Μια τριήμερη και πολύβουη γιορτή της γεύσης περίμενε όσους επισκέφτηκαν το Μουσείο Μπενάκη στην Πειραιώς, που άνοιξε και πάλι την «αγκαλιά» του στην ελληνική γαστρονομία, από την Παρασκευή 9 Μαΐου έως και την Κυριακή 11 Μαΐου.
Το φεστιβάλ «έσβησε» τα δεύτερα κεράκια του κλείνοντας άλλο έναν χρόνο πετυχημένης παρουσίας και προσελκύοντας το έντονο ενδιαφέρον πρωτίστως της εγχώριας γαστρονομικής κοινότητας. Φέτος, σε συνεργασία με το Επιμελητήριο Κυκλάδων, ήταν αφιερωμένο στη γαστρονομική μαγεία της Ελληνικής Πολυνησίας. Οι διοργανωτές του κατέληξαν σε αυτή την επιλογή έχοντας στο μυαλό τους δύο πράγματα: Την αντιπροσωπευτική σύνθεση των κυκλαδίτικων γεύσεων και εμπειριών, μέσα από την μακραίωνη γαστρονομική κουλτούρα αυτού του τόπου και κυρίως το γεγονός ότι οι Κυκλάδες αποτελούν από τους σημαντικότερους πόλους έλξης επισκεπτών, οι οποίοι συμβάλλουν στη διάδοση της ελληνικής γαστρονομίας στο εξωτερικό. Σε αριθμούς, ο θεσμός «Μέρες Γαστρονομίας», περιλάμβανε 70 εκδηλώσεις σχετικές με τον γαστρονομικό πολιτισμό, την καινοτομία και τις κοινότητες της γεύσης, 180 ειδικούς από τους χώρους της γαστρονομίας, της δημοσιογραφίας, του πολιτισμού και της επιχειρηματικής πρωτοβουλίας, καθώς και το 1ο Διεθνές Φεστιβάλ Γαστρονομικού Κινηματογράφου Αθήνας (AICFF), με προβολές 30 ταινιών μεγάλου και μικρού μήκους. Οι επισκέπτες του φεστιβάλ απλό κοινό, αλλά και γαστρονόμοι, Έλληνες και ξένοι δημοσιογράφοι , οινολόγοι, σεφ, food bloggers, ιδιοκτήτες εστιατορίων, food buyers, εμπορικοί διευθυντές μεγάλων delicatessen και e-shops προϊόντων, ερευνητές, επενδυτές, εκπρόσωποι εξαγωγικών δικτύων και του μάρκετινγκ τροφίμων, μπαινόβγαιναν από αίθουσα σε αίθουσα, προσπαθώντας να προλάβουν τα πάντα και να μιλήσουν για όλα.
Στο Αίθριο του Μουσείου Μπενάκη, περιμετρικά καλοστημένα περίπτερα μικρών παραγωγών με νοστιμιές από τα νησιά των Κυκλάδων κέρδιζαν τις εντυπώσεις με κεράσματα, χαμόγελα και συζητήσεις, γύρω από τα προϊόντα που πουλούσαν. Ενδεικτικά, υπήρχαν τυριά από τον ΕΑΣ Νάξου, γλυκά από τα Παραδοσιακά Εδέσματα Μήλου ή από την εταιρεία «Σύρου Εδέσματα», ζυμαρικά από την οικοτεχνία Δελατόλα στην Τήνο, κρασιά από το κτήμα Σιγάλα και από την Ένωση SantoWines κ.α. Την παράσταση όμως έκλεψε η μεγάλη κουζίνα στο κέντρο που, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, φιλοξενούσε πολλούς σεφ, οι οποίοι με χαρά μαγείρευαν επί τόπου συνταγές εμπνευσμένες από τις Κυκλάδες, εξηγώντας τον τρόπο και τα «μυστικά» στο κοινό που παρακολουθούσε. Ξεχώρισαν, το λουκουμαδάκι γραβιέρας Νάξου με μαρμελάδα ντομάτας, βασιλικό και αφρό μαστίχας -από το σεφ του Olive Garden στο Titania Hotel, Αλέξανδρο Χαραλαμπόπουλο-, η θρυλική αστακομακαρονάδα του εστιατορίου Ο Νικόλας της Σχοινούσας, από τη Σοφία Παπαδημητρίου και οι κυκλαδίτικοι τυρολουκουμάδες – σφουγγάτα του Γιάννη Γαβαλά από το εστιατόριο «Bakalo» της Μυκόνου
Στο καφέ του Μουσείου μικρές ομάδες επισκεπτών είχαν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν σεμινάρια σχετικά με τη γευσιγνωσία των ελληνικών βοτάνων, των αιγαιοπελαγίτικων τυριών, την τέχνη των μοδάτων cupcakes, ακόμη και ένα διαδραστικό εργαστήριο για τη χρήση των φρούτων στην καθημερινή ζωή. Στον ίδιο χώρο προβλήθηκαν και μικρού μήκους ταινίες στα πλαίσια του Διεθνούς Φεστιβάλ Γαστρονομικού Κινηματογράφου Αθήνας (AICFF). Αλλά και η αίθουσα Soul Kitchen (χώρος εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων του Μουσείου Μπενάκη) είχε την τιμητική της, καθώς φιλοξένησε πολλές ευρηματικές δράσεις, όπως την μύηση των επισκεπτών στα μυστικά της γαστρονομικής φωτογράφησης με τον Σταύρο Κωστάκη και την Παναγιώτα Λιακοπούλου, την ευεργετική εμπειρία της Δίαιτας Ωμέγα από το σεφ της Costa Navarino, Δόξη Μπεκρή ή τη διαδικτυακή γαστρονομική περιήγηση–πρότυπο μοντέλο ευρηματικής αφήγησης, με άρωμα Κυκλάδων, από την ομάδα του Aegean Pan.
