ΒΙΒΛΙΟ : ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Ο Τζόναθαν Κόου δεν διαβάζει ποτέ ξανά τα βιβλία του

Μια αναγκαία εισαγωγή, ως παρένθεση, πριν το δια ταύτα: Στις 29 Απριλίου του 2023, σχεδόν έναν ολοστρόγγυλο χρόνο πρωτύτερα, πραγματοποίησα τη συνέντευξη του Τζόναθαν Κόου που διαβάζετε σήμερα. Ήμουν πανευτυχής. Επρόκειτο για την πρώτη συνέντευξη που κάναμε δια ζώσης, με τον συγγραφέα του «Τι Ωραίο Πλιάτσικο» (εκδόσεις Πόλις, μετάφραση Τρισεύγενη Παπαιωάννου). Τι συνέβη, όμως, και δεν δημοσιεύτηκε εδώ και 12 μήνες; Είχα εισέλθει στον κυκεώνα της προετοιμασίας για τις προεδρικές εκλογές στην Τουρκία (στις 14 Μαίου). Σε λίγες ημέρες, όντως πετούσα στην Κωνσταντινούπολη κι από εκεί μετέβαινα στην Άγκυρα. Πόσες φορές έχω ωστόσο απομαγνητοφωνήσει συνεντεύξεις σε αεροδρόμια, αεροπλάνα, τρένα, ταξί ή και ξενοδοχεία, για να είμαι συνεπής; Τι συνέβη ετούτη τη φορά;

Η συζήτηση με τον κορυφαίο βραβευμένο βρετανό συγγραφέα είχε αφορμή την έκδοση (από τις εκδόσεις «Πόλις») ενός από τα πλέον αριστοτεχνικά δομημένα και γραμμένα βιβλία που έχουν γραφτεί τα τελευταία χρόνια, το «Bournville – Το διαιρεμένο βασίλειο», σε μετάφραση της Άλκηστις Τριμπέρη, όπου ο βρετανός μετρ της μυθοπλασίας και της γραφής, με τη γνώριμη άνεση, ευφυία και δεξιοτεχνία, παντρεύει την βιογραφία της μητέρας του, που πέθανε από κορονοϊό, το 2020, με την ιστορία του Ηνωμένου Βασιλείου και της σοκολατοβιομηχανίας Cadbury («Ακόμη τρώω τις σοκολάτες της, αλλά δεν έχουν τη νοστιμιά που είχαν παλιά», παραδέχτηκε κάποια στιγμή της κουβέντας μας). Οι τρεις ιστορίες, από το 1945 και την ενθρόνιση της Ελισάβετ, έως το Brexit και τα lockdown, «τρέχουν» παράλληλα, μπαινοβγαίνοντας η μία μέσα στην άλλη, κατά τρόπο συναρπαστικό κι αδιάρρηκτο.

Η συνάντηση με τον Κόου, στο καφενείο κεντρικού αθηναϊκού ξενοδοχείου, την ηλιόλουστη -αν η μνήμη μου δεν με απατά- ημέρα του Απρίλη, ξεκίνησε από ένα κοινό  βίωμα-τραύμα: και οι δύο, μέσα στην πανδημία, χάσαμε έναν γονιό από κορονοϊό. Η διαφορά στις δύο περιπτώσεις είναι ότι η μητέρα του δεν πήγε ποτέ σε νοσοκομείο. Πέθανε σπίτι της.

Αυτή η επώδυνη «εισαγωγή» αποδείχθηκε η ψυχολογική «αλυσίδα» που επί ένα χρόνο δεν επέτρεπε να πατηθεί το κουμπί για την απομαγνητοφώνηση της συνομιλίας μας.

Πατήθηκε σήμερα, που οι πολύτιμες εκδόσεις Πόλις, του Νίκου Γκιώνη, κλείνουν αισίως τα 30 χρόνια τους. Απόψε, στις 19.00, στο πλαίσιο του εορτασμού της επετείου, στο βιβλιοπωλείο Επί Λέξει (Ακαδημίας 32) θα μιλήσουν για τον Τζόναθαν Κόου και τον συγγραφικό κόσμο του η Άλκηστις Τριμπέρη, ο Αιμίλιος Χαρμπής και η Μικέλα Χαρτουλάρη.

