ΜΟΥΣΙΚΗ : ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Desmond Child, ποια τραγούδια σου αρνήθηκαν να ερμηνεύσουν διάσημοι σταρ και τελικά έγιναν super hit;

Οι αφανείς ήρωες των super hits, οι συνθέτες και οι στιχουργοί, συχνά λαμβάνουν ελάχιστη ή καθόλου αναγνώριση για το έργο τους. Παραμένουν αφανείς. Θα μπορούσε να είναι κάπως έτσι και στην περίπτωση του Desmond Child. Στην Ελλάδα, το ευρύ κοινό δεν θα γνώριζε πολλά γι’ αυτόν αν δεν είχε γράψει κάποια από τα πιο γνωστά τραγούδια του Σάκη Ρουβά -όπως το Disco Girl και το Όλα Καλά- και αν δεν είχε πάρει την πρωτοβουλία να κάνει μία all star συναυλία με Έλληνες και διεθνείς καλλιτέχνες στο Ηρώδειο (ανάμεσά τους ο Alice Cooper και η Bonnie Tyler), για την επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα.  

Κι όμως, μιλάμε για έναν συνθέτη και στιχουργό με μια συναρπαστική επαγγελματική καριέρα, που έχει κερδίσει Grammy® και έχει προταθεί για EMMY, καθώς έχει γράψει μερικά από τα μεγαλύτερα και πιο αναγνωρίσιμα hits των τελευταίων δεκαετιών. Τι να πρωτο-αναφέρω; Θα πετάξω μερικά για να πάρετε μια ιδέα: You give love a bad name, Livin’ on a prayer, Bad Medicine (Bon Jovi). I hate myself for loving’ you (Joan Jett & the Blackhearts). I was made for lovin’ you (Kiss). Crazy (Aerosmith). Poison, Bed of nails (Alice Cooper). Livin’ La vida loca, She bangs, Shake your bon-bon, La Copa De La Vida (Ricky Martin). Και φυσικά, οι συνεργασίες του είναι αμέτρητες. Από τον Meatloaf, τη Cher και τη Barbra Streisand, μέχρι τον Robbie Williams, τη Shakira και την Katy Perry. 

Με τη Diana Ross © Harry Paul

Διαβάζοντας αυτή τη λίστα, σκέφτεται κανείς μια ζωή χλιδάτη, πάρτυ, διασκέδαση, τζετ σετ και όλα τα συναφή. Έχουν υπάρξει και αυτά, αλλά δεν ήρθαν εύκολα και δεν ήταν στον βαθμό που οργιάζει η φαντασία. Γιατί ο Desmond Child, για να καταφέρει να ζήσει τη la vida loca, πρώτα πάλεψε με τη σκοτεινή πλευρά της ζωής.

Αν κάποιος έπρεπε να αφήσει να εκδοθεί η βιογραφία του, σίγουρα αυτός είναι ο Desmond. Και είναι ωραίο να διαβάζεις τέτοιες ιστορίες σήμερα, που όλα γίνονται με το ανέβασμα ενός βίντεο στο TikTok, γιατί έτσι θυμάσαι (ή μαθαίνεις αναλόγως με την ηλικία) πώς είναι να απολαμβάνεις τους καρπούς των κόπων σου. Συνήθως έτσι το ταξίδι γίνεται πιο ενδιαφέρον, έχει μεγαλύτερη διάρκεια και σου χαρίζει περισσότερες πολύτιμες (αλλά τόσο διαφορετικές μεταξύ τους) αναμνήσεις.

Με τον συγγραφέα David Ritz, στην Ελλάδα, δουλεύοντας επάνω στη βιογραφία του © Curtis Shaw Child

Το βιβλίο “LIVIN’ ON A PRAYER: BIG SONGS BIG LIFE”, το οποίο υπογράφει ο Αμερικανός συγγραφέας David Ritz, ξετυλίγει όλες αυτές τις αναμνήσεις, από τότε που ο Desmond (γεννημένος John Charles Barrett, το 1953), εγκατέλειψε με την οικογένειά του την επαναστατική Κούβα για τη Φλόριντα, τη δεκαετία του 1960, και έζησαν μια φτωχική ζωή. Η μητέρα του, Elena ‘Mimi’ Casals, ήταν γνωστή ποιήτρια και στιχουργός και στο σπίτι τους μπαινόβγαιναν καλλιτέχνες – ήταν ένα μποέμικο σπίτι γεμάτο χρώμα και μουσική. Στα 18 του ανακάλυψε ότι ο άνθρωπος που αποκαλούσε “μπαμπά” και ήταν ο σύζυγος της μητέρας του όταν εκείνος γεννήθηκε, δεν ήταν στην πραγματικότητα ο βιολογικός του πατέρας. Τον γνώριζε τον βιολογικό του πατέρα, αλλά μέχρι τότε πίστευε ότι απλώς είναι ένας οικογενειακός φίλος από την Ουγγαρία. 

Ο μικρός Desmond και η μητέρα του Elena ‘Mimi’ Casals στο πιάνο © John Barrett

Από πολύ νωρίς, ο Desmond ήθελε να ασχοληθεί με τη μουσική. Έφτιαξε το δικό του συγκρότημα, είχε μια ιδιαίτερη σχέση με την τραγουδίστρια Maria Vidal, η οποία τελείωσε όταν ο ίδιος συνειδητοποίησε πλήρως τη σεξουαλική του ταυτότητα και προσπαθούσε, ένας Λατίνος ομοφυλόφιλος τη δεκαετία του ‘70, να βρει τον δρόμο προς την αναγνώριση, μέσα στον μάτσο κόσμο του Rock ‘n’ Roll. Όχι εύκολο task. Και όμως. Το ταλέντο και η επιμονή του, τον καθιέρωσαν ως έναν από τους πιο σημαντικούς συνθέτες και στιχουργούς όλων των εποχών. Πέρα από τη μουσική, η οικογένειά του αποτελεί το άλλο σημαντικό κεφάλαιο της ζωής του. Με τον σύντροφό του, Curtis Shaw Child, είναι μαζί περίπου 30 χρόνια και έχουν δύο δίδυμους, ενήλικους πλέον, γιους, τον Roman και τον Nyro, που απέκτησαν με παρένθετη μητέρα.

Συναντηθήκαμε ένα πρωί που έγινε μεσημέρι στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του στην Αθήνα -όπου γνώρισα και τον γλυκύτατο Curtis- και μου μίλησε για πολλά από αυτά που με μεγάλη γλαφυρότητα αποκαλύπτει στο βιβλίο του αλλά και για την αγάπη του για την Ελλάδα, για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα και την καθιερωμένη, ετήσια επίσκεψή τους εδώ και πολλά χρόνια οικογενειακώς στη Φολέγανδρο (όπου δουλεύτηκε και ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου). Είναι μεγάλη η λατρεία του για τη χώρα μας και ιδιαίτερα για την Ακρόπολη, και το κατάλαβα ακόμα πιο έντονα όταν ήθελε να σιγουρευτεί ότι στη φωτογραφία που μας τράβηξε μαζί ο Curtis, φαίνεται στο βάθος ο Παρθενώνας. 

Με φόντο την Ακρόπολη © Curtis Shaw Child

Desmond, πες μου για τη μητέρα σου. Ήταν μία διάσημη ποιήτρια και στιχουργός. Δεν ήταν διάσημη, αλλά ήταν αναγνωρισμένη στο Μαϊάμι και ειδικότερα στην εξόριστη κοινότητα της Κούβας. Η μητέρα μου γεννήθηκε στο Piñar del Rio, στην Κούβα, το 1927, και έφυγε από τη ζωή πριν από 11 χρόνια, τον Μάρτιο του 2012. Έζησε μία μεγάλη αλλά δύσκολη ζωή. Ήταν ελεύθερο πνεύμα, αυτό που ονομάζουμε bohemian. Όταν πήγε στην Αβάνα, στα τέλη της εφηβείας της, ανακατεύτηκε πάρα πολύ με έναν κύκλο διανοουμένων, τους επαναστάτες ουσιαστικά, στις αρχές του 1950. Γνωρίστηκε με τον Tennessee Williams, έκαναν παρέα, και μέσω αυτού γνώρισε τον Jay Johnson ο οποίος ήταν στην ηλικία της και έγιναν οι καλύτεροι φίλοι. Η μητέρα του, για να καταλάβεις, ήταν κολλητή με τη μητέρα του Tennessee Williams. Δεν είναι συναρπαστικό; Η μητέρα μου έμοιαζε πάρα πολύ με έναν χαρακτήρα του Tennessee Williams, την Blanche Dubois από το Λεωφορείον ο Πόθος. Βασικά συνδύαζε την Blanche Dubois με την Angelica Huston στο The Grifters. Ήταν ονειροπόλα και έβλεπε πάντα το καλό στους άλλους, έβλεπε το άστρο του καθενός. Πιστεύω ότι είναι το χαρακτηριστικό που πήρα και εγώ, γιατί, αν το καλοσκεφτείς, η δουλειά μου είναι να βλέπω το καλύτερο στον καθένα αλλά και να αναγνωρίζω τα κακά στοιχεία του ώστε να μπορέσει να τα βελτιώσει. 

