, η γυναίκα του, η φίλη του, ο λόγος που έγραψε πολλά από τα τραγούδια του. Και αυτό ήταν κάτι που ήξερε ότι θα κάνει από την πρώτη στιγμή που την είδε να χορεύει σε ένα πάρτυ και μετά την άκουσε να ερμηνεύει με το συγκρότημα στο οποίο συμμετείχε τότε. 

Όλο αυτό το τόσο μεγάλο, έντονο και βαθύ, το νιώθεις όταν ακούς τα άλμπουμ των Warhaus. Και είναι όλα σαν μια ιστορία που ξεκινά από την ένωση και φτάνει στον χωρισμό ο οποίος ήρθε και στη ζωή τους, την προσωπική και την επαγγελματική. Ο χωρισμός αυτός έγινε ο τίτλος του τελευταίου δίσκου “Ha Ha Heartbreak” για την ακρίβεια. Με αυτές τις ιστορίες ο Maarten Devoldere με το πρότζεκτ Warhaus θα έρθει για δεύτερη φορά στη χώρα μας, για να δώσει τρεις συναυλίες, την Παρασκευή 19 Μαΐου στο WE (Θεσσαλονίκη), το Σάββατο 20 Μαΐου στο Roof Stage και την Κυριακή 21 Μαΐου στο Main Stage του Gazarte (Αθήνα)

Η πρώτη τους επίσκεψη εδώ επιβεβαίωσε την αγάπη του ελληνικού κοινού για τη μουσική τους και κυρίως για το κομμάτι που τους απογείωσε, το Love’s a stranger και αυτό είναι κάτι που το ένιωσε και ο ίδιος έντονα. Γύρω από αυτή την αγάπη περιστράφηκαν οι πρώτες μας κουβέντες σε μία συνέντευξη που έγινε μέσω ΖΟΟΜ ένα πρωινό πριν λίγες μέρες, λίγο καιρό αφού είχαν ολοκληρώσει το πρώτο σκέλος της Ευρωπαϊκής τους περιοδείας για την Άνοιξη. 

Maarten τι πιστεύεις ότι είναι αυτό που κάνει το ελληνικό κοινό να παθιάζεται τόσο με τους Warhaus; Ήρθαμε για πρώτη φορά στην Ελλάδα μετά τον δεύτερο δίσκο μας, δεν είχα παίξει ποτέ ξανά, ακόμα και με τους Balthazar, και θυμάμαι ότι ήταν τρελό που μας ήξερε ήδη ο κόσμος. Υπήρχε πολύς κόσμος στη συναυλία και δεν χρειάστηκε να συστηθούμε σε 50-100 άτομα, όπως περιμέναμε ότι θα συνέβαινε. Ήταν πολύ smooth η εμπειρία και λέγαμε “wow, τι συμβαίνει εδώ;”. Οπότε αναγνωρίζω ότι υπάρχει μια σύνδεση και νιώθω ότι ίσως οι Έλληνες νιώθουν πως αυτό που κάνω αντηχεί στα αυτιά τους, αλλά δεν μπορώ να εξηγήσω το γιατί.

Εγώ έχω μια ιδέα, ίσως επειδή αγαπάμε την τραγωδία και το πάθος και στα κομμάτια σας υπάρχουν και τα δύο. Αυτό είναι πολύ ωραίο, αυτό πρέπει να είναι. Όλα μας τα τραγούδια είναι κατά κάποιον τρόπο σαν ένα ελληνικό δράμα.

Η μουσική σας είναι πολύ κινηματογραφική, ειδικά το τελευταίο άλμπουμ έχει μια πιο “γυαλισμένη” αύρα, πολύ αισθησιακή και πιο soulful σε κάποια τραγούδια. Άρχισα να ακούω περισσότερη soul μουσική, όπως Marvin Gaye, Αφροαμερικανούς καλλιτέχνες που αγαπώ πολύ. Νομίζω πάντως, και αυτό σχετίζεται και με το ελληνικό δράμα που λέγαμε πριν, ότι έχουμε μπόλικη, ωμή, παθιασμένη ενέργεια και δαίμονες απ’ όταν ήμασταν μικρότεροι. Οι οποίοι δαίμονες όσο μεγαλώνεις και ωριμάζεις μαλακώνουν, όχι με την έννοια της λείανσης, του γυαλίσματος, αλλά της ωριμότητας. Ακούγοντας ξανά τον πρώτο μας δίσκο, παρατηρώ πώς τότε όλα ήταν τόσο δραματικά, υπερβολικά και μεγαλοποιημενα.

