Είναι ένας από τους πλέον σημαντικούς σύγχρονους Έλληνες συγγραφείς. Στα μυθιστορήματά του οι πρωταγωνιστές του αποκόπτονται σταδιακά από τον περίγυρό τους και παρατηρούν τη σωματική και ηθική τους υπόσταση να διαλύεται, μέσα από μία αφηγηματική κλιμάκωση που οδηγεί στο σασπένς. Βασισμένος σε μία μονίμως κλειστοφοβική ατμόσφαιρα, σκιαγραφεί ένα κλυδωνιζόμενο κόσμο όπου κυριαρχεί το παράλογο, την ίδια στιγμή που η λογική πασχίζει μάταια να αντισταθεί. Συνήθως οι ήρωές του είναι απλοί άνθρωποι στους οποίους η καθημερινότητα παίζει άσχημα παιχνίδια, αποστερώντας τους από βεβαιότητες που θεωρούνταν δεδομένες… Καλώς ήρθατε στον κόσμο του Δημήτρη Σωτάκη!
Κύριε Σωτάκη, ο Ορχάν Παμούκ είχε πει κάποτε: «Τη συγγραφή μυθιστορημάτων δεν την αντιλαμβάνομαι ως μία δουλειά, αισθάνομαι περισσότερο σαν ένα μικρό παιδί που παίζει συνέχεια με τα παιχνίδια του». Υπάρχει κάποιος κίνδυνος σε ένα τέτοιο παιχνίδι; Τι διακινδυνεύετε γράφοντας; Θεωρώ ότι ο κίνδυνος προκύπτει από την ίδια τη φύση της λογοτεχνίας. Όσο γράφει κανείς, όσο «παίζει», όπως υποστηρίζει ο Παμούκ, τόσο περισσότερο ξεγυμνώνεται μπροστά στους αναγνώστες. Και με το πέρασμα του χρόνου, αυτό το διανοητικό ξεγύμνωμα είναι τόσο έντονο, σε σημείο που έρχεται μια μεγάλη κόπωση και από τις δύο πλευρές. Για αυτό ακριβώς, ο συγγραφέας οφείλει να είναι όσο πιο ευέλικτος μπορεί, να τρυπώνει από διαφορετικές χαραμάδες στο μυαλό των ανθρώπων. Διαφορετικά το παιχνίδι μοιάζει, πλέον, προβλέψιμο και χωρίς καμία έκπληξη.
Τα μυθιστορήματά σας είναι πάντοτε προσεκτικά δομημένα. Καταστρώνετε την πλοκή σας από την αρχή στην κάθε λεπτομέρεια ή έχετε μία γενική ιδέα και ξεκινάτε να γράφετε αυτοσχεδιάζοντας; Στην πραγματικότητα, δεν μπορώ να γράψω λέξη, αν πρώτα το βιβλίο δεν είναι γραμμένο εξ’ ολοκλήρου στο κεφάλι μου. Σαφώς και κάποιες λεπτομέρειες ή κάποιες προσθήκες είναι μέρος της διαδικασίας, όμως αποκλείεται να ξεκινήσω ένα κείμενο στα τυφλά. Η πρώτη σημαντική παράμετρος όταν συλλαμβάνω μια ιδέα είναι η ατμόσφαιρα στην οποία θα κινηθεί το μυθιστόρημα. Η ατμόσφαιρα είναι ο πυρήνας, από κει γεννιέται ουσιαστικά όλο το βιβλίο, ακόμα και η ψυχοσύνθεση των ηρώων. Η πλοκή, άλλωστε, όπως σχεδόν πάντα, αποτελεί για μένα μια αφορμή για να ξεδιπλώσω την αρχική μου πρόθεση, η οποία βασίζεται σε μια μεγαλύτερη ιδέα. Μια ιδέα που συνήθως έχει να κάνει με τους τρόπους και τις μεθόδους που σκαρφίζεται ο άνθρωπος για να ευτυχήσει.
Όταν δηλαδή οι παράμετροι της ιστορίας σας αρχίζουν να αποκτούν ένα πιο συγκεκριμένο σχήμα στο μυαλό σας, συνήθως τι εμφανίζεται πρώτα, οι πρωταγωνιστές σας με τις ιδιαιτερότητές τους ή η ιδέα πίσω από την εξέλιξη της πλοκής; Σίγουρα η ιδέα. Οι πρωταγωνιστές εξυπηρετούν την εν λόγω ιδέα, πάνω στην οποία χτίζεται όλο το βιβλίο. Και εκεί υπάρχει μια κλιμάκωση, μια σχέση ανάμεσα στον κεντρικό ήρωα και στους υπόλοιπους, τους περιφερειακούς όπως τους αποκαλώ. Ο κεντρικός ήρωας υπηρετεί την πλοκή, δικαιώνει την βασική αρχή του βιβλίου, που σελίδα με τη σελίδα αρχίζει να αχνοδιαφαίνεται, ενώ οι υπόλοιποι λειτουργούν περισσότερο ως μαριονέτες, ως «κούκλες», εργαλεία δικά μου για να καταδείξω σαφέστερα όσα θέλω να πω.