Αυτό είσαι και στην πραγματική σου ζωή; Όχι μόνο στην επαγγελματική; Όχι. Η δουλειά μου, όταν αναλαμβάνω κάποιον, είναι να ψάχνω βαθιά μέσα του για να αποκαλύψω τον εαυτό του πάρα πολύ γρήγορα. Υπάρχει μία καινούργια λέξη για αυτό: empathy (σ.σ. ενσυναίσθηση), ώστε κάποιος να νιώθει άνετα μαζί μου και αμέσως να μπορούν να μου διηγούνται την ιστορία της ζωής τους, τα όνειρά τους, τις φοβίες τους. Όσο εκείνοι μιλάνε, εγώ γράφω και συνήθως έτσι ξεκινούν οι πρώτοι στίχοι των τραγουδιών μου. Τα τραγούδια μου είναι κομμένα και ραμμένα πάνω στους ανθρώπους. Κάποιοι στιχουργοί, όπως η Diane Warren, γράφουν για τα προσωπικά τους βιώματα και μετά τα δίνουν στους ερμηνευτές και τους λένε “ερμήνευσέ το”. Εγώ είμαι σαν ένας ράφτης: γράφω τα τραγούδια μου για τους ερμηνευτές, τα χτίζω πάνω τους. 

Επομένως κάθε τραγούδι που έχεις γράψει, όπως για παράδειγμα το “Livin’ la vida loca” ή το “Livin’ on a prayer” ή το “You give love a bad name”,  αποτελεί προσωπικό βίωμα του εκάστοτε καλλιτέχνη; Ναι, φυσικά και με συνεργασία, γιατί το “Livin’ on a prayer” το έγραψα μαζί με τον Jon Bon Jovi και τον Richie Sambora. Μεταφέραμε τις ιστορίες μας στο τραγούδι. Ο Jon για παράδειγμα αναφέρθηκε στους καλύτερούς του φίλους από το σχολείο, Bonnie και Jo, οι οποίοι παντρεύτηκαν νωρίς και δυσκολεύτηκαν. Εγώ αναφέρθηκα στην ιστορία μου με τη Maria Vidal, με την οποία συζούσαμε σε ένα μικρό διαμέρισμα όταν εργαζόταν ως σερβιτόρα σε ένα εστιατόριο που λεγόταν “Once upon a stove”. Τραγουδούσε με τις υπόλοιπες σερβιτόρες και της είχαν δώσει το παρατσούκλι Gina Velvet. Έτσι λοιπόν εμφανίστηκε η Gina στο τραγούδι.

Ας επιστρέψουμε στη σχέση σου με τη μητέρα σου στο Μαϊάμι. Τι θυμάσαι από τα παιδικά σου χρόνια; Είμαι παιδί μονογονεϊκής οικογένειας και η μητέρα μου δυσκολευόταν να τα βγάλει πέρα. Έλειπε πολλές ώρες, με αποτέλεσμα να μένω μόνος μου στο σπίτι, άρα μαγείρευα για εμένα και τον μικρότερο αδερφό μου – συνήθως τρώγαμε δημητριακά με γάλα. Η μητέρα μου επέστρεφε τα μεσάνυχτα γιατί, εκτός από την πρωινή εργασία, τα βράδια ηχογραφούσε τα τραγούδια της και στη συνέχεια πήγαινε στα nightclubs όπου έδινε τις κασέτες σε καλλιτέχνες με την ελπίδα να τις ακούσουν και να βγάλει κάποιο χιτ. Είχε πάθει εμμονή, γιατί ήθελε να μας προσφέρει μια καλύτερη ζωή αλλά μόνο μέσω της μουσικής. Άρα ήταν είτε αυτό, είτε να παντρευτεί έναν δισεκατομμυριούχο, κάτι το οποίο επίσης δεν μπορούσε να κάνει. Όταν λοιπόν τα κατάφερα, το 1979, με τα πρώτα χρήματα που πήρα από το “I was made for loving you” μπόρεσα και την έβγαλα από το γκέτο όπου ζούσε και της νοίκιασα το πρώτο της διαμέρισμα στο Miami Beach, της αγόρασα αυτοκίνητο, καινούργια ρούχα. Δεν πήραμε τίποτα από τα παλιά. Ήταν όλα ολοκαίνουρια. Από εκείνη τη στιγμή ζούσε σαν βασίλισσα. Όταν συνεργάστηκα με τον Ricky Martin, της αγόρασα ένα διαμέρισμα λίγα τετράγωνα μακριά από το δικό μου. Όταν έφυγε από τη ζωή ήθελα να τιμήσω τη μνήμη της, κι έτσι, σε συνεργασία με τον Rudy Pérez και κάτω από την ώσμωση του Hall of Fame των στιχουργών, ιδρύσαμε το Latin Songwriters Hall of Fame. Η μητέρα μου είναι η μασκότ και έχουμε φτιάξει το αγαλματίδιο που την απεικονίζει να παίζει κιθάρα, το οποίο απονέμεται είτε στους νεοεισαχθέντες, είτε σαν τιμητικό βραβείο. Έτσι, θα ζει για πάντα. Ονειρευόταν ότι μια μέρα ο Julio Iglesias θα ερμηνεύσει ένα τραγούδι της. Εκείνος λοιπόν ήταν από τους πρώτους ανθρώπους που κράτησαν το αγαλματίδιο, το 2013, στο πρώτο μας γκαλά. Βέβαια η μητέρα μου δεν έζησε για να το δει, αλλά είμαι σίγουρος ότι θα ήταν πολύ χαρούμενη βλέποντας το είδωλό της.

Η μητέρα του Elena ‘Mimi’ Casals (από το προσωπικό αρχείο του Desmond Child)

Ποιο είναι το πιο σημαντικό μάθημα που πήρες από τη μητέρα σου; Ότι η επιτυχία μπορεί να είναι στη γωνία και να μην τα παρατάω. Μπορεί να περάσουν χρόνια χωρίς να κάνεις επιτυχία και ξαφνικά όλα να αλλάξουν και να επιστρέψεις στο προσκήνιο. Στη μουσική δεν είσαι ποτέ πολύ μεγάλος για να γράψεις μια επιτυχία. Μπορείς να συνεχίσεις, ακριβώς όπως έγινε και με τον μέντορά μου, τον Bob Crewe, ο οποίος έγραψε ένα τραγούδι που λέγεται Lady Marmalade, που είχαν πρωτοερμηνεύσει οι The Bell. Το εν λόγω κομματι έγινε γνωστό ακριβώς 20 χρόνια μετά την κυκλοφορία του, χάρη στο μιούζικαλ Moulin Rouge, με αποτέλεσμα να ανέβει στο Νο1. Και ο Bob Crewe έζησε για να το δει. Δεν είναι υπέροχο αυτό; Πριν λίγες μέρες έμαθα ότι η Dolly Parton ηχογράφησε το τραγούδι I hate myself for loving you, που συνέθεσα μαζί με τη Joan Jett, το οποίο θα τραγουδήσουν παρέα και θα συμπεριληφθεί στο νέο της άλμπουμ Rock Star που θα κυκλοφορήσει τον ερχόμενο Νοέμβριο. Πόσο καταπληκτικά είναι όλα αυτά; Τόσα χρόνια μετά, αυτό το τραγούδι επανακυκλοφορεί χάρη σε μία εμβληματική ερμηνεύτρια.

