«Είμαι και ένας άνθρωπος που περπατούσα πάντα σκυφτός, δεν σήκωνα ποτέ το κεφάλι ψηλά, και ήταν ένα θέμα. Κάποια δόση, ας πούμε, άρχισα να κοιτάζω ψηλά και να προσπαθώ να φωτογραφίζω τα σύννεφα, να έρχομαι σε επαφή με τον ουρανό. Ήταν μια εμπειρία θαυμάσια, που με βοήθησε και θεραπευτικά, στο να μάθω να περπατάω και να περπατάω με το κεφάλι ψηλά πλέον». Ο Χρήστος Μπακογιάννης είναι 50 χρονών και είναι πωλητής του περιοδικού δρόμου Σχεδία. Οι πωλητές του περιοδικού προέρχονται από ευάλωτες κοινωνικά πληθυσμιακές ομάδες: Άστεγοι, άνεργοι και γενικώς άνθρωποι που αποδεδειγμένα ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Εδώ και 1, 5 χρόνο ο Χρήστος και άλλοι επτά πωλητές της Σχεδίας συμμετέχουν σε ένα φωτογραφικό project στο οποίο κλήθηκαν να φωτογραφίσουν την Αθήνα, την πόλη που ξέρουν καλά αφού κοιμήθηκαν στα παγκάκια της, περιπλανήθηκαν χωρίς τελειωμό στα στενά της, έγινε το τελευταίο τους καταφύγιο αφού τη βίωσαν –και κάποιοι τη βιώνουν ακόμη- σε τρομερά δύσκολες συνθήκες, συνθήκες που όσοι έχουμε μια στέγη πάνω από το κεφάλι μας δεν μπορούμε να διανοηθούμε. Μπορούμε όμως να βρισκόμαστε από σήμερα στην Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών και μέχρι τις 10 Μαΐου, που πραγματοποιείται η φωτογραφική έκθεση Μία Στέγη για τη Σχεδία και στην οποία παρουσιάζονται τα έργα των πωλητών. Οι φωτογραφίες διατίθενται προς πώληση και τα έσοδα θα χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά για την ενίσχυση των ίδιων των δημιουργών.
Όπως μας λέει ο Νίκος Πηλός, φωτοειδησεογράφος με φωτογραφίες δημοσιευμένες σε New York Times, TIME, Newsweek, The Independent, Der Spiegel κ.α και επιμελητής της έκθεσης «Η δουλειά των παιδιών είναι τέχνη για έναν βασικό λόγο: έχουν καταφέρει να εκφράσουν εξωτερικά αυτό που αισθάνονται εσωτερικά. Αυτό ακριβώς είναι τέχνη. Κάποιες από τις φωτογραφίες των παιδιών μοιάζουν με έργα της Nan Goldin, μια από τις σημαντικότερες μορφές της underground τέχνης. Εγώ προσωπικά έμαθα πολλά από αυτούς τους ανθρώπους. Όλοι οι άνθρωποι που έχουν φτάσει σε ένα όριο είναι αυθεντικοί δηλαδή σκέφτονται και εκφράζονται χωρίς να υπάρχει κανένα ψεγάδι υποκρισίας, ψευτιάς, σκοπιμότητας και δεύτερης σκέψης».
