Η διαφωνία ξεκινάει συνήθως κάπως έτσι. Μου λέει: «σοβαρά, τι σου αρέσει σε αυτές τις ταινίες;». Της λέω: «ότι δείχνουν τη ζωή, όπως ακριβώς είναι». Μου απαντάει: «δηλαδή στη ζωή είναι όλα τόσο πρώτου επιπέδου;» Της απαντάω: «όχι όλα, απλώς τα πιο σημαντικά λειτουργούν και στο πρώτο επίπεδο, πέρα απ’ όλα τα άλλα». Και κάπως έτσι συνεχίζεται στο διηνεκές η διαφωνία μας για τις ταινίες του Richard Linklater που τις φέρνει συχνά η κουβέντα, όπως γίνεται με όλα τα έργα τέχνης που σε κάποιον αρέσουν πολύ και σε κάποια καθόλου, και που τώρα τις έφερε ξανά με αφορμή το Boyhood, που είναι η καλύτερη ταινία του Linklater μέχρι σήμερα.

Είναι βέβαια αναπόφευκτο τελικά να αντιμετωπίσεις με θετική προδιάθεση το Boyhood – που συμπυκνώνει σε σχεδόν τρεις ώρες τη δωδεκάχρονη ιστορία ενηλικίωσης του μικρού πρωταγωνιστή της αλλά και την παράλληλη καθυστερημένη ωρίμανση του αιώνιου έφηβου πατέρα του (που υποδύεται ιδανικά ο Ethan Hawke) και την κάλλιο αργά παρά ποτέ δικαίωση της χειραφετημένης μεν, χτυπημένης δε από τη ζωή μάνας του (δεν είναι λίγοι όσοι μιλάνε για πιθανή υποψηφιότητα της Patricia Arquette στα Όσκαρ), σε ένα ανεπανάληπτο, βαθιά ανθρωπιστικό timelapse – ακόμη και αν το είδος του σινεμά που κάνει ο Linklater (για τους φίλους σκέτο Rick), αυτό το πλασματικό σινεμά βεριτέ, δε σε συγκινεί ιδιαίτερα. Δε χρειάζεται να είσαι φαν του για να νιώσεις ένα κάποιο δέος μπροστά στην υπερβατική διάσταση της όλης υπόθεσης, για να αντιληφθείς ότι αυτό που έκανε, μια ταινία τα γυρίσματα της οποίας διήρκεσαν δώδεκα χρόνια, είναι κάτι που δεν έχει ξαναγίνει στην ιστορία του κινηματογράφου, κάτι που αμφιβάλλω αν θα γίνει ποτέ ξανά.

Στο επίκεντρο αυτού του γενναίου, νέου κινηματογραφικού κόσμου, βρίσκεται δικαιωματικά ο Ellar Coltrane, που όταν ξεκίνησαν τα γυρίσματα ήταν 6 ετών και ενηλικιώθηκε όταν ολοκληρώθηκαν, και που μόλις πρόσφατα, τον Αύγουστο, οπότε και έκλεισε τα 20, άρχισε να συμφιλιώνεται με το προφανές. Όχι ότι έχει περάσει το μεγαλύτερο κομμάτι της μέχρι τώρα ζωής του «μέσα» σε αυτή την ταινία, αλλά με την ιδέα ότι αυτή η εμπειρία θα είναι πιθανότατα διαρκώς «παρούσα» και στην υπόλοιπη ζωή του. Που έχει πια με φόρα ξεκινήσει για τα καλά.

Τέταρτη χρονιά: σε διάλειμμα των γυρισμάτων, με τον Ethan Hawke και την κινηματογραφική αδερφή του και κόρη του σκηνοθέτη, Lorelei Linklater.

