Γιάννης Καλαβριανός: «Εμείς είμαστε πια οι ηγέτες»

«Θέλω να είμαι αισιόδοξος», λέει ο σκηνοθέτης Γιάννης Καλαβριανός, που αυτό τον καιρό βλέπει μια από τις κουραστικότερες δουλειές-συμπράξεις της καριέρας του, το τριεθνές Phone Home να εκτυλίσσεται, με την αρωγή του skype, στη σκηνή του θεάτρου Σφενδόνη, ενώ είναι βυθισμένος και στη θεατρική διασκευή του μυθιστορήματος της Έμιλι Μπροντέ Ανεμοδαρμένα ‘Υψη για το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδας (η πρεμιέρα αρχές του 2017). «Είμαι αισιόδοξος», επιμένει, «παρόλο που θυμώνω από το πρωί ως το βράδυ».

Τι τον θυμώνει ακριβώς; «Με θυμώνει η προχειρότητα, ότι όλα γίνονται αλαλούμ χωρίς πρόγραμμα, ότι δεν υπάρχει καμία φροντίδα του δημόσιου χώρου, ότι θεωρούμε ότι ο δημόσιος ενδιάμεσος χώρος δεν ανήκει σε κανένα, ότι πρέπει να ξανασυζητήσουμε τα βασικά, όπως τις ώρες κοινής ησυχίας, την καθαριότητα. Έχει επιβληθεί μια βαρβαρότητα, ένα “είμαι τσακισμένος οικονομικά και πρέπει να υποφέρετε όλοι”. Ε, όχι ! Δεν μπορώ να δεχτώ ότι υπάρχει όλη αυτή η χυδαιότητα, επειδή περνάω δύσκολα εγώ. Όλος ο βόρβορος και το τρολάρισμα και το μίσος του facebook έχει μεταφερθεί στη ζωή. Και λειτουργούμε σαν avatar, σαν profil pictures”.

Είναι στα κόκκινα. «Ξύλο δεν έχω ρίξει ακόμα, αλλά είμαι πολύ κοντά, διεκδικώντας το μίνιμουμ της συμβίωσης. Δεν μπορείς να με σπρώχνεις στο Μετρό, να πετάς τα κουπίδια σου στο μπαλκόνι μου, έχει βγει με την κρίση μια τεράστια γαϊδουριά σε όλους».

Το Phone Home συνδέεται με την άγρια συγκυρία  μέσα από αληθινές ιστορίες σύγχρονων ανθρώπων, που αναγκάστηκαν να εγκταταλείψουν την πόλη τους εκουσίως ή ακουσίως. Καταργούνται οι συμβάσεις του θεάτρου. λόγω της σύνδεσης μέσω skype με το Λονδίνο και το Μόναχο, όπου εκτυλίσσονται τα 2/3 τού project σε αληθινό χρόνο,; «Οχι,  το Phone Home είναι θέατρο κανονικότατο, παραδοσιακό, πιο κλασικό δεν έχε , είναι απλά μια παράσταση στην οποία κάποια στιγμή οι χαρακτήρες κάνουν ένα skype με τους άλλους. Αν ήμασταν 60 χρόνια πριν θα χτυπούσαν τηλέφωνο για να μιλήσουν μαζί του. Διακόσια χρόνια πριν θα ερχόταν μια αλληλογραφία».

Δεν είναι μια παράσταση που ανιχνεύει τα μέσα, διευκρινίζει, δεν είναι μια δουλειά αφιερωμένη στην τεχνολογία και τα όρια της: «Για να συνεχιστεί  όμως η δραματουργία πρέπει να επικοινωνήσουν οι ηθοποιοί με τους άλλους». Οι παραστάσεις τρέχουν παράλληλα στο Μόναχο και στο Λονδίνο,καθώς κάθε πόλη λέει την ιστορία από τη δική της πλευρά, «αυτοτελείς ιστορίες ανθρώπων που εγκατέλειψαν το σπίτι τους για να πάνε αλλού, από εκείνους που μετανάστευσαν για επαγγελματικούς λόγους, μέχρι πολιτικούς πρόσφυγες, πρόσφυγες από τη Συρία».

Είναι αληθινές βασισμένες σε ντοκουμέντα οι αφηγήσεις; «Όλες οι ιστορίες είναι αληθινές!». Κάθε εταίρος της τριεθνούς σύμπραξης τις συνέλεξε  στη χώρα του. Όλα ξεκίνησαν μετά από το τηλέφωνο του Γερμανού Μίκαελ Ζόμερ (θίασος Pathos Munchen) στον Καλαβριανό, αναζητώντας μια συμπαραγωγή με ελληνικό θίασο ( Sforaris ), πάνω στις ελληνογερμανικές σχέσεις. «Ψάχνοντας, βρήκαμε  ως θέμα την μετακίνηση. Ένα εκατομμύριο Έλληνες ζουν στη Γερμανία, πολλοί γερμανοί συνταξιούχοι αγοράζουν σπίτια στην Ελλάδα. Όλο αυτό γίνεται με φόντο τους ανθρώπους που συνεχώς διασχίζουν την Ελλάδα για να πάνε στη Γερμανία».

