Η Κατερίνα Οικονομάκου, το ρεπορτάζ και ένας Θεσσαλονικιός Εβραίος που τραγουδούσε στο Άουσβιτς

Ο Εστρόγκο Ναχάμα ήταν ένας Εβραίος που έζησε από το 1918 έως το 2000. Ένας Εβραίος που γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη, μεγάλωσε στην Ελλάδα, επέζησε από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Τρίτου Ράιχ, και έζησε μεταπολεμικά στο Δυτικό Βερολίνο, για να γίνει ο αρχιψάλτης της εβραϊκής του κοινότητας. Αυτός ο άνδρας, διάσημος τόσο στη Γερμανία όσο και έξω από αυτήν, στη χώρα της καταγωγής του ήταν εντελώς άγνωστος. Μέχρι την έκδοση του βιβλίου «Ο Τραγουδιστής του Άουσβιτς: Εστρόγκο Ναχάμα, Θεσσαλονίκη 1918- Βερολίνο 2000» της Κατερίνας Οικονομάκου

Η Κατερίνα Οικονομάκου, δημοσιογράφος, έπεσε πάνω στο όνομα Αντρέας Ναχάμα, διαβάζοντας ένα άρθρο για το Μουσείο «Τοπογραφία του Τρόμου» στο Βερολίνο, στο οποίο ο Ναχάμα είναι διευθυντής. Το όνομα, αφηγείται, κλασικό σεφαραδίτικο, προκάλεσε την περιέργειά της, καθώς οι περισσότεροι Εβραίοι της Γερμανίας είναι ασκεναζίμ, και όχι σεφαραδίτες. «To γκουγκλάρισα από περιέργεια, και διάβασα πως ο πατέρας του ήταν ένας άνδρας με το όνομα Εστρόγκο Ναχάμα, από τη Θεσσαλονίκη, επιζών του Άουσβιτς», μου εξηγεί για το ξεκίνημα αυτό η Κατερίνα.

«Διαβάζοντας πως ήταν ψάλτης και τραγουδιστής, το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να βάλω να ακούσω τη φωνή του. Και… ήταν τέτοια η έκπληξη όταν άκουσα αυτήν την υπέροχη φωνή, και λέω “καλά, γιατί δεν τον ξέρω;”. Δηλαδή με έπιασε ένας θυμός. Αυτός ήταν Έλληνας Εβραίος, πέθανε το 2000, ήταν διάσημος καλλιτέχνης, και δεν τον γνωρίζω, δεν τον έχω ακούσει ποτέ;! Και έψαξα να δω αν είχε γραφτεί κάτι στα ελληνικά. Δεν υπήρχε απολύτως τίποτα». Με αυτόν τον τρόπο, ξεκίνησε η εκτενής της έρευνα, η οποία έρευνα κατέληξε φέτος στην έκδοση του βιβλίου «Ο Τραγουδιστής του Άουσβιτς», το οποίο εγώ διάβασα μέσα σε τρεις μέρες, με το που έπεσε στα χέρια μου. 


Η έρευνα αυτή, που κράτησε δυο-τρία χρόνια, με την Κατερίνα να μετακομίζει στο Βερολίνο για τις ανάγκες της, έφερε στα όριά του το ίδιο το είδος του ρεπορτάζ, καθώς ήταν μία τόσο ενδελεχής δουλειά που η καθημερινότητα της δημοσιογραφικής εργασίας, θα την καθιστούσε εξαιρετικά δύσκολη, όσο τα ρεπορτάζ προσανατολίζονται στην ταχύτητα και την αμεσότητα του αποτελέσματος. «Δεν υπάρχει χρόνος, κάποιοι το κάνουν , γιατί είναι πολύ πεισματάρηδες και το κάνουν παράλληλα με τη δουλειά τους. Αλλά το κάνουν στο χρόνο που τους απομένει, όχι αντί για τη δουλειά τους. Μπορείς να το κάνεις έτσι, παράλληλα. Μπορείς; Δεν ξέρω. Εγώ δεν θα το είχα μπορέσει. Θεωρητικά. Κάποιοι μπορούν».

