Κάθε φράση του Φώτη Θαλασσινού θα μπορούσε να είναι και ο τίτλος αυτής της συνέντευξης

Αρθρογραφεί κάθε Σάββατο στην PopagandaΈχει γράψει ήδη 9 βιβλία. Το τελευταίο του, Λεπτές Ισορροπίες, κυκλοφορεί από τις οδός Πανός. Του αρέσει να γράφει θα το καταλάβετε και εσείς με τις απαντήσεις του σε κάθε ερώτηση που του στέλναμε. 

Απαντάει για όλα. Τα βιβλία, τη λογοτεχνία, την Κω, την πρόοδο, τη συντήρηση, τη γραφή, τα μοντέρνα γκέτο, τους ομοφυλόφιλους, την ομοφυλοφιλία, το ρατσισμό, τα καφενεία, την αγάπη, την Αθήνα, τη λογοκρισία, την ακροδεξιά, το θάνατο. Σε μια συνέντευξη που είναι κοντά στις 4.000 λέξεις, ο πρόλογος, νομίζω είναι περιττός. 

Θα μπορούσες μήπως να μου περιγράψεις την καθημερινότητά σου σε σχέση με το γράψιμο; Νομίζω είναι από τα βασικά πράγματα που πρέπει να ξέρει κάποιος για σένα πριν ανοίξει το βιβλίο. Κάπως μοιάζει σαν να γράφεις για να υπάρχεις ή υπάρχεις για να γράφεις.  Γράφω εικοσιτέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο. Ακόμη και όταν δεν γράφω, γράφω. Πιο πολύ οι αισθήσεις μου λειτουργούν σαν παγίδες σπάνιου βιωματικού υλικού. Υλικό το οποίο εμφιλοχωρεί στην φαντασία μου, με ηδονίζει και πάντα καταλήγει με κάποιο τρόπο να είναι συνυφασμένο με μελλοντικές συγγραφικές μου εμπνεύσεις. Γράφω για να υπάρχω. Υπάρχω για να γράφω. Είναι και τα δύο σωστά. Ας πάρουμε την πρώτη διατύπωση. Γράφω για να υπάρχω. Σκέψου ότι βρίσκομαι σε ένα  μικρό  νησί της Ελλάδας. Στην Κω. Όταν ζω, δεν ζω ολόκληρος. Είναι λίγο δύσκολα τα πράγματα εδώ. Οι συμπολίτες μου ασχολούνται το καλοκαίρι με τον τουρισμό και τις δουλειές στα μεγάλα ξενοδοχεία.  Ζούνε σαν λίγο μονότροπα… μονόπαντα. Έχουνε πάνω κάτω τις ίδιες ανησυχίες, όμοιες φιλοδοξίες, ποθούν τα ίδια πράγματα. Έχουν την ίδια καταναλωτική συμπεριφορά. Τους περισσότερους δεν τους ενδιαφέρουν οι τέχνες και ακόμη πιο πέρα δεν πιστεύουν πως ένας καλλιτέχνης μπορεί να κουράζεται μέχρι εξαντλήσεως. Καταλαβαίνεις ήδη πως δεν μένει και πολύς χώρος για να εκφράσω την εργώδη πλευρά του βίου μου. Κανείς δεν μπορεί να καταλάβει τον κόπο μου. Ο συνομιλητής μου έχει εκ των προτέρων απαλείψει τη δυσκολία που αναλογεί σε κάθε πνευματικό έργο και έχει λόγω της απόλυτης χρησιμοθηρίας του απαξιώσει όλα τα τεχνουργήματα απ’ τις ιδιότητες τους να προσπορίζουν πνευματικά οφέλη στον όποιο φιλότεχνο. Όλες αυτές οι αδιάσειστες πεποιθήσεις του περίγυρου μου  με αποκλείουν από πολλές συζητήσεις.  Για τον μέσο υλιστή Κώο, ο πολιτισμός είναι ατμός. Δεν κατακάθεται πουθενά. Σε καμιά ψυχή. Σκέψου και την ομοφοβική προκατάληψη ή τον στιγματισμό του ψυχικά πάσχοντος . Είμαι ομοφυλόφιλος και πάσχω από οριακή διαταραχή προσωπικότητας. Έχω γράψει γι’ αυτά τα πράγματα. Όλοι οι συντοπίτες μου τα γνωρίζουν. Αν τα έβγαζα στο τραπέζι των καφενειακών μου συζητήσεων θα εξαφανίζονταν οι συνομιλητές μου. Οι άντρες φοβούνται τη συζήτηση με έναν ομοφυλόφιλο γιατί ο ομοφυλόφιλος θα μιλήσει  για τους άντρες της ζωής του και εκεί για τον άλλο, τον straight, υπάρχει η ψευδαίσθηση ότι θα έρθει στην δύσκολη θέση  να  αμφισβητηθεί απ’ τα αρσενικά της δικής μου ζωής. Ο μόνος τρόπος για να υπάρξω ολοκληρωτικά σαν αλλοπρόσαλλη προσωπικότητα είναι μέσα στις καλειδοσκοπικές μου γραπτές αφηγήσεις. Πάντως όταν έρχομαι στην Αθήνα, σίγουρα υπάρχω ανάμεσα στους άλλους σε πιο ικανοποιητικό βαθμό. Πάμε τώρα στην άλλη διατύπωση. Υπάρχω για να γράφω. Ναι , μετουσιώνω την καθημερινή μου δράση σε πηγή έμπνευσης για τις ιστορίες μου. Εκεί -στο γράψιμο-  βρίσκω τη μαγεία που διαλανθάνει την προσοχή μου τις ώρες της κοινωνικής μου ζωής. Αν ερμηνεύσω το ερώτημα σου αλλιώς , θα σου πω πως υπάρχω για να γράφω μοιραία. Ο Θεός και ο Σατανάς με επέλεξαν, αναγνωρίζοντας την έμφυτη κλίση μου στη συγγραφή, να ζω πράγματα θαυμαστά , τη ζωή ενός αλαφροΐσκιωτου, ενός αλχημιστή, και να μεταστοιχειώνω τις εμπειρίες μου σε σοφίες,  μεγεθύνοντας το βάθος τους και την έκταση τους. Υπάρχω λοιπόν για να γράφω από κλίση αλλά και από υπερβατική κλήση.

