Πέρα Από Τη Λογική *****
Βέλγιο, Λουξεμβούργο, Γαλλία, Ελβετία, 2012, Έγχρωμο
Σκηνοθεσία: Γιοακίμ Λαφός
Πρωταγωνιστούν: Εμιλί Ντεκέν, Ταχάρ Ραχίμ, Νιλς Άρεστρουπ
Διάρκεια: 111’
Ένας Μαροκινός και μια Βελγίδα ερωτεύονται παράφορα και αποφασίζουν να παντρευτούν, παρά την ανωριμότητα της ηλικίας τους. Μετακομίζουν στο σπίτι του θετού πατέρα του άντρα και οι τρεις τους ξεκινάνε να θεμελιώνουν την οικογένεια που είναι ακόμα στα σπάργανα. Η γυναίκα ξεκινά να γεννοβολάει σαν κουνέλα, μόνο για να καταλάβει πως ίσως παραβιάστηκε να κάνει οικογένεια. Η κατιούσα που παίρνει η ψυχολογική της κατάσταση και η έλλειψη κατανόησης από μεριάς των δύο ανδρών δε δείχνουν να βελτιώνουν καθόλου τα πράγματα.
Από την εισαγωγή κιόλας του Πέρα Από Τη Λογική, καταλαβαίνουμε πως εδώ δε θα έχουμε αγάπες και λέλουδα. Ή μάλλον θα ‘χουμε, αλλά σύντομα θα μαραθούν. Ένα αληθινό περιστατικό που συγκλόνισε το Βέλγιο αποτελεί για μια ακόμα φορά την πραγματική ιστορία πάνω στην οποία βασίστηκε άλλη μια δραματική ταινία.
Τι πραγματεύεται, η συγκεκριμένη παραγωγή; Την έλλειψη αποδέκτη στα άτομα που υποφέρουν και καταλήγουν να σιωπούν. Όλα καλά μέχρι εδώ, μα προκειμένου να υπάρξει και ένα συμπέρασμα το οποίο θα δώσει ένα νόημα και ένα λόγο ύπαρξης στη γενικότερη στυλιζαρισμένη κακομουτσουνιά της υπόθεσης δεν πρέπει να υπάρχει και κάτι το οποίο θα συνδέσει θεατή και χαρακτήρες, διαμορφώνοντας έτσι μια ταύτιση με τα πάθη; Ναι, πρέπει. Αλήθεια, όμως, που είναι αυτός ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στα εντός και εκτός οθόνης; Από το πρώτο εικοσάλεπτο καταλαβαίνουμε πως οι πρωταγωνιστές βιάζονται να δημιουργήσουν οικογένεια και πως υπάρχουν διαφόρων ειδών εμπόδια, μα από ένα σημείο και μετά η πλήξη του να βλέπουμε όλα αυτά τα στυλιζαρισμένα γνώριμα πλάνα που υποδηλώνουν μια υποβόσκουσα κατάθλιψη κουράζουν.
Δε λέω, η Εμιλί Ντεκέν και μια χαρά χαμένο βλέμμα έχει και μια σκυθρωπότητα στο σώμα της που αντικρούει τη ζωντάνια η οποία αρχικά τη χαρακτηρίζει. Περίφημη επιλογή ρόλου, μα από ‘κει και πέρα τι γίνεται; Το σενάριο παρατραβάει τα ήδη γνωστά, η σκηνοθεσία αναμασά τα όσα χαρακτηρίζουν αυτό το άτυπο ρεύμα κινηματογράφου και η χρήση της πιανιστικής μουσικής ξεχειλώνει σε μη ανεκτό βαθμό την υποτιθέμενη τραγικότητα. Σίγουρα, έχει μια άποψη στο όλο στήσιμο και το ότι υπάρχουν ακόμα τέτοια περιστατικά ανά την υφήλιο πρέπει να μας προβληματίζει. Μα πέραν αυτών, ούτε την παρατηρητικότητα και την οξυδέρκεια του Φαραντί έχει, ούτε τη βία της καθημερινότητας όπως την προάγει ο Χάνεκε, μα ούτε και τη σαρωτική απελπισία και την ανθρώπινη συγκίνηση των Ραγισμένων Ονείρων. Οπότε καταλήγουμε σε ένα φιλμικό «ανάγνωσμα» ναι μεν καλλιτεχνικό, αλλά πιο επιφανειακό και με de facto λογική απ’ όσο θα ‘πρεπε να είναι.
Σαφώς δεν είναι η χειρότερη ταινία που θα δείτε, μα ούτε και θα τη θυμάστε μετά από καιρό με την παβλοφική πρόκληση ενός κόμπου στο στομάχι. Προτιμήστε να ξαναδείτε τον Δρόμο της Επανάστασης, μπορεί να είναι αμερικάνικη παραγωγή και μυθοπλασία, μα και στέρεους χαρακτήρες έχει, και σκηνές υψηλής αισθητικής, και εξαιρετικές ερμηνείες και μια έμμεση κριτική στο Αμερικάνικο Όνειρο και την καταπίεση του θεσμού της οικογένειας έχει. Εκτός και αν θεωρείτε πως με μια μόνο ερμηνεία και ένα τυπικά ταιριαστό καστ γλιτώνουμε. Εκεί πάω πάσο.