Αυτά είναι τραγούδια που έχουν αφιερωθεί από εκατομμύρια ακροατές σε άλλους. Δεν είναι συναρπαστικό που τόσος κόσμος χρησιμοποιεί τους στίχους σου για να εκφράσει την αγάπη, το πάθος του; O Jon Bon Jovi έλαβε πρόσφατα μια τιμητική πλακέτα από το Spotify γιατί το Livin’ on a prayer είχε 1 δισεκατομμύριο ακροάσεις. Τουλάχιστον ξέρω ότι ένα δισεκατομμύριο κόσμος άκουσε αυτό το τραγούδι. Οι Bon Jovi έχουν 25 εκατομμύρια σταθερούς ακροατές το μήνα, δηλαδή όσο ένας σύγχρονος καλλιτέχνης. Είναι πολύ αναζωογονητικό να ξέρω ότι τα τραγούδια μου συνεχίζουν να υπάρχουν σε διάφορους πολιτισμούς, χωρίς απαραίτητα να γνωρίζουν ποιος τα έχει ερμηνεύσει. Άρα ξεπερνούν και τους καλλιτέχνες. Αυτό είναι μία ωραία εκδίκηση!

Ο Desmond, ο Richie Sambora και ο Jon Bon Jovi στο στούντιο © Ciro Barbaro

Υπάρχει κάποιο τραγούδι που να έγραψες και δεν το πίστεψες στην αρχή αλλά τελικά έγινε τεράστια επιτυχία; Ένα από τα τραγούδια, το οποίο δεν μου πολυάρεσε στην αρχή αλλά το έχω εντάξει στο show μου, είναι το She bangs. Όταν έγραφα τους στίχους, οι Draco Rosa και Walter A. είχαν ήδη γράψει στίχους οπότε έπρεπε να το τελειώσω έτσι ώστε να μπορέσει ο Ricky Martin να το ερμηνεύσει. Δεν όριζα εγώ τη μουσική και αν το καλοσκεφτείς είναι πολύ γραμμικό και αμφέβαλλα ότι θα μπορούσε να γίνει μεγάλη επιτυχία. Το τραγούδι αναβίωσε, βέβαια, εξαιτίας ενός ασιάτη που ελαβε μέρος στο ριάλιτι American Idol, τον William Hung, κι επειδή το τραγούδησε με περίεργη προφορά ήταν απολαυστικό. Όλοι γνωρίζουν το τραγούδι και αυτό αποδεικνύει ότι έχει κερδίσει τη μάχη με τον χρόνο. Ήταν, επομένως, ένα από τα τραγούδια-έκπληξη που δεν πίστευα. 

Υπάρχει κάποιος καλλιτέχνης που αρνήθηκε να ερμηνεύσει στίχους σου; Ναι, ο Jon, το Livin’ on a prayer. Όταν το γράψαμε, ο Jon δεν ήθελε να το ερμηνεύσει το γκρουπ. Το θεωρούσε πολύ συναισθηματικό. Ήθελε να ροκάρει περισσότερο, και το τραγούδι σαφώς δεν έμοιαζε με το You give love a bad name ή με το Bad medicine, που είναι χαρούμενα, σέξι τραγούδια. Αυτό ήταν περισσότερο ένα τραγούδι που έλεγε μια ιστορία, οπότε ο Richie και εγώ αναγκαστήκαμε να τον παρακαλέσουμε να το ηχογραφήσει. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία, γιατί μόλις μπήκαν στο στούντιο συνέβη κάτι μαγικό. Το τραγούδι είναι πολύ κινηματογραφικό. Ένα άλλο περιστατικό ήταν όταν έγραψα το I hate myself for loving you, όπου η Joan Jett δεν ήθελε να ξανατραγουδήσει τραγούδι του οποίου ο τίτλος θα περιέχει τη λέξη “αγάπη” γιατί είχε ήδη πει το I love Rock n’ roll και θεωρούσε ότι η συγκεκριμένη λέξη δεν είναι αρκετά ροκ. Όμως το τραγούδι πήγε τόσο καλά που στο τέλος πείστηκε. Έτσι επανήλθε στο προσκήνιο.

Δουλεύοντας με τον Jon Bon Jovi © Curtis Shaw Child

Αυτό κι αν είναι ένα τραγούδι που έχει αφιερωθεί κατά κόρον. Θυμάμαι, όταν ήμουν μικρότερη, που το τραγουδούσα σε κάποιον που μου άρεσε. Τώρα που το σκέφτομαι, τα περισσότερα τραγούδια σου τα έχω αφιερώσει στα νιάτα μου. Το Poison για παράδειγμα. Είναι αλήθεια ότι η καριέρα σου ξεκίνησε κατά τύχη; Δεν θα έλεγα κατά τύχη, γιατί αν το καλοσκεφτείς η μητέρα μου ήταν στιχουργός κι επομένως υπήρχε μία σχέση. Ακριβώς επειδή ήταν single parent, εγώ ήμουν κάτι σαν σύντροφός της, ήδη από την ηλικία των πέντε. Οπότε ήταν κάτι φυσικό για μένα να γράφω στίχους τραγουδιών. Ως την ηλικία των 15, είχα δει σε συναυλία την Janis Joplin, τον Jimi Hendrix (σ.σ. πώς δεν έβαλα τα κλάματα την ώρα της συνέντευξης, είναι θαύμα) και τότε σκέφτηκα “Ουάου, κοίτα πόσος κόσμος τους αγαπάει. Αυτό θέλω και εγώ για μένα. Άρα ο δρόμος μου είναι να γίνω και εγώ ροκ σταρ”. Δεν ήταν λοιπόν κατά τύχη, τα πράγματα ήρθαν έτσι που όταν με το συγκρότημα μου Desmond Child & Rouge παίξαμε σε ένα μαγαζί, ο Paul Stanley των Kiss είχε δει μία αφίσα μας στον δρόμο και ήρθε στο μαγαζί να μας συναντήσει την ώρα που ετοιμαζόμασταν να ανέβουμε στη σκηνή. Βέβαια εμείς δεν τον αναγνωρίσαμε γιατί δεν τον είχαμε δει πότε αμακιγιάριστο. Και μας είπε: “Ό,τι χρειαστείτε είμαι εδώ, και να ξέρετε ότι στο πρώτο τραπέζι κάθεται ο George Harrison των Beatles”. Εκείνη την ώρα σκέφτηκα ότι θα τραγουδήσω για έναν Beatle! Στο τέλος της βραδιάς, ο Paul μπαίνει στα καμαρίνια και μας προτείνει να γράψουμε ένα τραγούδι. Λίγους μήνες αργότερα κυκλοφόρησε το I was made for loving you. Είχε δώσει το τηλέφωνό μου στον Jon Bon Jovi, γιατί εκείνη την εποχή άνοιγαν τις συναυλίες των Kiss στην Ευρώπη. Τότε ήταν που ο Jon με πήρε τηλέφωνο και έτσι άνοιξαν οι πόρτες. Εκείνη την περίοδο το συγκρότημά μου είχε διαλυθεί, οπότε ήταν πάρα πολύ εύκολο για μένα να γράφω στίχους για άλλους και έτσι δεν κοίταξα ποτέ ξανά πίσω – γιατί άρχισα να γράφω τη μία επιτυχία μετά την άλλη. Βέβαια, η ιδέα ήταν ότι θα το κάνω μέχρι να είμαι οικονομικά ασφαλής και μετά να επιστρέψω στο να γίνω ένας ροκ σταρ. Έτσι, το 1991 έβγαλα έναν δίσκο με τον τίτλο Discipline, αλλά δεν πούλησε πολλά αντίτυπα με αποτέλεσμα να αφοσιωθώ πάλι στη στιχουργική. Εκείνη τη χρονιά είχε γίνει και ο μεγάλος σεισμός στην Καλιφόρνια, οπότε αποφάσισα να επιστρέψω στο Μαϊάμι όπου ανακάλυψα τον Ricky Martin και η καριέρα μου ξεκίνησε ξανά.