Θυμάσαι ποιο ήταν το πρώτο πράγμα που σκέφτηκες όταν ο Rick φώναξε «it’s a wrap» και οι κάμερες σταμάτησαν να τραβάνε; Δεν είμαι και τόσο σίγουρος. Ήταν μία πολύ γλυκόπικρη στιγμή, αυτό μπορώ να σου το πω με βεβαιότητα. Ήμασταν φυσικά ενθουσιασμένοι που ολοκληρώθηκε η σταυροφορία που είχαμε ξεκινήσει όλοι μαζί πριν από 12-13 χρόνια – θεέ μου, ακόμη δε μπορώ να το πιστέψω ότι το κάναμε όλο αυτό! Όλη αυτή η μακροχρόνια συνεργασία, όμως, είχε γίνει κομμάτι της ζωής μας, κατά κάποιο τρόπο μεγαλώσαμε μαζί, οπότε δε μπορούσαμε να κρύψουμε και τη λύπη μας. Μας τρόμαζε κιόλας το γεγονός ότι είχαμε ξεμπερδέψει με αυτή την υπόθεση, που μας είχε κάνει όλους να περάσουμε τόσο καλά.

Και πώς ένιωσες όταν είδες την ταινία ολοκληρωμένη; Ήμουν εντελώς μόνος όταν την είδα πρώτη φορά. Για να είμαι ειλικρινής, όταν τελείωσε η προβολή ήμουν αποσβολωμένος, σχεδόν δε μπορούσα να μιλήσω. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα δει κανένα απόσπασμα, οπότε η περιέργειά μου, όπως καταλαβαίνεις, είχε ξεπεράσει κάθε όριο. Όλο αυτό που έβλεπα ήταν πάρα πολύ για να μπορέσω να το χωνέψω με τη μία, ήταν σαν να κολυμπούσα σε ένα ποτάμι απερίγραπτων συναισθημάτων.

Πέμπτη χρονιά: Με την Patricia Arquette.

Σε μία χαρακτηριστική σκηνή της ταινίας λίγο πριν το τέλος, ο ήρωας σου περιγράφει όσα πέρασε ψάχνοντας συγκάτοικο στο κολέγιο, για να προτιμήσει τελικά κάποιον που άκουγε φανατικά Bright Eyes. Ένα από τα καλύτερα τραγούδια τους είναι το «First Day of My Life». Κάπως έτσι είναι και για σένα τώρα που η ταινία έχει αρχίσει να προβάλλεται και να παίρνει από τους πάντες πεντάστερες κριτικές; Είναι ακριβώς όπως το λες! Ή έστω κάπως σαν η πρώτη μέρα της υπόλοιπης ζωής μου. Παρόλο που τα γυρίσματα διαρκούσαν λίγες μέρες ή εβδομάδες κάθε χρόνο, η ταινία υπήρξε ένα από τα πιο σημαντικά κομμάτια της ζωής μου μέχρι σήμερα. Μπορεί, επίσης, ο Rick να μην είχε μεγάλες απαιτήσεις από μένα όλα αυτά τα χρόνια, δεν μου ζήτησε να κάνω πράγματα για χάρη της ταινίας όταν δεν γυρίζαμε, αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν είχα την αίσθηση ότι ήμουν κάπου ταγμένος και αυτό επηρέασε τον τρόπο με τον οποίο κινούμουν στην «κανονική» ζωή μου. Μπορεί να μην το καταλάβαιναν σε πρακτικό επίπεδο οι δικοί μου άνθρωποι. Για μένα όμως ήταν κάτι που υπήρχε συνέχεια μέσα μου. Κατά κάποιο τρόπο μεγάλωνα μέσα σε μια υποσυνείδητη φούσκα, που τώρα πάει, έχει σπάσει. Και πρέπει να βρω κάτι άλλο να κάνω στη ζωή μου.

