ΒΙΒΛΙΟ : ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Ο Άρης Αλεξανδρής έχει beef με τον πολιτικό δογματισμό που υπάρχει σε ολόκληρο το ιδεολογικό φάσμα

Αν υπάρχει κάτι που εκτιμώ όταν διαβάζω ένα κείμενο είναι η τιμιότητα, οπότε σε αυτό το πνεύμα οφείλω να παραδεχτώ προς τους αναγνώστες μας ότι ο Άρης Αλεξανδρής είναι φίλος μου. Πρώτα φίλος μου και μετά συνεντευξιαζόμενος. Φαντάζομαι ότι η μία συνθήκη επηρεάζει την άλλη, για αυτό νιώθω την ανάγκη να το ξεκαθαρίσω.

Θυμάμαι ότι κάποτε το blog του με τα βιτριολικά αστεία για την εγχώρια celebrity σκηνή ήταν ό,τι πιο κοντά έκανα σε κοιλιακούς από τα γέλια, θυμάμαι την μέρα που τον γνώρισα σε ένα εστιατόριο που δεν υπάρχει πια στην πλατεία Αγίας Ειρήνης, θυμάμαι να είμαστε μεθυσμένοι στο Pop και να λέμε για γκομενικά.

Έχει περάσει καιρός από τότε, από τη μέρα που ένας φοιτητής της Νομικής άφησε το αποτύπωμά του στο ελληνικό διαδίκτυο φτιάχνοντας ένα blog που ήταν ένα από τα πρώτα μεγάλα viral της εγχώριας διαδικτυακής σκηνής. Αυτό που δεν έχει αλλάξει καθόλου όλα αυτά τα χρόνια είναι το χιούμορ και η προσωπικότητα του Άρη που αποτυπώνεται στον μοναδικό τρόπο που εκφράζεται όταν πιάνει το πληκτρολόγιο -ποιος γράφει με μολύβι και στιλό πια άραγε-, είτε μέσα από τη δημοσιογραφική του δουλειά, είτε πλέον μέσα από το βιβλίο του. Γιατί ο Άρης πριν μερικούς μήνες κυκλοφόρησε το πρώτο του μυθιστόρημα “Πώς ο Ιγνάτιος Καραθοδωρής έχασε τα πάντα” μέσα από τις εκδόσεις Μεταίχμιο και όπως ήταν αναμενόμενο, για μένα τουλάχιστον, το εγχώριο κοινό δεν άργησε να γνωρίσει αυτή τη νέα πλευρά του Άρη ως γραφιάς και να στηρίξει μαζικά τη συγγραφική του προσπάθεια. Με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου του κάθισα μαζί του (με μία καθυστέρηση κάποιων μηνών από το προγραμματισμένο ραντεβού μας) και μιλήσαμε για τη ζωή ως συγγραφέας, για τις δημόσιες τοποθετήσεις του και τον Curly Sue.

Άρη θέλω να ξεκινήσω με μία (όχι και τόσο) σημαντική ερώτηση. Πόσο μαλάκα με θεωρείς που άργησα μερικούς μήνες να κάνουμε τη συνέντευξη ενώ σε φωτογραφήσαμε όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο;

Θες να πεις ότι ήσουν ζωντανός όλο αυτό το διάστημα; Κι εγώ σε τίνος την κηδεία πήγα κρατώντας μια γιγαντοαφίσα των Spice Girls;

Τώρα που λύσαμε αυτό το θέμα και εκτέθηκα αρκετά, θέλω να πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Δουλεύεις στα media, έχεις δύο πολύ επιτυχημένες στήλες στην Καθημερινή, τις Διατάσεις και τους Κοινούς Τόπους, και γράφεις θέματα για τα περιοδικά του ομίλου. Πώς αποφάσισε να γράψεις το πρώτο σου βιβλίο; Είχες πάντα ιστορίες που ήθελες να πεις μέσα ή σου ήρθαν αφού αποφάσισες να γράψεις;