Η σύμπραξη με τον Ζόμερ ξεκινά τον Ιανουάριο του ’14. «Ψάχνουμε και βρίσκουμε στο μεταξύ ένα θίασο στην Παλαιστίνη, ένα στο Μαρόκο, ένα στην Τυνησία. Με τον καιρό, λόγω πολέμου, τους χάνουμε , οπότε αναγκαζό,αστε να αλλάξουμε την ιστορία”. Ωστόσο, συνεχίζουνε πάνω στην έννοια του ταξιδιού, την περιπλάνησης, της ξενιτιάς. Έτσι κατέληξαν στον τρίτο εταίρο, στο Λονδίνο, τον  Τομ Μάνσφιλντ και το Upstart Theatre και «συνεχίσαμε κι οι τρεις με ιστορίες ανθρώπων που βρέθηκαν σε μια ξένη πόλη”.

Στην Αθήνα μαζέψανε και ιστορίες προσφύγων.  “Χρειάζονταν όμως  ένα πολύ ειδικό χειρισμό. Γιατί δεν πας στον καταυλισμό και λες «πες μου την ιστορία της ζωή σου». Απευθυνθήκαμε σε δομές που ξέραν τον τρόπο». Η πρώτη κίνηση ήταν να απευθυνθεί στη Γιολάντα Μαρκοπούλου, που εργάζεται χρόνια με πρόσφυγες και μετανάστες, στο Συνεργείο της στο Μεταξουργείο. «Μετά πήγαμε στο Στέκι Μεταναστών στα Εξάρχεια, στον Φάρο  με τα ασυνόδευτα.Κάναμε εβδομαδιαίες συναντήσεις στο Συνεργείο  για αυτοσχεδιασμούς και παιχνίδια δωρεάν, χωρίς άλλη δέσμευση”. ‘Αρχισαν δειλά δειλά να  εμφανίζονται επί τέσσερις μήνες Σύριοι, Αφγανοί Πακιστανοί, Γάλλοι, ένας Αυστραλός.” Έτσι μαζέψαμε όλες τις ιστορίες».

Σε κάθε μία από τις πόλεις υπάρχει ένας σκηνοθέτης κι ένας δραματουργός. Από κοινού επιλέγουν με ποιες ιστορίες θα συνεχίσουν. Στο σημείο αυτό προέκυψε ζήτημα. «Πράγματα που θεωρούσα εγώ συγκλονιστικά  άφηναν τους Αγγλους αδιάφορους. Οπότε έπρεπε να μετακινηθούμε όλοι». Πέντε ιστορίες έχει στην αφήγησή της κάθε ομάδα. «Κάθε πρωί ξυπνούσαμε και κάναμε 2 ώρες skype με τους σκηνοθέτες , μετά 6 ώρες πρόβα και εν συνεχεία συνεχίζαμε ένα δίωρο για το feedback. Έχω μιλήσει τόσα αγγλικά όσα δεν μίλησα όλη τη ζωή μου.Ήταν πολύ κουραστικό!»

Με το skype «επιτείνειται η θεατρικότητα, έχεις την αίσθηση ότι το θέατρο είναι άπαξ και συμβαίνει εδώ και τώρα. Με τη σύνδεση αυτό πολλαπλασιάζεται και υπόκειται σε όλα τα τυχαία γεγονότα της στιγμής. Είναι , δηλαδή, σαν να έβαλες ένα μεγεθυντικό καθρέφτη στο θέατρο».

Μου αφηγείται τις συγκλονιστικές ιστορίες που κόπηκαν από την υπόλοιπη ομάδα: Ένας Αφγανός Χαζάρος τα είχε με μια κοπέλα. Η ξαδέλφη της τον παίρνει ξαφνικά τηλέφωνο και του λέει ότι είναι παντρεμένη, ότι  έμαθε την παράνομη σχέση η θρησκευτική αστυνομία και  του έρχεται. “Το έρχεται σημαίνει ανοίγουν ένα λάκκο και σε βάζουν μέσα ζωντανό. Έφυγε από τη δουλειά του σαν τον τρελό και βρέθηκε έτσι, στα καλά καθούμενα, εδώ».

Μια ιστορία από αυτές που εντάχθηκαν στην σύμπραξη μάς γυρνάει στο ‘90-‘91 και έχει ήρωες ένα εξαθλιωμένο ζευγαράκι Αλβανών που βρέθηκε στην Κοζάνη. Οι ντόπιοι τους δώσαν νερό, φαγητό, τους βοήθησαν να μείνουν, να βρουν δουλειά. Σήμερα ζουν στη Βοστώνη. Οταν προκηρύχτηκε το δημοψήφισμα πήραν τηλέφωνο τους φίλους τους στην Κοζάνη, λέγοντάς τους «αν θέλετε βοήθεια, ελάτε στην Αμερική να μείνετε σε μας».

