Όλοι αναγνωρίζουν τους Ιάπωνες ως έναν από τους πιο kinky λαούς στον κόσμο. Ένας από τους λόγους είναι οτι πάντα μέσω της τέχνης τους παρουσίαζαν έναν ιδιότυπο ερωτισμό, έναν κόσμο που βασίζεται στις σαρκικές απολαύσεις διαποτισμένο με έναν λυρισμό που συνδέει το σώμα με τη φύση.
Στο Μουσείο Ασιατικής Τέχνης Κέρκυρας παρουσιάζεται η έκθεση «Απαγορευμένες απολαύσεις στην Ιαπωνική Τέχνη» μέχρι τις 31 Οκτωβρίου 2015. Για το μπορεί κανείς να δει στη συγκεκριμένη έκθεση αλλά και στις υπολοιπες εκθέσεις και τις μόνιμες συλλογές του μουσείου μιλήσαμε με την κ.Δέσποινα Ζερνιώτη, CMG, Διευθύντρια Μουσείου Ασιατικής Τέχνης Κέρκυρας και επιμελήτρια της έκθεσης.
Τι μπορεί να δει κανείς στην έκθεση «Απαγορευμένες απολαύσεις στην Ιαπωνική τέχνη»; Η περιοδική έκθεση με τίτλο «Απαγορευμένες απολαύσεις στην Ιαπωνική Τέχνη» περιλαμβάνει 69 ιαπωνικά τυπώματα Ukiyo-e τα οποία εκτέθηκαν για πρώτη φορά στο Παρίσι το 2011 σε συνεργασία με το Maison de la Culture du Japon à Paris και το Sainsbury Institute for the Study of Japanese Arts and Cultures. Τα έργα, μοναδικά δείγματα της Ιαπωνικής τέχνης από τον 17ο ως τον 19ο αιώνα προέρχονται από τη συλλογή του ιδρυτή του Μουσείου Γρηγορίου Μάνου. Η έκθεση εμπλουτίζεται με 6 ζωγραφικούς κυλίνδρους ιδιαίτερης αισθητικής και καλλιτεχνικής αξίας, οι οποίοι προέρχονται από ιδιωτική συλλογή.
Ο όρος Ukiyo-e, «εικόνες του ρέοντος κόσμου», αναφέρεται σε αναπαραστάσεις της καθημερινής ζωής και κυρίως σε σκηνές από τις συνοικίες των απολαύσεων του Έντο (παλιό Τόκιο). Πλούσιοι πελάτες ανέθεταν σε καλλιτέχνες την παραγωγή έργων σε ζωγραφικούς κυλίνδρους (nikuhitsu), ενώ, ένα ευρύτερο κοινό απολάμβανε τις ξυλογραφίες κατά τη διάρκεια της περιόδου Έντο (1615-1868). Τα θέματα που συναντάμε πιο συχνά είναι διάσημες καλλονές (bijin), αισθησιακές σκηνές (shunga) και γνωστοί ηθοποιοί του θεάτρου kabuki. Όλα προέρχονται από τις περιοχές των απολαύσεων του Έντο, όπου άνδρες όλων των τάξεων επισκέπτονται για να ξεφύγουν από την αυστηρή ιεραρχία της φεουδαρχικής κοινωνίας.
Τι ρόλο παίζει ο ερωτισμός στην ιαπωνική τέχνη των περασμένων αιώνων; Shunga, κυριολεκτικά «εικόνες της άνοιξης», είναι ο όρος που χρησιμοποιείται για τα ερωτικά έργα ζωγραφικής, χαρακτικής και εικονογράφησης. Από το 12o αιώνα, οι ζωγραφικοί κύλινδροι shunga (emaki) καθιερώθηκαν ως μορφή τέχνης μεταξύ των τάξεων του ιερατείου, της αριστοκρατίας και των σαμουράι. Το 17ο αιώνα με την εξάπλωση των ξυλογραφιών, η ερωτική τέχνη έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής στις εμπορικές τάξεις της πόλης. Στα 1765 οι καλλιτέχνες εξέθεταν με κάθε λεπτομέρεια την ανατομία του ανθρώπινου σώματος, χωρίς καμιά σεμνότητα αλλά πάντα με ευαισθησία και καλό γούστο. Η συνοικία των απολαύσεων Yoshiwara υπήρξε η κύρια πηγή έμπνευσής τους. Κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, η παραγωγή σταδιακά μειώθηκε και η τέχνη των shunga έγινε ταμπού, όμως τα τελευταία χρόνια τα έργα shunga αναγνωρίζονται ως μια εξαιρετική και πολύτιμη μορφή της Ιαπωνικής τέχνης.