Αν μπορούσες να διαλέξεις έναν σκηνοθέτη να κάνει τη μουσική σας ταινία, ποιον θα διάλεγες; Όλοι νομίζουν ότι οι ταινίες μάς εμπνέουν γιατί η μουσική μας είναι πολύ κινηματογραφική, όμως δεν είχα ποτέ την αίσθηση ότι είδα μια ταινία και αυτή με ενέπνευσε για να γράψω ένα τραγούδι. Αν πάντως μπορούσα να διαλέξω έναν σκηνοθέτη θα έλεγα τον Bertolucci, σκεπτόμενος το Last Tango in Paris.

Ο πόθος και η επιθυμία είναι ακόμα το κίνητρο για όλα; Νομίζω πως ναι, αλλά η επιθυμία και ο πόθος μεταφράζονται ως ένας πολύ ωμός όρος και δεν χρειάζεται να είναι απαραίτητα κάτι σκοτεινό αυτό. Τα τελευταία χρόνια της ζωής μου για την ακρίβεια αναζητώ τη γαλήνη του μυαλού, την ειρήνη, και συνειδητοποίησα ότι για να δημιουργήσεις δεν χρειάζεται να πάρεις αυτή τη σκοτεινή κατεύθυνση. Δεν χρειάζεται να είσαι ένας βασανισμένος καλλιτέχνης. Για την ακρίβεια, όταν είμαι πολύ down ψυχολογικά νιώθω ότι δεν μπορώ να δημιουργήσω, ότι δεν έχω ενέργεια. Οπότε πιστεύω ότι έχω γεννηθεί για να ζήσω μια ισορροπημένη και υγιή ζωή, και στη φαντασία σας μπορώ να σας ταξιδέψω σε πολύ σκοτεινά μέρη και να παίξετε με αυτή τη σκέψη, να ταξιδέψετε σε αρχέτυπα που ζουν μέσα στη ψυχή σας. Όμως δεν χρειάζεται να προσποιείστε ότι ζείτε με αυτά, ότι είστε σκοτεινοί. Όταν ήμουν μικρότερος πίστευα πως αυτός είναι ο ιδανικός τρόπος για να δημιουργήσω. Όχι πια. 

Οι στίχοι σου είναι παρατηρήσεις άλλων σχέσεων ή αυτοβιογραφικοί; Μετατρέπεις τη δική σου ραγισμένη καρδιά και την απώλεια που βιώνεις σε μουσική; Ναι, νομίζω ότι πάντα είναι αρκετά προσωπικά τα όσα γράφω, έρχεται πολύ φυσικά, είναι κάτι πολύ οικείο και φυσικό για μένα. Το να γράφω για τον εαυτό μου, να είμαι κοντά στο εαυτό μου, με ανακουφίζει, με ηρεμεί. Επίσης έχω προσπαθήσει να γράψω σε τρίτο πρόσωπο, να δημιουργήσω ιστορίες κλπ, όμως όσο πιο κοντά στον εαυτό μου γράφω, τόσο περισσότερο αυτό αντηχεί στους ανθρώπους. Πιστεύω βαθιά πως αν μείνεις πολύ κοντά στον εαυτό σου και είσαι ειλικρινής μαζί του και δείξεις την ευαλωτότητά σου μερικές φορές, αυτό θα αντηχήσει στους άλλους ανθρώπους. Είναι βέβαια πιο εγωκεντρική η διαδικασία αυτή.

