Categories: ΣΙΝΕΜΑ

Επί 60 χρόνια ο γλυκός μας, ο Godzilla, καταστρέφει ό,τι βρίσκει στο διάβα του

Όταν σκέφτεσαι Godzilla, το μυαλό σου πηγαίνει αυτομάτως σε κάτι καταστροφικό, γιγάντιο κι αναπόφευκτο, σαν μια φυσική καταστροφή ή ακόμη πιο εύστοχα μια καταστροφή δημιουργημένη από τον ίδιο τον άνθρωπο (κλισέ). Και αν ανατρέξεις στην πρώτη, γνήσια ταινία με το συμπαθές τέρας,που κλείνει τα εξήντα χρόνια ζωής, θα διαπιστώσεις πως το ένστικτό σου είναι πέρα για πέρα αληθινό: Γιατί ο Godzilla είναι μια πανέξυπνα καμωμένη μπηχτή προς την αυτοκαταστροφική φύση του ανθρώπου. Η ταινία των γιαπωνέζικων στούντιο Toho, ήταν μια χαρτογράφηση της συλλογικής συνείδησης του ιαπωνικού λαού, που έβγαινε από το Β’Παγκόσμιο Πόλεμο, ίσως με το χειρότερο τρόπο από κάθε άλλη χώρα: Ως θύμα της επίδειξης δύναμης των Αμερικανών και των δυο ατομικών βομβών σε Χιροσίμα και Ναγκασάκι. Η στιγμή που σημάδεψε τον ψυχισμό μιας ολόκληρης χώρας -κι επομένως και της κουλτούρας της έκτοτε- για πάντα. Επίσης, το 1954 προστέθηκε στη λίστα το περιστατικό με το S.S Lucky Dragon 5, ένα ψαράδικο, τα 23 μέλη του οποίου εκτέθηκαν σε ραδιενέργεια, όταν βρέθηκαν στην ατόλλη Bikini, όπου οι Αμερικανοί δοκίμαζαν τη βόμβα υδρογόνου των 15 μεγατόνων, περίπου 750 φορές δυνατότερη από τις δυο ατομικές. Κι αυτό ήταν το έναυσμα για να κυκλοφορήσει το φιλμ την ίδια χρονιά, το οποίο μάλιστα ξεκινάει δείχνοντας ένα μικρό ψαράδικο να τυλίγεται στις φλόγες, πράγμα διόλου μα διόλου τυχαίο.

Προτού βέβαια γίνει ποπ φαινόμενο, και πολύ πριν το Hollywood μπήξει τα χρυσοφόρα νύχια του στο franchise, το φιλμ του Ishiro Gonda με το γνήσιο τίτλο Gojira, όπως τον αποκαλούν οι Ιάπωνες -μια σύντμηση των λέξεων gorira (ゴリラ, «γορίλας»), και kujira (鯨(クジラ), «φάλαινα»)- χρησιμοποιεί με πολύ δυνατό και χωρίς ντροπές τη μεταφορά που πλέον όλοι γνωρίζουν: Το τέρας είναι τόσο φανταστικό κι εξωπραγματικό, όπως εξωπραγματικό είναι και το να ισοπεδώνεις πόλεις και χωριά με μια μόνο βόμβα. Είναι μια κραυγή αγωνίας και διαμαρτυρίας πάνω στο όριο της ανθρώπινης διαμάχης, των συγκρούσεων και της ολοκληρωτικής καταστροφής, που είναι πανταχού παρούσα, ακόμη και σε ειρηνικούς καιρούς. Το αντιπολεμικό μήνυμα δεν ήταν ποτέ τόσο σουρεαλιστικό, όσο και δυνατό, μέσα από αυτή την ταινία. Και βέβαια, τα επακόλουθα ερωτήματα είναι πολλά, όπως πρέπει να κάνει μια ταινία που διαμαρτύρεται κι αγωνίζεται για κάτι: Ποια θα είναι η στιγμή που η φύση θα αντεπιτεθεί και θα χτυπήσει με μανία τους ανθρώπους; Πότε αυτά που φτιάχνουμε για να μας προστατεύουν θα γίνουν οι ίδιοι μας οι τάφοι; Και πότε θα μάθουμε να μην μπλέκουμε τη δύναμη με την επιβολή της επάνω στον άλλο, όπως ανεπιτυχώς πήγε να πράξει ο Ψυχρός Πόλεμος, με τη νοοτροπία «έχω περισσότερα καταστροφικά όπλα από σένα». 