Όμως τι λένε οι ίδιοι οι πωλητές της Σχεδίας που συμμετέχουν στην έκθεση για το πώς βιώνουν την κρίση, την Αθήνα και το φωτογραφικό αυτό project;
«Με λένε Λευτέρη Ελευθερακη και είμαι 58 ετών. Είμαι πωλητής του περιοδικού «ΣΧΕΔΙΑ» από το 8ο τεύχος. Ένα βράδυ πήγαινα με το μετρό σπίτι μου και στο Σύνταγμα που άλλαξα τραίνο, είδα ένα απόσπασμα από ένα ποίημα του Καβάφη, μιας και η χρονιά ήταν αφιερωμένη στον Καβάφη. Ήταν 4 λέξεις. Ήταν κάτι που μου άρεσε και με άγγιξε. Για να πω την αλήθεια, περιέγραφε το μέσα μου με κάποιο τρόπο . Άλλα ήταν και τόσο έντονη η εικόνα γιατί διπλά μου ήταν ένας Πακιστανός, που με την δική μου εμπειρία ζωής, άντε να ήταν στην Ελλάδα 10 μέρες, ίσως και να φόραγε ακόμη ρούχα του ταξιδιού. Αυτό που ήταν στον τοίχο έλεγε «Ξένος εγώ, ξένος πολύ». Αυτό που σκέφτηκα πηγαίνοντας στο σπίτι ήταν : αυτόν τον άνθρωπο πάνω σε αυτόν τον φόντο, σε αυτές τις λέξεις. Μένοντας στο κέντρο , βλέποντας όλο αυτό το πράγμα που ζούσα , δεν είχα καμιά διάθεση να τραβήξω φωτογραφία με οτιδήποτε ήταν σκληρό, ή άστεγους ή ανθρώπους που ζουν σε συνθήκες εκμηδένισης. Γύρναγα τα μάτια μου από την άλλη, δεν ήθελα να τραβήξω κάτι τέτοιο. Και ίσως αυτό να είχε σχέση και με την ζωή μου. Έχω ζήσει σε τέτοιες συνθήκες και δεν ήθελα να έρθω σε επαφή με αυτό. Γύρναγα τα μάτια μου από την άλλη».
«Με λένε Γιάννη Κώτσο και είμαι 39 ετών. Ζούσα σε επισφαλή κατοικία και ακόμα εξακολουθώ να ζω. Χρωστάμε πάρα πολλά νοίκια. Ήμουνα περίπου τρία χρόνια άνεργος όταν άρχισε η ΣΧΕΔΙΑ, όταν κυκλοφόρησε το πρώτο τεύχος. Όταν το έμαθα ήρθα και από το πρώτο τεύχος είμαι εδώ. Άρχισα να εξοφλώ λίγα λίγα τα ενοίκια αλλά χρωστάω αρκετά ακόμα. Πάντως έχω μπει σε μια σειρά σε μια ροη και σε αυτό με βοήθησε το περιοδικό. Εξακολουθώ όμως να είμαι με τον φόβο και τον τρόμο ότι θα κτυπήσει μια μέρα η πόρτα και θα μου πει ο σπιτονοικοκύρης μου «Γιάννη δεν αντέχουμε άλλο». Αλλά αυτό θα πει επισφαλής κατοικία. Εγώ όμως συνεχίζω και αγωνίζομαι μπας και τα καταφέρω. Η φωτογραφία είναι τέχνη, ανάμνηση είναι φως, πάθος».
«Με λένε Μπέσυ Ζάχαρη. Υπήρξα πωλήτρια της ΣΧΕΔΙΑΣ. Αυτή την στιγμή δουλεύω στην γραμματειακή υποστήριξη της ΣΧΕΔΙΑΣ . Όταν θες να φωτογραφίσεις αρχίζεις να παρατηρείς πιο έντονα ορισμένα πράγματα . Εκείνο που πραγματικά παρατήρησα είναι το πόσο ασφυκτικά ζούμε σε αυτή την πόλη. Με αυτά τα τεράστια κτίρια, εγώ όπως το ένιωσα είναι ότι ασφυκτιούσαμε. Η αγαπημένη μου φωτογραφία λοιπόν είναι ο Τσίφτης, το αγαπημένο μου καναρίνι, που ζει μέσα σε ένα κλουβί, και το κλουβί αυτό βρίσκεται μέσα σε ένα άλλο τεράστιο κλουβί μέσα σε ένα ακάλυπτο όπου γύρω γύρω είναι πολυκατοικίες, και είναι αυτή η αίσθηση που ενώ θα ήθελα να έχω την ελευθερία μου παρόλο αυτά είμαι εγκλωβισμένη μέσα και μέσα και μέσα και πιο πολύ μέσα».
«Ονομάζομαι Συμεωνίδου Ιουλία και είμαι ερασιτέχνης φωτογράφος. Δουλεύω στο περιοδικό δρόμου ΣΧΕΔΙΑ. Για κάποιο χρονικό διάστημα δεν τράβαγα φωτογραφίες για να γεμίσω τις μπαταρίες μου και να συνεχίσω. Να βρω το θέμα, το χρόνο, γιατί ήθελα να έχω χρόνο να διαθέσω. Τα γκράφιτι μου έδωσαν το κίνητρο, μου άρεσαν. Ήθελα να βλέπω την πόλη με τα δικά μου μάτια. Η φωτογραφία είναι και έκφραση και πάθος, είναι και χαρά, γιατί παίρνεις από αυτό χαρά όταν βλέπεις το αποτέλεσμα».