Πώς γνωριστήκατε με τον Ricky Martin; Η μάνατζέρ μου έβλεπε φανατικά τη σειρά στην οποία έπαιζε, το General Hospital. Κάποια στιγμή μου είπε ότι υπάρχει ένας Λατινοαμερικανός ηθοποιός που τραγουδάει και θα ήταν ενδιαφέρον να συνεργαστούμε. Στη συνέχεια μου το ανέφεραν κι άλλοι. Εκείνη την περίοδο, ο Ricky είχε βγάλει μια επιτυχία που λεγόταν Maria και η μάνατζέρ μου είχε σχέση με την εταιρεία παραγωγής του. Ο τότε παραγωγός του Ricky ήταν ο Draco Rosa, με τον οποίο είχαν συμμετάσχει στο αντρικό συγκρότημα Menudo. Ο Draco υπήρξε το αστέρι των Menudo που αντικαταστάθηκε από τον Ricky μόλις αποχώρησε. Με τον Draco αρχίσαμε να γράφουμε τραγούδια για τον Ricky και έτσι καταλήξαμε στο Cup of life (La Copa De La Vida) για το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου το 1998 στη Γαλλία. Ο Ricky εμφανίστηκε στο στάδιο του Παρισιού και ερμήνευσε το τραγούδι, το οποίο έγινε νούμερο ένα σε όλο τον κόσμο. Έτσι ξεκίνησαν όλα.

Με τον Ricky Martin δουλεύοντας στο πιάνο © Jill Kahn

Υπάρχουν καλλιτέχνες που γνώρισες και είπες ότι δεν θέλεις να τους γράψεις τραγούδια; Όχι, πάντα προσπαθώ να δω το καλύτερο στον καθένα, αλλά μπορεί εκείνοι να μη με συμπαθούν. Είμαι δυνατή προσωπικότητα και κάποιοι καλλιτέχνες θέλουν πάντα να έχουν τον έλεγχο. Αλλά όταν κάποιος έρχεται σε μένα, θέλω να είναι ευάλωτος, γιατί μόνο έτσι θα μπορέσω να βγάλω το καλύτερο από μέσα του. Θέλω να μου μιλάνε για τη ζωή τους, να συγκινούνται, να κλαίνε, και ό,τι συμβεί να μπει στη μουσική, γιατί χτίζω τα τραγούδια πάνω τους. Έτσι δουλεύω, Οπότε ορισμένοι μπορεί να μην αισθάνονται άνετα με τις μεθόδους μου και ίσως να τους  ανάγκασαν να το κάνουν. Προσπαθώ να κοιτάξω βαθιά μέσα στον καθένα και να βγάλω στην επιφάνεια πάντα τα καλύτερα στοιχεία. 

Με ποιον καλλιτέχνη έχεις δεθεί περισσότερο; Με τον Jon Bon Jovi γιατί είναι και ο νονός των παιδιών μου. Πλέον θεωρούμαστε οικογένεια. Είχαμε καιρό να γράψουμε παρέα και τελευταια ξεκινήσαμε μια νέα συνεργασία. Θέλουμε να δούμε αν αυτά τα καινούργια τραγούδια θα κολλήσουν, γιατί επανέρχεται στη σκηνή με σκοπό να κάνει παγκόσμιο tour. Του χρόνου συμπληρώνονται 40 χρόνια από την ίδρυσή του των Bon Jovi και θα το γιορτάσουν με ένα καινούργιο ντοκιμαντέρ αλλά και ένα άλμπουμ. Ελπίζω ότι αυτό που θα φτιάξουμε παρέα θα έχει συνοχή, γιατί ποτέ δεν ξέρεις πώς τα φέρνει η ζωή και τίποτα δεν είναι δεδομένο. Η καριέρα σου ξεκινάει από το μηδέν κάθε φορά που κυκλοφορεί ένα καινούργιο κομμάτι. Αυτό είναι τρομακτικό και συναρπαστικό ταυτόχρονα. Εδώ είναι και το στοίχημα, γιατί όταν δεν έχεις κάποιο χιτ για ένα χρονικό διάστημα ή έχεις αποφασίσει να κάνεις άλλα πράγματα, μετά από ένα ή δύο χρόνια μπορείς να ξεκινήσεις να γράφεις πάλι και να ξαναμπείς στο παιχνίδι. Δεν έχει σημασία πόσο χρονών είσαι – υπάρχουν άνθρωποι πιο μεγάλοι από μένα οι οποίοι το έχουν κάνει και συνεχίζουν να είναι καταπληκτικοί. Έτσι πάει, ένα τραγούδι το γράφεις εκείνη τη στιγμή και είναι σαν όλα τα προβλήματα που είχες χθες, που έχεις σήμερα, που ενδεχομένως να έχεις αύριο, να παραμερίζονται. Αυτό είναι το συναρπαστικό με την τέχνη, δεν μπορείς να το δημιουργήσεις ούτε χθες, ούτε αύριο, πρέπει να το δημιουργήσεις την ώρα που σου έρχεται και πρέπει να είσαι εκεί για αυτό, με σκοπό να είναι τέλειο. Αυτό με συναρπάζει όταν γράφω ένα τραγούδι. Όταν ολοκληρώσω τη συγγραφή, τότε ξεκινάνε τα προβλήματα γιατί πρέπει να σκεφτώ αν θα αρέσει στον καλλιτέχνη τόσο ώστε να το ηχογραφήσει, τι θα μπορούσε να συμβεί. Επενδύω στα τραγούδια μου. Πρόσφατα βρέθηκα στο Λονδίνο με τον Sam Ryder, τον τραγουδιστή που εκπροσώπησε το Ηνωμένο Βασίλειο στη Eurovision το 2022 – πρόκειται για ένα ανερχόμενο αστέρι. Παρέα λοιπόν με τον επί χρόνια φίλο μου, στιχουργό και παραγωγό, Andreas Carlsson, ο οποίος ήρθε από τη Σουηδία, γράψαμε ένα εκπληκτικό τραγούδι. Δεν ξέρω αν θα το ηχογραφήσει, αλλά ελπίζω να με καλέσει να συνεργαστούμε ξανά γιατί μου άρεσε πάρα πολύ η επικοινωνία μας.

Με τον Richie Sambora και τον Jon Bon Jovi στο στούντιο © Ciro Barbaro

Με τον Paul Stanley (Kiss) © Curtis Shaw Child

Οι ακόλουθοι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι σημαντικοί για σένα; Σε προσωπικό ή σε επαγγελματικό επίπεδο; Ναι, πολύ, και για τους δύο λόγους που ανέφερες γιατί μου δείχνει ότι ο κόσμος νοιάζεται γι’ αυτό που κάνω και δεν είμαι καν σταρ, άρα δεν “κλέβω” fans από τους καλλιτέχνες με τους οποίους συνεργάζομαι για να δημιουργήσω το δικό μου προσωπικό γκρουπ ανθρώπων με στόχο να προωθήσω τη μουσική μου. Πολύς κόσμος μου λέει ότι δεν ήξερε καν ποιος είμαι και συνειδητοποιούν σιγά-σιγά ότι είμαι ο άνθρωπος που έχει γράψει πάρα πολλά τραγούδια τα οποία έχουν σιγοτραγουδήσει κατά καιρούς.

Πάντα υπάρχουν και οι haters, πώς τους αντιμετωπίζεις; Οι δικοί μου haters πάνε κατευθείαν στο καναβάτσο. Πατάω block/delete και είμαι ήρεμος, δεν μπαίνω καν στη διαδικασία να συζητήσω μαζί τους. Ο χρόνος είναι πολύ λίγος για να κάτσω να σκεφτώ τι λέει ο κόσμος για μένα, κυρίως επειδή ανεβάζω φωτογραφίες με την πανέμορφη οικογένειά μου. Αυτό θα πει να είσαι ακτιβιστής, δείχνουμε ότι έχουμε μία επιτυχημένη οικογένεια, ο σύζυγος και τα παιδιά μου είναι παραδειγματικοί άνθρωποι και είμαι πάρα πολύ περήφανος για αυτούς και αυτό θα έπρεπε να δίνει ελπίδα στους νέους ανθρώπους της LGBTQ+ κοινότητας που αναρωτιούνται εάν μπορούν να είναι ευτυχισμένοι, εάν θα μπορέσουν κάποτε να αποκτήσουν οικογένεια. Εγώ τους αποδεικνύω ότι μπορούν και από την άλλη βοηθάω και τους γονείς τους οι οποίοι σκέφτονται «Θα αποκτήσω ποτέ εγγόνι»; Ε, λοιπόν ναι, θα αποκτήσεις εγγόνι. Το παιδί σου δεν είναι στείρο… 

Ο Curtis και ο Desmond © David Fields

Ο Curtis, ο Desmond και η παρένθετη μητέρα, η φίλη τους Angela © Dee Nichols

Ο Desmond, ο Curtis και οι δίδυμοι γιοί τους, Nyro και Roman © Daniel D’Ottavio

Γνωρίζεις ότι στην Ελλάδα τα ομόφυλα ζευγάρια δεν επιτρέπεται να υιοθετήσουν παιδιά; Κάθε κράτος ακολουθεί τη δική του πολιτική και ελπίζω ότι μέσα από αυτό ανατέλει η ελπίδα για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Εύχομαι, στο μέλλον, οι νέες γενιές που έρχονται σε αυτό τον κόσμο να δουν ότι αυτό είναι πάρα πολύ φυσιολογικό.