Τα τραγούδια λειτουργούν ως θεραπευτική διαδικασία για σένα; Όχι, δεν το πιστεύω τόσο. Δεν πιστεύω τόσο στην έννοια της μουσικής ως θεραπεία. Τον τελευταίο δίσκο μας τον δημιούργησα 3-4 μήνες μετά από έναν χωρισμό, τον έγραψα πολύ γρήγορα, αλλά έχω ακόμη 6 μήνες, για παράδειγμα, για να το ξεπεράσω. Δεν υπάρχει κάποιο μαγικό shortcut που έχουν οι καλλιτέχνες. Υπάρχει η πεποίθηση ότι όταν συμβαίνει κάτι συναισθηματικά σε έναν καλλιτέχνη και γράψει γι ‘ αυτό μετά (γιατί αυτό είναι που συνήθως κάνουμε) ότι φτιάχνει, αλλά δεν νομίζω ότι φτιάχνει πραγματικά κάτι. Ξέρω πολλούς καλλιτέχνες που κάνουν ψυχοθεραπεία, οπότε δεν πιστεύω ότι η μουσική είναι σαν τη θεραπεία. 

Νιώθεις πιο άνετα να εκφράσεις τα συναισθήματά σου μέσω των στίχων σου παρά σε μια συζήτηση ή μία αντιπαράθεση; Εξαρτάται από το αν είμαι αρκετά εσωστρεφής και ενδοσκοπικός σε εκείνη τη φάση. Δεν μιλάω εύκολα σε ανθρώπους που δεν ξέρω, αλλά είμαι πολύ ανοιχτός στους φίλους μου. Πολλοί με ρωτάνε αν νιώθω περίεργα που είμαι τόσο ειλικρινής στα κομμάτια μου, αλλά η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν είχα πρόβλημα με αυτό, γιατί δεν νιώθω ανασφάλεια γι’ αυτό. Εναποθέτω την καρδιά μου στο τραπέζι. Βέβαια, σε όσα γράφω υπάρχουν και αρκετοί ποιητικοί, μεταφορικοί και κρυπτογραφημένοι στίχοι, οπότε στην πραγματικότητα τα όσα μοιράζομαι δεν είναι πάντα τόσο “γυμνά”. Το cool σε αυτή την υπόθεση είναι ότι μπορείς να γράψεις κάτι με το οποίο ο καθένας μπορεί να ταυτιστεί με τον τρόπο του και βάσει των βιωμάτων του. Όταν ήμουν μικρότερος ήμουν πολύ περιπετειώδης, αυτοκαταστροφικός και πολύ πειραματικός και αρτιστίκ αλλά όλο αυτό ήταν μια μαλακία. Ο χωρισμός όμως είναι κάτι που μας φέρνει όλους κοντά, είναι το αληθινό δράμα όχι το κατασκευασμένο.

Η Sylvie θα είναι μαζί σας στις ελληνικές συναυλίες; Όχι, δεν θα είναι μαζί μας στην περιοδεία. Είμαστε πολύ καλοί φίλοι, μένουμε κοντά αλλά δουλεύει στο προσωπικό της πρότζεκτ. Είμαι σίγουρος ότι θα δουλέψουμε ξανά μαζί στο μέλλον σε κάποια κομμάτια όμως αυτός ο δίσκος για μένα απαιτούσε να απελευθερώσω τον εαυτό μου από τη γυναικεία ενέργεια και προσοχή. Είναι ένας διαφορετικός δίσκος. Σε αυτόν τον δίσκο ήθελα να εξερευνήσω το θηλυκό πνεύμα, τη θηλυκή πλευρά μέσα στον εαυτό μου αντί να το μεταβιβάσω αυτό μέσα από μια μούσα. 

Όταν πρωτογνώρισες τη Sylvie, τι ήταν αυτό που σε τράβηξε και ήθελες να συνεργαστείς μαζί της; Είναι πολύ διαφορετική από μένα κατά κάποιον τρόπο αλλά και οι δύο είμαστε ονειροπόλοι. Όμως εκείνη έχει κάτι πολύ παιχνιδιάρικο στην προσωπικότητά της. Όταν την είδα για πρώτη φορά σε ένα πάρτυ, ο τρόπος που χορεύει, που κινείται, είναι κάτι που δεν είχα ξαναδεί στο παρελθόν. Ήταν τόσο παράξενο και παιδικό, αλλά και αγνό ταυτόχρονα. Νομίζω για την ακρίβεια πως ζήλεψα που ήταν τόσο απελευθερωμένη. Οι φωνές μας, ο τρόπος που τραγουδάει… υπάρχει κάτι πολύ μυστηριώδες και όμορφο σε αυτό. Και είμαι πολύ περήφανος που τα πηγαίνει πολύ καλά εδώ στο Βέλγιο, έχει γίνει σταρ. Κατακτά την επιτυχία που της αξίζει γιατί είναι μια πραγματική καλλιτέχνιδα.

