Η Αόρατη Γυναίκα **1/2***
Ηνωμένο Βασίλειο, 2013, Έγχρωμο
Σκηνοθεσία: Ρέιφ Φάινς
Πρωταγωνιστούν: Ρέιφ Φάινς, Φελίσιτι Τζόουνς, Κριστίν Σκοτ Τόμας
Διάρκεια: 111’
Στη δεύτερη μεγάλου μήκους του ταινία, ο Ρέιφ Φάινς κάνει μια βόλτα στο 19ο αιώνα για να γνωρίσει στους θεατές μια ιστορία άγνωστη. Την παράνομη ερωτική σχέση του Τσαρλς Ντίκενς με μια κατά πολύ νεότερή του κοπέλα και την προσπάθεια του να κρατήσει το όνομά του (που εκείνη την περίοδο βρίσκεται στο απόγειο της δημοτικότητάς του) αλώβητο. Άνιση μα ατμοσφαιρική ταινία εποχής που απευθύνεται κυρίως στους λάτρεις της βιογραφικής ταινίας και των βικτωριανών σκηνικών.
Ο Ρέιφ Φάινς δείχνει στη σκηνοθετική του τέχνη να είναι ερωτευμένος με την αγγλική λογοτεχνία. Στο προηγούμενό του πόνημα πιάνει έναν ήρωα του Σέξπιρ και τον μεταφέρει στη σύγχρονη εποχή ενώ στην Αόρατη Γυναίκα ρομαντζάρει με γνωστότερο «λαογράφο» της βρετανικής λογοτεχνία. Και στις δύο περιπτώσεις όμως, από τη μια με τη μεταφορά της πλοκής στη σύγχρονη εποχή και στη δεύτερη περίπτωση με την απομυθοποίηση μιας ιερής αγελάδας της λογοτεχνίας, δε φαίνεται να θέλει να αφήσει τα βάθρα στα οποία έχουν στηθεί αυτές οι μορφές ακατακρήμνιστα. Αυτό που δείχνει να τον ενδιαφέρει, προς το παρόν, μέσα από τις επιλογές του είναι το πώς αυτό το εξιδανικευμένο παρελθόν διαλέγεται με το παρόν.
Ο Ντίκενς (τον οποίο και υποδύεται ο ίδιος ο Φάινς) παρουσιάζεται όχι ως ένας διανοούμενος με κοινωνικής φύσεως ευαισθησίες. Ναι, τον ενδιαφέρουν τα κατώτερα στρώματα και τα πονάει, έζησε την αδικία και τη μίσησε, μα άπαξ και καθιερώθηκε ως όνομα στα στεγανά της εποχής του, πιο πολύ τον ενδιαφέρει να μην κηλιδωθεί το στάτους του. Άρα δεν μιλάμε για μια αναμάρτητη αυθεντία, μα για έναν άνθρωπο με τα σφάλματά του, παρά την όποια διαφορά μπόρεσε να επιτύχει με τα έργα του.
Αποκαθηλωμένος, λοιπόν, έρχεται σε πλήρη αντιπαράθεση με τη νεαρή «μούσα» του, Νέλι, που αρνείται να υποταχθεί στις συμβάσεις της κοινωνίας και να δεχτεί ό, τι της επιβάλλεται από αυτήν, όπως και να παραδοθεί άκριτα στον «ασφαλή» έρωτα που της προσφέρει ακέραιο αυτή η γιγάντια μορφή της εποχής της. Κατά μια έννοια, λοιπόν, αν και αποκαθηλώνει τον ίδιο τον Ντίκενς, ταυτόχρονα είναι ως έργο ντικενσικό στην ουσία του. Δεν το ενδιαφέρουν οι μεγάλες μορφές, μα οι αντιήρωες που κοντράρουν τα «πρέπει» και μέσα από αυτό αναδεικνύονται σε γνήσιους ήρωες. Ένα παράδοξο αν μη τι άλλο έξυπνο, αν σκεφτούμε την ταυτόχρονη εικονοκλασία και τον φόρο τιμής.
Περίφημα μέχρι στιγμής στο επίπεδο του μηνύματος. Στην αναπαράσταση όμως είναι που αρχίζουν και συναντιούνται τα πρώτα προβλήματα. Όσοι ασχολείστε με την ταινία εποχής ξέρετε πως οι κορυφώσεις είναι ελάχιστες, η συγκράτηση και η ευγένεια επικρατούν, άρα δεν περιμένετε έντονη δράση. Και καλά κάνετε. Θα δείτε και κάποιος νεωτερισμούς που δείχνουν πως ο Φάινς λατρεύει την εσωτερική πάλη (τα πλάνα στην παραλία θυμίζουν μέχρι και Μπέλα Ταρ) και μια αισθητική ενίοτε πιο «ανεξάρτητη» από το δόγμα του ιδιώματος, ατμοσφαιρική και υπόγεια. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι δύσκολο, γι’ αρχή, να καθορίσουμε αν τελικά ο κεντρικός ήρωας είναι ο Ντίκενς ή η Νέλι. Είναι δηλαδή ξεκάθαρα μια καταραμένη βιογραφία ή μια ταινία υμνητική προς τον επαναστάτη;
Το «διάβασμα», επιπλέον, στο οποίο πιθανώς να οδηγήσει η ταινία, το οποίο θα στοχεύει στην περαιτέρω εμβάθυνση και επακόλουθα κατανόηση της εποχής, των ηθών και των εθίμων, των αντίστοιχων περσόνων και ούτω καθεξής, δεν το «σφραγίζει», δεν ερεθίζει τόσο πολύ την περιέργεια για έρευνα όσο για την τυφλή παραδοχή των όσων φαίνονται πρωτοεπίπεδα. Μια στοιχειώδης γνωριμία με την ουσία του έργου του Ντίκενς και των συγκαιρινών του υφίσταται, μα δεν πρέπει να υπάρχει και ένα δεύτερο επίπεδο;
Επιπλέον, η ψυχογράφηση του ίδιου του Ντίκενς, οι αιτίες που -παρά τη δυνατότητα που έχει να αφήσει τα πάντα να καούν και να ακολουθήσει τη φλόγα του- υποτάσσεται στον καθωσπρεπισμό δε διευκρινίζονται πλήρως, κάτι το οποίο θα έπρεπε να εξεταστεί πιο ενδελεχώς. Αν δεν ψάξεις πως τρώει τους «δυνατούς» το σαράκι της δημόσιας γνώμης εδώ, τότε που; Αν και οι ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστών είναι, άνευ αντιρρήσεως, φανταστικές, το μεταξύ τους ειδύλλιο, αν αναλογιστούμε πως πατάει στην αλήθεια και όχι στη μυθοπλασία, χτίζεται αρκετά γρήγορα και μη ρεαλιστικά, με άμεσο αποτέλεσμα να φαίνεται σε σημεία επιτηδευμένο και όχι καίριο στοιχείο.
Όσοι δεν είστε στη φάση, αγνοήστε, στο πρώτο δεκάλεπτο σας έχει πάρει ο ύπνος. Και όχι τίποτα άλλο, θα σας ξυπνάνε μια στο τόσο τα εφιαλτικά κρεσέντα των εγχόρδων. Οι υπόλοιποι θα παραμιλάτε για καιρό με το ταλέντο αυτού του ανθρώπου να απεικονίζει με τέτοιο τρόπο μια μακρινή εποχή. Εμένα επιτρέψτε μου να σταθώ κάπου στο ενδιάμεσο και να περιμένω την επόμενή του δημιουργία.