Πιστεύεις ότι μπορεί να γίνει αυτό; Γιατί τελευταία στην Ευρώπη έχουμε δει την άνοδο της άκρας δεξιάς σε πολιτικό επίπεδο. Ανεβαίνουν και πέφτουν. Το ελπιδοφόρο είναι ότι αυξάνεται η διεκδίκηση των δικαιωμάτων για τις γυναίκες, για τα παιδιά, για τα ζώα, για τους τρανς, για την LGBTQ+ κοινότητα. Πρέπει να πολεμήσεις, πρέπει να δουλέψεις, πρέπει να αποδείξεις ότι δεν ανήκεις στη λίστα μίσους τους. Πολύς κόσμος μισεί κάτι, συνασπίζεται με άλλον κόσμο ο οποίος μισεί κάτι άλλο, και ενώνουν τα μίση τους νιώθοντας ότι ανήκουν κάπου. Εγώ προτιμώ να μένω σε αυτά που αγαπώ και ελπίζω ότι στο τέλος η αγάπη κάποια μέρα θα τα νικήσει όλα. Πιστεύω ότι το μίσος δεν μπορεί να υπερτερήσει, γιατί τι θα κάνει ο άλλος, θα με σκοτώσει; Δεν είναι καλό να είσαι ένας άνθρωπος που μισεί, δεν είναι υγιές, και στο κάτω-κάτω δεν είναι καν ωραίο συναίσθημα. Όταν αντιληφθείς ότι το παιδί σου είναι ομοφυλόφιλο, τι θα κάνεις, θα σταματήσουν να το αγαπάς; Εκεί αντιλαμβάνεσαι ότι δεν μπορείς να το αλλάξεις, γιατί το παιδί σου δεν το επέλεξε αυτό, έτσι γεννήθηκε. Είναι επιλογή να το κρύψεις ή όχι, αυτή είναι η μόνη επιλογή που έχεις, να ζήσεις στη σκιά ή να ζήσεις το φως. Εγώ δεν κρίνω κανένα κράτος για το επίπεδο ανθρωπίνων δικαιωμάτων που έχει, γιατί αν η πλειοψηφία του πληθυσμού συμφωνεί με αυτό, τότε έτσι θα είναι μέχρι να έρθει η επόμενη γενιά και ενδεχομένως να το αλλάξει. Όσο ο κόσμος ταξιδεύει και βλέπει τι γίνεται έξω από την επικράτειά του και πόσο πιο ευτυχισμένοι μπορεί να είναι οι άλλοι, αυτό δημιουργεί διαφορετικά συναισθήματα. Ακόμη και οι θρησκείες αρχίζουν και χαλαρώνουν τα λουριά, κάποιες ίσως όχι τόσο, αλλά η πλειοψηφία πλέον μας δέχονται στην εκκλησία τους, στην κοινότητά τους. Μακάρι να καταλάβουν ότι δεν είμαστε απειλή, αλλά ότι προσφέρουμε, ότι είμαστε παράδειγμα. 

Από τη συναυλία στο Ηρώδειο © Andreas Nikolareas

Το κατάμεστο Ηρώδειο © Thomas Daskalakis

Πώς προέκυψε η ιδέα για τη συναυλία στο Ηρώδειο; Η Ελλάδα είναι πολύ σημαντική για μένα, έρχομαι εδώ τα τελευταία 15 χρόνια από τότε που τα παιδιά μου ήταν πέντε ετών. Την πρώτη φορά που ήρθαμε, πήγαμε στη  Φολέγανδρο. Ακόμη και τις χρονιές της πανδημίας, εμείς ερχόμασταν. Έχουμε κάνει και φίλους εδώ. Μας αρέσει πάρα πολύ, έχουμε κάνει φίλους με τους οποίους καθόμαστε τα βράδια και συζητάμε μέχρι και για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα, όπου εκεί αντιλαμβάνεσαι τη συγκίνηση που έχει ο λαός αυτός για το συγκεκριμένο ζήτημα. Έτσι λοιπόν, ο Φοίβος πρότεινε να κάνουμε μια συναυλία με τη μουσική μου στο Ηρώδειο και εγώ του αντιπρότεινα να οργανώσουμε μια φιλανθρωπική βραδιά, τα έσοδα της οποίας θα προσφέρονταν στο Μουσείο της Ακρόπολης, και έτσι να στρέψουμε το παγκόσμιο ενδιαφέρον πάνω στο ζήτημα της επιστροφής των μαρμάρων. Ελπίζω πως με αυτή την κίνηση θα αναθερμανθεί η συζήτηση, ενώ παράλληλα σκέφτομαι το ίδιο σόου να το παρουσιάσω και στο Λονδίνο, έτσι ώστε να συνεχιστεί ο διάλογος. Δεν γίνεται να επανενωθεί ο Παρθενώνας εάν λείπει ένα κομμάτι του. Μόνο τότε θα καταλάβει ο κόσμος πόσο σημαντικό είναι αυτό για τον πολιτισμό, για την ταυτότητα, για την πνευματικότητα του μνημείου. Άλλωστε πρόκειται για έναν ναό, άρα είναι ένας ιερός χώρος, δεν είναι απλώς ένα γλυπτό που θα μπορούσε να εκτίθεται σε ένα μουσείο όπως το Λούβρο. Για μένα, ο Παρθενώνας είναι “μια προσευχή τυλιγμένη σε μάρμαρο” και νομίζω ότι αυτό είναι το σκεπτικό, γιατί έτσι ο κόσμος αντιλαμβάνεται ότι υπάρχουν και κάποια πράγματα σε άλλες χώρες πού αποτελούν πολιτιστική ταυτότητα.

Από τη συναυλία στο Ηρώδειο, με τον Alice Cooper ©Andreas Nikolareas

Ήταν κατάμεστο το Ηρώδειο εκείνο το βράδυ. Όταν συνεργάστηκα με τον Φωκά Ευαγγελινό, είχα τραυματίσει το γόνατό μου, με αποτέλεσμα να δημιουργήσει ο Φωκάς μια ανθρώπινη αλυσίδα, όπου εγώ ουσιαστικά κρατιόμουν από τα μπράτσα των χορευτών για να μπορέσω να κατέβω τα σκαλιά. Βέβαια, εγώ τους κρατούσα λίγο πιο σφιχτά για να είμαι σίγουρος ότι δεν θα πέσω ξανά, χαχα… ήταν πραγματικά μία φανταστική παράσταση.