Ακολουθεί μέρος από τη συζήτηση που είχα το προνόμιο να κάνω με τον Κόου, τον Απρίλη του 2023. Είναι ο λόγος που πρέπει να διαβαστεί αυστηρά μέσα στο context της χρονιάς – το αιματοκύλισμα στη Μέση Ανατολή δεν υπήρχε τότε ούτε ως υπόνοια στον ορίζοντά μας.

Πιστεύετε, κύριε Κόου, ότι μετά το σοκ του κορονοϊού, των θανάτων, της καραντίνας, της διακοπής κάθε κοινωνικότητας, της τηλεργασίας κ.ο.κ. δημιουργήθηκε ένα κενό, ένα χάσμα στις κοινωνίες και τις λειτουργίες τους, ή τελικά επανακάμψαμε και πλέον ξαναπιάσαμε το νήμα από εκεί που βρισκόμασταν πριν την πανδημία; Τείνω αυτό τον καιρό να βλέπω τα πράγματα μέσα από το πρίσμα των γενεών. Όσον αφορά στη δική μου γενιά, αυτό που με εκπλήσσει είναι το πόσο γρήγορα επιστρέψαμε στην κανονικότητα. Πόσο ισχυρή ήταν η επιθυμία για αυτή την επιστροφή. Αφού εμβολιαστήκαμε, γυρίσαμε στα αεροπλάνα, στα τρένα, και η ζωή στο Λονδίνο, τουλάχιστον, επέστρεψε στην κανονικότητα. Ψυχολογικά δεν γνωρίζω πώς έχουμε επηρεαστεί από τον κορονοϊό. Χάσαμε τους γονείς μας. Είναι σοβαρό. Αλλά για την κόρη σου και για τις κόρες μου, ο κορονοϊός και οι συνέπειές του είχαν μεγάλη επίδραση. Οι δύο κόρες μου έπρεπε να αφήσουν τα πανεπιστήμια που φοιτούσαν και να επιστρέψουν σπίτι. Έξι μήνες ζούσαν στη μιζέρια και  την ανησυχία ότι αν κολλήσουν και μας το μεταδώσουν, θα πεθάνουμε. Αυτή η νέα γενιά είναι πολύ ανήσυχη ούτως ή άλλως, για την οικονομική ανασφάλεια, την κλιματική αλλαγή.

Το συναισθηματικό-ψυχολογικό σκέλος της απώλειας της μητέρας σας μπορέσατε να το διαχειριστείτε από την πρώτη στιγμή ή αυτό κατακτήθηκε μέσα από τη διαδικασία της συγγραφής της ιστορίας της, εκ παραλλήλου με του Ηνωμένου Βασιλείου; Με ποιο τρόπο διαχειριστήκατε την απώλεια και το πένθος; Ως συγγραφές ή ως άτομο;

Και τα δύο. Η δυσκολία που έχει να διαχειριστεί ένας συγγραφέας την απώλεια είναι πολύ μικρότερη από ενός ατόμου. Ο θάνατος των γονιών σου είναι από τα δυσκολότερα πράγματα στη ζωή. Αλλά, υπό μία έννοια, θεωρώ ότι ήμουνα τυχερός που ως συγγραφέας είχα τη δυνατότητα να γράψω αυτό το βιβλίο.

Πώς το εννοείτε; Με βοήθησε να επεξεργαστώ τη θλίψη μου. Αν δεν είχα αυτή την επιλογή ως συγγραφέας, ο θάνατος της μητέρας μου θα ήταν πιο δύσκολος.

Ως συγγραφέας έχετε πειθαρχία; Διαφορετικά, δεν θα μπορούσατε να τιθασεύσετε και συναισθήματα και τα ετερογενή «υλικά» του βιβλίου; Δεν έχω ως άνθρωπος πολλά ταλέντα. Σε πολλά πράγματα είμαι ιδιαιτέρως κακός.

Όπως; Σε πρακτικά ζητήματα της καθημερινότητας. Δεν έχω το ταλέντο της διαβίωσης. Αντί για αυτό, διαθέτω ταλέντο για να γράφω. Μερικές φορές εύχομαι να ίσχυε το ανάποδο. Για κάποιο λόγο, διαθέτω ένα μυαλό που μπορεί να συγγράφει μυθιστορήματα. Η πειθαρχία σε αυτό είναι εγγενής, εσωτερική, πνευματική. Μπορώ να χτίσω τη δομή ενός βιβλίου σαν το «Bournville» μέσα  στο μυαλό μου, να το κουβαλάω μαζί μου, χωρίς να γράφω ιδιαιτέρως κάτι, δεν κρατώ πολλές σημειώσεις για τα βιβλία μου. Στο μεταξύ, τα τζάμια ξεκολλούν από το μπάνιο μου και δεν μπορώ να κάνω τίποτα για αυτό. Κερδίζεις κάτι, χάνεις κάτι άλλο.