Πώς αποφασίζεις ποιο κομμάτι είναι για τους Warhaus και ποιο για τους Balthazar; Συνήθως μπαίνω σε mood του συγκεκριμένου ύφους για το συγκρότημα που γράφω εκείνη τη στιγμή οπότε πάει αυθόρμητα μόνο του. Αλλά έχει συμβεί να γράψω ένα τραγούδι για τους Warhaus και τελικά να αποφασίσω να το κρατήσω για τους Balthazar.

Ο Leonard Cohen είναι προφανώς η κύρια επιρροή σου, αλλά ποιο ήταν το πρώτο του τραγούδι που ερωτεύτηκες και τι σε έκανε να τον θαυμάσεις τόσο πολύ; Ναι, είναι μεγάλη επιρροή μου. Θα έλεγα ότι το Suzanne ήταν το αγαπημένο μου κομμάτι. Βέβαια, αυτό αποδείχθηκε μόνο ένα στρώμα της δημιουργίας του, η επιφάνεια, για να ανακαλύψω στη συνέχεια περισσότερα. Και αυτός όπως και ο Bob Dylan είχαν τρομερή εξέλιξη ως καλλιτέχνες και αυτό είναι κάτι που μου αρέσει πολύ και το θέλω και από μένα. Ήταν πιο οργισμένοι νέοι και πιο ήρεμοι και απλοϊκοί όσο μεγάλωναν. Υπάρχουν όλα αυτά τα στάδια από τα οποία περνάς ως καλλιτέχνης και τα πρώτα χρόνια θες να εντυπωσιάσεις και λες, δες τι μπορώ να κάνω με τη χρήση της γλώσσας κτλ. Όσο μεγαλώνεις όμως αρχίζεις να γράφεις πολύ πιο απλά. Δεν νιώθεις την ανάγκη να επιδείξεις τις γνώσεις σου. Βλέπεις μια όμορφη εξέλιξη γιατί όσο μεγαλώνεις πηγαίνεις προς την ουσία αυτού που γράφεις και είναι λιγότερο υποκριτικά αυτά που γράφεις. Ταυτίζομαι με τον Cohen σε αυτή τη διαδικασία. Νομίζω όμως ότι το κομμάτι Suzanne είναι το πρώτο κομμάτι του με το οποίο συνδέθηκα. 

Για το τελευταίο άλμπουμ Ha Ha Heartbeat πήγες στο Παλέρμο και πέρασες αρκετό χρόνο εκεί ώστε να εμπνευστείς και να το γράψεις. Θα μπορούσε η Ελλάδα να αποτελέσει το σωστό περιβάλλον για ένα επόμενο άλμπουμ των Warhaus; Ναι, πιστεύω πως ναι, σίγουρα! Όταν είμαι στην Αθήνα αγαπώ να περνώ χρόνο σε αυτή, αγαπώ τις δονήσεις στους δρόμους, την ενέργειά τους. Είναι μια πολύ cool πόλη και έχει τον ιδανικό συνδυασμό καλού καιρού και Mediterranean vibes,αλλά παράλληλα είναι και αρκετά κοσμοπολίτικη. Πιστεύω πως αποτελεί έναν πολύ καλό τόπο για να αντλήσεις έμπνευση. Αυτό που δεν μου άρεσε στην Αθήνα ήταν η κίνηση!

Warhaus Live WE Θεσσαλονίκη – 19 Μαΐου | Gazarte Roof Stage – 20 Μαΐου | Gazarte Main Stage – 21 Μαΐου
ΠΡΟΠΩΛΗΣΗ: Ηλεκτρονικά: VIVA.GR, Τηλεφωνικά: 11876, Φυσικά Σημεία: Viva Spots
Αντιγόνη Πάντα-Χαρβά

Share
Published by
Αντιγόνη Πάντα-Χαρβά