Το Hotel Living είναι το πρώτο μυθιστόρημα που έγραψε ο Ιωάννης Πάππος, Έλληνας σύμβουλος επιχειρήσεων, κάτοικος Νέας Υόρκης με καταγωγή από τη Μαγνησία. Στα αγγλικά κυκλοφόρησε από την Harper Perennial και έγινε αμέσως αποδέκτης διθυραμβικών σχολίων από ονόματα όπως ο Ira Sachs, o Anthony Swofford, o Richard Stratton κ.α. Δίκαια, καθώς οι σελίδες φεύγουν απνευστί και δεν μπορείς να το αφήσεις κάτω.
Το βιβλίο, που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Λιβάνη, αφηγείται την πορεία του Στάθη Ράκη από το Τρικέρι – όπου περνάει τα ήσυχα και φτωχά παιδικά του χρόνια – ως τη Νέα Υόρκη και τη Δυτική Ακτή, όπου ως σύμβουλος ζει τη ζωή ενός μισθοφόρου: σπίτι του είναι τα ξενοδοχεία, η δουλειά του ρουφάει όλο τον χρόνο του και σταδιακά, οι συνέπειες αρχίζουν να βαραίνουν. Στον αντίποδα, ζει έναν μεγάλο έρωτα που τον στιγματίζει και τον αλλάζει άγρια.
Το Hotel Living έχει πολύ έντονα την αίσθηση των βιβλίων του περίφημου «Brat Pack» (Bret Easton Ellis, Jay McInerney, κλπ.). Σε εκείνα τα βιβλία, οι πρωταγωνιστές ήταν πλουσιόπαιδα που, έχοντας μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον χωρίς όρια, αντιμετώπιζαν τα πάντα με απάθεια και οι πράξεις τους δεν είχαν ποτέ συνέπειες. Στο Hotel Living βλέπουμε έναν ήρωα με τελείως διαφορετικό παρελθόν, να έρχεται αντιμέτωπος με τα δικά του όρια, αλλά – ίσως επειδή δεν είναι αδιανόητα πλούσιος και έχει ως σημείο αναφοράς την φτωχή οικογένειά του – να πρέπει να αντιμετωπίσει τις συνέπειες. Ο συγγραφέας μιλάει στην Popaganda για το λογοτεχνικό ντεμπούτο του αλλά και για το πως είναι να ζεις όντως σε ξενοδοχείο για πέντε χρόνια.
Το Hotel Living είναι το πρώτο βιβλίο σου και πριν καν κυκλοφορήσει, έχει πάρει διθυραμβικές κριτικές. Πώς το διαχειρίζεσαι αυτό; Σίγουρα είμαι πολύ τυχερός που το βιβλίο μου έχει διαβαστεί από συγγραφείς που θαυμάζω τη δουλειά τους, όπως ο Michael Cunnigham, o Edmund White, o Andrew Swofford. Σήμερα υπάρχει όλο και λιγότερος χρόνος για διάβασμα, όλο και λιγότερος χρόνος για πολλά πράγματα… Αλλά για κάποιο περίεργο λόγο, στη Νέα Υόρκη όπου ζω, πολλοί ακόμα επιμένουν να γράφουν. Και αυτό συμβαίνει με κόσμο από διαφορετικά μονοπάτια. Έτσι, αναγκαστικά χρειάζεται κάποια τύχη για να διαβαστείς. Είμαι ευγνώμων για αυτό που αυτό συνέβη.
Βλέποντας την προφανή άνεση που έχεις στη συγγραφή, απορώ: γιατί άργησες τόσο να γράψεις το πρώτο σου βιβλίο; Είμαι συγγραφέας από ατύχημα. Αν κάτι δεν είχε πάει καλά με την οικονομία και με τη δουλειά μου, πριν από μερικά χρόνια, μάλλον δεν θα έγραφα ποτέ. Άρα, θα απαντήσω στην ανάποδη ερώτηση: πώς κι έγινε και έγραψα ένα βιβλιο; Έγραψα το Hotel Living σαν μια αντίδραση στην κρίση μέσης ηλικίας που περνούσα. Θα μπορούσα να είχα κάνει κάτι άλλο. Αλλά κάποια στιγμή πήγα στο Πήλιο, απ’ όπου κατάγομαι, στο σπίτι του πατέρα μου που ακόμα ψαρεύει και τρώει από το μποστάνι κι ένιωσα πολύ ήρεμα και είπα ότι θα καθίσω εκεί μερικούς μήνες και θα γράψω. Και αυτό έκανα.