«Οι άντρες φοβούνται τη συζήτηση με έναν ομοφυλόφιλο γιατί ο ομοφυλόφιλος θα μιλήσει  για τους άντρες της ζωής του και εκεί για τον άλλο , τον straight, υπάρχει η ψευδαίσθηση ότι θα έρθει στην δύσκολη θέση  να  αμφισβητηθεί απ’ τα αρσενικά της δικής μου ζωής.»  Πάνω σε αυτό που λες, έχουμε δει πολλά παραδείγματα στην τέχνη πάνω στο φόβο και την αντίδραση στη διαφορετικότητα. Πέρα από αυτό και στην καθημερινότητά μας θεωρούμε ότι έχουμε προχωρήσει στην αποδοχή της. Συμβαίνει όμως αυτό; Μήπως είναι μια σύμβαση που έχουν δεχτεί κάποιοι προοδευτικοί άνθρωποι ώστε να ζουν καλύτερα στο συννεφάκι πάνω που λέει ότι ο κόσμος «πάει μπροστά»; Δεν συμβαίνει σε καμιά περίπτωση. Οι “προοδευτικοί” ζουν μεταξύ τους και γι’ αυτό δεν μπορούν να πουν και κάτι σοβαρό πέρα από ανεδαφικά φληναφήματα τους. Γιατί δεν βλέπουν πέρα απ’ την σέχτα τους. Η δική μου παρέα είναι κατά βάση λαϊκή.  Αφουγκράζομαι τις κακίες των ανθρώπων μου που προσπαθούν επιμελώς να τις κρύψουν και πάντα τους διαφεύγουν στις γλωσσικές τους παραδρομές (lapsus linguae). Ξέρεις , έχω σαν προσωπικό μου όραμα να μπορέσω με όλες μου τις δυνάμεις να γίνω μέλος μιας παρέας ανθρώπων που ο ένας θα σέβεται τον άλλο και θα μπορεί να τον ακούει χωρίς την χρήση ευφημισμών. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί ο πορνογραφικός λόγος έχει εξοβελιστεί.  Είναι ο μόνος που μπορεί να αποδώσει την καύλα των ανθρώπων. Να μας κάνει όλους ορατούς σε μια συζήτηση για τις προσωπικές μας ζωές.   Μέχρι τώρα, έχω βιώσει -την ώρα που εμφανίζομαι-  κάτι σιωπηλές απομακρύνσεις απ’ την ομήγυρη στο καφέ που συχνάζω. Έμπαινα σ’ ένα ακροδεξιό σάιτ για πολύ καιρό. Μόνο και μόνο για να σφυγμομετρώ  στα σχόλια κάτω από κάθε άρθρο το μέγεθος του μίσους της ετεροκανονικής κοινωνίας προς τα μέλη της LGBQTI+ κοινότητας. Είναι εκπληκτικό!  Η ρητορική μίσους στην Ελλάδα θυμίζει κοινωνίες Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν.  Το γκέτο μας χαλυβδώνεται και το όνειρο της συμπερίληψης απομακρύνεται. Η κοινότητα κάνει ένα λάθος. Απαντά εξίσου με ρητορική μίσους και κραυγαλέες επιτηδευμένες εμφανίσεις μελών της. Έτσι δεν λύνεται τίποτα. Βγαίνουν μπροστά άτομα που είχαν δοσοληψίες με παραβατικές πλευρές της νύχτας. Δεν μπορεί η φιλοδοξία  του κάθε παραβατικού να ξεπερνάει το διακύβευμα της αξιοπρέπειας μας. Δηλαδή δεν μετράει τί κάνουμε μια ζωή μέχρι να φτάσουμε κάπου;  Όλοι  γνωρίζουμε τον δρόμο προς την κορυφή. Και την ποθούν πολλοί ομοφυλόφιλοι αυτή την κορυφή. Ο αυτοπροσδιορισμός είναι καλός για την ενδυνάμωση ενός ανθρώπου, δεν ξέρω αν είναι καλός για τον εγωισμό του. Γιατί όταν ακούς ότι η ομοφυλοφιλία είναι συνώνυμη της διαφορετικότητας και η διαφορετικότητα νοείται μόνο ως κάτι εξαιρετικό, ο άλλος παίρνει φορά και παρεκτρέπεται. Γίνεται γραφικός, προκλητικός.  Η βαρβαρότητα και η βία  εναντίον μας αυξάνονται,   η εκκλησία απαντά μέσα απ’ τα “ιδρυτικά”, “θεόπνευστα”  κείμενα του  δόγματος της και απελευθερώνει τον δημόσιο λόγο όσων εναντιώνονται στην ίδια μας την ύπαρξη, η Χρυσή Αυγή και οι αδερφικές της οργανώσεις μας πιέζουν ασφυκτικά.  Το μίσος είναι πολύ μεγαλύτερο απ’ ότι ήταν στην ηλικία των είκοσι μου χρόνων. Μιλάμε πως έχουν περάσει δυο δεκαετίες. Δεν ξέρω, πιο παλιά πίστευα διάφορα. Ότι έχει ανοίξει ο δρόμος για την στήριξη μας, γιατί απλά η αγορά θέλει να μας αξιοποιήσει σαν μια νέα μεγάλη καταναλωτική δύναμη. Άλλοτε πίστευα ότι ο προσηλυτισμός στα πολλά φύλα γίνεται για την δραστική μείωση του πληθυσμού της Γης. Δεν μπορώ να στηρίξω αυτές τις εικασίες και δεν θα ήθελα ο αναγνώστης να σταθεί σ’ αυτές.  Μερικές φορές οι gay αντιτίθενται στις στερεοτυπικές δομές μιας κοινωνίας. Η πατριαρχία δεν πιέζει τις γυναίκες και τους ομοφυλόφιλους μόνο. Πιέζει και τους ετεροφυλόφιλους άντρες. Δεν είναι όλοι αυτοί οι άντρες έτοιμοι να επωμιστούν αυτά που προσμένουν οι δικοί τους από εκείνους. Μερικά πράγματα νομίζω δεν μπορούν να είναι εντελώς άναρχα. Δίχως γέφυρες, ειδικές κατασκευές επικοινωνίας, θα ήμασταν βυθισμένοι σ’ έναν αυτιστικό ναρκισσισμό. Η πειθαρχία είναι καλή στο βαθμό που λειτουργεί σαν αντηρίδα για το χάος που εποφθαλμιά για να μας καταπιεί. Δεν θα ήθελα με τίποτα να ψωνίζω σε διαφορετικά ράφια από τους υπόλοιπους ανθρώπους. Είμαι ένας απ’ αυτούς. Δεν μ’ αρέσει να με περιορίζουν σε μια κωλοτρυπίδα κι έναν πούτσο. Προς αποφυγή παρερμηνεύσεων, να σου πω πως θεωρώ και το σύγχρονο μοντέλο του κόσμου προϊόν τέτοιων προσηλυτισμών, επιτελέσεων, τροπισμών, δυναμικών. Είναι αυτό που λέω… πως γεννιόμαστε χωρίς να έχουμε το δικαίωμα να επιλέξουμε για τα περισσότερα πράγματα που απαρτίζουν την ύπαρξη μας.  Οι δομές , οι τελετές ωρίμανσης και ενηλικίωσης προϋπάρχουν της γέννησης μας. Σου απαντώ σφαιρικά για το που πρέπει να φτάσουμε, για τα εγκλήματα της κοινωνίας μας και για την λάθος στρατηγική κατά περιπτώσεις της LGBQTI+ κοινότητας. Χρειάζεται να αναλύσω όλα αυτά για να καταλάβουμε γιατί ως κοινωνία παραμένουμε στάσιμοι στην αποστροφή του διαφορετικού.