 Πάντοτε σκεφτόμουν γραπτώς και μου άρεσαν πολύ τα μυθιστορήματα. Θυμάμαι ότι ήμουν σίγουρος από το δημοτικό ακόμη ότι θα αρχίσω κάποια στιγμή να γράφω βιβλία – μάλιστα το προσπαθούσα από τότε αλλά παρατούσα την προσπάθεια στη μέση γιατί δεν με ικανοποιούσε ποτέ το αποτέλεσμα. Έπρεπε όμως να περάσω από διάφορα στάδια ωρίμασης: το πρώτο είχε να κάνει με την εκπαίδευση στο τεχνικό σκέλος του γραψίματος. Το δεύτερο, με την ντροπή της έκθεσης και την απενοχοποίηση της φαντασίας· για πολλά χρόνια δίσταζα να επιτρέψω στον εαυτό μου να δημιουργήσει, ένιωθα γελοίος. Το τρίτο είχε να κάνει με την ιδέα: δεν ήθελα να γράψω απλώς για να γράψω, μου ήταν απαραίτητο να έχω λόγο, μία πολύ συγκεκριμένη έμπνευση. Επομένως, αν και ήξερα ανέκαθεν ότι θα γράψω βιβλίο, οι ιστορίες προέκυψαν όταν απαλλάχθηκα από τα ανασταλτικά κόμπλεξ.

Πόσος Ιγνάτιος υπάρχει στον Άρη και πόσος Άρης στον Ιγνάτιο;

Δεν έχω καθόλου Ιγνάτιο μέσα μου πια. Ίσως είχα λίγο πριν πολλά χρόνια, όταν ήμουν μικρότερος και αφελέστερος. Ο Ιγνάτιος μάλλον με περιέχει σε λανθάνουσα μορφή, δεδομένου ότι τον δημιούργησα.

Η εκλεπτυσμένη, αιχμηρή και σχολιαστική γραφή σου δεν υπάρχει στο βιβλίο με τον τρόπο που την έχει συνηθίσει και την αναζητά το κοινό. Σε σημεία μπορεί κάποιος να πει ότι είναι επιτηδευμένα απλοϊκή σε σχέση με τα κείμενα σου που πάντα χαρακτηρίζονται από τεχνική τελειότητα ακόμα και όταν καταπιανόσουν με χιουμοριστική θεματική. Καταλαβαίνω ότι είναι πολύ συνειδητή επιλογή. Κάνω λάθος;

 Καθόλου λάθος, αυτός ήταν ο σκοπός. Καταλαβαίνω ότι για πολλούς συγγραφείς και αναγνώστες ο εντυπωσιασμός, ενεργητικός και παθητικός, είναι αυτοσκοπός. Γράφουν και διαβάζουν με το πνεύμα του λεξιθήρα απουσιολόγου, γιατί έχουν διδαχθεί ότι μόνο με αυτόν τον όρο αξίζει ένα κείμενο. Εγώ είμαι της άποψης ότι η γλώσσα πρέπει να υπηρετεί την ιδέα, όχι το αντίστροφο. Εφόσον, λοιπόν, η ιδέα είναι πως ένας εικοσάχρονος εξομολογείται αυτό που του συνέβη σε πρώτο πρόσωπο, πρέπει να γράφει ως εικοσάχρονος (ή τέλος πάντων, όπως αντιλαμβάνομαι εγώ ότι μπορεί να γράψει ένας εικοσάχρονος σαν τον Ιγνάτιο). Δεν θα ήταν λειτουργικό να μιλάει σαν γηραιό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.

Φοβάσαι ότι ένας άνθρωπος με το δικό σου ταλέντο στη γραφή όταν γράφει με άλλο τρόπο για να γίνει πιο καθολικός μπορεί αυτό να φανεί performative και όχι τόσο ειλικρινές;

Σίγουρα είναι performative γιατί το μυθιστόρημα είναι μία performance και οι χαρακτήρες είναι ρόλοι που τους υποδύεται ο συγγραφέας. Εγώ αυτό το βρίσκω ειλικρινέστατο γιατί είναι συνεπές προς τη δημιουργική πρόθεση, δηλαδή τη μυθοπλασία. Ανειλικρινές θα ήταν να ισχυρίζομαι ότι έγραψα ένα μυθιστόρημα και να μιλάω λες και πρωταγωνιστώ εγώ. Αυτό το κάνουν πάρα πολλοί Έλληνες συγγραφείς και είναι και ο βασικός λόγος που διαβάζω κυρίως ξένους.