Μοιάζει με βιβλία που ξεχώρισαν στα 80s (BrightLights, Big City, κλπ). Σκόπευες να γράψεις ένα τέτοιο βιβλίο ή απλά αυτή η φόρμα ταίριαζε καλύτερα στην ιστορία που ήθελες να διηγηθείς; Σίγουρα είμαι επηρεασμένος από τα 80s – όχι σαν συγγραφέας υποχρεωτικά – ως κάποιος που ήταν έφηβος τότε. Τα 80s ήταν μια μεγάλη στροφή σε πολλά μέτωπα από τα 70s – έγινε μαγκιά το να είσαι politically incorrect (σκέψου Tom Cruise, Risky Business, Top Gun), κυριάρχησε το Thatcher-Reagan δόγμα, αυξήθηκε ο κοινωνικός φόβος προς τις μειονότητες, μεγάλωσε η οικονομική ανισότητα, έγιναν τα πρώτα μεγάλα οικονομικά εγκλήματα. Το Hotel Living εξελίσσεται στα 00s, όπου βλέπουμε πολλά από τα παραπάνω σε ένα βαθμό υπEρβολής που δεν είχαμε ξαναδεί. Κάπως σαν τα 80s, αλλά με αναβολικά. Το βιβλίο μου είναι μια ιστορία αγάπης σε ένα τέτοιο κύκλωμα.
Ο βραβευμένος με Πούλιτζερ Michael Cunnigham εκθειάζει το Hotel Living
Ναι, το Hotel Living είναι βασικά ένα love story που δεν άντεξε στο χρόνο. Γιατί αποφάσισες να γράψεις ένα love story; Το Hotel Living είναι μια ιστορία αγάπης και φιλίας και αυτά τα δύο «αισθήματα» είναι κάτι που όλοι μπορούμε να κατανοήσουμε και με τα οποία μπορούμε να συνδεθούμε. Νομίζω πως όλα τα άλλα, δουλειές και χρήματα, πατρίδες και θρησκείες, χόμπυ, κλπ…, δεν είναι τόσο παναθρώπινα. Ή μάλλον, αφορούν τον καθένα μέσα από ένα διαφορετικό πρίσμα.
Ο Στάθης, ο κεντρικός ήρωας της ιστορίας, είναι άδειος. Ζει μια ζωή χωρίς κανένα στόχο και κατ’ επέκταση, χωρίς νόημα. Ούτε καν τα λεφτά δεν φαίνεται να σημαίνουν κάτι για αυτόν. Είναι όμως και κακός; Ο Στάθης δεν είναι «άδειος», αλλά γίνεται στην πορεία. Και αυτό είναι κάτι ενδιαφέρον. Γιατί; Πώς; Δεν ξεκινάει έτσι. Φεύγοντας από τη Βόρεια Καλιφόρνια για να πάει να κάνει το MBA του, είναι γεμάτος αισιοδοξία. Είναι ευχάριστα «αφελής». Επίσης, έχει κριτικό μάτι απέναντι σε ό,τι συμβαίνει γύρω του. Το character-development που περνάει στα επόμενα χρόνια με τις προσωπικές αλλά και τις παγκόσμιες εξελίξεις, τον αλλάζει. Τώρα, αν τον κάνει κακό; Αυτό είναι υποκειμενικό για τον κάθε αναγνώστη.
Όμως, και οι «φίλοι» του Στάθη (αν μπορούμε να πούμε φίλους τους επί χρόνια γνωστούς του) είναι, ή καταλήγουν όπως λες κι εσύ, κι αυτοί διαλυμένοι. Είναι τέτοια η εποχή μας ή το συγκεκριμένο είδος ανθρώπων; Από το τι μας αρέσει για πρωϊνό μέχρι με ποιον άνθρωπο κοιμόμαστε και πώς το κάνουμε αυτό, τα πάντα είναι culture specific. Η εποχή μας μάς επηρεάζει, αλλά και εμείς αυτήν. Το ένα φέρνει το άλλο. Δεν υπάρχει αρχή και τέλος. Στη δεκαετία που ζούμε, μια δεκαετία μετά τα χρόνια στα οποία εξελίσσεται το Hotel Living, η τεχνολογία επεμβαίνει στην ισορροπία δυνάμεων αυτής της σχέσης. Είμαστε λίγο πιο «far west» στα διάφορα trends λόγω Instagram, Twitter, κλπ.
Στιγμιότυπο από πρόσφατη για την κυκλοφορία του Hotel Living στο βιβλιοπωλείο Bookmarc της Νέας Υόρκης.
