Μαρία, τελικά βρήκες τον Starman;

«Δεν πέθανε κανείς, σε παίρνω για καλό». Αυτή ήταν η πρώτη κουβέντα που είπα στη Μαρία Μαρκουλή, δημοσιογράφο και συγγραφέα, όταν άκουσα τη φωνή της, με τη χαρακτηριστική κοριτσίστικη χροιά της, από την άλλη άκρη της γραμμής. Έχουμε μιλήσει άλλες δύο φορές στο τηλέφωνο, όταν «έφυγαν» ο David Bowie και ο Prince. Μακάβριες αφορμές, αλλά κάπως έτσι αναπτύχθηκε μια περίεργη χημεία ανάμεσά μας, που έχει να κάνει και με τον γλυκό και ταυτόχρονα παθιασμένο τρόπο που μιλάει για τη μουσική και τα είδωλά της -κάτι που έβγαινε αβίαστα και στα συναρπαστικά της κείμενα επί πολλά χρόνια στην εφημερίδα «Τα Νέα».

Στο άκουσμα της κυκλοφορίας του νέου της βιβλίου «Αναζητώντας τον Starman», με το οποίο εγκαινιάζεται η Pop σειρά των εκδόσεων Fairead, σκέφτηκα ότι πρέπει να μιλήσουμε, αυτή τη φορά με θετική αφορμή. Το βιβλίο που γράφτηκε λίγο αφότου ο Bowie εγκατέλειψε τη γη για τα αστέρια, δεν είναι μια ακόμα βιογραφία και ούτε λεπτό να μην σκεφτείτε πως ίσως να μοιάζει με τα υπόλοιπα βιβλία της, στα οποία είχε καταπιαστεί με άλλους μεγάλους, τον Elvis, τον Dylan και τον Lennon για λογαριασμό της μουσικής βιβλιοθήκης των «Νέων». Στον Starman η Μαρία υφαίνει έναν περίτεχνο ιστό. Κάτι ανάμεσα σε μυθοπλασία και πραγματικότητα, σε αστυνομικό μυθιστόρημα και χρονικό, που διατρέχεται από άτακτες αναδρομές στην πορεία του Bowie, χωρίς απαραίτητη χρονική συνοχή, λες και μπαίνεις σε ένα ψυχεδελικό trip, που ενδεχομένως αποτελεί και μια προσπάθεια ψυχογραφίας του ειδώλου της, που συνάντησε και από κοντά το 1996 στο Απόστολος Νικολαΐδης, τη μία και μοναδική φορά που εκείνος επισκέφτηκε την Ελλάδα. Όλα αυτά έρχονται σε ισσοροπία με το ιδιαίτερο φροντισμένο χρονολόγιο, την σύνταξη του οποίου έχει κάνει ο Μάρκος Κρητικός, που βρίσκει κανείς μετά το τέλος της ιστορίας/αναζήτησης. Η Μαρία όμως έχει μια αποστολή χωρίς κανόνες. Παίρνει τους στίχους των αγαπημένων της κομματιών και έναν απροσδόκητο βοηθό, τον “Laughing Gnome”, από το ομώνυμο κομμάτι του Bowie του 1967, το οποίο ο ίδιος αποκήρυξε και ξεκινάει την αναζήτηση.