Θα ήθελες να ξανακάνεις μια παράσταση στην Ελλάδα; Ναι, πολύ, αν και η συγκεκριμένη βραδιά που σου περιγράφω ήταν πάρα πολύ κοστοβόρα. Αλλά καταφέραμε να είμαστε sold out και να μαζέψουμε κάποια χρήματα ώστε να προσφέρουμε στο μουσείο μια σημαντική δωρεά. Άρα μιλάμε για επιτυχία, γιατί πολλές συναυλίες δεν καταφέρνουν να μαζέψουν χρήματα, ειδικά όταν είσαι σε tour που τα έξοδα διαχέονται. Αλλά θα ήταν μόνο μία βραδιά οπότε θα ήθελα πάρα πολύ να συνεχίσω να δίνω παραστάσεις ανά τον κόσμο. Μάλιστα, με έχουν προσεγγίσει από πάρα πολλές χώρες ζητώντας μου να παρουσιάσω το σόου μου, αλλά προς το παρόν δεν είναι μέσα στο πλάνο. Αυτή τη στιγμή έχω επικεντρωθεί στο βιβλίο μου, το οποίο θα κυκλοφορήσει στις 19 Σεπτεμβρίου. Έτσι θα μπορέσω να συστηθώ στον κόσμο – γιατί αυτή τη στιγμή βγαίνω ουσιαστικά στην επιφάνεια μετά από τόσα χρόνια στην αφάνεια – και στη συνέχεια θα κυκλοφορήσει και το soundtrack της παράστασης μέσω της BMG Records. Επίσης, έχουμε και το ντοκιμαντέρ γύρω από την παράσταση, το οποίο είναι πάρα πολύ ωραίο και μαλιστα θέλω να το εκμεταλλευτώ ως ραχοκοκαλιά για το επόμενο ντοκιμαντέρ γύρω από την καριέρα μου. Ο Jon Bon Jovi θα αναφέρεται σε κάποιο τραγουδι, στη συνέχεια ο Richie Sambora στο πώς γράψαμε το Living on a prayer κ.ο.κ. Είναι κάτι σαν making of και αντίστροφη μέτρηση του πώς στήναμε τις συναυλίες. Θυμάμαι μια στιγμή όπου οι The Rasmus έκαναν πρόβα στο Christmas Theater και τραγουδούσαν το Living in a world without you -την πρώτη επιτυχία που είχα μαζί τους- και ενώ ήταν πάνω στη σκηνή, εγώ μπηκα στο στάδιο φορώντας ένα κίτρινο φούτερ το οποίο έγραφε Jezebel (σ.σ. το άλλο hit τους που έχει γράψει ο Desmond). Χωρίς να το καταλάβουν, ανέβηκα στη σκηνή και κάποιος μου έδωσε ένα μικρόφωνο και αρχίσαμε να το ερμηνεύουμε μαζί. Ήταν τελείως αυθόρμητο. Έχω πάρα πολλές τέτοιες μαγικές στιγμές, τις οποίες έχω εντάξει στο ντοκιμαντέρ. Έχω επίσης σκηνές με τους γιους μου να βρίσκονται backstage και να έχουν δακρύσει από συγκίνηση, υπερήφανοι για μένα, και ο ένας να μου λέει “Α, τελικά είσαι καλός σε αυτό που κάνεις”. Αυτή είναι η πορεία που έχω επιλέξει να ακολουθήσω, γιατί τον Οκτώβριο θα κλείσω τα 70. Το βιβλίο αποτελεί μια αποτίμηση της ζωής μου, παρουσιάζω τα λάθη που έχω κάνει αλλά και πράγματα τα οποία έχω κάνει σωστά.

Ο Desmond στα πρώτα χρόνια της καλλιτεχνικής του καριέρας © Ciro Barbaro

Το συγκρότημα Desmond & the Rouge © Ciro Barbaro

Έχεις μετανιώσει για πράγματα που έκανες στο παρελθόν; Ναι, γιατί έκανα πολλά λάθη και πλήγωσα κόσμο, κάτι το οποίο δεν καταλάβαινα εκείνη τη στιγμή και μου πήρε μία ολόκληρη ζωή για να το αντιληφθώ. Είμαι ένας άνθρωπος ο οποίος πάντα κοιτάει μπροστά, ασχολούμαι κυρίως με το τι συμβαίνει τώρα. Αλλά, κάποιες φορές, η ζημιά που κάνεις μπορεί να περνάει στο παρελθόν αλλά τα σημάδια παραμένουν στο σήμερα, στην καρδιά σου, σε αυτό που είσαι. Τόσο αυτά που έκανες, όσο και αυτά που οι άλλοι σου έκαναν, μπορεί ακόμη και τώρα να πονάνε.

Ναι, αλλά λένε ότι από τα λάθη σου μαθαίνεις. Κάποιες φορές δεν έχεις να μάθεις κάτι, πρέπει απλά να ζήσεις με αυτό. Είχα σχέση με τη Maria Vidal για 4 χρόνια, από το λύκειο. Δημιουργήσαμε μαζί τους Desmond Child & Rouge, αποτέλεσε την έμπνευση για τη Gina στους στίχους του “Tommy and Gina”. Εκείνη την περίοδο δούλευε σαν σερβιτόρα και της είχαν βγάλει το παρατσούκλι Gina Velvet από τη Gina Lollobrigida. Όταν λοιπόν ξεκίνησα να γράφω το Livin’ on a prayer με τον Jon και τον Richie, ο Jon έγραψε τη δική του ιστορία για τους φίλους από το γυμνάσιο Bonnie and Joe, ο Richie σκεφτόταν τους γονείς του και το πόσο δυσκολεύτηκαν. Για μένα ήταν ακόμα πιο δύσκολο, γιατί με τη Maria ήμασταν πάρα πολύ κοντά, ήμασταν συνεργάτες, πάρα πολύ νέοι, ήταν λίγο μικρότερη από εμένα και εκεί συνειδητοποίησα ότι ήμουν περισσότερο gay από bi αλλά δεν ήξερα πού θα με πάει το συναίσθημα μέχρι που γνώρισα κάποιον και μου τα ανέτρεψε όλα. Ήταν πάρα πολύ επώδυνο για εκείνη, γιατί στην αρχή δεν ήμουν ειλικρινής, είχα αναπτύξει μια ερωτική σχέση με ένα αγόρι που ζούσε ακριβώς απέναντι και σίγουρα δεν ήταν της μιας στιγμής. Μακάρι να ήμουν πιο ειλικρινής από την αρχή και να της έλεγα ποια ήταν τα συναισθήματά μου και να μην παρουσιάζομαι σαν ετεροφυλόφιλος – που ενδεχομένως θα ζούσαμε μαζί, θα παντρευόμασταν, ακριβώς όπως θα τα είχε ονειρευτεί. Μετανιώνω, γιατί κάποιες φορές όταν είσαι νέος νιώθεις μια έλξη για έναν άλλον άνθρωπο με τον οποίο δεν είσαι μαζί και δοκιμάζεις μια φορά. Αυτό το κάνεις όταν είσαι νέος, γιατί ακόμα δεν έχεις κατασταλάξει στο ποιος είσαι και στο τι θες στη ζωή σου, άρα όσο μεγαλώνεις αυτό χειροτερεύει. Αλλά όταν είσαι νέος, έχεις το περιθώριο να κάνεις τρέλες. 

Με τη Maria Vidal © Gene Bognato

Η αλήθεια είναι ότι όταν είσαι νέος δεν έχεις πασχίσει τόσο πολύ και προσπαθείς να αντιληφθείς ποιος είσαι και τι συμβαίνει. Ακριβώς. Μιλάω και για αυτό στο ντοκιμαντέρ, γιατί υπήρξε ένας σταθμός της ζωής μου με τη διάλυση του συγκροτήματός μας, λίγο πριν γίνουμε διάσημοι ενδεχομένως. Ερωτεύτηκα παράφορα έναν άνθρωπο ο οποίος ήταν εξίσου νέος και μετά βρέθηκα μόνος μου, χωρίς γκρουπ, χωρίς τη Maria, χωρίς δίσκο. Δεν ξέρω κατά πόσο ήταν ένα μάθημα, αλλά γνωρίζω ότι με τον χρόνο αυτό θα συνέβαινε. Αυτό που περίμενε η κοινωνία από εμένα ήταν να είμαι ένας ετεροφυλόφιλος ροκ σταρ όπως όλοι οι άλλοι.

Όμως ο Ricky Martin δεν ήταν έτσι. Όχι, αλλά δυσκολεύτηκε πάρα πολύ να παραδεχτεί δημοσίως ότι είναι ομοφυλόφιλος. Ξέρεις πόσο επίπονο είναι αυτό, όταν ποτέ δεν μπορείς να είσαι ο εαυτός σου; Αυτά είναι τα πράγματα που τεστάρουν την ψυχή σου, το ποιος είσαι, αλλά και την καρδιά σου. Στο βιβλίο μου αναφέρομαι πολύ συχνά σε αυτές τις δυσκολίες.