Για μένα, είναι πολύ σημαντική η σκηνή του σεξ στην πισίνα. Είναι σαν λύτρωση και λειτουργεί ως νέο ξεκίνημα. Μου αρέσει που είπες «σκηνή». Ακούγεται σαν να το έβλεπες. Το δέχομαι. Είναι όντως σημαντικό ξεκίνημα. Έχει να κάνει με το σεξ σαν δώρο φιλίας, σαν δώρο αγάπης, η οποία (αγάπη) μπορεί να μην είναι υποχρεωτικά ερωτική. Ένα από τα πιο όμορφα πράγματα που μου είπανε κάποτε, όταν ήθελαν να μου πουν πως θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε μαζί, ήταν: «δεν είμαι ερωτευμέμος μαζί σου, αλλά σε αγαπώ».
Έχω φίλους που ζουν τη ζωή τους οπως ο Στάθης. Tο hotel living τους έχει σίγουρα επηρεάσει και με τα χρόνια έχει όντως αφήσει σημάδια πάνω τους. Το δικό σου Hotel Living είναι ένα μυθιστόρημα, αλλά σίγουρα μοιάζει πάρα πολύ με προσωπική αφήγηση. Πόσο διαφορετικό θα ήταν αν είχες χρησιμοποιήσει τις ζωές πραγματικών γνωστών σου; Πολύ διαφορετικό. Αν και έχω ζήσει 5 χρόνια σε ξενοδοχεία, το Hotel Living είναι μυθιστόρημα. Παρόλο που, όπως σωστά λες, με έχει επηρεάσει αυτή η ζωή (τρώω ακόμα 3 φορές τη μέρα έξω, έχω κάνει την κουζίνα μου βιβλιοθήκη, περνάω ακόμα χρόνο σε ξενοδοχεία…), το βιβλίο θα άλλαζε αν ήταν βιογραφικό. Δεν είμαι ο Στάθης και δεν θα ήθελα να ήμουν. Βέβαια, επηρεάζομαι από βιώματα. Έγραψα ένα μυθιστόρημα προσπαθώντας να είμαι αληθινός με την έννοια ότι εγώ «ζούσα» τους χαρακτήρες για τους οποίους έγραφα.
Επιμένεις πολύ στο θέμα του Έλληνα. Ο Στάθης είναι πάντα ο Έλληνας (και για τον ίδιο, αλλά και για τους άλλους), αν και δεν έχει σχεδόν καμία επαφή με την Ελλάδα. Γιατί ρίχνεις τόσο βάρος σε αυτό το θέμα; Ο Στάθης είναι άστεγος. Το «Είμαι άστεγος, αλλά στην Πρώτη Θέση» είναι η αγαπημένη φράση της HarperCollins από το βιβλίο – με αυτήν ξεκινάει το Δελτίο Τύπου. Η Ελλάδα είναι μια κατά φαντασία άγκυρα για τον Στάθη, γιατί δεν έχει πολλά πράγματα στα οποία μπορεί να βασιστεί. Έχει την ιδέα της Ελλάδας και τις φιλίες του, όσο ανορθόδοξα και αν τις διαλέγει ή τις γαλουχεί.
Ο ήρωάς σου δικαιολογεί το ότι δεν έρχεται στην Ελλάδα με το ότι είναι λιποτάκτης από τον στρατό, αλλά περισσότερο έχει να κάνει με το ότι δεν έχει κάτι κοινό με την οικογένειά του μετά από τόσα χρόνια. Εσένα ποια είναι η σχέση σου με την πατρίδα; Λατρεύω την Ελλάδα και την οικογένειά μου. Το Hotel Living το έχω αφιερώσει στους τρεις καλύτερους φίλους μας, με τους οποίους μεγαλώσαμε μαζί. Δεν χαθήκαμε ποτέ κι ας λείπω πολλά χρόνια.
Και κάτι ίσως αναπόφευκτο. Ως οικονομολόγος και ως κάτοικος Αμερικής, πώς βλέπεις τα πράγματα γύρω από την Ελλάδα με την οικονομία και τα υπόλοιπα; Είμαστε πάλι στο κέντρο του ενδιαφέροντος όλου του κόσμου. Πιο κέντρο δεν γίνεται! Είμαστε καλοί στο να τραβάμε την προσοχή – στα καλά και στα δύσκολα. Κάπως, κάποτε, ίσως καταλάβουμε ότι δεν υπάρχει λόγος να είμαστε «δυτικοί» (όπως προσπαθούσαμε να γίνουμε στον προηγούμενο αιώνα) και επίσης, ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην είμαστε μαζί με την «Δύση». Η διαφορετικότητα δεν σημαίνει ασυμβίβαστο ή μη συνύπαρξη. Τώρα, το ασφυκτικό επεισόδιο που παίζεται αυτές τις εβδομάδες είναι περισσότερο πολιτικό παρά οικονομικό. Πιστεύω, πάντως, ότι η Ελλάδα θα μείνει στην Ευρωζώνη.
Το
Hotel Living κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις
εκδόσεις Λιβάνη. Περισσότερες πληροφορίες:
hotellivingbook.com