Το προσφυγικό δεν ακούγεται πια στη χώρα. «Υποτίθεται ότι είναι κάτι τόσο επίκαιρο που παύει να είναι προσωπικό. Όλοι ασχολούνται μαζί του, αλλά εντέλει ποιοι ασχολούνται; Νοικιάζουν τα σπίτια τους οι Έλληνες στους πρόσφυγες; Αφήνουν τα παιδιά των προσφύγων να πηγαίνουν στα σχολεία ;»

Επισκέφτηκε κι ο ίδιος τα camp των προσφύγων. «Eίναι πολύ δύσκολα. Δεν είναι κανένας προετοιμασμένος γι αυτό που συμβαίνει. Ίσως επειδή είναι και κάτι τόσο μαζικό. Μιλάω σε επίπεδο κρατικής μέριμνας. Οι οργανώσεις σκίζονται. Δεν τους μαντρώνεις, όμως, τους ανθρώπους σε ένα κέλυφος, όπως είδα στο Ωραιόκαστρο».

Υπάρχουν, προσθέτει, και οι επιτήδειοι στην όλη ιστορία. «Ξεσηκώνουν όλα τα ζωντόβολα, ότι θα έρθουν τα προσφυγάκια και θα φέρουν χολέρα. Κάνε μια ενημέρωση στον κόσμο, ότι δεν θα έρθουν τα τέρατα, ότι παιδάκια είναι κι αυτά!Πατάνε πάνω στην αμάθεια και μετά άντε να το μαζέψεις».

Η πολιτική, η επίσημη πολιτική τι ρόλο παίζει; «Έχει γίνει διπλωματία. Τι είναι  ο Τσίπρας; Και ο Μητσοτάκης; Δεν είναι από πίσω τους μια στρατιά προσώπων, σχέσεις, ισορροπίες; Γιατί μιλάμε για πρόσωπα ακόμα; Το θέμα είναι ποιος είναι ο πιο χαρισματικός; Έχει περάσει η εποχή των χαρισματικών ηγετών, τώρα χρειάζονται περισσότερο μακιγιαζ για να δείχνουν ηγέτες. Παντού. Δεν ζούμε  την εποχή των σταρ. Και στους καλλιτέχνες, το ίδιο ισχύει, όχι μόνο στην πολιτική. Ο ηγέτης είναι ένας από εμάς, το ίδιο και οι σκηνοθέτες και οι ηθοποιοί. Εντάξει, υπάρχουν και αυτοί που δεν είναι ένας από εμάς. Ο Βασίλης Παπαβασιλείου, δεν είναι ένας από εμάς. Αλλά το προσφυγικό είναι πέρα από κόμματα. Τα υπερβαίνει. Το λέω και για την σκατοψυχιά των υπό ένταξη χωρών που κλείνουν τα σύνορα. Προτιμώ την ελληνική στάση. Δεν γίνεται το ‘90 να έχει διαλυθεί η Αλβανία και λόλοι να φεύγουν και 25 χρόνια μετά να λένε «σταματάμε τη διέλευση προσφύγων».

Στο θέατρο ακούς μονάχα γκρίνια. Τι συμβαίνει ακριβώς: «Πάντα το θέατρο ήτανε κλαψιάρικο. Υπάρχουν φυσικά τα πάντα, έρωτες, ίντριγκες, μέσα σε αυτή τη φούσκα». Φούσκα; Το θέατρο; Σήμερα; «Έχει καταφέρει να μπει το θεάτρο ως πρωτεύον, ως προτεραιότητα  στη ζωή μας; Οπότε τι είναι;  Φούσκα είναι!»

Οι δέκα συνολικά παραστάσεις πραγματοποιούνται ταυτόχρονα και στις τρεις χώρες, από τις 19 έως τις 30 Οκτωβρίου 2016 (Τετάρτη έως Κυριακή). Στην Αθήνα στο θέατρο Σφενδόνη.ΙΔΕΑ – ΑΝΑΠΤΥΞΗ – ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γιάννης Καλαβριανός. ΚΕΙΜΕΝΟ: Γιάννης Καλαβριανός, Έρι Κύργια, Tom Mansfield, Zodwa Nyoni, Michael Sommer, Nora Schüssler. ΠΑΙΖΟΥΝ: Γιώργος Γλάστρας, Αλεξία Μπεζίκη, Χριστίνα Μαξούρη, Στέφη Πουλοπούλου, Κώστας Σιλβέστρος.
Ιωάννα Κλεφτόγιαννη

Share
Published by
Ιωάννα Κλεφτόγιαννη