Παρ’ όλα αυτά σαν κοινωνία δεν σ’ έχουμε εκτελέσει ακόμα (sic). Σε αυτή την κοινωνία έχεις εκδώσει 9 βιβλία μέχρι τώρα, αν δεν κάνω λάθος. Ναι, δεν με έχετε εκτελέσει. Καταρχήν εσύ είσαι μαζί μας και γι’ αυτό σου παραχωρώ και αυτή τη συνέντευξη. Το κράξιμο μου το έφαγα κι εγώ και είχα για πολύ καιρό ενοχές για τη ζωή που έκανα. Μεγάλωσα σε μια οικογένεια καθωσπρεπισμού, λευκών κούτελων και με πολύ πατροπαράδοτες έως θρησκευτικές αρχές  και αξίες. Οποιαδήποτε απόκλιση από τον κανόνα ήταν απορριπτέα. Κυκλοφόρησα στα εικοσιπέντε μου το πρώτο μου βιβλίο και ήδη απ’ αυτό ήθελα να μιλήσω για ανθρώπους που δεν είχαν το δημόσιο βήμα που μου δινόταν εξαιτίας της ενασχόλησης μου με την τέχνη. Μέσα μου είχαν φυτέψει ένα δικαστήριο τύπου ιεράς εξέτασης. Πάντοτε υπήρχε μια ενδογενής λογοκριτική τάση γι’ αυτά που εξέθετα στα βιβλία μου. Και πάντοτε έκανα αγώνα να ξεπεράσω αυτή την τάση γιατί πίστευα ότι μέσα απ’ τις ιστορίες μου θα βοηθούσα τον κόσμο να καταλάβει πως όλα είναι ανθρώπινα. Στα πρώτα βιβλία μου, πίστεψε με, αυτές οι εσωτερικές μου μάχες ήταν εξαιρετικά ψυχοφθόρες και επώδυνες. Αφού επέζησα, έγινα πολύ δυνατός.  Αλλά και πάλι έχω, όχι φοβίες, κάποια  ήρεμη επίγνωση ότι ίσως κάποια στιγμή ξεσηκώσω αντιδράσεις από ρατσιστές. Στο τελευταίο μου βιβλίο Λεπτές Ισορροπίες, που κυκλοφόρησε πρόσφατα απ’ τις εκδόσεις Οδός Πανός, υπάρχει μια ερωτική ιστορία με πρωταγωνιστές δέκα gay άντρες και ισάριθμα αρσενικά μέλη ενός υποτιθέμενου ελληνικού ακροδεξιού κόμματος. Για αρκετό καιρό προσευχόμουν να μην πέσει αυτό το ένατο πόνημά μου στα χέρια του Στέφανου Χίου. Είχα ιδεοληπτικού τύπου ανησυχίες ότι μετά θα το έπαιρνε η Τατιάνα Στεφανίδου και θα κακοποιούσαν τα πάντα απ’ το περιεχόμενο του. Νοήματα, πολιτικές θέσεις, όλα. Είμαι όμως, εκεί που πρέπει, πάνοπλος. Έχω φτάσει και σαράντα χρονών και οι αγωνίες του παρελθόντος έχουν γίνει πείσμα για συνέχιση του προσωπικού μου αγώνα.