Αλήθεια, πώς ξεκίνησε για εσάς η λογοτεχνική περιπέτεια; Υπάρχει κάτι που αισθάνεστε ότι σας καθόρισε ως συγγραφέα; Έχω την εντύπωση ότι το ισχυρότερο κομμάτι της δικής μου περιπέτειας ήταν η αφήγηση ως ένας τρόπος να δώσω το δικό μου στίγμα, τη δική μου -σταδιακά- οπτική για τον κόσμο. Ποτέ δεν προσέγγισα ακαδημαϊκά τη λογοτεχνία, χρησιμοποίησα τη γλώσσα ως ένα όπλο για να υπάρχω, για να αποκτήσω μια οντότητα μέσα απ’ αυτή την ιδιάζουσα εσωστρέφεια της γραφής. Και συνδέω αυτή τη σκέψη μου με την προηγούμενη παρατήρησή σας περί «παιχνιδιού». Αισθάνθηκα, λοιπόν, ότι ξεκίνησα να παίζω με τα δικά μου αυτοσχέδια παιχνίδια σε δημόσια θέα και αυτή η ψυχολογική συνθήκη περιέχει ομολογουμένως μια ανεκτίμητη απόλαυση.
Υπάρχει κάτι που σας αγχώνει στη διαδικασία συγγραφής ενός βιβλίου; Ποια είναι η μεγαλύτερη δυσκολία, τελικά, για έναν συγγραφέα; Ενδιαφέρουσα η ερώτησή σας, γιατί ακριβώς σε αυτό το σημείο βρίσκομαι τώρα. Στη δική μου περίπτωση, η δυσκολία είναι η επιλογή της ιδέας που θα διαχειριστώ για όσο διάστημα χρειαστεί να την αποτυπώσω στο χαρτί. Μέσα μου επικρατεί ένας χάος ιδεών, η μία πασχίζει να κερδίσει έδαφος σε σχέση με την άλλη. Ποια θα είναι, λοιπόν, εκείνη που τελικά θα επιλέξω; Αυτή η επιλογή, όσο κι αν ακούγεται υπερβολικό, μπορεί να με αδρανοποιήσει επί μήνες, μέχρι να πάρω την τελική απόφαση. Όταν μια ιδέα παγιωθεί, ύστερα όλα παίρνουν τον δρόμο τους.
Θεωρείτε ότι οι χαρακτήρες ενός μυθιστορήματος είναι, σε τελική ανάλυση, οι πτυχές της προσωπικότητας του συγγραφέα; Πόσο λεπτά είναι τα όρια ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία για έναν συγγραφέα; Είναι μάταιο να προσπαθείς να ξεφύγεις απ’ τον εαυτό σου. Ο συγγραφέας μπορεί να μην διαθέτει αναγκαστικά την ηθική των ηρώων του, όμως χωρίς δεύτερη σκέψη, οι ήρωες που δημιουργεί είναι μια αλλοιωμένη εκδοχή του ιδίου. Είναι αλήθεια ότι συχνά ξεκινάει ένα υπαρξιακό ταξίδι, το οποίο σε οδηγεί σε αλλόκοτα μονοπάτια. Αλλά με το πέρασμα του χρόνου και με την εμπειρία που αποκτάς, μπορείς να το διαχειριστείς καλύτερα.
Έχετε καταλήξει έπειτα από τόσα χρόνια εμπειρίας στο τι είναι η έμπνευση, εκείνη η μοναδική στιγμή από την οποία ξεκινούν όλα; Δεν πιστεύω στην έμπνευση. Ή, τέλος πάντων, πιστεύω ότι όταν την αναζητάς θα σε επισκεφτεί, δεν είναι ακριβώς ένα μεταφυσικό δώρο για τον δημιουργό. Η έμπνευση αποτελεί ένα σύνολο εσωτερικών διαδικασιών, μιας ενίοτε ενδόμυχης αναζήτησης, από την οποία πηγάζει τελικά μια επιθυμητή ιδέα.
Θα μπορούσατε να μας αποκαλύψετε ποιος είναι ο μεγαλύτερος μύθος για εσάς τους συγγραφείς; Σε γενικές γραμμές, τα κλισέ σπάνια επιβεβαιώνονται. Οι συγγραφείς δεν κουβαλάνε πάνω τους κάποια συγκεκριμένη ιδιότητα, δεν είναι άνθρωποι σιωπηλοί και σοφοί, που σκέφτονται στοχαστικά τη ζωή, είναι συνηθισμένοι άνθρωποι, απλοί και όχι απαραίτητα ευφυείς, με ένα όμως μοναδικό χάρισμα που τους έχει δοθεί. Και θεωρώ ότι είναι δυστύχημα όταν αυτή τους την συγγραφική εκδοχή, την «μεταφέρουν» και σε άλλες πτυχές της καθημερινής τους δραστηριότητας.