Υπάρχουν κοινά έργα, καλλιτέχνες ή φιλοσοφία με την έκθεση «Shunga: ερωτισμός και χιούμορ στην ιαπωνική τέχνη» που είχε παρουσιαστεί με τεράστια επιτυχία πριν δύο χρόνια στο Βρετανικό Μουσείο; Πρόκειται για αυθεντικά έργα των πιο μεγάλων δημιουργών της τέχνης ukiyo-e όπως ονομάζεται το ρεύμα της ιαπωνικής τέχνης, στο οποίο ανήκουν, και χρονολογούνται ανάμεσα στο 18ο και 19ο αιώνα. Και στις δύο εκθέσεις παρουσιάζεται μια χαρακτηριστική επιλογή αυτών των «εικόνων του επιπλέοντος κόσμου», όπως ονομάζονται, που άσκησαν καταλυτική επίδραση στην ευρωπαϊκή και την αμερικανική τέχνη, ξεκινώντας από τους Ιμπρεσιονιστές και φτάνοντας μέχρι το σύγχρονο κόμικ. Συνηθίζουν να απεικονίζουν αυτόν τον ρέοντα, φθαρτό, φευγαλέο και εφήμερο κόσμο. Οι καλλιτέχνες που επηρεάστηκαν από την τέχνη του ukiyo- e ήταν κυρίως οι Manet, Pierre Bonnard, Henri de Toulouse-Lautrec, Mary Cassatt, Degas, Renoir, James McNeill Whistler, Monet, van Gogh, Camille Pissarro, Paul Gaugin, Aubrey Beardsley και ο Klimt. Υιοθέτησαν κυρίως την έλλειψη προοπτικής και σκίασης, τις επίπεδες επιφάνειες με έντονο χρώμα, και την ελευθερία στη σύνθεση με την έκκεντρη τοποθέτηση του κυρίως θέματος.
Ποιες άλλες περιοδικές εκθέσεις τρέχουν αυτήν την περίοδο στο Μουσείο Ασιατικής Τέχνης; Η περιοδική έκθεση με τίτλο «Φαντάσματα και πνεύματα. Ο κόσμος του υπερφυσικού στα Ιαπωνικά τυπώματα – Αφιέρωμα στο Λευκάδιο Χερν με βιβλία από τη Συλλογή Ευσταθίου». H έκθεση περιλαμβάνει τις πέντε σπάνιες ιαπωνικές ξυλογραφίες της σειράς ‘Hyakumonogatari’ -«Εκατό ιστορίες φαντασμάτων», που φιλοτέχνησε το 1831-32 ο διάσημος Ιάπωνας καλλιτέχνης Κatsushika Hokusai (1760-1849). Οι ξυλογραφίες προέρχονται από τη συλλογή του ιδρυτή του Μουσείου Γρηγορίου Μάνου. Βασίζονται σε παραδοσιακές ιαπωνικές ιστορίες για το υπερφυσικό ή σε μυστηριώδεις σκηνές του θεάτρου Kabuki. Αποτελούν εξαιρετικά δείγματα της ιαπωνικής τέχνης του ukiyo-e που επηρέασε την ευρωπαϊκή τέχνη και την τέχνη των comics. Η σειρά ‘Hyaku monogatari – Εκατό Ιστορίες [φαντασμάτων] αναφέρεται σε ένα δημοφιλές παιχνίδι της περιόδου Έντο (1603 – 1868), όπου τα άτομα συγκεντρώνονταν σε μία αίθουσα λέγοντας ιστορίες φαντασμάτων υπό το φως εκατό κεριών. Όταν τελείωνε η κάθε ιστορία, έσβηναν ένα κερί κάνοντας την αίθουσα όλο και πιο σκοτεινή, όπου στην τελευταία ιστορία, στο απόλυτο σκοτάδι, ένα πνεύμα έκανε την εμφάνισή του. Αν και η ακριβής προέλευση του παιχνιδιού είναι άγνωστη, πιστεύεται ότι παίχθηκε για πρώτη φορά στην τάξη των Σαμουράι ως μια δοκιμασία θάρρους. Παράλληλα η έκθεση συνοδεύεται από αφιέρωμα στο Λευκάδιο Χερν (1850-1904) με εκδόσεις του από τη Συλλογή του Τάκη Ευσταθίου. O Λευκάδιος Χερν (1850-1904), υπήρξε ένας διεθνής διακεκριμένος δημοσιογράφος, παιδαγωγός και κυρίως ένας συγγραφέας του εξωτικού και του απόκρυφου. Ο Χερν γεννήθηκε στη Λευκάδα στις 27 Ιουνίου του 1850. H Ελληνίδα μητέρα του, Ρόζα Κασιμάτη, ήταν ευγενικής καταγωγής και ο Ιρλανδός πατέρας του, Κάρολος Χερν, ήταν χειρουργός και αξιωματικός του βρετανικού στρατού. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στην Ιρλανδία, πριν ταξιδέψει στην Αμερική και τελικά εγκατασταθεί στην Ιαπωνία το 1890, όπου εργάστηκε ως συγγραφέας ταξιδιωτικών ανταποκρίσεων και αργότερα ως καθηγητής Αγγλικών. Παντρεύτηκε την Koizumi Setsu, κόρη μιας τοπικής οικογένειας σαμουράι και πολιτογραφήθηκε Ιάπωνας, υιοθετώντας το όνομα Koizumi Yakumo. Έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για την παραδοσιακή ιαπωνική λογοτεχνία και λαογραφία, έκανε ανταποκρίσεις για τη ζωή στην Ιαπωνία και έγραψε ιστορίες φαντασμάτων βασισμένες σε τοπικούς μύθους. Έγραψε πολλά βιβλία ερμηνεύοντας την Ιαπωνία και τον πολιτισμό της στους δυτικούς αναγνώστες. Μερικά από τα πιο γνωστά έργα του είναι: «Ματιές στην άγνωστη Ιαπωνία» (1894), «Κοκορό : Παρατηρήσεις και αντηχήσεις της ενδότερης ιαπωνικής ζωής» (1896), «Στην Ιαπωνία των φαντασμάτων» (1899) και «Καϊντάν: Ιστορίες και μελέτες για παράξενα πράγματα» (1903). Πέθανε το 1904, αφού έζησε για δεκατέσσερα χρόνια στη χώρα που πρόσφατα υιοθέτησε. Γενιές μαθητών στην Ιαπωνία έχουν μεγαλώσει μαθαίνοντας αγγλικά αλλά και το προ-δυτικό τρόπο ζωής της κοινωνίας τους, μέσα από την ανάγνωση των ερμηνειών του Χερν για τις λαϊκές ιστορίες, τη μυθολογία και την καθημερινή ζωή της Ιαπωνίας στη στροφή του αιώνα. Επίσης η περιοδική έκθεση: Adrian Ginsberg: Kέρκυρα – Η Άλλη Όψη. Ο φωτογράφος Adrian Ginsberg, γεννημένος στη Νότια Αφρική και νομικός στο επάγγελμα έχει ταξιδέψει σε πολλά μέρη της Ελλάδας και φωτογραφίζει εδώ και χρόνια την Κέρκυρα. Η έκθεσή του στο Μουσείο Ασιατικής Τέχνης Κέρκυρας περιλαμβάνει 156 πρωτότυπες φωτογραφίες που απεικονίζουν τις βασικές όψεις και αξίες της ζωής: τον μόχθο, τη φτώχεια, τη μοναξιά, τη θρησκεία, την πίστη, την αποξένωση, το γήρας και το θάνατο. Οι φωτογραφίες αποτυπώνουν από μια έντονη και ασυνήθιστη προοπτική την παραδοσιακή ζωή στην Κέρκυρα που σταδιακά χάνεται. Οπλισμένος με τις φωτογραφικές του μηχανές Leica, ο καλλιτέχνης βασίζεται στον συνδυασμό της εμπειρίας του, της μνήμης, και του μυαλού. Η έκθεση “Κέρκυρα – Η Άλλη Όψη” αποτελείται από εικόνες που έχει επιλέξει ο ίδιος ο Adrian Ginsberg από το εκτενές του αρχείο.
Τι περιλαμβάνει η μόνιμη έκθεση του Μουσείο Ασιατικής Τέχνης της Κέρκυρας; Το Μουσείο Ασιατικής Τέχνης Κέρκυρας αποτελεί το μοναδικό μουσείο στην Ελλάδα αφιερωμένο αποκλειστικά στις αρχαιότητες και την τέχνη των Ασιατικών χωρών. Ιδρύθηκε το 1927, με βάση τη δωρεά 13.000 αντικειμένων κινέζικης, κορεάτικης και ιαπωνικής τέχνης από τον Γρηγόριο Μάνο, πρέσβη της Ελλάδας στην Αυστρία. Στόχος του ιδρυτή υπήρξε η συγκέντρωση και διαφύλαξη ενός πολύτιμου αρχαιολογικού και ευρύτερα πολιτιστικού υλικού, το οποίο θα αποτελούσε τον πυρήνα ενός εθνικού μουσείου αφιερωμένου στην σινοϊαπωνική τέχνη. Το 1974 ακολούθησε η δωρεά 580 περίπου αντικειμένων από την Ιαπωνία, την Κεντρική και Νοτιοανατολική Ασία, του Νικόλαου Χατζηβασιλείου, πρέσβη της Ελλάδας στην Ινδία. Η δωρεά Χατζηβασιλείου άλλαξε τον αυστηρά σινοϊαπωνικό χαρακτήρα