Ο Ναχάμα ήταν διάσημος. Και είχε το ελληνικό διαβατήριο μέχρι το τέλος. Και τι έγινε; Την ίδια στιγμή που οικειοποιούμαστε τα επιτεύγματα των Ελλήνων του εξωτερικού με έναν τρόπο που είναι απολύτως άδικος, αυθαίρετος, έως και κουτός, επικρατούσε απόλυτη σιωπή γύρω από έναν τόσο διακεκριμένο άνθρωπο

Το αποτέλεσμα της δουλειάς της όμως, ήταν τελικά ένα ρεπορτάζ, ακόμα κι αν αυτό δεν θύμιζε τα ρεπορτάζ που έχουμε συνηθίσει να διαβάζουμε. «Δεν ήθελα να κάνω μια βιογραφία, ήξερα ότι θα είναι απολύτως αδύνατον και έτσι κι αλλιώς δεν με ενδιέφερε. Ήθελα να συγκεντρώσω τα ψήγματα της ιστορίας του. Δεν κάνω ούτε Ιστορία ούτε λογοτεχνία. Είναι ένα δημοσιογραφικό βιβλίο, καθαρά, το οποίο αφηγείται και την ιστορία της κατασκευής του. Ήθελα να έχω μαζί μου τον αναγνώστη, να του εξηγήσω τις αναποδιές, τις επιτυχίες, τις σκέψεις, τις αμφιβολίες, τα αινίγματα. Το στόρι με ενδιέφερε και η έρευνα πάνω σε αυτό. Και να πειραματιστώ λιγάκι, με τα όρια του ρεπορτάζ. Δεν έχουμε την ευκαιρία να το κάνουμε αυτό στην καθημερινότητά μας. Δεν είναι το κλασικό ρεπορτάζ αυτό που επιχείρησα, δοκίμασα να πειραματιστώ με τη φόρμα του. Το αποτέλεσμα του πειράματος είναι βιβλίο, πετυχημένο αποτυχημένο, that’s it. Λες, με ποιους τρόπους μπορώ να αφηγηθώ μία ιστορία; αυτός ήταν ο δικός μου τρόπος να αφηγηθώ μία ιστορία, μία αληθινή ιστορία».

Ο Εστρόγκο Ναχάμα (δεξιά) σε εκδήλωση μνήμης για τα 48 χρόνια από την εξέγερση του γκέτο τής Βαρσοβίας στην εβραϊκή κοινότητα του Βερολίνου, στις 21 Απριλίου 1991.

H ιστορία που αφηγήθηκε, γράφει στην εισαγωγή του βιβλίου της η Κατερίνα, της επέτρεψε να καταλάβει «κάτι από την ψυχή του τόπου από τον οποίο και οι δύο προερχόμαστε». Με την ολοκλήρωση της έρευνας, το τι έμαθε για την Ελλάδα παραμένει ως ερώτημα, που της θέτω κι εγώ. «Τι μου έμαθε… μου επιβεβαίωσε κάποια πράγματα, μου έμαθε και άλλα. Δυστυχώς, έκανα μόνο δυσάρεστες διαπιστώσεις. Καθώς έκανα την έρευνα στην Γερμανία, πολλές φορές, έκπληκτη διαπίστωνα ότι είχαν δοθεί πολλές, πάρα πάρα πολλές ευκαιρίες, στην ελληνική Πολιτεία, να τιμήσει τον Εστρόγκο Ναχάμα. Και να αξιοποιήσει την αναγνωρισιμότητά του, το κύρος του, το βήμα που είχε στην Γερμανία, προκειμένου να μιλήσει για την ελληνική ιστορία. Και το σοκαριστικό ήταν πως όλες αυτές οι ευκαιρίες πήγαν χαμένες είτε από απάθεια, είτε από αδιαφορία, είτε από σκοπιμότητα. Οπότε νομιμοποιούμαστε να μιλήσουμε πρωτίστως για αντισημιτισμό, και μετά για εξοργιστική απάθεια. Ο Ναχάμα ήταν διάσημος. Και είχε το ελληνικό διαβατήριο μέχρι το τέλος. Και τι έγινε; Είμαστε μία χώρα που πανηγυρίζει το παραμικρό επίτευγμα ενός Έλληνα του εξωτερικού, το παραμικρό… Την ίδια στιγμή που οικειοποιούμαστε τα επιτεύγματα των Ελλήνων του εξωτερικού με έναν τρόπο που είναι απολύτως άδικος, αυθαίρετος, έως και κουτός, επικρατούσε απόλυτη σιωπή γύρω από έναν τόσο διακεκριμένο άνθρωπο». 