Ποιο είναι το όφελος που έχετε ως συγγραφέας σε σχέση με το πώς βλέπετε τα πράγματα στον κόσμο; Εδώ υπάρχει πράγματι κάτι ενδιαφέρον, και το θεωρώ προσωπικό κέρδος. Ποτέ δεν κρίνω, δεν λιθοβολώ συμπεριφορές ή στάσεις, δεν αναζητώ την ομορφιά ή την ασχήμια σε ένα τόπο, εν ολίγοις δεν «βαθμολογώ» τη ζωή, αντιθέτως η δουλειά μου είναι να παρατηρώ, ανθρώπους, καταστάσεις και να τα φιλτράρω όλα αυτά κάτω απ’ το δικό μου πρίσμα. Αυτό είναι ένα τεράστιο όφελος, μια ουδέτερη στάση, η οποία όμως αναδεικνύει την αλήθεια -έστω τη δική μου- με έναν ωφελιμότερο τρόπο.
Πώς βλέπετε τα πράγματα στις μέρες μας; Σας φοβίζει κάτι περισσότερο; Ποιο θεωρείτε ότι είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας σε αυτήν τη συγκυρία; Με φοβίζει το σύνηθες πρόβλημα του αυτισμού της ελληνικής κοινωνίας. Οι Έλληνες γίνονται όλο και περισσότερο εσωστρεφείς, κλεισμένοι σε ένα καβούκι, το οποίο έχει γίνει ακόμα πιο ασφυκτικό μέσα στις συνθήκες που βιώνουμε. Αυτή η εσωτερική μοναξιά γεννά τέρατα, δεν ευνοεί με κανέναν τρόπο αυτό που είμαστε. Φυσικά αναφέρομαι στον ψυχολογικό παράγοντα, γιατί αν μιλήσουμε για λειτουργικά θέματα, το πρόβλημα είναι σαφώς επίσης υπαρκτό, οι άνθρωποι δεν έχουν τη δυνατότητα να εργαστούν, να επιβιώσουν, μέσα σε αυτό το θέατρο του παραλόγου που ζούμε.
Στη μυθοπλασία σας κινείστε πάντοτε στον χώρο του παραλόγου που εκφράζει την άποψη ότι η ζωή είναι εμφύτως χωρίς νόημα. Ο κόσμος σήμερα έχει αυτήν την αίσθηση απουσίας νοήματος. Πιστεύετε ότι αυτή η απότομη ανατροπή που ζούμε σε σχέση με αυτά που ξέραμε συνάδει με τη λογική ή το παράλογο ήρθε για να μείνει στην καθημερινότητά μας; Το παράλογο αποτελεί σίγουρα μέρος της ζωής μας. Άλλωστε ό, τι αποκαλούμε ζωή, ό, τι αποτελούμε κανονικότητα είναι μια συνειδητά δομημένη συνθήκη προκειμένου να επιβιώσουμε από το χάος που δημιουργεί η ίδια μας η ύπαρξη. Το παράλογο, αν κανείς διαθέτει το χάρισμα να το διαχειριστεί σωστά, κρύβει ηδονές, εκπλήξεις, εμπεριέχει την έννοια της αλλοίωσης, του μη αυτονόητου, και όλα αυτά τα στοιχεία, εμένα τουλάχιστον, με γεμίζουν με αισιοδοξία και γαλήνη. Η λογική, αν και σαφώς οφείλει να είναι η βάση των ενεργειών μας, μπορεί κάποτε να μάς βαλτώσει, να μας οδηγήσει σε έναν αργό διανοητικό θάνατο.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν περιθώρια για μία εμπράγματη αισιοδοξία; Πάντα υπάρχουν περιθώρια για αισιοδοξία, εξαρτάται από την οπτική γωνία που βλέπει κανείς τα γεγονότα. Οι άνθρωποι είναι ικανοί για τα πάντα. Αλλά, δυστυχώς υπάρχει μέσα τους το στοιχείο της αυτοκαταστροφής, το οποίο ως ένα ύπουλο μικρόβιο δεν τους αφήνει να μεγαλουργήσουν. Ωστόσο, εγώ είμαι αισιόδοξος από τη φύση μου, πιστεύω ότι θα βρούμε τον τρόπο, όχι μόνο να επιβιώσουμε, αλλά και να ζήσουμε όπως έχουμε ονειρευτεί. Μέχρι, βέβαια, να έρθει ένα αόρατο χέρι και να τα διαλύσει όλα και πάμε πάλι απ’ την αρχή.
Η λογοτεχνία έχει τη δύναμη να αλλάξει τη ζωή μας; Οι Τέχνες μπορούν να αλλάξουν τη ζωή ενός ανθρώπου, είναι βέβαιο. Όμως αυτό απαιτεί και μια εσωτερική διαδικασία, έναν κόπο και από τον δέκτη. Ένας αναγνώστης, αν πράγματι αφεθεί ελεύθερος, αν οι αντιστάσεις του, ηθικές και κοινωνικές καμφθούν και καταφέρει εν τέλει να διαβάσει ένα λογοτεχνικό κείμενο με όλες του τις αισθήσεις, τότε ναι, μπορεί να αλλάξει τη ζωή του κι αν όχι ακριβώς να την αλλάξει, να μετατοπίσει την πορεία του, να αλλοιώσει την πραγματικότητά του. Και αυτό είναι ένα αναμφισβήτητο θαύμα.