Ποια ήταν η πρώτη σου επαφή με τον «αστεράνθρωπο»; Στα 80’s  άκουγα punk, παρακολουθούσα πιο πολύ τον σκληρό ήχο, όταν άκουσα όμως το Scary Monsters, όλος αυτός ο κόσμος άρχισε να μου γυαλίζει και άρχισα να ψάχνω τα προηγούμενα. Συγκλονίστηκα με το Honky Dory, το οποίο όταν το ξανακοιτάς μετά, βλέπεις ότι ήταν ακριβώς αυτό που θα γινόταν ο David Bowie αργότερα. Λίγο glam, λίγο soul, κάτι απ’ όλα. Τον είδα από κοντά, γιατί ήδη δούλευα πλέον ως δηιουσιογράφος, όταν είχε έρθει με Lou Reed και Elvis Costello στο Αλέξανδρος Νικολαΐδης το 1996. Η συνέντευξη έγινε στα πλαίσια ενός τηλεοπτικού ντοκιμαντέρ, του οποίου δυστυχώς το αρχείο δεν έχω και το αναζητώ με μανία. Λοιπόν, μέσα στο γήπεδο μπάσκετ του Παναθηναϊκού, έχουν στήσει ένα λευκό τραπέζι κάτω από την μπασκέτα, όπου και κάθεται ο David Bowie. Είναι η εποχή του Outside και κάνει δυναμική επιστροφή. Συνάντησα έναν γλυκύτατο άνθρωπο, ένιωσα σαν να έχω απέναντί μου έναν καλό φίλο και πίνουμε τσάι. Ήμουν με κομμένα πόδια, έλεγα «τι θα πω εγώ τώρα με τον Bowie», κι όμως με αυτή την χαρακτηριστική βρετανική ευγένεια με έκανε να νιώσω άνετα. 

Τα social media έχουν δώσει πια μια άλλη διάσταση ακόμα και στο πως αποχαιρετάμε τα είδωλά μας. Γιατί πιστεύεις έχουμε ανάγκη τους μεγάλους αυτούς καλλιτέχνες; Γιατί συγκλονιζόμαστε τόσο όταν φεύγουν άνθρωποι σαν τον Lemmy, τον Prince και τον Bowie;  Είναι για μεγάλη μελέτη αυτό, αλλά νιώθω ότι μας έχουν επηρεάσει τόσο έντονα, έχουν αγγίξει τόσο ευαίσθητα σημεία της ψυχοσύνθεσής μας, και μας μίλησαν με έναν τρόπο πολύ εσωτερικό, ώστε έγιναν δικοί μας άνθρωποι. Αυτό νιώθεις ότι χάνεις. Πολλοί άνθρωποι βρήκαν υπερβολική την αντίδραση. Εγώ το βρίσκω φυσιολογικό και αναμενόμενο. Θα σου πω εδώ και μια άλλη προσωπική μου εμπειρία. Όταν πέθανε ο Joe Strummer, έμεινα μετέωρη, ένιωσα ότι έχασα κάποιον από την οικογένειά μου.

«Δύσκολο να πει κανείς αν θα υπάρξει ποτέ ξανά κάτι αντίστοιχο με τον Bowie, αλλά προσωπικά συναρπάζομαι κάθε μέρα από νέες μουσικές και πράγματα που βλέπω»

Συγκεκριμένα ο Bowie, μοιάζει σαν να ήταν ένα τεράστιο κεφάλαιο στη ζωή όλων ανεξαιρέτως. Εσύ μέσω της αναζήτησης για το βιβλίο, ποια στοιχεία εντόπισες που τον κάνουν τόσο διαχρονικό και πάντα επίκαιρο; Η περίπτωση του Bowie είναι μοναδική, απλώθηκε σε πολλά χωράφια της τέχνης και έκανε πολύ σημαντικά πράγματα με ό,τι καταπιάστηκε. Είναι ένας Πικάσο αν θες, ένας Βέντερς, ένας άνθρωπος που είχε μέσα του ένα δημιουργικό drive που τον πήγαινε συνεχώς στην επόμενη φάση. Βρίσκονταν στο σημείο που η pop και street κουλτούρα έτεμναν την μεγάλη τέχνη και κάπου εκεί δημιουργούσε.