Η έρευνα της Κατερίνας ήταν τελικά ένας αγώνας ενάντια στο χρόνο, ένα φοβερά δύσκολο πόνημα, καθώς έπρεπε να εντοπίσει τα κομμάτια της ιστορίας της σε δυσεύρετα αρχεία, σε ανθρώπους που δεν ήθελαν να μιλήσουν, που δεν ήξεραν όσα ήθελε, ή που δεν ζούσαν πια. «Υπήρχαν πολλές ιστορίες που δεν μπορούσα να ανακαλύψω, γιατί οι πρωταγωνιστές τους είχαν πεθάνει. Αλλά αυτό είναι επίσης μέρος της έρευνας, και μέρος της ιστορίας που προσπαθώ να πω. Δεν γίνεται να τα βρεις όλα, ο χρόνος είναι αμείλικτος».

Το τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου έχει τίτλο «Γιατί τον Εστρόγκο;». Τώρα, έχοντας πια ολοκληρώσει αυτήν την έρευνα, αναρωτιέμαι αν η απάντησή της στο ερώτημα αυτό θα άλλαζε.  «Δεν έχω άλλη απάντηση. Στην πορεία συνδέθηκα υπό μια έννοια με τον Εστρόγκο. Όσο άρχισα να τον ανακαλύπτω, να τον υποψιάζομαι μάλλον, να υποψιάζομαι τον άνθρωπο, να κάνω διάφορες σκέψεις, να φαντάζομαι τι μπορεί να αισθανόταν, να σκεφτόταν, πράγματα που δεν γράφω φυσικά στο βιβλίο γιατί θα ήταν τρομερά βαρετά για τον αναγνώστη. Συνδέθηκα με έναν τρόπο, μαζί του. Τον λέω “Ο Εστρόγκο”, δεν λέω “Ο Εστρόγκο Ναχάμα”. Και τώρα πια η απάντηση στο ερώτημα «Γιατί τον Εστρόγκο» μου φαίνεται τόσο αυτονόητη: βρέθηκε μπροστά μου και… μου έδωσε την ευκαιρία να εξερευνήσω κάτι που δεν γνώριζα. Δεν επιχείρησα όμως κανέναν τρόπο να πω την ιστορία των Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Εγώ επιχείρησα να φανταστώ ακριβώς αυτόν τον συγκεκριμένο άνδρα. Ήθελα να ανακαλύψω πώς μπορεί να ήταν η ζωή του, του ενός και μοναδικού άνδρα. Δεν ήταν τίποτα μεγαλύτερο από αυτό. Αλλά έπρεπε να τον τοποθετήσω στο χώρο και το χρόνο, εξ ου και όλες οι αφηγήσεις για τη Θεσσαλονίκη ή το μεταπολεμικό Βερολίνο». Και πώς ήταν τελικά ο άνθρωπος που ανακάλυψε; «Ήταν ένα πρόσωπο που διαφύλασσε την ιδιωτικότητά του, την περιφρουρούσε πολύ επίμονα. Η ζεστασιά και η γενναιοδωρία του ήταν γνήσιες, ήταν πληθωρικός. Αυτό που πιστεύω ότι απολάμβανε περισσότερο στη ζωή ήταν να βγαίνει στη σκηνή και να προκαλεί τον θαυμασμό με αυτήν την τεράστια, εκπληκτική φωνή του. Ήταν ένας θεατρίνος, ένας μεγάλος ερμηνευτής. Δεν μπορώ να τον δω κυρίως σαν πιστό, παρόλο που ήταν ψάλτης. Επίσης, πρέπει να ήταν πολύ μοναχικός. Τώρα αν σε αυτό είχε παίξει ρόλο η εμπειρία των στρατοπέδων, εγώ λέω ναι, προφανώς. Και τέλος, ήταν φοβερά φιλόδοξος. Η φιλοδοξία είναι και μία λαχτάρα για ζωή. Σκέψου τι είχε περάσει αυτός ο τύπος. Είναι αδιανόητο. Ευτυχώς που ήταν τόσο φιλόδοξος». 

Τελικά, το βιβλίο της Κατερίνας Οικονομάκου, ο «Τραγουδιστής του Άουσβιτς» είναι ίσως ταυτόχρονα ένα βιβλίο για έναν ιδιαίτερο άνθρωπο, για μία ολόκληρη χαμένη κοινότητα, για ένα ταξίδι στην Ιστορία και για τις αγωνίες , τις δυνατότητες και την ικανοποίηση της δημοσιογραφίας και της έρευνας. Το τι απ’ όλα ακριβώς είναι, θα το αποφασίσει ο κάθε αναγνώστης για τον εαυτό του. 

Το βιβλίο «Ο Τραγουδιστής του Άουσβιτς: Εστρόγκο Ναχάμα, Θεσσαλονίκη 1918- Βερολίνο 2000», κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Καπόν.

Μελίνα Καλφαντή

Share
Published by
Μελίνα Καλφαντή