Ο καθένας μπορεί να έχει στο μυαλό του μια κινηματογραφική εκδοχή της ίδιας του της ζωής, όλοι έχουμε μια τάση να υπερβάλλουμε όταν θυμόμαστε ή περιγράφουμε πράγματα που κάναμε στο παρελθόν – μια τάση που νομίζω ότι όσο μεγαλώνει κανείς, γίνεται ολοένα και πιο έντονη. Στη δική σου περίπτωση όμως, αυτή η «κινηματογραφική» εκδοχή της ζωής σου, έχει όντως συμβεί. Είναι καταγεγραμμένη και για πάντα διαθέσιμη σε όποιον θέλει να τη δει. Ένα από τα πράγματα που λατρεύω σε αυτό το φιλμ, και στον τρόπο που επιδρά σε όσους το βλέπουν, είναι ότι παρόλο που πρόκειται για δραματουργία, παρόλο που ό,τι βλέπεις στην οθόνη είχε προηγουμένως γραφτεί σε ένα σενάριο που ακολουθήθηκε κατά γράμμα, είναι προφανές ότι βασίζεται και αναδεικνύει όλα τα μικρά, καθημερινά πράγματα της ζωής, όλες εκείνες τις λεπτομέρειες που σε πραγματικό χρόνο ίσως να μην τους δίνουμε σημασία. Νομίζω ότι όλο αυτό είναι πολύ όμορφο και γλυκό. Οι άνθρωποι έχουν πράγματι την τάση να υπερδραματοποιούν τη ζωή τους για να νιώσουν ότι είναι πιο σπουδαία, ότι έχει περισσότερο νόημα από τη ζωή του διπλανού τους, νομίζοντας ότι οι απλές εμπειρίες της καθημερινότητας είναι ανούσιες. Αν έμαθα κάτι, όμως, κάνοντας αυτή την ταινία, που μου δημιούργησε μία τάση ενδοσκόπησης που ακόμη συνεχίζεται, είναι το πως η φαινομενική ασημαντότητα διάφορων γεγονότων είναι που καθορίζει τη ζωή μας. Μπορεί να βιώσεις κάποιες μεγάλες, καθοριστικές στιγμές, αλλά είναι απλώς αυτό: στιγμές. Έχουν περισσότερη σημασία όλα μεσολαβούν από τη μία στην άλλη. Είναι οι λεπτομέρειες που σε κάνουν αυτό που είσαι.

Ένατη χρονιά των γυρισμάτων.

Ο Ethan Hawke, με τον οποίο απ’ όσο έχω καταλάβει έχετε μία πάρα πολύ καλή σχέση, δήλωσε πρόσφατα ότι ένα ακόμη στοιχείο που εντείνει τη μοναδικότητα του Boyhood είναι ότι εσύ ως παιδί-ηθοποιός είχες την ευκαιρία να συμμετάσχεις σε μία ταινία χωρίς καμία από τις αρνητικές συνέπειες που τα παιδιά-ηθοποιοί βιώνουν έστω και υποσυνείδητα. Συμφωνώ απόλυτα και δε μπορώ να σου περιγράψω πόσο ευγνώμων είμαι γι’ αυτό. Μπορεί τώρα που βγήκε η ταινία και ο κόσμος μιλάει γι’ αυτή κι εγώ δίνω τόσες συνεντεύξεις να έχει ενδιαφέρον, χαίρομαι όμως που μου συμβαίνει τώρα, που είμαι 20, γιατί μπορώ να το αντιμετωπίσω με ψυχραιμία. Δε μπορώ καν να φανταστώ πόσο δύσκολα θα ήταν αν έπρεπε να τα κάνω όλα αυτά όταν ακόμη ήμουν παιδί.

Υπήρξαν κάποια σημαντικά πράγματα που βίωσες για τις ανάγκες της ταινίας πριν από την κανονική σου ζωή; Ήμασταν πολύ προσεκτικοί ως προς αυτό. Με τον Rick το συζητήσαμε αρκετές φορές μέσα στα χρόνια, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Δεν ήθελε να κάνω on camera κάτι που δε θα μπορούσα να είχα κάνει πρωτύτερα από μόνος μου. Σου μιλάω για μικρά πράγματα, όπως το να πιω μια μπύρα ή να κόψω περίεργα τα μαλλιά μου. Νομίζω ότι και αυτό το σκεπτικό βοήθησε στο τελικό αποτέλεσμα.