Δεν ξέρω αν έχουμε τους πολιτικούς που μας αξίζουν, σίγουρα πάντως έχουμε αυτούς που μας μοιάζουν. Θεωρώ, όμως, ότι χρειαζόμαστε κάτι καλύτερο από αυτό που μας μοιάζει, κάτι ανώτερο από αυτό που είμαστε.

Μιλώντας για ειλικρίνεια, είναι αυτό πραγματικά το ζητούμενο από έναν συγγραφέα ή για κάθε άνθρωπο που γράφει μυθοπλασία; Σε ενδιαφέρει η ειλικρίνεια ως συγγραφέα;

 Με ενδιαφέρει η ειλικρίνεια, όχι κατ’ ανάγκην ως ταύτιση με την πραγματικότητα, αλλά ως αντίθετο της μπούρδας. Δεν θέλω να γράφω πράγματα που δεν πιστεύω ή που δεν μου αρέσουν – θέλω να καταπιάνομαι μόνο με ό,τι με ενδιαφέρει. Είμαι ειλικρινής ως προς το ότι με αντιπροσωπεύει αυτό που γράφω. Τώρα, αν το βιβλίο μου είναι ρεαλιστικό ή μη ρεαλιστικό, αν οι χαρακτήρες είναι αυθεντικοί ή ψεύτικοι, είναι θέμα πρόσληψης. Εκεί, η ειλικρίνεια γίνεται υποκειμενική.

Μέσω της γραφής σου και των ιστοριών σου μιλάς με το κοινό σου. Ποια είναι η βασική σου επιδίωξη που θέλεις να πετύχεις όταν κάποιος γίνεται κοινωνός της δουλειάς σου; Μιλάω ειδικά για τον Ιγνάτιο.

Με κίνδυνο να ακουστώ κυνικός, θα σου πω ότι δεν είχα καμία επιδίωξη σε σχέση με το κοινό. Έγραψα το βιβλίο για μένα, ελπίζοντας, παρεμπιπτόντως, αν το διαβάσει κανείς, να βρει εντός του κάτι άξιο λόγου. Εγώ ξέρω τι με συναρπάζει σε μία ιστορία, ξέρω τι βρίσκω εξαιρετικό κειμενικά, αλλά δεν αξιώνω από τους άλλους να λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο· ίσα ίσα, καταλαβαίνω πως ό,τι αναγνωρίζω εγώ ως λογοτεχνική αρετή (π.χ. η οικονομία ή η αδιόρατη ειρωνεία) μπορεί σε κάποιον άλλο να μη λέει τίποτα. Δεν υπάρχει απώτερος στόχος ούτε κρυφή ατζέντα, με λίγα λόγια.

Εκτός από συγγραφέας είσαι και δεινός αναγνώστης. Τι θα κάνει εσένα να χαρακτηρίσεις ένα βιβλίο καλό, τι αναζητάς ως αναγνώστης και τι έχεις “κλέψει” στο βιβλίο σου από τους αγαπημένους σου συγγραφείς;

Ψάχνω πάντα έναν καλοζυγισμένο συνδυασμό φαντασίας και γλωσσικής επάρκειας. Έργα, δηλαδή, που να περιέχουν με όσο το δυνατόν λιγότερες εκπτώσεις και το στοιχείο της καλής μυθοπλασίας και την τέχνη του λόγου με τη στενή έννοια. Είναι πιο δύσκολο απ’ ό,τι φαντάζεται κανείς. Για παράδειγμα, θαυμάζω σε βαθμό συγκίνησης τη γλώσσα της Τζόαν Ντίντιον, αλλά τα fictional έργα της δεν τα θυμάμαι, οι ιστορίες της δεν μου μένουν. Και αντιστρόφως, μου αρέσουν πολύ οι ιστορίες του Τζόναθαν Φράνζεν και του Μπρετ Ίστον Έλις, αλλά τα εκφραστικά τους μέσα δεν με συνεπαίρνουν όπως της Ντίντιον. Στο γράψιμο έχω αρκετά σημεία αναφοράς: με έχουν επηρεάσει η ευρηματική ψυχραιμία του Σάλιντζερ, η πληθωρική ωμότητα του Φίλιπ Ροθ και η ατμοσφαιρικότητα της Ντόνα Ταρτ, αλλά ποιος ξέρει τι απ’ όλα αυτά μου έμεινε στην πραγματικότητα. Μάλλον τίποτα.