 Στο τελευταίο βιβλίο, λογοκρίθηκες πουθενά;  Από τον εαυτό σου αν λογοκρίθηκες. Όχι, δεν λογοκρίθηκα ποτέ.  Ούτε απ’ τον εαυτό μου. Αυτό που σου λέω είναι ότι πάντα τα κατάφερνα.  Θυσίαζα την ψυχική μου ισορροπία για να αφήσω απείραχτο οποιοδήποτε υλικό αλίευα απ’ τα βάθη  του υποσυνείδητού μου.  Ό,τι ενέτασσα στις αφηγήσεις μου, παρέμενε ακέραιο σ’ αυτές, ανεξαρτήτως των ψυχικών μου πόνων απ’ εκείνες τις πρώτες φορές που ένιωθα έκθετος δραματικότερα  απ’ ότι συνέβαινε στην πραγματικότητα. Για τις Λεπτές Ισορροπίες είχε κάποια στιγμή γραφτεί μια πολύ σοβαρή και θετική κριτική από έναν γνωστό κριτικό βιβλίου. Μιλούσε για το βιβλίο μου πολύ υπαινικτικά. Ήταν βέβαια ένα εξαιρετικό κείμενο. Αλλά σαν να ήθελε να αποκρύψει σκηνές απ’ όσα ανέπτυσσα μέσα στις ιστορίες μου. Υπάρχει μια ιστορία μου όπου σαφώς τάσσομαι υπέρ του ήρωα Κωνσταντίνου Κατσίφα. Αργότερα έμαθα απ’ τον εκδότη μου ότι αυτό κυρίως το κείμενο, αλλά και άλλα πράγματα που έγραφα, για τους περισσότερους ήταν ελευθεριακά. Είτε με την έννοια του αντισυμβατικού ή με την άλλη, την ταυτόσημη της σεξουαλικής ασυδοσίας. Υπήρξε λοιπόν αυτό το  παράξενο περιστατικό. Κι αυτό για να διατηρήσει το σάιτ που φιλοξένησε το εν λόγω κείμενο την δύναμη του ως προπαγανδιστής συγκεκριμένης πολιτικής ιδεολογίας. Είμαι εναντίον οποιασδήποτε μορφής λογοκρισίας. Δεν συμφωνώ με τις λογοκριτικές τάσεις του Facebook και τους νέους κανόνες να μην γίνονται αναδημοσιεύσεις άρθρων από  ακροδεξιά σάιτ της Ελλάδας στα προφίλ του. Αργότερα θα δημιουργηθεί η ανάγκη για μεγαλύτερη λογοκριτική ασφυξία.  Ο λογοκριτής νοιάζεται για την δύναμη του και την βελτιστοποίηση αυτής. Επιβάλει την άποψη του χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι ακόμη και η κατακριτέα διαφορετική άποψη τον κρατά μακριά απ’ την προσομοίωση απ’ την πλευρά του χαρακτηριστικών που ανήκουν σε ολοκληρωτικές δομές. Για ‘μένα είναι πιο σημαντικό να δουλέψουμε όλοι μαζί στην καθημερινότητα προς την κατεύθυνση της ελαχιστοποίησης των ποσοστών της ακροδεξιάς.