Μπορείς να προσδιορίσεις με ακρίβεια τη στιγμή που απέκτησες πλήρη συνείδηση ότι συμμετείχες σε κάτι που δεν είχε ξαναγίνει ποτέ στην ιστορία του κινηματογράφου; Όλα έγιναν πολύ σταδιακά και ομαλά, υπό μία έννοια αυτό που περιγράφεις συνεχίζει να συμβαίνει και τώρα που μιλάμε. Στη μέση όλης αυτής της περίεργης πορείας, όμως, πράγματι, άρχισα να συνειδητοποιώ το ρόλο μου και τη σημασία όλου του project, οπότε και άρχισα να συμμετέχω πιο ενεργά, δεν ήταν πια απλώς ένα παιχνίδι, όπως στην αρχή.

Ο ήρωάς σου στην ταινία τελικά πάει στο κολέγιο για να ασχοληθεί με τη φωτογραφία, κάτι με το οποίο στην πραγματικότητα ασχολείσαι κι εσύ. Αν μπορούσες να κρατήσεις ένα καρέ απ’ όλη αυτή τη δωδεκάχρονη ιστορία για να βάλεις στο πορτοφόλι σου, ποιο θα διάλεγες; Νομίζω όταν πήγαμε στην έρημο για να γυρίσουμε την τελευταία σκηνή της ταινίας. Όταν τελειώσαμε ήμασταν όλοι συγκινημένοι, με δάκρυα στα μάτια, αγκαλιαστήκαμε, βγήκαμε μαζί φωτογραφίες. Ήταν μία απίστευτη στιγμή. Θα τη θυμάμαι για πάντα.

Δωδέκατη και τελευταία χρονιά. Μία από τις τελευταίες σκηνές της ταινίας.

Με το κορίτσι μου, που δεν της πολυαρέσουν οι ταινίες του Rick και ειδικά η Before τριλογία κάνουμε και ξανακάνουμε την ίδια κουβέντα κι εγώ συνέχεια προσπαθώ να την πείσω ότι η μαγεία του σινεμά του Linklater είναι ότι αποτυπώνει τη ζωή όπως πραγματικά είναι, έστω κι αν όπως έχει πει επανειλλημένα κι ο ίδιος, τα πάντα γίνονται βάση σεναρίου. Στα δικά μου μάτια, όλο αυτό είναι ένα ιδιότυπο, πλασματικό αν το θες, σινεμά βεριτέ. Και αυτό ισχύει περισσότερο από ποτέ στην περίπτωση του BoyhoodΝομίζω ότι η μαγεία των ταινιών του Rick έγκειται στο ότι αιχμαλωτίζουν κάτι πολύ τρυφερό, χωρίς να καταφεύγουν σε εύκολα τρικ υπερδραματοποίησης ακόμη και σημαντικών γεγονότων, όπως είναι ένα διαζύγιο ή η διάλυση μιας οικογένειας. Ζούμε σε μια εποχή που όλοι μαθαίνουν τα πάντα για τη ζωή των διασήμων και δεν είναι λίγοι αυτοί που τελικά πιστεύουν ότι η ζωή είναι κάπως έτσι, ένα ανελέητο, διεστραμμένο κυνήγι του φαίνεσθαι. Η ουσία της ζωής όμως δεν έχει να κάνει με την υπερβολή, αλλά με τις λεπτομέρειες. Όλες τις μικρές λεπτομέρειες. Αυτές είναι που μετράνε man.

Το Boyhood (Μεγαλώνοντας) θα προβληθεί από τη UIP στις ελληνικές αίθουσες από τις 11 Σεπτεμβρίου.

Θεοδόσης Μίχος

Ο Θεοδόσης Μίχος γεννήθηκε στον Βόλο το 1979. Ζει στο κέντρο της Αθήνας από το 1998. Εργάζεται ως δημοσιογράφος (είναι συνιδρυτής της Popaganda) και ραδιοφωνικός παραγωγός (καθημερινά 8-10πμ στον Best 92.6). Είναι συγγραφέας των βιβλίων Κράτα το σόου (2016) και Η Αλκμήνη και οι άλλοι (2020).

Share
Published by
Θεοδόσης Μίχος