Το βιβλίο είναι εξαιρετικά πετυχημένο. Θα έλεγα και New York Times best seller, αλλά δεν έχει μεταφραστεί ακόμα στα αγγλικά για να πάρει το στίκερ. Έχει βρεθεί στη λίστα με τα ευπώλητα ξανά και ξανά. Περίμενες ότι η “καλλιτεχνική” σου γραφή θα έχει την ίδια αποδοχή που έχει η δημοσιογραφική σου γραφή;

Καλά, σιγά την επιτυχία. Πάντως, κι αυτή την ήπια επιτυχιούλα καθόλου δεν την περίμενα και νιώθω αληθινά ευγνώμων στα άτομα που μπήκαν στον κόπο να αγοράσουν το βιβλίο και, κυρίως, να το διαβάσουν. Είναι μία μικρή-μεγάλη κατάκτηση σε μία χώρα όπου δεν υπάρχει ουσιαστική αγορά βιβλίου.

Πότε ένιωσες πραγματικά ότι το βιβλίο ήταν επιτυχία και ότι το κοινό σου είναι έτοιμο να σε αποδεχτεί ως συγγραφέα;

Δεν έχω νιώσει κάτι τέτοιο. Ήταν πολύ ωραία και ευοίωνη, ωστόσο, η αίσθηση που αποκόμισα από τις δύο παρουσιάσεις που έχω κάνει μέχρι στιγμής. Ήρθε πολύς κόσμος και μάλιστα αληθινός, όχι ολογράμματα. Απίστευτα πράγματα.

Αν δεν είχε την απήχηση που βρήκε το βιβλίο, θα ένιωθες άβολα δεδομένου ότι ό,τι έχεις κάνει στο παρελθόν είχε μεγάλη πάντα αποδοχή από το κοινό; Επηρεάζει γενικά η αποδοχή και η επιτυχία τη ψυχοσύνθεση σου και τον τρόπο που πορεύεσαι;

 Θα μου έριχνε τη διάθεση η απόλυτη αποτυχία, αλλά πιστεύω ότι δεν θα με εμπόδιζε να γράψω ξανά και ξανά και ξανά. Ισχύει αυτό που είπα και πριν: γράφω πρωτίστως για μένα. Η αποδοχή είναι πολύ όμορφη εμπειρία, το κράξιμο δυσάρεστη, αλλά στο τέλος τίποτα δεν αναιρεί το πιο βασικό δεδομένο, ότι δηλαδή ένα έργο μπορεί να έχει αξία από μόνο του, ακόμα κι αν δεν το εκτιμήσει ποτέ κανείς. Πιστεύω πως όποιος αγαπάει αληθινά το γράψιμο, δεν έχει άλλη επιλογή από το να γράφει. Η επιτυχία και η αποτυχία είναι δύο σημαντικά ενδεχόμενα, όμως είναι άσχετα με την ουσία.

Αλήθεια, ποια είναι η μεγαλύτερη δυσκολία στο να γράφει κάποιος ένα βιβλίο; Πόσο εύκολα σου βγήκε η ιστορία του Ιγνάτιου;