Αναφέρατε ότι προσαρμόζεστε με έναν τρόπο στην απόλαυση του αναγνώστη και στις ανάγκες του μεταφραστή σας. Δηλαδή; Ξέρετε, νομίζω ότι είμαι τυχερός, όπως και η μεταφράστριά μου, η Άλκηστις, γιατί το γράψιμο που μου αρέσει ως αναγνώστη είναι το απλό. Δεν βρίσκω το νόημα των μυθιστορημάτων που είναι γραμμένα με ποιητική γλώσσα. Ο περισσότερος κόσμος διαβάζει τα μυθιστορήματα γρήγορα. Δεν διαβάζει κάθε πρόταση για να θαυμάσει τις λέξεις που επιλέχθηκαν από τον συγγραφέα. Διαβάζει γιατί θέλει να ανακαλύψει τι ακολουθεί μετά και να εξοικειωθεί με τους χαρακτήρες, βιώνοντας μια συναισθηματική αντίδραση. Αυτή είναι η απόλαυση της λογοτεχνίας. Σε μακροσκελή βιβλία όπως το «Πόλεμος και Ειρήνη» ή ο Προυστ, δεν μπορείς να απολαμβάνεις κάθε φράση όπως σε ένα ποίημα. Ένα κομπλιμέντο που τους κάνουν είναι «συμπάθησα τον χαρακτήρα σου» ή «είχα αγωνία πώς θα τελειώσει». Όχι, «η μεταφορά σου ήταν όμορφη» ή «το άρθρο που επέλεξες ήταν πολύ καλή επιλογή». Αυτά είναι ζητήματα που δεν με ενδιαφέρουν ως συγγραφέα.

Στην περίπτωση που τα βιβλία σας δεν είχαν την αποδοχή που έχουν, θα τα γράφατε διαφορετικά προκειμένου να την κερδίσετε; Όχι, γιατί δεν παίρνω απόλαυση από τα βιβλία μου. Αντλώ ικανοποίηση. Αλλά δεν μπορώ να τα διαβάσω όπως εσείς ή οποιοσδήποτε άλλος.

Δεν ξαναδιαβάζετε τα βιβλία σας; ‘Οχι. Αυτό που κάνεις αν επιστρέψεις στο βιβλίο που έγραψες, είναι να αναζητήσεις πιθανά λάθη. Είναι παράξενο. Ενώ ακούω τη μουσική που συνθέτω για την απόλαυσή μου, δεν διαβάζω ποτέ τα βιβλία μου.

Οι γονείς σας ασκούσαν κριτική σε αυτά; Αυτολογοκριθήκατε ποτέ για να μην τους δυσαρεστήσετε; Ο πατέρας μου, που ήταν πιο αυστηρός, ποτέ δεν περιόρισε την αυτονομία και την ανεξαρτησία μου ως συγγραφέα. Μπορεί να ασκούσε κριτική στα γραπτά μου, αλλά δεν το έκανε ποτέ ενώπιόν μου.

Η μητέρα σας; Με ρωτούσε μόνο αν τα βιβλία μου θα έχουν happy ending.