Πώς μπορεί να γίνει το τελευταίο που λες; Δεν πρέπει πάντως να απαγορεύεις. Όταν επιτίθεσαι στον άλλο, ο άλλος συσπειρώνεται στην ακραία πολιτική του ομάδα.  Η αλλαγή των πραγμάτων έρχεται με την ανεκτικότητα, τον διάλογο και την αγάπη. Δεν χρειάζεται αυτός ο διαγκωνισμός με τους άλλους για την υπεροχή των ιδεών μου. Οι ιδέες δεν είναι για να τις συγκρίνουμε με τις αλλότριες τους. Είναι για να τις βάζουμε όλες σε μια ωσμωτική διαδικασία απ’ την οποία θα προκύψουν άλλα αρμονικότερα πράγματα.   Οι άνθρωποι πρέπει να σταματήσουν τους διαχωρισμούς και την ερμηνεία των αντιθέσεων με εριστικές συνδηλώσεις. Μορφωμένος- αμόρφωτος, έξυπνος-χαζός, αριστερός-δεξιός, γέρος-νέος. Καταρχήν δεν υπάρχει κανένας μανιχαϊσμός. Αυτός ανήκει ολοκληρωτικά στη σφαίρα του παραλόγου. Ανάμεσα στα άκρα υπάρχει ένα ολόκληρο εύρος άλλων ιδεολογιών πιο μετριοπαθών και πιο φιλειρηνικών. Ξέρω πως με την αγάπη και την θρέψη της φιλοπεριέργειας μας μπορούμε να φτάσουμε στο σημείο επιτέλους να εξετάζουμε κάθε άνθρωπο κατά περίπτωση. Η ισοπεδωτική θέαση μιας ομάδας ανθρώπων μας στερεί το πλησίασμα στο κάθε μέλος της. Ας ανοίξουμε λίγο περισσότερο τις καρδιές μας. Και να λέμε αλήθειες. Για μένα οι ακραίοι δεν ξέρουν πως αυτά που στηρίζουν είναι ανυπόστατα. Θέλω να τους πω πως τους ταΐζουν ψέματα , έξυπνα διαλεγμένα, για να κορώνουν το θυμοειδές και το επιθυμητικό τους. Πρέπει κάποτε να βγούνε μπροστά οι διανοούμενοι αυτής της χώρας και να μιλήσουν. Χρειαζόμαστε ανεξάρτητους και καθαρούς διανοούμενους.  Ωραία τα χορηγούμενα ταξίδια αναψυχής “ένεκα” της διάδοσης του πνεύματος. Σταδιακά σε φέρνουν σε θέση εξάρτησης απ’ το κράτος και  σου στερούν βαθμούς ελευθερίας απ’ τον λόγο σου. Φτάνει πια αυτή η χρησιμοθηρία. Η προσωπολατρία επίσης. Όλοι θέλουν να γίνουν μύθοι. Ασχολούνται όλοι μ’ αυτό λες και δεν ξέρουνε πόσο αμείλικτα απομυθοποιητικοί είμαστε και θα είμαστε μαζί τους. Αυτοί που απομείναμε με χθαμαλές φιλοδοξίες.

«Ο συγγραφέας πρέπει να αποκαλύπτεται σαν πάσχων άνθρωπος γιατί τότε η αλήθεια διαπερνά το μυθοπλαστικό υλικό και πέρα απ’ την αναγνωστική ψυχαγωγία το βιβλίο αποκτά και ψυχωφελή βαρύτητα.»

Το βιβλίο μοιάζει κάπως με προσωπικό ημερολόγιο. Έχεις καθόλου την ανασφάλεια ότι μπορεί να υπάρχουν αναγνώστες που μπορεί να μην τους «ενδιαφέρεις» καθόλου; Δεν είναι προσωπικό ημερολόγιο. Υπάρχουν ιστορίες με συγκεκριμένο θέμα και ήρωες. Ίσως να δημιουργείται αυτή η αίσθηση ημερολογίου εξαιτίας των πρωτοπρόσωπων πρακτικών που χρησιμοποιώ για να αφηγηθώ.  Το βιβλίο ασχολείται με το ανθρώπινο. Την απώλεια, τον θάνατο, την πίστη, την επιρροή του εξωτερικού τοπίου στην ψυχική γεωγραφία, την εκκεντρικότητα, το σκοτάδι, τον κήπο του καλού και του κακού. Ξέρω αγαπημένους μου συγγραφείς που έγραψαν έτσι. Δεν πρόκειται για δική μου παρθενογένεση κάποιου  νέου λογοτεχνικού είδους. Και ο Κωστής Παπαγιώργης έγραψε έτσι. Ακόμη και ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης σε αρκετά του διηγήματα. Θεωρώ πως η εντιμότερη θέση που μπορεί να έχει ένας λογοτέχνης είναι  αυτή στην οποία ο ίδιος συμμετέχει σαν κεντρικός ήρωας των ιστοριών του. Γίνεται κατά κάποιον τρόπο “ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου”. Ο συγγραφέας πρέπει να αποκαλύπτεται σαν πάσχων άνθρωπος  γιατί τότε η αλήθεια διαπερνά το μυθοπλαστικό υλικό και πέρα απ’ την αναγνωστική ψυχαγωγία  το βιβλίο αποκτά και ψυχωφελή βαρύτητα. Η κυρία Διώνη Δημητριάδου έχει γράψει ” Ο Φώτης Θαλασσινός με τις ιστορίες του (προσωπικές καταγραφές του έσω τόπου) μας ανοίγει ένα παράθυρο όχι μόνον στον δικό του κόσμο αλλά ταυτόχρονα σε μια αληθινή εικόνα της ζωής, έτσι όπως σπάνια τη συναντάμε εκτεθειμένη στη λογοτεχνική γραφή. Και θέλει θάρρος (αυτή τη σπάνια ιδιότητα των ξεχωριστών ανθρώπων) προκειμένου να μπουν οι λέξεις με την πρωταρχική τους ουσία, την αυθεντική τους ειλικρίνεια, μέσα στις ιστορίες που γράφονται για να διαβαστούν από τον άγνωστο αποδέκτη/αναγνώστη. ”  Δεν έχω την ανασφάλεια που αναφέρεις. Είμαι απολύτως βέβαιος πως άνθρωποι δεν θα ενδιαφερθούν καθόλου να διαβάσουν τις αυτοδιηγητικές μου γραφές. Δεν έχω φιλοδοξίες για κάποιο πολυπληθές κοινό. Δεν γράφω fiction , ούτε ακολουθώ τον ξεπεσμό των ημερών να δίνουμε στη λογοτεχνία αποκλειστικά προδιαγραφές αφελούς blockbuster του Hollywood. Δεν φτιάχνω προϊόν.  Τη σάρκα, το αίμα θα βάλω σε σχήμα βιβλίου μεγάλου, είχε γράψει ο Καρυωτάκης και συμφωνώ απόλυτα μαζί του.