Η πρώιμη και ωμή ενέργεια που απελευθερώνει η βόμβα υδρογόνου στην ταινία, είναι ο Godzilla. Οι μνήμες στην Ιαπωνία σίγουρα πρέπει να ήρθαν πίσω -εάν είχαν φύγει και ποτέ- βλέποντας το Τόκιο σαν μια «καιόμενη» θάλασσα, ό,τι άφησε πίσω του το τέρας. Πιθανότατα, κι επειδή πρόκειται για πολύ κοντά στο πραγματικό γεγονός, να έχουμε την πιο πιστή συναισθηματικά αναπαράσταση του τρόμου των βομβαρδισμών της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι. Ο Godzilla της πρώτης ταινίας είναι κάθε άλλο συμπαθητικός -τουλάχιστον στο ξεκίνημα- όπως συμβαίνει στις περισσότερες από τις τριάντα ταινίες που έχουν κυκλοφορήσει συνολικά, αλλά δεν μπορείς επίσης να τον κατατάξεις στην κατηγορία του «κακού». Είναι το κεντρικό σημείο μιας αντιπολεμικής ιστορίας. Είναι ο ίδιος ο πόλεμος και οι συνέπειές του ταυτόχρονα. Μετά το πέρασμά του από την πόλη, αυτό που βλέπουμε είναι οι διαλυμένοι σωματικά και ψυχικά επιζώντες: Καταστροφές, και η απελπισία του πυρηνικού χτυπήματος, συνοψίζονται σε μερικές μόνο εικόνες: Όταν το τέρας μολύνει με ραδιενέργεια ένα μικρό παιδάκι, ή όταν διαλύεται συθέμελα η πόλη. Κτίρια, άνθρωποι, τρένα, αυτοκίνητα, τα πάντα σε ένα αποπνικτικό και συναισθηματικά βαρύ σκηνικό. Σε αυτό συμβάλλει τα μέγιστα και το τρομερό soundtrack του Akira Ifukube, του κλασικού συνθέτη που σύνδεσε το όνομά του με το Godzilla και τις επακόλουθες ταινίες με αυτόν. Χάρη σε κομμάτια όπως αυτό:

Είναι μια πολύ ιδιαίτερη μείξη της ποπ κουλτούρας των monster movies, King Kong (1933) ή The Beast from 20,000 Fathoms (1953) -με το τελευταίο επίσης να πραγματεύεται το ίδιο πράγμα με το Godzilla, με ένα βαρύ, βίαιο, ωμό, ξεκάθαρο και καθαρτικό μήνυμα. Υπάρχουν αμέτρητες ταινίες που υποδηλώνουν τον ψυχισμό της Ιαπωνίας μετά τον πόλεμο, όπως η αριστουργηματική Άρπα της Βιρμανίας (The Burmese Harp, 1956) του Kon Ichikawa ή η τριλογία του Masaki Kobayashi με τίτλο The Human Condition (1959-1961), όμως ο Gojira, το έκανε με έναν πολύ εμφατικό και συνάμα πιο προσιτό για όλους τρόπο, λόγω των ποπ καταβολών του. Η εξυπνάδα της φαίνεται κι από το οξύ κοινωνικό σχόλιο πάνω στην πυρηνική κλιμάκωση: Για να νικηθεί το τέρας-προϊόν του ανθρώπου, θα πρέπει να φτιάξουμε κάτι δυνατότερο, όπως και γίνεται στην ταινία, με τη μηχανή Oxygen Destroyer, που «λυγίζει» το γιγαντιαίο πλάσμα, το οποίο στο τέλος του βλέπουμε με άλλο «μάτι», περισσότερο ως συνέπεια παρά ως αιτία του προβλήματος.

Το φιλμ ως δημιουργία παρουσιάζει επίσης μεγάλο ενδιαφέρον, κυρίως λόγω των πολύ περιορισμένων οπτικών εφέ της εποχής, που καθιστούσαν τη δημιουργία ενός πελώριου τέρατος από δύσκολη έως αδύνατη. Το stop-motion που ήταν η τεχνική της εποχής, όπως τη δόξασε ο μαέστρος του είδους, Ray Harryhausen, ήταν μια ρεαλιστική προοπτική, αλλά θα καθυστερούσε πολύ την κυκλοφορία, οπότε συνδύασαν με τη χρήση στολής και τη δημιουργία μικρών σετ. Το τέρας ήταν φτιαγμένο από κυριολεκτικά ό,τι ήταν διαθέσιμο: Μπαμπού, πανιά, σύρματα, χαρτί, όλα πολύ βασικά υλικά. Ο ηθοποιός Haruo Nakajima ήταν ο «τυχερός» που θα έμπαινε στη στολή, κι άλλες δέκα φορές μετά απ’αυτό. Το τυχερός μπορεί να ειδωθεί με πολλούς τρόπους, μιας και ο ίδιος είπε αργότερα σε συνέντευξή του, ότι μέσα στη στολή, η θερμοκρασία άγγιζε τους 60 βαθμούς Κελσίου (σ.σ τα γυρίσματα έγιναν καλοκαίρι). Αλλά δε το μετάνιωσε ποτέ. 

Η κυκλοφορία της στην Ιαπωνία έγινε στις 3 Νοέμβρη 1954, με περίπου 10 εκατομμύρια θεατές να προσέρχονται στις αίθουσες, ένα εντυπωσιακότατο ρεκόρ για την εποχή. Οι κριτικοί ήταν πολύ πιο σκληροί βέβαια, θεωρώντας το αρκετά ποπ και αφελές, όμως με τον καιρό «μαλάκωσε» η στάση τους και τώρα η ταινία αφού «έχτισε» μια ολόκληρη κινηματογραφική κατηγορία στην Ιαπωνία -τις ταινίες kaiju, όλα εκείνα τα φιλμ με πρωταγωνιστές διάσημα τέρατα, όπως οι Mothra, Rodan, Gamera, King Ghidorrah και βέβαια το Godzilla, πλέον στέκεται αγέρωχα σαν τον πρωταγωνιστή της πλάι σε αριστουργήματα της εποχής, όπως τα Επτά Σαμουραϊ, Harakiri και Ikiru κι άλλες μεγάλες ταινίες του Ιαπωνικού σινεμά. 

Κώστας Χανδρινός