Επομένως, την απογοητεύατε; Ολίγον. Νομίζω ότι η ανησυχία της ήταν ότι αν έγραφα ένα θλιμμένο βιβλίο, ήμουνα κι εγώ στην ίδια ψυχική κατάσταση, θλιμμένος. Έβλεπε τα βιβλία ως ένα είδος ψυχογραφήματός μου. Της άρεσαν και διάβαζε αστυνομικά και ρομάντζα. Πριν πολλά χρόνια είχα γράψει μια βιογραφία για τον πειραματικό συγγραφέα των 60s, B. S. Johnson, που είχε μια πολύ δύσκολη, θλιμμένη ζωή και αυτοκτόνησε. Ένα πολύ μεγάλο βιβλίο, που δεν έχει μεταφραστεί στην Ελλάδα. Έδωσα στη μητέρα μου ένα αντίγραφο και της είπα «Αυτό δουλεύω, είναι το νέο μου βιβλίο, σε αναφέρω, θα σου δείξω τη σελίδα». Διάβασε τη σύνοψη και είπε «Δεν θα το διαβάσω. Δεν μου αρέσουν οι άνθρωποι με ψυχολογικά ζητήματα». Αυτές τις εκφράσεις χρησιμοποίησε. Η μητέρα μου ζούσε επιφανειακά μια πολύ ευτυχισμένη ζωή και ποτέ δεν εισχωρούσε στο βάθος των πραγμάτων. Γι’ αυτό, παρότι πολύ καλή μουσικός, ποτέ δεν έγινε επαγγελματίας και δεν το συζήτησε σοβαρά να γίνει. Δεν θα μπορούσε να εισχωρήσει βαθιά σε ένα μουσικό έργο.

Ποια απώλεια είναι μεγαλύτερη στην περίπτωση των γονιών; Δεν ξέρω. Νομίζω το  χειρότερο είναι να χάνεις τον δεύτερο γονιό σου. Ο πατέρας μου πέθανε 10 χρόνια νωρίτερα. Ένα από τα πράγματα που βοήθησε  εμένα και τον αδελφό μου να διαχειριστούμε τη θλίψη μας, ήταν το ότι με την απώλειά του μας ανέθεσε μια δουλειά. Να φροντίζουμε τη μητέρα μας. Ήταν παντρεμένη μαζί του 50 χρόνια. Ανακαλύψαμε με τον αδελφό μου ότι, παρότι πρακτικός άνθρωπος, ποτέ στη ζωή της δεν είχε χρησιμοποιήσει ένα ΑΤΜ. Δεν ήξερε. Θρηνήσαμε την απώλεια του πατέρα μου, αλλά εστιάσαμε στη μητέρα μας. Όταν χαθούνε και οι δύο γονείς δεν είναι εύκολο. Αν και είναι απελευθερωτικό. Και μετά το «Bournville», δεν θα γράψω για αυτό το κομμάτι της ζωής μου ποτέ ξανά. Ούτε για το Μπέρμινγχαμ. Η μαμά μου ήταν η τελευταία επαφή μου με αυτό. Όποτε επιστρέφω, νιώθω απολύτως ξένος.

Αναφέρατε ότι το επόμενο βιβλίο σας θα είναι  για τον Τζέρεμι Κόρμπιν. Σοβαρολογούσατε; Όχι. Για ποιο λόγο να γράψω ένα βιβλίο για τον Τζέρεμι Κόρμπιν;

Δεν έχει ενδιαφέρον ως λογοτεχνικός χαρακτήρας; Φυσικά κι έχει. Αλλά δεν είναι υποκείμενο για κάποιο από τα βιβλία μου.

Αμέσως μόλις ολοκληρώνετε ένα βιβλίο, ξεκινάτε να δουλεύετε το νέο; Χρειάζεται 3-4, ίσως 6 μήνες, ώσπου μια νέα ιδέα να ξεκινήσει να αποκτά μορφή. Έχω τώρα μια ιδέα, δουλεύω τη δομή. Συνήθως τα πρώτα κεφάλαια του βιβλίου θα απορριφθούν αργότερα.

Στα βιβλία σας υπάρχει πάρα πολλή μουσική. Συνθέτετε από νέος. Η συγγραφή μπορεί τελικά να έκλεψε ένα ταλέντο από τη μουσική; Έφτασε μια στιγμή  που έπρεπε να πάρω μια απόφαση. Ήμουνα 25 ετών και ήθελα να γίνω και συγγραφέας και μουσικός. Δεν είχα αποφασίσει μεταξύ των δύο. 

Και τι συνέβη; Αυτό που συνέβη είναι ότι εξέδωσα ένα μυθιστόρημα, την ίδια εποχή που αναζητούσα να κλείσω ένα μουσικό συμβόλαιο. Δεν τα κατάφερα. Είχα όμως βρει εκδότη. Ήταν τόσο απλό. Το προφανές ήταν να γράψω ακόμη ένα βιβλίο.

Ήταν, μπορείτε να πείτε σήμερα, η σωστή εντέλει επιλογή; Ήταν η σωστή, για  έναν λόγο. Δεν έχω το σωστό ταπεραμέντο για να γίνω μουσικός.