 Αν δεν θες να ενδιαφερθούν οι άνθρωποι, τότε για ποιον τα γράφεις; Είπα πως “άνθρωποι δεν θα ενδιαφερθούν καθόλου να διαβάσουν τις αυτοδιηγητικές μου γραφές”. Δεν είπα όλοι, εννοούσα κάποιους. Για τους ανθρώπους και μόνο γράφω.  Απ’ τη στιγμή που για να γράψω πρέπει να μαγέψω και να υπνωτίσω και λίγο τον εαυτό μου, έχω ήδη ξεκινήσει την συνάντηση με τους άλλους αναγνώστες. Γράφω για τους άλλους. Το έχω πάντα κατά νου την ώρα που σχηματίζω τις ιστορίες μου. Να είναι όσο πιο εξωστρεφείς γίνεται. Π.χ. μιλώντας για τον ψυχικό μου κόσμο, φροντίζω να γράψω γι’ αυτά που θα ενδιαφέρουν τον άλλο.  Τα πολύ δικά μου -που είναι νοσηρά και ζοφερά-   τα αφήνω απ’ έξω. Ή τους δίνω μια μορφή πιο οικεία προς τους αναγνώστες μου.   Απλά δεν έχω φιλοδοξίες μεγάλου κοινού. Είμαι πολύ παράξενος άνθρωπος κι απ’ αυτό δεν μπορώ και δεν θέλω να ξεφύγω. Φαντάσου πως η γραφή είναι όπως η ζωή. Στην ζωή δεν μπαίνεις σε μια παρέα και ξεκινάς το αυτιστικό σου παραλήρημα περί των απολύτως δικών σου πραγμάτων και ενδιαφερόντων. Για να υπάρξει δέσιμο με τους άλλους βρίσκεις ένα κοινό τόπο συνύπαρξης, βρίσκεις μια κοινή γλώσσα συνομιλίας.  Και μέσα απ’ αυτή την γλώσσα μπορείς τις κατάλληλες στιγμές να μιλήσεις και για τα πιο ιδιαίτερα γούστα σου. Επιμένω πως το γράψιμο είναι όπως η ζωή. Ο εγωιστικός εγκλεισμός στην αποκοτιά μας καταθλίβει. Και ο Χριστός μιλούσε με παραβολές. Δεν μπορείς να φωτίσεις κάτι χρησιμοποιώντας κρυπτογραφημένους κώδικες.

«Δεν μπορείς να χαθείς στην Κω. Βέβαια είμαι σαράντα ενός ετών και αυτά τα ζοφερά τα έχω παλέψει και έχω νικήσει. Αθροίζοντας όμως όλα τα συμβάντα των οποίων είμαι μάρτυρας πιο πολύ διαισθητικός και ενορατικός ή ακόμη και προορατικός, έρχεται και η ώρα της κόπωσης. Και αυτή την ώρα που τα λέμε είναι μια τέτοια ώρα. »