Πολλές οι πιθανές δυσκολίες, αλλά κατά τη γνώμη μου η μεγαλύτερη δυσκολία στο να γράψει κανείς βιβλίο στην Ελλάδα είναι η ίδια η Ελλάδα. Επειδή τα βιβλία δεν πουλάνε, άρα η σχετική βιομηχανία δεν είναι ιδιαίτερα ανθηρή, και καθώς το κράτος αδιαφορεί διαχρονικά για τις πρωτογενείς και ταπεινές εκφάνσεις του πολιτισμού (δηλαδή τις σημαντικότερες), ένας συγγραφέας δεν είναι δυνατόν να βιοποριστεί από τη συγγραφή. Αυτό σημαίνει ότι όποιος θέλει να γράψει, πρέπει να το κάνει παράλληλα με την κανονική του δουλειά, δηλαδή να βρει μόνος του τον χρόνο, τον τρόπο και την ενέργεια. Η δική μου δυσκολία ήταν αυτό ακριβώς το πρακτικό σκέλος, που δεν συνιστά μεν αξεπέραστο εμπόδιο, αλλά δοκιμάζει τις αντοχές σου. Η ιστορία μού βγήκε πολύ εύκολα· ήξερα από την αρχή τι ήθελα να γράψω, οπότε το μόνο θέμα ήταν να αφοσιωθώ σε αυτό.

Πριν λίγες μέρες έκανες παρουσίαση στη Θεσσαλονίκη. Στην Αθήνα η αντίστοιχη εκδήλωσή σου ήταν ασφυκτικά γεμάτη και μάλιστα ήρθε μέχρι και ο δήμαρχος Αθηναίων που δήλωσε δημόσια πως είναι fan σου σε ένα post μετά από αυτή. Επειδή γνωρίζω ότι η κοινωνικοποίησή σου γίνεται πολύ επιλεκτικά, θέλω να σε ρωτήσω τι είναι αυτό που σε κάνει και νιώθεις πραγματικά άνετα σε αυτά τα events και τι σου έχει μάθει η επαφή σου με το κοινό.

Δεν νιώθω καθόλου άνετα! Η κοινωνική συναναστροφή, ειδικά τέτοιου τύπου -με πολύ κόσμο που ίσως έχει απαιτήσεις από μένα- μου είναι πολύ στρεσογόνα. Πριν την παρουσίαση στην Αθήνα, έπρεπε να κατεβάσω παρέα με την editor μου μερικές βότκες για να παραμείνω ήρεμος. Ευτυχώς, και οι δύο παρουσιάσεις κύλησαν πάρα πολύ καλά και μου αποκάλυψαν κάτι που θα έπρεπε να γνωρίζω από πριν: οι άνθρωποι που έρχονται να σε δουν γνωρίζοντας ποιος είσαι, το κάνουν έχοντας ένα είδος συγγένειας μαζί σου. Θέλω να πω, κακώς αγχώθηκα. Όσοι με διαβάζουν, μάλλον μου μοιάζουν, άρα η επικοινωνία μαζί τους είναι μία οργανική διαδικασία, βγαίνει φυσιολογικά. Και, όντως, έτσι βγήκε.

Μιλώντας για τον δήμαρχο, θέλω να σε ρωτήσω το εξής. Είσαι ένα boy wonder του internet που το καυστικό χιούμορ σου σε έκανε viral και γνωστό στους ανθρώπους γρήγορα που σε αγάπησαν με γηπεδικούς όρους. Μπήκες στη ζωή πολλών ανθρώπων κάπως ανορθόδοξα ή αν βρίσκεις τη λέξη λάθος, από μία αντισυμβατική οδό. Φοβάσαι ότι ο συσχετισμός σου με ανθρώπους που είναι σύμβολα της συστημικότητας, μπορεί να επηρεάσει την αντίληψη που έχει για σένα ο κόσμος που σε στηρίζει;

Δεν έχω τέτοια κοινωνικά άγχη, κι επειδή ποτέ δεν ανήκα σε ομάδες, παρέες, κόμματα, κλίκες και φυλές, δεν έχω εκπαιδευτεί στο να με απασχολεί η άποψη οποιασδήποτε κοινότητας, μικρής ή μεγάλης. Δεν φέρομαι απερίσκεπτα, με απασχολεί η εικόνα μου, αλλά δεν δίνω λογαριασμό σε κανέναν. Μη σου πω ότι η κριτική διά του συσχετισμού με βοηθάει κιόλας να αποτιμήσω εκείνους που κριτικάρουν: αν κάποιος χρησιμοποιεί βλακώδη κριτήρια αξιολόγησης καθίσταται αμέσως στα μάτια μου ασήμαντος. Σχετικά με τα περί συστημικότητας, η άποψή μου είναι πως πρόκειται για μια μεγάλη απάτη. Το «σύστημα» υπάρχει παντού, κυρίως δε στο αντισύστημα.

Επίσης με αφορμή τον δήμαρχο θέλω να μιλήσουμε λίγο για την πολιτική. Ένα μεγάλο κομμάτι του δημόσιου λόγου σου είναι η πολιτική σου θέση. Είσαι πολέμιος του λαϊκισμού από όπου και αν προέρχεται θα έλεγα, θα τολμούσα να πω αντιαριστερός και σίγουρα καθόλου έτοιμος να αποδεχτείς κακώς κείμενα που είναι παγιωμένα στη χώρα μας για δεκαετίες. Οπότε ποιο είναι το beef σου με την αριστερά; Νιώθεις ότι η δημόσια έκφρασή σου σε έχει αποξενώσει από ανθρώπους που ήταν δίπλα σου από την αρχή και έχουν άλλη πολιτική θέση; Φοβάσαι ότι κάποιος μπορεί να αποκτήσει μια αίσθηση ότι στηρίζεις την αυτοαποκαλούμενη φιλελεύθερη ηγεσία που έχουμε και, τέλος, φοβάσαι την ταμπέλα του συστημικού;

Δεν έχω beef με την Αριστερά, έχω beef με τον πολιτικό δογματισμό, ο οποίος ενυπάρχει σε ολόκληρο το ιδεολογικό φάσμα. Απλώς η Αριστερά τείνει να παίρνει πιο προσωπικά τη διαφωνία, την ανάγει σε υπαρξιακό ζήτημα και συχνά εχθρεύεται όσους δεν καταφέρνει να πείσει. Κατά καιρούς, λαμβάνω μηνύματα μίσους κι από ακροδεξιούς, απλώς αυτοί δεν έχουν ούτε τη συσπείρωση, ούτε το drive, ούτε την τεχνογνωσία της Αριστεράς, ώστε να σε προσδιορίσουν ως άτομο μέσα από το πρίσμα της διαφωνίας τους μαζί σου. Είμαι σίγουρος ότι έχω αποξενώσει πολλούς ανθρώπους με τις απόψεις μου, αλλά αυτό είναι το κόστος τού να λες ελεύθερα τη γνώμη σου κι εγώ το ανέλαβα όταν αποφάσισα να βιοποριστώ γράφοντας. Πολύ λίγοι άνθρωποι έχουν την ηθική συγκρότηση και την ψυχική γενναιοδωρία να σεβαστούν και να αποδεχτούν όσους διαψεύδουν τις ιδεολογικές τους βεβαιότητές, κι αυτό είναι επίσης κάτι που έχω πάρει απόφαση. Ξέρω προκαταβολικά ότι πολλοί απ’ όσους χειροκροτούν κάτι που θα γράψω και τους βρίσκει σύμφωνους, θα με βρίσουν σκαιότατα όταν αλλάξει η φορά του ανέμου. Καθόλου δεν φοβάμαι τις ταμπέλες του υποστηρικτή ή του συστημικού· δεν χαρακτηρίζουν εμένα, χαρακτηρίζουν αυτούς που τις βάζουν. Εμένα με χαρακτηρίζουν μόνο τα γραπτά μου, και όσοι τα διαβάζουν συστηματικά ξέρουν τι είμαι και τι δεν είμαι.

Όταν ξεκίνησε το blog σου να γίνεται γνωστό, η κοινωνία που ζούσαμε δεν ήταν πολιτική με όρους πόλωσης που έγινε από το δημοψήφισμα και μετά. Θεωρείς ότι αυτό είναι φαινόμενο μόνο στην Ελλάδα ή παγκόσμιο και πώς νιώθεις για την πόλωση αυτή; Είναι ωφέλιμη από την άποψη ότι έχει φέρει περισσότερους ανθρώπους στην πολιτική ή άλλη μια έκφανση της σήψης που βιώνουμε σαν κοινωνία;