Ποιο είναι το ταπεραμέντο σας; Η Άλκηστις Τριμπέρη υποστηρίζει ότι είστε ο ίδιος άνθρωπος με τα βιβλία που διαβάζουμε. Επομένως;  Με πολύ απλά λόγια, είμαι εσωστρεφής άνθρωπος. Κι αυτό είναι εξαιρετικό ταπεραμέντο για έναν συγγραφέα, πιστεύω. Γιατί όλη η διαδικασία της κατασκευής ενός βιβλίου είναι εσωτερική. Δεν μιλάς σε κανέναν για αυτή. Εγώ δεν μιλώ σε κανέναν όσο γράφω.

Ποτέ; Ποτέ! Καμιά φορά, αν δεν είμαι βέβαιος ότι το βιβλίο λειτουργεί, το μοιράζομαι με φίλους και ίσως ανταλλάσσουμε και μέιλ. Αλλά δεν μιλάμε.

Οι φίλοι είναι επίσης συγγραφείς; Κάποιοι. Αλλά είναι όλοι τους καλοί αναγνώστες. Δεν είμαι ένας κλασικός συνθέτης, αλλά είμαι αρκετά καλός να παίζω ποπ μουσική και λίγη τζαζ. Όμως, η μουσική δεν είναι καλή για τους εσωστρεφείς, καθώς ως μουσικός πρέπει να συνεργάζεσαι με άλλους συνεχώς. Η δημιουργία, στην περίπτωσή μου, είτε πρόκειται για τη συγγραφή, είτε για τη μουσική, είναι μια εντελώς ιδιωτική υπόθεση. Και μου αρέσει ως έχει.

Ακούτε τις συνθέσεις σας, όταν γράφετε; Δεν ακούω μουσική όταν γράφω πλέον. Το έκανα στο παρελθόν. Σήμερα με αποσπάει. Υπάρχει μουσική παντού στις μέρες μας. Ακόμη και στο ασανσέρ. Για μένα, πια, δεν υπάρχει η μουσική ως «χαλί», στο φόντο. Πρέπει να είναι στο κέντρο, όταν την ακούω.

Έχετε εκφράσει την άποψη ότι στο μέλλον θα υπάρχουν όλες οι κατηγορίες-υποκατηγορίες συγγραφέων στο πλαίσιο της συμπεριληπτικότητας. Αυτό δεν διασφαλίζει πάντως ότι τα βιβλία που θα γράφονται θα είναι και καλά, παρότι θα εξασφαλίζεται η πολιτική ορθότητα. Και το να συνεχίσουν να γράφουν βιβλία ετεροφυλόφιλοι λευκοί άνδρες δεν εγγυάται ότι θα γράφονται καλά βιβλία.

Στα βιβλία σας δίνετε φωνή στου πάντες; Ζούμε σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία και πρέπει. Δεν απολογούμαι πάντως για το «Bournville», όταν λέω ότι είναι ένα μυθιστόρημα για μια λευκή μεσοαστική οικογένεια. Υπάρχουν κι άλλες ιστορίες που πρέπει να τις πουν άλλοι συγγραφείς, που τις γνωρίζουν και τις έχουν ζήσει.

Στο μεταξύ, πέρασε η επιδημία του κορονοϊού και πέθανε η Βασίλισσα Ελισάβετ, που διαπερνά με ένα τρόπο το «Bournville- Το διαιρεμένο βασίλειο». Τι συμβόλιζε για τη χώρα; Η βρετανική κοινωνία, όπως δείχνω και στο βιβλίο, έχει αλλάξει πολύ τα τελευταία 70 χρόνια, αν και υπήρχε όλο αυτό το διάστημα κάτι σταθερό: η Βασίλισσα Ελισάβετ. Η Ελισάβετ Β’ εκπροσωπούσε στη χώρα τη συνέχεια. Είναι ο μόνος τρόπος για να εξηγήσω στον εαυτό μου τις απίστευτες εικόνες που είδαμε στον δρόμο όταν πέθανε, με κόσμο αποφασισμένο να περιμένει στην ουρά και 24 ώρες για τον τελευταίο αποχαιρετισμό. Οι Βρετανοί, όπως προσπάθησα κιόλας να δείξω στο βιβλίο, είναι ένας νοσταλγικός λαός από πολλές απόψεις. Υιοθέτησε κοινωνικές αλλαγές, αλλά για κάποιους, το να αποχαιρετάς τη βασίλισσα ήταν σαν να λες τον τελευταίο αποχαιρετισμό και στη νεότητά σου.