Ζεις στην Κω. Μου είναι λίγο δύσκολο να καταλάβω από αυτά που γράφεις αν το αγαπάς το νησί ή σε καταπλακώνει; Να σου πω. Το νησί είναι πανέμορφο σαν τοπίο, σαν εικόνα. Έχει μέσα στην πόλη του μνημεία από πολλές ιστορικές περιόδους.  Στην Κω ζω σαν κοσμοκαλόγερος. Όχι από επιλογή. Από πιέσεις , απωθήσεις των άλλων προς το άτομο μου. Όλα γίνονται σιωπηλά. Πηγαίνω έξι χρόνια στο ίδιο καφέ. Μιλάω με όλους αλλά αισθάνομαι ότι υπάρχει ένα όριο πιο πέρα απ’ το οποίο κανείς δεν θέλει να με γνωρίσει.  Γι’ αυτό σου είπα και πριν ότι όλα γίνονται  σιωπηλά. Τα αντιλαμβάνεσαι αλλά δεν τα ακούς. Σκέψου ότι μέσα σ’ αυτά τα έξι χρόνια δεν έκανα καμμιά φιλία. Υπάρχει πολλή ομοφοβία στην επαρχία. Πάρα πολλή. Σε πληροφορώ ότι έχω να μιλήσω σαν άνθρωπος που είναι και gay από πέρυσι τον Οκτώβριο που ήμουν στην Αθήνα. Επίσης δεν μιλάω για την συγγραφική μου ιδιότητα. Οτιδήποτε συνιστά μια διαφορετική ζωή, στο νησί είναι αφορμή για τον φθόνο να εκφραστεί και με λόγο. Προσπαθώντας να αποφύγω όλα αυτά τα τραγικά , έχω φτάσει στο σημείο να καταπλακώνομαι. Γίνομαι μέχρι και  αυτήκοος μάρτυρας -σπάνια ευτυχώς- ρατσιστικού λόγου σε συζητήσεις από πηγαδάκια παραδίπλα από εκεί που κάθομαι -σε οποιοδήποτε χώρο. Μπορεί εκεί που είμαι στη μεριά μου ήρεμος να ακούσω μια κορώνα για τους “πούστηδες”. Δεν μπορείς να χαθείς στην Κω. Βέβαια είμαι σαράντα ενός  ετών και αυτά τα ζοφερά τα έχω παλέψει και έχω νικήσει. Αθροίζοντας όμως όλα τα συμβάντα των οποίων είμαι μάρτυρας πιο πολύ διαισθητικός και ενορατικός ή ακόμη και προορατικός,  έρχεται και η ώρα της κόπωσης. Και αυτή την ώρα που τα λέμε είναι μια τέτοια ώρα. Έχω κουραστεί. Έχω κουραστεί να πηγαίνω με τα νερά τους. Και όταν κουράζομαι παύω να αγαπάω το νησί μου. Οπότε καταλαβαίνεις, την Κω την αγαπάω όσο μπορώ και κρατάω κάποια εξωτερικά πράγματα μακριά από εμένα. Αν κουραστώ απ’ την προσπάθεια, θέλω να φύγω απ’ το νησί. Και στο βιβλίο οι ιστορίες για την Κω είναι και έτσι και αλλιώς. Και πιο φωτεινές και εντελώς σκοτεινές. Θυμάμαι και απ’ το σχολείο τον διωγμό μου απ’ τις παρέες. Ήμουν ο διαφορετικός και έπρεπε να με διώχνουν για να μην νιώθουν ότι με τη πιο λοξή λογική μου υπονόμευα την παντοδυναμία της δικής τους. Αγάπησα το σκοτάδι γιατί την ημέρα είναι ο καθωσπρεπισμός.

Χωρίς να θέλω να σε προσβάλλω μοιάζεις λίγο σαν ο «τρελός του χωριού». Γιατί δεν φεύγεις για μεγαλύτερες πόλεις. Όχι, ότι δεν υπάρχει εκεί κοινωνικός ρατσισμός αλλά υπάρχει και ένας προοδευτικός πόλος να το εξισορροπεί λίγο όλο αυτό. Θα φύγω να έρθω στην Αθήνα. Τον Σεπτέμβριο.  Μετά τα είκοσι μου δεν υπήρξα ποτέ μόνιμος κάτοικος Κω. Δεν νομίζω να με κοιτάνε σαν τον τρελό του χωριού. Στην συντριπτική πλειοψηφία τους οι άνθρωποι της Κω αγνοούν -δεκαπέντε χρόνια μετά το πρώτο μου βιβλίο- ότι είμαι συγγραφέας και αρθρογραφώ.  Οι λίγοι που με διαβάζουν, κάποιοι με σέβονται απεριόριστα και κάποιοι με θεωρούν ιερόσυλο. Γιατί δεν καταλαβαίνουν τί είναι τί. Απ’ την άλλη είμαι όντως ιερόσυλος. Τα βάζω με τα χρηστά ήθη. Σε συμβολικό επίπεδο και σε πλείστες  φαντασιώσεις μου φλερτάρω με το κακό. Δεν κάνω τίποτα απ’ αυτά πράξη. Θέλω να μάθω πώς αποθηριώνονται  οι άνθρωποι και γίνονται ερήμην τους σατανιστές.  Πώς ασυνείδητα αυτομολούν στο χώρο του Εωσφόρου.   Πειραματίζομαι με τη συνείδηση, την αντίληψη μου, τις αισθήσεις μου. Με τα ανθρώπινα όρια. Αυτό που συμβαίνει με τον καθωσπρεπισμό του χωριού είναι ότι από κάποιο χρονικό διάστημα που διαμένω σ’ αυτό και μετά, επηρεάζομαι και νιώθω ενοχές για πράγματα που στην Αθήνα κυλάνε αβίαστα απ’ την σκέψη μου στο πληκτρολόγιο και την οθόνη.  Εγώ είμαι φουλ ρομαντικός που σημαίνει και μια αποκλίνουσα έως σκανδαλώδη συγγραφική προσέγγιση σε κάποια θέματα. Το βιβλίο δεν είναι πάντως ένα συμβάν. Ούτε μια πράξη. Το βιβλίο είναι το αποτύπωμα του συναισθηματικού  impact όλων των καταστάσεων της πραγματικότητας στο μυαλό του συγγραφέα. Δεν ξέρω αν με καταλαβαίνεις.  Υπάρχει ιδιαιτερότητα και διαφορετικότητα ακόμη και στον τρόπο που μεταφράζεις τα αποκηρυγμένα απ’ τους πολλούς. Άντε να τους πεις ότι υπάρχει μια ηδονή στην παραβατικότητα και την εγκληματικότητα στο βαθμό που αυτές εκφράζονται με ένα ποιητικό τρόπο από τον θύτη. Γεννιέται μια περιέργεια στον παρατηρητή του βίαιου. Και όταν ο παρατηρητής είναι και συγγραφέας μπορεί πολλές φορές να κατανοήσει τον κυνηγημένο απ’ τις διωκτικές αρχές. Οι μακελλάρηδες δεν έχουν ενσυναίσθηση. Είναι όμως άνθρωποι βαθιά και απαρέγκλιτα ταμένοι στο δικό τους παράλληλο κοσμοείδωλο. Προσπάθησα κάποτε να αποκρυπτογραφήσω τον ορισμό που δίνουν στην ομορφιά τέτοιοι παραπτωματίες . Έτερον εκάτερον βέβαια. Άλλο η λογοτεχνική προσέγγιση σ’ ένα θέμα και άλλο τελείως πράγμα η ζωή του δημιουργού. Πόσοι όμως το καταλαβαίνουν αυτό; Πόσοι καταλαβαίνουν τί είναι η τέχνη;  Πάντοτε οι καλλιτέχνες της νεορομαντικής σχολής θα νιώθουμε, θα είμαστε “καταραμένοι” και ιερόσυλοι.

