Ο Mick Harvey είναι ένας παλιός γνώριμος κι αγαπημένος του ελληνικού κοινού. Στη σκέψη όλων μας είναι συνδεδεμένος με τον Nick Cave, τόσο από τους Bad Seeds όσο και από τους Birthday Party. Τελευταία φορά τον είδαμε το καλοκαίρι στο πλευρό της PJ Harvey. Θα τον απολαύσουμε στην εκπνοή του μήνα σε κομμάτια του Serge Gainsbourg. Λίγο πριν, δέχτηκε να ξετυλίξει το κουβάρι των αναμνήσεών του για χάρη της Popaganda.
Η πρώτη φορά που σας είδαμε να παίζετε στην Αθήνα ήταν, αν δεν απατώμαι, το 1982 με τους Birthday Party, σε μια συναυλία – ορόσημο για πολλούς από μας. Έχετε αναμνήσεις από αυτή την επίσκεψη; Πράγματι, ήταν και για μας κάποιου είδους ορόσημο. Ήταν η πρώτη μας συναυλία ως τετραμελές σχήμα, και με μένα στα ντραμς. Ήταν μια εντελώς τρελή επίσκεψη – μάλλον θα πρέπει να γράψω ένα μικρό κεφάλαιο ειδικά γι αυτήν αν ποτέ συγγράψω κάποιoυ είδους απομνημονεύματα. Θυμάμαι πως υπήρχε ένα άρθρο στις εφημερίδες με μια φωτογραφία από την άφιξή μας στο αεροδρόμιο, και την πρώτη νύχτα που ήμασταν στην Αθήνα ο Nick (Cave) χάθηκε και κατέληξε στο αστυνομικό τμήμα, και μετά κοιμήθηκε στο σταθμό του ηλεκτρικού στα Κάτω Πατήσια, κι αυτό με κάποιο τρόπο έφτασε επίσης στις εφημερίδες. Μετά το ελληνικό κοινό αποφάσισε ότι εμείς ήμασταν η «έξαλλη» μπάντα – όχι οι New Order, ούτε οι Fall – που ήταν τα δύο άλλα σχήματα του τριήμερου φεστιβάλ. Η ίδια η συναυλία ήταν εντελώς εκτός ελέγχου και πολύ συναρπαστική. Ήταν λιγάκι σαν να μας αντιμετώπιζαν σαν τους Rolling Stones ή κάτι παρόμοιο, πράγμα στο οποίο δεν ήμασταν καθόλου συνηθισμένοι το 1982. Άνθρωποι ανέβαιναν στη σκηνή κι άρχιζαν μάχες μα τους σεκιουριτάδες. Ήταν πολύ διασκεδαστικό, και πιθανότατα ήταν και καλή συναυλία.
Δουλεύετε πάνω στη μουσική του Serge Gainsbourg εδώ πάνω από 20 χρόνια, από την εποχή του Intoxicated Man. Τι σας κάνει να επιστρέφετε τακτικά σε αυτόν; Η μουσική, ο τύπος του ή και τα δύο; Λοιπόν δεν είναι και πολύ αλήθεια ότι «επιστρέφω τακτικά» σε αυτόν. Μετά τα πρώτα δύο άλμπουμ που έκανα με κομμάτια του, δεν με ενδιέφερε ούτε στο ελάχιστο η ιδέα του να δουλέψω ξανά πάνω στον Gainsbourg ή ακόμα και να μιλήσω περισσότερο για αυτό το πρότζεκτ. Η σχέση μου με αυτό περιοριζόταν στο να παίζω ένα δύο κομμάτια στα encores των σόλο συναυλιών μου μετά το 2005, μέχρι που κυκλοφόρησε η διπλή επανέκδοση των δίσκων, κι άρχισα να κάνω συναυλίες με τα τραγούδια του Gainsbourg για πρώτη φορά το 2014. Μετά από αυτό, η ιδέα να ηχογραφήσω μερικά ακόμα τραγούδια του ήρθε από τα μέλη του συγκροτήματος. Αυτό λοιπόν που με επανέφερε στο να κάνω ακόμα κάποιες ηχογραφήσεις των τραγουδιών του ήταν τα ίδια τα τραγούδια, και σίγουρα όχι ο «τύπος» του – πώς θα μπορούσα να τον ηχογραφήσω αυτόν;
Ήσασταν ιδρυτικό μέλος των Bad Seeds και παίξατε σε αυτούς πολλά, πολλά χρόνια. Για μας τους fans είναι παράξενο, σχεδόν παράδοξο, που δεν είστε πια μαζί. Τι συνέβη; Με το πέρασμα του χρόνου τα πράγματα αλλάζουν, κι η θέση μου στο συγκρότημα κι η σχέση μου με τον Nick άλλαξαν, ειδικά τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 2000. Ζούσα πια στην Αυστραλία, και δεν ήμουν συνεχώς σε επαφή με τις καινούριες εξελίξεις, και λίγο λίγο ο Nick κι εγώ πάψαμε να επικοινωνούμε τόσο καλά. Έμοιαζε κάπως γελοίο μετά από τόσο πολλά χρόνια να συνεχίσουμε ενώ τα πράγματα ανάμεσά μας δεν ήταν πια τόσο καλά όσο ήταν παλιά. Έμοιαζε καλή στιγμή για μένα να κάνω μια τομή κι ένα είδος καινούριου ξεκινήματος. Τώρα τα πηγαίνουμε ξανά πολύ καλά, οπότε τελικά δεν ήταν και πολύ πικρόχολος χωρισμός, αλλά εξακολουθώ να αισθάνομαι πως είναι καλό που δουλεύουμε χωριστά αυτή τη στιγμή. Έχω ανάγκη από το χώρο για να κάνω άλλα πράγματα – οι Bad Seeds απορροφούσαν πάντοτε όλη μου την ενέργεια, οπότε είναι ακόμα πολύ απελευθερωτικό που δεν εμπλέκομαι πια μαζί τους.