του Μουσείου και οδήγησε στη μετονομασία του σε Μουσείο Ασιατικής Τέχνης. Επίσης, το 1983 δωρίθηκαν 430 περίπου κινέζικες πορσελάνες εξαγωγής από τον Χαρίλαο Χιωτάκη. Στα χρόνια που ακολούθησαν, η διαδικασία εμπλουτισμού των συλλογών, επέκτασης των εκθεσιακών χώρων και επαναπροσδιορισμού των στόχων του Μουσείου υπήρξε διαρκής. Συγκεκριμένα το 2011, η συλλογή του Μουσείου εμπλουτίστηκε με 400 αντικείμενα τέχνης της Κεντρικής Ασίας, μεταξύ των οποίων μοναδικά χαλιά των νομάδων Μπαλούχ και Τουρκομάνων και μεταξωτά ενδύματα ikat από το Ουζμπεκιστάν, όλα προερχόμενα από τη συλλογή Ιάσονα Ντέιτον–Σαρτζετάκη και Γιάννη Σαρτζετάκη. Η κινέζικη συλλογή του Μουσείου Ασιατικής Τέχνης περιλαμβάνει περίπου 3.500 αντικείμενα. Πρόκειται για έργα κεραμικής, πορσελάνες, ορειχάλκινα έργα, γλυπτά, περίκλειστα σμάλτα, αντικείμενα από λάκα και ελεφαντόδοντο, μικροτεχνία, ενδύματα, κοσμήματα και νομίσματα. Ένα τμήμα της κινεζικής συλλογής του Μουσείου εκτίθεται στην ανατολική πτέρυγα του πρώτου ορόφου. Η συλλογή ιαπωνικής τέχνης του Μουσείου αριθμεί περίπου 6.200 αντικείμενα. Η νέα παρουσίαση της Ιαπωνικής Συλλογής στο διευρυμένο και πλήρως ανακαινισμένο δεύτερο όροφο δίνει τη δυνατότητα στους επισκέπτες του Μουσείου να παρακολουθήσουν και να κατανοήσουν την εξέλιξη των διαφόρων εκφάνσεων του δημόσιου και ιδιωτικού βίου των Ιαπώνων από το 13.500 π.Χ. έως και τον 19ο αι. μ.Χ. καθώς και των ιδιαιτεροτήτων του Ιαπωνικού πολιτισμού. Η τέχνη της ΝΑ Ασίας, με έργα από τη συλλογή Χατζηβασιλείου, προέρχεται από την Ινδία, την Γκαντάρα, το Σιάμ, την Καμπότζη, το Νεπάλ και το Θιβέτ. Τα εκθέματα είναι θρησκευτικά ειδώλια από λίθο, ορείχαλκο, επιχρυσωμένο ορείχαλκο με πολύτιμους λίθους και ξύλο αλλά και ζωγραφισμένα τελετουργικά λάβαρα. Ανιχνεύεται η γένεση του Ινδουισμού, του Τζαϊνισμού και του Βουδισμού στην Ινδία και η μετέπειτα εξάπλωση του Βουδισμού στις γύρω περιοχές. Επιπλέον εξετάζεται η επίδραση της ελληνιστικής τέχνης στη διαμόρφωση της πρώιμης βουδιστικής εικονογραφίας και πλαστικής. Η τέχνη της ΝΑ Ασίας παρουσιάζεται στη δυτική πτέρυγα του πρώτου ορόφου του Μουσείου. Η τέχνη των νομάδων της Κεντρικής Ασίας στο Μουσείο Ασιατικής Τέχνης περιλαμβάνει περίπου 400 αντικείμενα από τη συλλογή Ιάσονα Ντέιτον–Σαρτζετάκη και Γιάννη Σαρτζετάκη. Τα αντικείμενα χρονολογούνται στο 19ο αιώνα και έχουν συλλεχθεί με κριτήριο τη δημιουργία τους για ιδιωτική και όχι εμπορική χρήση ώστε να αποτυπώνουν την αυθεντική αισθητική των νομάδων της Κεντρικής Ασίας. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν χειροποίητα χαλιά και κιλίμια των νομάδων Baluch και των γειτονικών τους φυλών, παραδοσιακά ενδύματα, μεταξωτά ενδύματα ikat, χειροποίητα κεντήματα, κοσμήματα, μεταξωτά υφάσματα Suzani, και Ινδοελληνικά νομίσματα. Η μόνιμη έκθεσή της Συλλογής βρίσκεται υπό εξέλιξη στην δυτική πτέρυγα του δεύτερου ορόφου του Μουσείου.
Μουσείο Ασιατικής Τέχνης, Παλαιά Ανάκτορα, Κέρκυρα // Ώρες λειτουργίας: Δευτέρα έως Κυριακή: 08:00 – 20:00 (Θερινό Ωράριο – έως τέλος Οκτωβρίου)