 Δυστυχώς, η πόλωση της τελευταίας δεκαετίας ήταν κυρίως οπαδική με εμφυλιοπολεμικά χαρακτηριστικά. Στην Ελλάδα πολιτικοποιούμαστε επί τη βάσει κληρονομημένων ιδεών και συνθημάτων, δηλαδή με έναν τρόπο κατά το πλείστον απολίτικο, επομένως δεν βρίσκω κάτι ωφέλιμο στη γενικότερη σύγκρουση. Δεν εξάγονται γόνιμα συμπεράσματα, δεν προωθούνται συνθέσεις, απλώς διαιωνίζονται πάθη και έχθρες. Φοβάμαι ότι δεν γινόμαστε σοφότεροι. Δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο, όμως: κοίτα πόσο πρωτόγονη έχει καταστήσει την πολιτική αντιπαράθεση ο τραμπισμός στις ΗΠΑ, τι αδιέξοδες κοινωνικές διαιρέσεις έχουν έρθει στην επιφάνεια στη Γαλλία. Νομίζω οι περισσότεροι έχουμε τα μαύρα μας τα χάλια.

Τοποθετείσαι επιλεκτικά πάντα με τρομακτικά ακριβή επιχειρηματολογία για θέματα της επικαιρότητας. Προσωπικά υπάρχουν φορές που έχω συμφωνήσει μαζί σου και φορές που έχω θεωρήσει απόψεις που εκφράζεις προβληματικές. Αντίστοιχα και εσύ έχεις απόψεις για άλλες τοποθετήσεις όπως και όλος ο κόσμος υποθέτω. Τώρα όμως εσύ δίνεις συνέντευξη οπότε καλείσαι να απαντήσεις στα παρακάτω. Έχεις μετανιώσει για κάτι που έχεις γράψει; Έχει αλλάξει η άποψή σου για θέματα που στο παρελθόν έχεις τοποθετηθεί; Νιώθεις ότι στη λογική της πόλωσης που υπάρχει στην κοινωνία έχεις παρασυρθεί και έχεις γράψει κάτι με αντιδραστικό τρόπο, κάτι που τώρα μπορεί να κρίνεις ως προβληματικό;

 Φυσικά και έχω αναθεωρήσει πολλές σκέψεις και απόψεις μου. Συνέχεια αμφιβάλλω για τα πάντα, δεν πιστεύω ότι κατέχω την απόλυτη αλήθεια, ούτε πως υπάρχουν χώροι και ιδεολογίες που σε θωρακίζουν από το σφάλμα. Αυτό που μπορώ να πω όμως με βεβαιότητα, είναι ότι ποτέ δεν είχα κακή πρόθεση ή οποιουδήποτε είδους δόλο.

Κλείνοντας το θέμα πολιτική θέλω να σε ρωτήσω αν ψήφισες/θα ψηφίσεις στις εκλογές και αν για σένα υπάρχει ξεκάθαρη επιλογή. Πηγαίνεις στις κάλπες με την σκέψη ότι το μη χείρον βέλτιστον ή σε έχουν πείσει πολιτικοί με τον λόγο τους και το πρόγραμμα τους; Νιώθεις ότι έχουμε σοβαρούς πολιτικούς ή έχουμε τους πολιτικούς που μας αξίζουν;

Ψήφισα και θα ψηφίσω. Η επιλογή είναι ξεκάθαρη, χωρίς βέβαια να είναι ιδανική. Στην πολιτική σκηνή της Ελλάδας δεν υπάρχει σχηματισμός που με αντιπροσωπεύει ιδεολογικά, ηθικά και προγραμματικά, αλλά δεν μπορώ και να περιμένω να υπάρξει για να συμμετάσχω στις δημοκρατικές λειτουργίες όπως οφείλω. Ψηφίζω, λοιπόν, στρατηγικά και συγκριτικά, οπότε, ναι, η παράμετρος του μικρότερου κακού παίζει σημαντικό ρόλο. Δεν ξέρω αν έχουμε τους πολιτικούς που μας αξίζουν, σίγουρα πάντως έχουμε αυτούς που μας μοιάζουν. Θεωρώ, όμως, ότι χρειαζόμαστε κάτι καλύτερο από αυτό που μας μοιάζει, κάτι ανώτερο από αυτό που είμαστε. Αν καταφέρουμε να το βρούμε και να το επιλέξουμε, θα μας αξίζει.