Από όλες σας τις συνεργασίες με τόσο πολλούς ανθρώπους, από την PJ Harvey μέχρι τη Lydia Lunch, ποιες θεωρείτε σημαντικότερες για σας; Δεν έχω χρόνο να εμπλακώ σε συνεργασίες που να είναι μικρότερης σημασίας για μένα από τα υπόλοιπα πράγματα που κάνω. Ο χρόνος μου είναι εξαιρετικά περιορισμένος. Αν συμφωνήσω να δουλέψω πάνω σε κάτι, πρέπει να είμαι 100% μέσα σε αυτό. Εκ των υστέρων, κάποια πράγματα μου αρέσουν περισσότερο από κάποια άλλα. – μάλλον τέτοιες περιπτώσεις είναι με την PJ Harvey και τη Lydia Lunch για παράδειγμα – όμως εκείνη την περίοδο πρέπει να είμαι εντελώς μέσα στο πρότζεκτ ή να μην εμπλακώ καθόλου.
Σας θυμάμαι στην εμβληματική ταινία του Wim Wenders Τα Φτερά του Έρωτα να παίζετε με τους Crime and The City Solution. Ποιες είναι οι αναμνήσεις σας από το Βερολίνο εκείνη την περίοδο; Οι αναμνήσεις μου από εκείνη την περίοδο θα μπορούσαν να γεμίσουν ένα βιβλίο. Το πώς ήταν τότε το Βερολίνο θα μπορούσε να γεμίσει πολλά βιβλία. Στο τέλος εκείνης της ταινίας εμφανίζομαι επίσης να παίζω με τον Nick Cave και τους Bad Seeds. Ήταν εκπληκτική εποχή για το Βερολίνο η δεκαετία του ‘80. Πολλές από τις αναμνήσεις που έχω από τότε μοιάζουν σαν να συνέβησαν σε έναν άλλο κόσμο – πράγμα που είναι κάπως αλήθεια παρότι όντως συνέβησαν– πράγμα ιδιαιτέρως σουρεαλιστικό.
Είστε από την Αυστραλία, μια τεράστια χώρα πολύ μακριά από την Ευρώπη. Πόσο διαφορετικά είναι εκεί, και πώς μοιάζει η Ευρώπη στα μάτια ενός Αυστραλού; Για πολλούς Αυστραλούς, υποθέτω πως η Ευρώπη θεωρείται ως ένα είδος πνευματικής και πολιτιστικής πατρίδας – πιθανώς για την πλειονότητα. Όμως δεν το βλέπει κανείς πραγματικά αυτό την εποχή που μεγαλώνει. Είναι κανείς απλώς μέσα στη δική του παιδική ηλικία και ζει σε ένα συγκεκριμένο τόπο και χρόνο. Για μένα αυτή η συνειδητοποίηση ήρθε, προφανώς, όταν άρχισα να ζω στην Ευρώπη στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Ακόμα και τότε όμως μου πήρε κάποιο καιρό να συνειδητοποιήσω σε ποιο βαθμό ο αυστραλιανός πολιτισμός πηγάζει από τον ευρωπαϊκό. Ζώντας κανείς εκεί, βρίσκεται γεωγραφικά τόσο μακριά από την Ευρώπη, που κάποιες στιγμές μοιάζει σχεδόν άσχετη, και με την πανταχού παρούσα επιρροή των ΗΠΑ δεν είναι πάντα εύκολο να δει κανείς το βάθος των ευρωπαϊκών μας συνδέσμων. Όταν βρέθηκα στην Ευρώπη, ήταν πολύ πιο προφανές, και παραδόξως ένιωθα ισχυρότερους δεσμούς με μέρη όπως η Ισπανία, η Γερμανία και η Ιταλία από ότι με την Αγγλία ή την Ιρλανδία, από όπου κατάγονταν οι πρόγονοί μου.
Ως πολίτης του κόσμου, που έχει ζήσει στη Μελβούρνη, το Λονδίνο, το Βερολίνο, μεταξύ άλλων, αλλά και ως καλλιτέχνης, πιστεύετε πως ο κόσμος έχει πάρει τελευταία μια συντηρητική στροφή με την εκλογή του Τραμπ στις ΗΠΑ και την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη; Είναι δύσκολο να πω, και δεν είμαι κανένας πολιτικός αναλυτής, όμως σίγουρα υπάρχει ένας διχασμός προς τα άκρα αυτή τη στιγμή, κι αυτό είναι μια επικίνδυνη βασική συνθήκη. Η Αμερική είναι διχασμένη, και δεν φαίνεται να είναι ικανή να βρει ένα κοινό όραμα, κι αυτό αρχίζει να συμβαίνει και σε πολλά μέλη της Ευρώπης. Όσο ευρύτερος είναι ο διχασμός, τόσο πιο εύκολο είναι να οδηγηθούμε σε ακραίες καταστάσεις αν η μία πλευρά επιβάλλει πολιτικές που η άλλη πλευρά απεχθάνεται – εκεί όπου δεν υπάρχει μέση οδός. Δεν είναι μόνο πρόβλημα άκρας δεξιάς, είναι πρόβλημα άκρων γενικά. Ας ελπίζουμε πως δεν θα κλιμακωθεί ανεξέλεγκτα.