Υπάρχει κάποιος καλλιτέχνης αυτή τη στιγμή που θα μπορούσε σε 20 ή 30 χρόνια από τώρα να θεωρείται αντίστοιχος Bowie; Πολύ δύσκολο να το πεις αυτό γιατί έχουν αλλάξει και τα μέτρα πια της επιρροής στον κόσμο. Ανάβει ένα φαινόμενο σαν σπίρτο, σε μια στιγμή στο διαδίκτυο και γίνεται γνωστό παντού, αλλά συνήθως είναι εφήμερο. Μια τόσο βαθιά επίδραση και επιρροή θα έπρεπε να είναι κάτι που να συνοδεύεται από διάρκεια και ένα σημαντικό αποτύπωμα στον κόσμο. Και ο Bowie ότι δοκίμασε τόσα διαφορετικά μεταξύ τους πράγματα. Πάρε την περίπτωση του Prince. Eνώ ήταν genius, φοβερός, με τεράστια δισκογραφία, δεν ακούμπησε τόσο πολύ κόσμο, με τόσο επιδραστικό τρόπο, γιατί η μουσική του ίσως αφορούσε μικρότερο κοινό και δεν έκανε τα ανοίγματα που έκανε ο Bowie. Δύσκολο λοιπόν να πει κανείς αν θα υπάρξει ποτέ ξανά κάτι αντίστοιχο με τον Bowie, αλλά προσωπικά συναρπάζομαι κάθε μέρα από νέες μουσικές και πράγματα που βλέπω. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Το fashion κομμάτι του πόσο σου «μίλησε» μέσα στα χρόνια; Σαν fashion persona τον θαύμαζα. Ήταν πραγματικά «Sound And Vision» αυτός ο άνθρωπος, προσπαθούσε συνεχώς να κάνει κάτι διαφορετικό με ένα τεράστιο concept από πίσω, διαρκώς εξελισσόταν. Ακόμη και στην πιο απλή καθημερινή εμφάνισή του, όπως μπορεί να τον έχουν πιάσει κάποιοι παπαράτσι, είχε αυτό το μοναδικό look. Άνθρωποι στην μόδα θα μπορούσαν να κάνουν ολόκληρη ελεγεία πάνω σε κάθε του εμφάνιση.

Είναι αυτό το βιβλίο ένας τρόπος ο Bowie να συνεχίσει να ζει για εσένα; Ναι, είναι. Βγήκε τόσο αβίαστα από μέσα μου που νόμιζα ότι το είχα σχεδόν έτοιμο, γραμμένο. Ήρθε και σε μια δύσκολη προσωπική φάση  αυτό το βιβλίο, οπότε ήταν σα να με έπιασε από το χέρι.

Και τώρα σε τι φάση βρίσκεσαι; Το γράψιμο είναι κάτι που αγαπώ πολύ, μου κάνει καλό. Έτσι λοιπόν έχω στα σκαριά το επόμενο βιβλίο, το οποίο έκανα και λίγο στην άκρη για να γράψω τον Starman. Δεν είναι μουσικό, αλλά θα έχει μουσική. Φυσικά έχω και το blog μου, το mariamarkouli.com όπου θα βρει κανείς πράγματα που αγαπώ και κυρίως έχουν σχέση με μουσική, σινεμά, βιβλία, ταξίδια, κάποια παλιότερα κείμενα που είχαν δημοσιευτεί στα ΝΕΑ, όλα μέσα από ένα φίλτρο λίγο «θαλασσινό» όπως θα διαπιστώσει κανείς. Το Αναζητώντας τον Starman είναι στα άμεσα σχέδια να μεταφραστεί και θα γίνουν κάποιες ακόμη παρουσιάσεις, αλλά το σημαντικότερο είναι ότι εγκαινιάζει τη σειρά Pop των εκδόσεων Fairead που θα καταπιάνεται με φαινόμενα που ανήκουν στη σφαίρα της ποπ κουλτούρας.

Τελικά Μαρία βρήκες τον Starman; Αντιλαμβάνομαι κάπου στο τέλος του ταξιδιού, ότι ο Starman δεν θέλει να βρεθεί, είναι κοντά μου και μακριά μου μέχρι το τελευταίο λεπτό της αναζήτησης, αλλά ποιος ξέρει; Τον βρίσκω; Το αφήνω λίγο στον αέρα. 


Περισσότερη Μαρία Μαρκουλή στο διαδικτυακό της σπίτι: mariamarkouli.com
Φιλίππα Δημητριάδη

Η Φιλίππα Δημητριάδη είναι δημοσιογράφος. Γεννήθηκε το 1990 στην Αθήνα, όπου μεγάλωσε και ζει μέχρι σήμερα. Είναι απόφοιτος του τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών.