«Μου φέρθηκε καλά, με την έννοια ότι μου έτυχε συχνά. Δεν είχε πάντα αίσιο τέλος, αλλά δεν μετανιώνω. Ο έρωτας είναι κινητήρια δύναμη όσο ψευδαισθητικός κι αν αποδειχθεί ότι είναι. Πώς του φέρθηκα εγώ στην ποίηση; Όπως μπορούσα. Αμφίσημα. Κυρίως μιλάω στα ποιήματά μου για το τέλος του έρωτα, όχι για την αρχή του. Τα ποιήματά μου στέκονται δίπλα μου ή απέναντι, όχι μέσα μου πια, παρόλο που τα αγαπώ όπως αγαπάμε έναν φίλο που στάθηκε κοντά μας και μας βοήθησε ακόμη και με τις αντιρρήσεις του», έλεγε η εξέχουσα ποιήτρια, Μαρία Λαϊνά για τη θέση του έρωτα στη δημιουργία και την ύπαρξή της, σε συνέντευξή της στην «Κ» και την Αμάντα Μιχαλοπούλου, τον Μάρτιο του 2021.
Η είδηση του θανάτου της, σκόρπισε θλίψη στους ανθρώπους που είχαν τη χαρά να γευτούν μαζί της τη ζωή, αλλά και σ’ εκείνες κι εκείνους που ρουφούσαν ζωή διαβάζοντας τα ποιήματά της. Η ποιήτρια και ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων, που νοσηλευόταν στο νοσοκομείο Μητέρα, «έφυγε» χθες σε ηλικία 74 ετών, όπως ανακοίνωσε ο εκδοτικός οίκος Πατάκη. Λίγους μήνες πριν, το καλοκαίρι του 2023, είχε τιμηθεί με το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Γραμμάτων.
Η Μαρία Λαϊνά γεννήθηκε στην Πάτρα το 1947 και υπήρξε απόφοιτη της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Έκτοτε, εργάστηκε σε διάφορες δουλειές, σε σχέση πάντα με την τέχνη (μετάφραση δοκιμίων και λογοτεχνίας, επιμέλεια εικαστικών, φιλοσοφικών και λογοτεχνικών βιβλίων, εκπομπές και σενάρια στην κρατική ραδιοφωνία – τηλεόραση, διδασκαλία ελληνικής γλώσσας και ποίησης σε αγγλόφωνα κολέγια, διδασκαλία μετάφρασης, δημοσιογραφία σε λογοτεχνικά ένθετα εφημερίδων).
Το έργο της περιλαμβάνει εννιά ποιητικές συλλογές: Ενηλικίωση, Αθήνα 1968, Επέκεινα, Κέδρος 1970, Αλλαγή τοπίου, Κέδρος 1972, Σημεία στίξεως, Κέδρος 1979, Δικό της, Κείμενα 1985, Ρόδινος φόβος, Στιγμή 1992, Εδώ, Καστανιώτης 2003, Ο κήπος -όχι εγώ, Καστανιώτης 2005, Μικτή τεχνική, Πατάκης 2012, Σε τόπο ξερό, Ποιήματα 1970 – 2012, Πατάκης 2015, Ό,τι έγινε – άνθρωποι και φαντάσματα, Πατάκης 2020.
Εκτός από ποίηση, δημιούργησε και έντεκα θεατρικά, πέντε πεζογραφήματα, τρεις κριτικές και μελετήματα, σύνταξη ανθολογίας ξένης ποίησης του 20ου αιώνα (επιλογή από ελληνικές μεταφράσεις). Έργα της έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες (αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, γερμανικά, σουηδικά, φιλανδικά, βουλγαρικά, εβραϊκά κ.ά), ενώ έχει τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1993), το Βραβείο Καβάφη (1996) και το Βραβείο Μαρία Κάλλας του Γ΄ Προγράμματος της ΕΡΤ (1998). Το 2014 της απονεμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών το Βραβείο Κώστα και Ελένης Ουράνη, ενώ η μετάφραση της ποιητικής της συλλογής Ρόδινος Φόβος στα γερμανικά από τον Dadie Σιδέρη-Speck, απέσπασε το βραβείο της πόλης του Μονάχου.
Στον απόηχο της είδησης του θανάτου της, ξεχωρίσαμε 6 ποιήματα που αποτυπώνουν τον έρωτα όπως είναι: ζωτικός, σπανίως αίσιος και πεπερασμένος.
Σα μικρός παφλασμός έφυγε το κορμί το υπόλοιπο
πιάστηκε σε μια λεπτομέρεια κι έμεινε εκεί∙
πίσω ακριβώς από το φως της άλλης μέρας.
Μέσα στο στόμα του ξετυλίγεται ο χρόνος με μεγάλα πηδήματα.
Ανοίγοντας τις θήκες των κυττάρων, τίποτα
που να μην είναι έρωτας, χαλκός ή τρέλα.
Τώρα ο ήχος βγαίνει καθαρός απ’ τα φυλλώματα.
Κάθε φορά που ξαπλώνεις να κοιμηθείς, βγαίνει από το σώμα σου
μια κόκκινη καρδιά, στέκεται αστήριχτη μέσα στο δωμάτιο και ανασαίνει
μονάχη της. Δε λογαριάζει ούτε τον εαυτό της γιατί αυτή τη θρέφει
μια συνεχής έκπληξη. Τίποτα και από πουθενά. Όλη αυτή την ώρα
σας χαρακτηρίζει ένα μικρό χαμόγελο καθώς ισορροπείτε πάνω
σε δυο λεπτές άσπρες κλωστές.
Αυτό που είστε υπάρχει πριν από τους δυο σας. Ξεχνώντας.
Σώζεται η αρχή απ’ τους μηρούς
σε άτονο γαλάζιο
τμήμα ποδιού ακόσμητο προς τα αριστερά
και τμήμα απολήξεως φορέματος.
Στο δέρμα διακρίνονται γραμμές
κυρίως οξυκόρυφες.
Ο χώρος του λαιμού διακόπτεται
απ’ τον αριστερό βραχίονα
που φέρεται προς τα επάνω
ενώ μονάχα το δεξί στήθος δηλώνεται
με ελαφρά καμπύλωση.
Από το κάτω μέρος του προσώπου
Λείπει το μεγαλύτερο κομμάτι.
Κόκκινα τρίγωνα ή τόξα
σ’ όλο το άσπρο του βολβού.
Σώζεται επίσης η κορδέλα των μαλλιών
και η στροφή του σώματος
που ασφαλώς προϋποθέτει
ανάλογες κινήσεις των χεριών.
Λείπει το έδαφος του έρωτα.
Το σκοτάδι δεν είναι φως
όμως ανήκει σ’ αυτό
όπως η μοναξιά δεν είναι έρωτας
κι όμως τον αντικρίζει
μ’ ορθάνοιχτα μάτια.
Μ’ ορθάνοιχτα μάτια
μες στο σκοτάδι
ο έρωτας παραμονεύει
τη μοναξιά μας.
Σ’ αυτό το άσπρο μουγγό τοπίο
που η ομίχλη καληνυχτίζει το σπίτι
τα μακρινά βράδια του ελαφιού
κράτα μου συντροφιά
κι άσ’ τη σκιά μου να θαφτεί στο χιόνι
πιο μαλακό από καλοκαιριάτικη νύχτα·
κράτα μου συντροφιά
και μην κοιτάς που θλίβομαι.
Δεν είναι άδικα που δεν σε ξέχασα.
Η ζωή μας έχει αλλάξει κάπως•
δεν μένουμε μέσα στην πόλη πια
αλλά στον δρόμο για τη θάλασσα.
Τα βράδια μας απασχολούν
οι διαδρομές του φεγγαριού
τα φτερουγίσματα στους λόφους
και τ’ άλογα που κατεβαίνουν στον νερόλακκο.
Αν τελικά αποφασίσεις να ’ρθεις
θα μου κρατάς τη νύχτα συντροφιά
τώρα που μπαίνει το φθινόπωρο
κι οι μεντεσέδες τρίζουν στο σκοτάδι.
Θα μάθεις να προσεύχεσαι
με δύναμη κι απελπισία
και το παράξενο αυτό συναίσθημα
θα συνδυάζεται με τις σκληρές γραμμές της φύσης.
Να φέρεις λίγα ρούχα και βιβλία
κρατούν αλλιώς εδώ τα ίδια•
και μην ξεχάσεις τα κατάλληλα παπούτσια
γιατί ο βάλτος είναι πίσω απ’ το σπίτι
και τον χειμώνα έχουμε πολλές βροχές.
Σ’ αφήνω τώρα• να προσέχεις,
και σ’ αγαπώ πολύ το ξέρεις.
Σε σκέφτομαι στον καναπέ εκείνο πλάι στο παράθυρο
να σκέφτεσαι τον χρόνο και τα σώματα όταν γερνούν.
Όλα αυτά είναι της φαντασίας πράματα εδώ
δεν έχουμε παρά μια δυνατή και καθαρή αιωνιότητα
που δεν κουράζει, αλλά μερικές φορές πονούν
τα μάτια σου.
Να κλείσω τώρα το παράθυρο
σηκώθηκε ξανά αέρας.