O Desmond στα νεανικά του χρόνια © Ros Raia

Δυσκολεύτηκες ποτέ μεταξύ της προσωπικής και της επαγγελματικής σου ζωής; Αυτό που συνειδητοποίησα, επειδή μεγάλωσα πάμφτωχος, είναι ότι μια καριέρα σαν τη δική μου είναι πάρα πολύ επισφαλής. Ποτέ δεν ξέρεις αν θα ξαναβγάλεις μια επιτυχία. Έχω δει πάρα πολλούς φίλους μου που είχαν ένα σωρό επιτυχίες και ξαφνικά τίποτα, καμία, ποτέ ξανά. Εγώ, ευτυχώς, κατάφερα και είχα μέσα σε έξι δεκαετίες τραγούδια τα οποία φτάνουν στο Νο1. Τουλάχιστον ένα. Ακόμη δουλεύω, ακόμη προσπαθώ. Δεν μπορείς να είσαι στο παιχνίδι εάν δεν έχεις τέρμα τα γκάζια. Συνειδητοποίησα όμως ότι έχασα πάρα πολλές στιγμές με τα παιδιά μου, όσο μεγάλωναν. Όταν εγώ ήμουν στο στούντιο και τελείωνα, επέστρεφα στο σπίτι και ήδη κοιμόντουσαν. Όταν εγώ κοιμόμουν, εκείνα ξυπνούσαν για να πάνε στο σχολείο. Υπήρχαν μέρες που δεν τα έβλεπα καθόλου, παρ’ ότι ήμασταν στο ίδιο σπίτι. Είναι φορές που σκέφτομαι ότι ευτυχώς που ο σύζυγός μου είναι ένας καταπληκτικός άνθρωπος, που ήταν 1000% εκεί για τα παιδιά, που τα φρόντιζε. Παρά το γεγονός ότι έχω ενοχές για όλο αυτό, από την άλλη δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι άλλο γιατί το να έχω αυτήν την καριέρα σήμαινε ότι μπορούσα να εξασφαλίσω το να έχω μια οικογένεια, να τους φροντίζω με τον τρόπο μου, να τους παρέχω ασφάλεια. Εμείς δεν είμαστε σαν τις κλασικές οικογένειες του οκταώρου, που στις 6:30 το απόγευμα ο άντρας πηγαίνει στο σπίτι, βλέπει τα παιδιά του και τους διαβάζει παραμύθια. Εγώ δούλευα τα σαββατοκύριακα, τα βράδια, έχω θυσιαστεί πολύ για τα παιδιά, αλλά δεν είχα άλλη επιλογή. Δεν θα ήμασταν καθισμένοι εδώ, αν δεν είχα γράψει αυτό το βιβλίο. Δόξα τω Θεώ όμως, έχω μία πολύ σταθερή και γεμάτη αγάπη σχέση με τον σύζυγό μου, ο οποίος επίσης έχει καλλιτεχνική φλέβα γιατί είναι ηθοποιός, τραγουδούσε, είχε όνειρα, αλλά όλα αυτά δεν ήταν τόσο σημαντικά όσο το να δημιουργήσει οικογένεια. Αυτό έχει περισσότερη σημασία για εκείνον και δεν το μετανιώνει που τα άφησε όλα. Βλέπω φίλους μας οι οποίοι είναι καταξιωμένοι ηθοποιοί και μπορεί να κάνουν μια επιτυχία, αλλά για τα επόμενα δύο χρόνια να μην κάνουν τίποτα και είναι ολομόναχοι. Μια καλλιτεχνική καριέρα έχει τεράστιες απαιτήσεις, είσαι καλός μόνο όταν δέχεσαι να θυσιάσεις κάτι άλλο. Εγώ το κατάφερα, αλλά πιστεύω πως εάν ήμουν τραγουδιστής θα ήταν χειρότερα τα πράγματα γιατί θα έπρεπε να κάνω tour. Όταν βλέπεις τη Cher, τους Bon Jovi, ακόμη και τον Alice Cooper στη σκηνή, έχουν κάνει τεράστιες θυσίες για να είναι εκεί πάνω. Και ενώ όλα μοιάζουν ρόδινα, για να φτάσουν εκεί για αυτές τις δύο ώρες έχουν περάσει μια ζωή με πολλές θυσίες.

Ο γιός τους Roman, ο Curtis, ο Desmond και ο γιός τους Nyro στην Ελλάδα (από το αρχείο του Desmond Child)

Ανέφερες τη Cher, πώς είναι σαν άνθρωπος; Έχει τόση πλάκα όσο την βλέπουμε στις συνεντεύξεις της; Δεν θα το έλεγα, αλλά με τη Cher συνεργάστηκα σε μια περίοδο που έκανε πάρα πολλές ταινίες και ταυτόχρονα προσπαθούσε να ηχογραφήσει έναν δίσκο και ήθελε να εκμεταλλευτεί τη δημοσιότητα και για τα δύο, το οποίο και πέτυχε. Δεν της άρεσε ο τρόπος με τον οποίο την πίεζα, οπότε δεν ήταν τόσο θερμή μαζί μου όπως τη βλέπεις εσύ στις συνεντεύξεις της. Εγώ είχα αφοσιωθεί στο να μπορέσει να κυκλοφορήσει ο δίσκος που ηχογραφήσαμε. Δεν μπορείς να μας πεις φίλους, αν και έχουμε πολλούς κοινούς φίλους, όπως για παράδειγμα την Joanna η οποία είναι παιδική φίλη της Cher και κάθε φορά που τη βλέπει της λέει “Δώστου την αγάπη μου αλλά κράτα την περισσότερη για σένα”.

Με τη Cher (από το αρχείο του Desmond Child)

Από τους καλλιτέχνες με τους οποίους έχει συνεργαστεί, ποιος ήταν ο πιο αστείος; Η Bonnie Tyler, δεν ήταν καθόλου δύσκολος άνθρωπος, ήταν πάρα πολύ ευχάριστη, με ένα τεράστιο χαμόγελο. Γελούσε πολύ. Τα βράδια βγαίναμε να φάμε με τον άντρα της, τον Ρόμπερτ, και πάντα διάλεγε τα καλύτερα κρασιά. Ήταν η πιο έτοιμη γιατί απομνημονεύει όλα τα τραγούδια και δεν χρειάζεται να κοιτάει το χαρτί για να το ερμηνεύσει. Απλά τα ερμηνεύει από την καρδιά της. Οι περισσότεροι τραγουδιστές μαθαίνουν τα τραγούδια αλλά δεν τα απορροφούν, λες και είναι απλώς ένα αναγκαίο κακό. Όταν ανεβαίνουν στη σκηνή και τραγουδούν μια επιτυχία την οποία συνήθως ζητά το κοινό, στο τέλος καταλήγουν να το λένε καλύτερα από τον δίσκο. Η μεγαλύτερη χαρά της ζωής μου ήταν όταν συνεργάστηκα με τη Barbra Streisand, της οποίας έγραψα το τραγούδι Lady Liberty. Της έχω γράψει κι άλλα τραγούδια, αλλά δεν τα έχει ακούσει ακόμη. Η Barbra ξεχωρίζει σε πολλά επίπεδα.