Η βρετανική κοινωνία εξελισσόμενη από τον Τσόρτσιλ κατέληξε να ψηφίζει Brexit και τον Μπόρις Τζόνσον και τελικά να αποδέχεται τον Ρίσι Σούνακ. Αν έπρεπε να επιλέξω μεταξύ του Τζόνσον και του Σούνακ, η επιλογή θα ήταν αναπόφευκτη! Με την ψήφο υπέρ του Brexit, το 2016, στοιχεία της βρετανικής κοινωνίας που προτιμούσαμε να αγνοούμε, ξαφνικά έγιναν πολύ ορατά. Και ειδικότερα η ξενοφοβία. Η συντηρητική παράταξη των Τόρις είναι εξαιρετικά κυνική. Συνέλαβε αυτή την αντιμεταναστευτική τάση και είπε καλώς, προς τα εκεί φυσάει ο άνεμος, εκεί θα πάμε κι εμείς. Δεν ήταν δύσκολο. Το κόμμα ακολουθεί σκληρή γραμμή για τη μετανάστευση τα τελευταία χρόνια, όλοι οι ηγέτες του υπήρξαν μέρος αυτής, από την Μέι και τον Τζόνσον, ως την Τρας και τον Σούνακ. Νομίζουν ότι για να ικανοποιήσουν όσους ψήφισαν Brexit πρέπει να είναι σκληροί με τους μετανάστες.

Κι ο νυν πρωθυπουργός, Ρίσι Σούνακ, αναδίδει ρατσισμό. Δεν ξέρω αν είναι ρατσισμός ή πολιτικός οπορτουνισμός.

Θα διορθωθεί κάτι, πιστεύετε; Θα ήταν λύση το κόμμα των Εργατικών; Θεωρώ ότι το σημερινό κόμμα των Εργατικών θα ήταν καλύτερο από τους Συντηρητικούς. Αν και όχι τέλειο. Αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι πόσο απελπισμένοι είμαστε κάποιοι να απαλλαγούμε από ένα κόμμα που κυβερνώντας έχει ερημώσει τη χώρα τα τελευταία 13 χρόνια (σ.σ: η συνέντευξη δόθηκε το 2023). Σχεδόν οτιδήποτε εκτός από αυτό θα ήταν καλύτερο. Οι Εργατικοί με τον Στάρμερ δεν είναι ιδιαιτέρως αριστεροί αλλά, πείτε με αφελή, έχουν περισσότερη αξιοπρέπεια από την παρούσα κυβέρνηση. Παραμένει πάντως πολύ περίεργη η κατάσταση με το Brexit στη χώρα. Ήταν ένας τρόπος να πει ένας κόσμος στον Ντέιβιντ Κάμερον, στην κυβέρνηση, στο κατεστημένο, «fuck you!», «Δεν μας αρέσει η ζωή μας, όπως είναι τα τελευταία χρόνια». «Ψηφίζουμε Brexit γιατί είναι ριζοσπαστικό και διαφορετικό». Αλλά ήταν μια στιγμιαία έκρηξη απελπισίας. Όμως, αυτό που δεν εξηγήθηκε στον κόσμο είναι ότι με το να κάνει αυτή τη δήλωση βάζει μπροστά μια χωρίς προηγούμενο περιπλεγμένη διαδικασία εξόδου από την  Ε.Ε. Οι συνέπειες ήταν τεράστιες και δύσκολες, και τις βιώνουμε ακόμα σε πολλούς τομείς. Η Βρετανία ήδη πάλευε με  οικονομικές και πολιτικές δυσκολίες, και τώρα δημιουργήσαμε νέες. Δεν θεωρώ πάντως ότι υπάρχει νοσταλγία για τη βρετανική αυτοκρατορία πίσω από την επιλογή του Brexit. Είναι κάτι πιο θολό. Η νοσταλγία αφορά στο βρετανικό μεγαλείο. Πιστεύω ότι υπάρχει το γενικό αίσθημα ότι η ιστορία της αυτοκρατορίας δεν είναι κάτι για το οποίο μπορούμε να υπερηφανευόμαστε. Σίγουρα υπάρχουν πολλά στοιχεία για να ντρέπεσαι αναφορικά με αυτό το κομμάτι της ιστορίας. Αυτό δεν διαταράσσει το αίσθημα ότι είμαστε ξεχωριστοί, με έναν τρόπο. Δεν θεραπεύει την βρετανική «εξαίρεση». Εν μέρει, για αυτό τον λόγο γράφω ένα βιβλίο για τη μυθολογία που χτίστηκε γύρω από τον  Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, που παραμένει ισχυρή και στη δική μου γενιά, με τη φιγούρα του Τσόρτσιλ να διατηρεί την ιδιάζουσα εμβληματικότητά της.