Κριτικές για τον Ιγνάτιο έχει διαβάσει; Στο Goodreads τώρα που μιλάμε έχεις 3,06 από 108 αναγνώστες. Σε αφορά η δημόσια τοποθέτηση των ανθρώπων για το βιβλίο σου ή προτιμάς να παίρνεις feedback από δικό σου bubble;

Έχω διαβάσει κάποια σχόλια κατά λάθος -ένα κλικ που δεν έπρεπε να γίνει, ένα search που πήρε λάθος διαδρομή, καταλαβαίνεις-, αλλά προσπαθώ να λαμβάνω όποια προφύλαξη μπορώ για να τα αποφεύγω. Κολακεύομαι πολύ όταν μου λένε καλά λόγια και μιζεριάζω όταν μου λένε αρνητικά, αλλά αυτή είναι μία αυτοματική αντίδραση ματαιοδοξίας. Κατά τ’ άλλα και στον βαθμό που το ελέγχω, δεν λαμβάνω υπ’ όψιν την κριτική, όχι επειδή είμαι τίποτα σπουδαίο, αλλά γιατί δεν γράφω με κίνητρο να ικανοποιήσω. Θέλω να πω, δεν αλλάζει η γνώμη μου για τη λογοτεχνία με βάση το αν αρέσω ή δεν αρέσω σε κάποιον. Τις σπάνιες φορές που κάποιος ασκεί εποικοδομητική κριτική -δηλαδή επί του γραπτού, όχι επί του γράφοντος, και με στιβαρά αναλυτικά εργαλεία, όχι προβάλλοντας το γούστο του- την ακούω με προθυμία.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Curly Sue έγινε viral persona και αγαπήθηκε πολύ (#αλίκηvibes). Υπάρχει ακόμα αυτή η περσόνα ή την άφησες πίσω σου και πλέον ο Άρης Αλεξανδρής είναι το μόνο avatar online;

 Νομίζω έχω μεγαλώσει πολύ για να είμαι κάτι άλλο πέρα από τον βαρετό εαυτό μου.

Εμείς είμαστε χρόνια φίλοι και θεωρώ τουλάχιστον τίμιο να το αναφέρω δημόσια (#δενκαταζητούμαιvibes) και πάντα πίστευα ότι το χιούμορ σου είναι σκανδαλωδώς έξυπνο και πανανθρώπινο. Είναι κάτι που με τον καιρό το έχεις αφήσει πίσω στο δημόσιο λόγο σου, γιατί όσο μεγαλώνει κάποιος έχει την κοινωνική πίεση να έχει ένα πιο σοβαρό προφίλ. Ειδικά όταν κοιτάμε τα brands με τα οποία συνεργάζεσαι.

 Έχεις δίκιο και παραδέχομαι ότι σε αυτήν την κοινωνική σύμβαση έχω υποταχθεί εκών άκων. Από την άλλη, ομολογώ πως όσο μεγαλώνω, βρίσκω αστεία ολοένα και λιγότερα πράγματα. Δεν ξέρω αν ο κόσμος χάνει την αστειότητά του ή απλώς εγώ χάνω το χιούμορ μου, αλλά πλέον δεν βρίσκω καθόλου εύκολη υπόθεση το γέλιο.

Σκέψεις για δεύτερο βιβλίο έχουμε; Μπορείς να μας πεις οτιδήποτε για αυτό;

Ναι, υπάρχει μία ιδέα που δουλεύω κι ελπίζω να ευδοκιμήσει. Ας πούμε ότι, αν το “Πώς ο Ιγνάτιος Καραθοδωρής έχασε τα πάντα” πραγματεύεται τη ζωή στα είκοσι, το επόμενο θα είναι μια ιστορία που θα αφορά τη βαθμίδα των τριάντα. Όχι, δεν το εμπνεύστηκα από τα άλμπουμ της Αντέλ. Απλή σύμπτωση.

Βρείτε το βιβλίο του Άρη εδώ.
Γιάννης Τσιούλης

Share
Published by
Γιάννης Τσιούλης