Με τη Barbra Streisand στο στούντιο © Jay Landers

Γιατί πιστεύεις ότι ο Σάκης Ρουβάς δεν έγινε μεγάλος σταρ στις Ηνωμένες Πολιτείες; Υπάρχουν πάρα πολλοί σταρ σε όλο τον κόσμο, αλλά δεν είναι όλοι κατάλληλοι για την αμερικανική αγορά γιατί εκεί υπάρχει τεράστιος ανταγωνισμός και δυσκολεύονται. Αντίστροφα, καλλιτέχνες που είναι πάρα πολύ γνωστοί στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν τους ξέρει κανένας στον υπόλοιπο πλανήτη. Οι Bon Jovi, για παράδειγμα, είναι πολύ πιο γνωστοί από τους Aerosmith, γιατί οι Aerosmith δεν έκαναν παγκόσμιο τουρ όπως οι Bon Jovi. Περιστασιακά μπορεί να έκαναν μία-δύο συναυλίες σε Λονδίνο και Βερολίνο, αλλά ο κόσμος δεν είχε την ευκαιρία να τους γνωρίσει. Οι The Rasmus, από την άλλη, είναι πάρα πολύ διάσημοι στη Λατινική Αμερική, στο Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά όχι στη Γαλλία. Η διεθνής αναγνωρισιμότητα είναι πάρα πολύ σπάνια, με εξαίρεση τον Ricky Martin, ο οποίος έκανε παγκόσμια τουρνέ σε διάφορα μέρη του κόσμου – όπως και οι Bon Jovi. Είναι θέμα προώθησης, αλλά και εκπαίδευσης του ακροατηρίου στη μουσική σου. Ακόμη και οι εμφανίσεις στην τηλεόραση, οι συνεντεύξεις, είναι στοιχεία πάρα πολύ σημαντικά αλλά παίρνουν χρόνο γιατί πρέπει να έχεις την ενέργεια να τα κάνεις. Αυτοί είναι μερικοί λόγοι και όχι επειδή είσαι ή δεν είσαι καλός. Ο Σάκης Ρουβάς είναι ένας πάρα πολύ ταλαντούχος καλλιτέχνης, αλλά το στυλ της μουσικής που ερμηνεύει έχει αμιγώς ελληνικό ήχο και γι’ αυτό δεν κατάφερε να εδραιωθεί ούτε στην Ευρώπη, παρά το γεγονός ότι εργάστηκε πολύ σκληρά. Στον αντίποδα, ο Ricky είχε τους Menudo, το General Hospital, τραγουδούσε στο Broadway και βρέθηκε τη σωστή στιγμή στο σωστό σημείο όταν ο κόσμος πια ήταν έτοιμος να ακούσει λατινοαμερικάνικη μουσική. Αν παρατηρήσεις, οι ευρωπαίοι καλλιτέχνες δυσκολεύονται πολύ και ίσως να μην υπάρχει κιόλας κάποιος ο οποίος να τα έχει καταφέρει στην αμερικανική αγορά. Η Celine Dion ήταν από τον γαλλικό Καναδά και παρά το γεγονός ότι είχε μια προφορά στα αγγλικά της, αυτό δεν ενόχλησε το αμερικανικό κοινό. Από την άλλη πλευρά, οι Σουηδοί καλλιτέχνες, επειδή μαθαίνουν αγγλικά από πάρα πολύ νωρίς, δεν έχουν σχεδόν καθόλου προφορά. Για παράδειγμα οι Abba, η μουσική των οποίων ήταν κολλητική και ξεπέρασε τα πάντα – επίσης, οι Σουηδοί ελέγχουν ένα πολύ μεγάλο μέρος της παγκόσμιας μουσικής γιατί είναι παραγωγοί και στιχουργοί. Επομένως, οι μουσικοί που προέρχονται από αγγλόφωνες χώρες όπως η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία, ο Καναδάς, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιρλανδία υπερτερούν εξαιτίας της γλώσσας.

Με τον Steven Tyler (Aerosmith) © Curtis Shaw Child

Τι γνώμη έχεις για τους Måneskin; Πιστεύεις ότι αποτελούν εξαίρεση; Τους λατρεύω. Ναι, είναι εξαίρεση. Έχουν βαριά προφορά στα αγγλικά και ο πρώτος τους δίσκος ήταν στα ιταλικά. Ωστόσο είναι sexy, είναι όμορφοι, η προφορά τους περνάει.

Από όλους τους καλλιτέχνες, είτε είναι πιο γνωστοί είτε λιγότερο γνωστοί, για ποιον θα ήθελες να γράψεις τραγούδια; Θα ήθελα να γράψω για την Adele, για το Sam Smith, τη Dua Lipa. Θα ήθελα πάρα πολύ να συνεργαστώ ξανά με την Ariana Grande, η οποία συμμετείχε στο musical μου αλλά δεν έχουμε δημιουργήσει ποτέ ποπ μουσική μαζί. Θα ήθελα και την Bebe Rexha, με την οποία έχουμε γράψει ένα τραγούδι αλλά δεν ηχογραφήθηκε ποτέ. Αυτή είναι η wishlist μου. Έχω όμως και καλλιτέχνες με τους οποίους θα ήθελα πολύ να έχω καταφέρει να συνεργαστώ και δεν μου δόθηκε η ευκαιρία όπως οι Duran Duran, ο Adam Lambert, ο George Michael. Και βέβαια θα ήθελα να έχω γράψει έστω ένα τραγούδι με τον Paul McCartney. Επίσης και τη Sade, την οποία θεωρώ διαχρονική. Τώρα που το σκέφτομαι θα μπορούσα να συνεργαστώ με πολύ κόσμο αλλά ο χρόνος δεν είναι αρκετός. Παρ’ όλα αυτά, είμαι ευγνώμων που έχω συνεργαστεί με πάρα πολλούς καλλιτέχνες και στιχουργούς, όπως τον Sam Ryder με τον οποίον θα ήθελα να συνεργαστώ ξανά. Ελπίζω να με ξαναπάρει τηλέφωνο. Έχω συνεργαστεί με τον Nick Jonas, τον οποίο λατρεύω, αλλά θα ήθελα να συνεργαστώ και με τον Justin Timberlake που επίσης αγαπώ, αλλά δεν έχει τύχει.

Η Katy Perry και ο μικρός Nyro © Curtis Shaw Child

Είναι περίεργο να ακούω ότι κάποιους καλλιτέχνες δεν τους έχεις γνωρίσει, γιατί πίστευα ότι για σένα θα ήταν πάρα πολύ εύκολο. Ξέρεις, τις περισσότερες φορές ο κόσμος μου τηλεφωνεί για να συνεργαστώ μαζί τους, και προσπαθώ να το πετύχω, αλλά δεν είμαι εκείνος ο οποίος θα πάρει τηλέφωνο κάποιον καλλιτέχνη. Έτσι έγινε με τον Sam Ryder, ο μάνατζέρ μου τηλεφώνησε στον δικό του μάνατζερ και μας έφεραν σε επαφή. Επίσης δουλεύω πάνω στο μιούζικάλ μου στο Broadway, ένα εκ των οποίων ονομάζεται “Cuba Libre” που γράφω από το 2005 και έχω λιγότερο χρόνο. Πραγματεύεται την πραγματική ιστορία της οικογένειάς μου πριν και μετά την κουβανέζικη επανάσταση, τη δεκαετία του 1950, όπου η μητέρα μου είχε δύο μικρότερες, πανέμορφες, αδελφές, η μία εκ των οποίων, η Μπέμπα, έγινε ερωμένη του δικτάτορα Μπατίστα και η άλλη, η Μύριαμ, του Κάστρο. Είναι συναρπαστική ιστορία. Η μία εκ των δύο ήταν παντρεμένη με έναν επαναστάτη με τον οποίον χώρισε, αυτός ήταν άνθρωπος του Κάστρο. Η νεαρότερη γενιά, η οποία πήγαινε σχολείο, προερχόταν από εύπορες οικογένειες και μαχόταν υπέρ της επανάστασης. Η επανάσταση λοιπόν τους πήρε τα περιουσιακά στοιχεία, με αποτέλεσμα αυτός ο κόσμος να φύγει. Έτσι λοιπόν οι εύποροι αντιτάχθηκαν τον Κάστρο. Στην οικογένεια ήμασταν μοιρασμένοι, η Μπέμπα ήταν από την πλευρά των δικτατορικών και η Μύριαμ ήταν με τους επαναστάτες.

Εσένα, μετά από τόσα χρόνια, πώς σου φαίνεται όλη αυτή η ιστορία; Τι  πιστεύεις; Εγώ πιστεύω ότι οι δικτάτορες είναι κακοί, αλλά οι αδελφές της μητέρας μου είναι καλές. Η οικογένεια είναι καλή, οι άνθρωποι που αγαπάς. Δυστυχώς, όλη η οικογένεια έχει φύγει από τη ζωή. Οι ίδιοι μου τα διηγήθηκαν.

Έχεις πάει στην Κούβα; Ναι, έχω πάει αρκετές φορές. 

Τον βιολογικό σου πατέρα τον γνώρισες; Ναι, ήταν πάντα παρών στη ζωή μου αλλά δεν ήξερα ότι ήταν ο πατέρας μου μέχρι που έγινα 18 ετών. Για εμένα ήταν πάντοτε ο θείος Τζο, παντρεμένος με μια επιζήσασα του Ολοκαυτώματος, την κυρία Βαλέρια. Όλοι τους γνωρίστηκαν στη Βενεζουέλα. Όταν τα έμπλεξε με τον πατέρα μου, η μητέρα μου ήταν ήδη παντρεμένη με έναν αμερικανό γεωλόγο, μεγαλύτερό της, αλκοολικό, με αποτέλεσμα να θέλει να γνωρίσει κάποιον άλλον. Έτσι γεννήθηκα εγώ. 

Το βιβλίο “LIVIN’ ON A PRAYER: BIG SONGS BIG LIFE” κυκλοφορεί στις 19 Σεπτεμβρίου και είναι διαθέσιμο για preorder στο Amazon.
Αντιγόνη Πάντα-Χαρβά