Οφείλουμε στο «Bournville», μεταξύ άλλων, το ότι μαθαίνουμε κάποιες από τις ιστορικές ομιλίες του. Δεν τις γνώριζα ούτε εγώ προηγουμένως. Όπως οτιδήποτε άλλο στην πρόσφατη βρετανική ιστορία, ο Τσόρτσιλ είναι μύθος. Και αν διαβάσεις τις ομιλίες του, κόντρα στη μυθολογία που τον εμφανίζει ως σπουδαίο βρετανό ρήτορα, βρίσκεσαι ενώπιον κάποιων αρκετά επίπεδων και βαρετών ομιλιών. Η πραγματικότητα δεν είναι ποτέ τόσο συναρπαστική όσο ο μύθος. Αυτή είναι, πιστεύω, η μεγάλη πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι Βρετανοί και ειδικά αυτή τη στιγμή. Πρέπει να εστιάσουμε στην πραγματικότητα και όχι στη μυθολογία. Και στην καμπάνια υπέρ του Brexit υπήρχε πολλή μυθολογία. Κι ο κόσμος επέλεξε τον μύθο, τελικά.

Οι κοσμογονικές γεωπολιτικές αλλαγές, που συντελούνται διεθνώς, τι θα φέρουν; Δεν ξέρω να απαντήσω. Το μόνο που μπορώ είναι να εκφράσω την αγωνία μου για την επόμενη γενιά, και ειδικότερα την επόμενη γενιά Ευρωπαίων, γιατί δεν θα είναι εκείνοι που θα κινήσουν τις αλλαγές. Οι μεγάλες αλλαγές στον πλανήτη θα προέλθουν έξω από την Ευρώπη. Αλλά ακόμη και για μεγάλες οικονομικές και πολιτικές δυνάμεις, όπως η Κίνα, η Βραζιλία και η Ινδία, η κλιματική αλλαγή θα είναι κάτι έξω από τον έλεγχό τους. Κι αυτό το ζήτημα θα είναι ο κινητήρας στην παγκόσμια ιστορία, τον επόμενο αιώνα.

Τι οδήγησε στο γκρέμισμα της Ευρώπης, που αποτελούσε την εγγυήτρια δύναμη βασικών αξιών; Με την τεχνητή νοημοσύνη δεν ξέρουμε πού μπορούν να οδηγηθούν χώρες και κοινωνίες και ποιος θα βάλει ένα stop όταν θα πρέπει. Η Ευρώπη έγινε αυτό που είναι σήμερα γιατί η ιστορία κάνει κύκλους. Κάθε αυτοκρατορία έχει το ζενίθ και το ναδίρ της. Και η Ευρώπη είχε μια σπουδαία περίοδο επιρροής τα τελευταία 2000 χρόνια, αλλά τα πράγματα αλλάζουν. Η Ευρώπη αισθάνεται σαν μια γηραιά ήπειρο πλέον, σε παρακμή. Αυτός είναι ο τρόπος που η παγκόσμια ιστορία λειτουργεί. Κι ο Μακρόν, αντί να είναι ένας πολιτικός ηγέτης όπως ο Τσόρτσιλ, είναι ένας τεχνοκράτης, ένας μάνατζερ, όπως ο Ρίσι Σούνακ. Και το μόνο που μπορούν να κάνουν αυτοί οι ηγέτες είναι να ελέγξουν τις σχέσεις μεταξύ των εταιριών και των τραπεζών.

Αλήθεια, έχετε διαβάσει κάποιον έλληνα συγγραφέα; Δεν σας έχω ρωτήσει ποτέ. Έχω διαβάσει τον Καζαντζάκη. Ποιον άλλο μου προτείνετε;

Ιωάννα Κλεφτόγιαννη

Share
Published by
Ιωάννα Κλεφτόγιαννη