«Ονομάζομαι Χρήστος Μπακογιάννης, είμαι 50 ετών και πωλητής του περιοδικού ΣΧΕΔΙΑ. Η κρίση με επηρέασε και με επηρέασε πολύ. Ακόμα ζω σε δύσκολες συνθήκες, δηλαδή εξακολουθώ να μένω σε μια αποθήκη, εκεί που ζούσα. Είναι κάτι που δεν το έχω αλλάξει, είναι στις άμεσες προτεραιότητες μου, θέλω να φύγω από την αποθήκη. Θεωρώ ότι δεν είναι συνθήκες για έναν άνθρωπο σήμερα , εξακολουθώ να κάνω μπάνιο με το κατσαρόλι, χωρίς θερμοσίφωνο. Αφού πολλές φορές θυμώνω και πηγαίνω σε κάποιους οργανισμούς, που δίνουν την δυνατότητα να κάνεις ντουζ, μπάνιο και πηγαίνω εκεί και κάνω. Σημασία έχει ότι το παλεύουμε, είμαστε ζωντανοί και προσπαθούμε να αλλάξουμε το χειρότερο να το κάνουμε καλύτερο. Το αρνητικό να το κάνουμε θετικό. Αυτό είναι και το μήνυμα μου. Εντωμεταξύ είμαι και ένας άνθρωπος που περπατούσα πάντα σκυφτός, δεν σήκωνα ποτέ το κεφάλι ψηλά, και ήταν ένα θέμα. Κάποια δόση, ας πούμε, άρχισα να κοιτάζω ψηλά και να προσπαθώ να φωτογραφίζω τα σύννεφα, να έρχομαι σε επαφή με τον ουρανό. Ήταν μια εμπειρία θαυμάσια, που με βοήθησε και θεραπευτικά, στο να μάθω να περπατάω και να περπατάω με το κεφάλι ψηλά πλέον. Αυτά έχω να μοιραστώ μαζί σας».
«Λέγομαι Πασχάλη Ματίνα είμαι 56 χρονών και είμαι διαπιστευμένη πωλήτρια της ΣΧΕΔΙΑΣ. Η φωτογράφιση μου θύμισε μια συγκλονιστική εμπειρία που είχα στα μικρά μου χρόνια, το είχα ξεχάσει αυτό. Όταν ήμουνα θυμωμένη και θλιμμένη έβγαινα στο χωματόδρομο της αρχαίας συνοικίας στον Κολωνό που γεννήθηκα, έβγαινα στο δρόμο και κοιτούσα κάτω γιατί ήθελα να μαζέψω θησαυρούς, έβρισκα κομμάτια χέρια από κούκλες, κεφαλάκια από κούκλες, κουβαρίστρες, άδεια κουτιά και ήταν για μένα πολύτιμα όλα αυτά. Πήγαινα στην ταράτσα που είχα φτιάξει μια σκηνή, μάζευα αυτά τα κομμάτια και άρχιζα να συναρμολογώ να οργανώνω μια κατάσταση ζωής μέσα σε αυτή τη σκηνή. Ήταν συγκλονιστική εμπειρία, έφτανα στην ηδονή γιατί έφτιαχνα κάτι μόνη μου. Ήμουν πολύ ικανή σε αυτό. Μου βγήκε λοιπόν μέσα από αυτή τη φωτογράφιση γιατί συνέλεγα κομμάτια κι έτσι ταύτισα τα έξω κομμάτια με τα μέσα κομμάτια συνδέοντας τους άστεγους και τη μοναξιά της πόλης».
Μια Στέγη για τη Σχεδία, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, Λεωφόρος Συγγρού 107-109, διάρκεια: 28 Απριλίου – 10 Μαΐου 2015 Καθημερινά 12:00-21:00 Φουαγιέ 1ου ορόφου