Έχεις ήδη ξεκινήσει το επόμενο βιβλίο σου; Όχι, δεν έχω. Μέχρι τώρα έτρεχα λίγο να παράγω έργο γιατί  είχα μια ιδεοληψία ότι θα πεθάνω και επομένως έπρεπε να αφήσω μια καλή  συγγραφική κληρονομιά. Δεν έχω πια αυτή την αγωνία και το πιο πιθανό είναι ότι θα αργήσω πάρα πολύ να ξαναδώσω κάτι. Είμαι στο ένατο βιβλίο και θα ήμουν χαρούμενος αν περιοριζόμουν σε τρία ακόμη βιβλία. Αυτά όμως δεν τα προγραμματίζεις. Μπορεί σε δυο χρόνια να αισθανθώ έντονα την εσωτερική ανησυχία πως πρέπει να μιλήσω στον κόσμο για τις αλήθειες μου και αυτό σημαίνει ακόμη ένα βιβλίο. Δεν πιστεύω ότι θα συμβεί κάτι τέτοιο γιατί θα επικεντρώσω την προσπάθεια μου  στην αρθρογραφία μου.

Φοβάσαι το θάνατο; Όχι, δεν τον φοβάμαι! Πιστεύω πως είναι ένα πέρασμα. “Αυτό που η κάμπια νομίζει θάνατο, η ζωή το μεταμορφώνει σε πεταλούδα”, είχε πει κάποιος.  Δεν τον φοβάμαι τον θάνατο, έχω ξυλοκοπηθεί σε ληστεία στο δρόμο, έχω κάνει μια απόπειρα αυτοκτονίας, όταν αισθανθείς ότι πεθαίνεις πρέπει να αφεθείς. Για να μην αισθάνεσαι πόνο , πρέπει να μην αντιδράς σ’ αυτόν. Αλλιώς τον μεγεθύνεις και τον κάνεις ανυπόφορο.

Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Οδός Πανός.

     

Και χωρίς τον πόνο, πώς θα καταλάβουμε την αγάπη;  Ωραία ερώτηση. Αποδέχομαι τον πόνο.  Ο πόνος της απόγνωσης είναι κάτι που είναι μια μοναδική εμπειρία. Καλό είναι οι άνθρωποι να πονέσουν.   Δεν είναι καλό να υποφέρουν.  Στον πολύ πόνο τσακίζεσαι. Και δεν ξέρεις αν θα σηκωθείς πάλι. Γι’ αυτό κάποιοι άνθρωποι που έχουν διαταραχές προσωπικότητας αυτοκτονούν. Αισθάνονται , ας πούμε,   πως μια κρίση κατάθλιψης θα είναι αιώνια. Ο πόνος μας διδάσκει την ενσυναίσθηση. Ακριβή λέξη. Μαθαίνεις πράγματι να αγαπάς όταν έχεις περάσει από την ασκητική του πόνου. Γίνεσαι πιο σπλαχνικός άνθρωπος.  Ειδικά αν έχεις πονέσει για την διαφορετικότητα σου. Καταλαβαίνεις και συμπονάς και συγχρωτίζεσαι και αγαπάς τους πάντες. Ο πόνος μας διδάσκει τη συγχώρεση. Να μπορούμε να δίνουμε χώρο  στον άλλο.  Ο πόνος συνήθως φτιάχνει υπέροχους ανθρώπους. Που καταλαβαίνουν τον πόνο του καθένα και έχουν ένα τρυφερό βλέμμα για τους άλλους πονεμένους. Ο πόνος είναι ο μεγαλύτερος δάσκαλος. Σε ωθεί να αναρωτηθείς για την ύπαρξη. Μόνο αινίγματα έχει ο πόνος. Και όταν τα απαντήσεις, ξέρεις τί είναι ο άνθρωπος. Αλλά δεν θέλω να εξιδανικεύσω άλλο.

Σ’ ευχαριστώ πολύ! Κι εγώ. 

Σταύρος Διοσκουρίδης

Ο Σταύρος Διοσκουρίδης γεννήθηκε το Μάιο του 1983 στην Αθήνα. Παράλληλα με τις σπουδές του στις Πολιτικές Επιστήμες ξεκίνησε και την ενασχόληση του με τη δημοσιογραφία. Είναι από τα ιδρυτικά μέλη της Popaganda. Επίσης από το 2008 «διατηρεί» την εκπομπή Λατέρνατιβ μαζί με τον Παναγιώτη Μένεγο (08.00-10.00, Εν Λευκώ 87.7) .

Share
Published by
Σταύρος Διοσκουρίδης