Το «βαρύ πυροβολικό» όμως βρισκόταν στο Αμφιθέατρο του Μουσείου Μπενάκη. Εκεί πραγματοποιήθηκαν μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες παρουσιάσεις, εκεί έγιναν οι πιο θερμές συζητήσεις, εκεί προβλήθηκαν και οι ταινίες μεγάλου μήκους του 1ου Διεθνούς Φεστιβάλ Γαστρονομικού Κινηματογράφου Αθήνας. Τι να πρωτοπεί κανείς, καθώς ένα πλήθος από ομιλητές, σεφ, δημιουργούς και παραγωγούς βάλθηκαν να συλλειτουργήσουν με βάση μια από τις πιο πλουραλιστικές πλατφόρμες συνάντησης και αφήγησης. Κορυφαίες προσεγγίσεις διατυπώθηκαν στη θεματική συζήτηση περί γαστρονομικού τουρισμού, όπου επιχειρήθηκε μια προσπάθεια διερεύνησης της προοπτικής αξιοποίησης του φαινομένου. Οι αριθμοί μιλούν μόνοι τους. 3.000.000 ευρωπαίοι τουρίστες ετησίως αναζητούν για τις διακοπές τους γαστρονομικούς προορισμούς. Αν συνυπολογίσουμε και τους Αμερικανούς, ο αριθμός ανεβαίνει στα 6.000.000, ενώ 500.000 επιπλέον επισκέπτες θα έρχονταν στη χώρα αν αξιοποιούσαμε τον τόπο μας περαιτέρω γαστρονομικά. Και σε αυτό ας προστεθεί και η δημιουργία άλλων 50.000 θέσεων εργασίας. Ο τουρισμός περνάει από το στομάχι. Τελεία και παύλα.
Σε κάθε συζήτηση που έγινε, από το 1ο Συνέδριο Αιγαιοπελαγίτικης Γαστρονομίας, ως το Holy Terroir (κυκλαδικός οίνος και αμπελώνας) και από το αφιέρωμα στο τυρί των Κυκλάδων ως το Γευσίπλου – Γαστρονομικός Πολιτισμός του Αιγαίου, οι αριθμοί ήταν παρόντες και μιλούσαν για την ανάγκη ενίσχυσης κάθε γαστρονομικής πρωτοβουλίας και την αξιοποίηση των σύγχρονων εργαλείων που παρέχει η τεχνολογία και η επιστήμη, προς την κατεύθυνση αυτή. Το ίδιο έλεγαν και γνωστοί καλεσμένοι στα πάνελ όπως ο Ηλίας Μαμαλάκης, η Νταιάν Κόχυλα, ο Γιώργος Φλούδας, η Ελένη Ψυχούλη, ο Γιώργος Καλώστος, ο Δημήτρης Σκάλκος , ο Νίκος Σαράντος, ο Γιώργος Χατζηγιαννάκης, η Μαριλού Παντάκη κ.α. Ξεχωριστή αναφορά πρέπει πάντως να γίνει και στις ταινίες που προβλήθηκαν στο πλαίσιο των «Ημερών Γαστρονομίας», όπως για παράδειγμα το «Peru Sabe» που αφορά στο οδοιπορικό του Φεράν Αντριά και του Γκαστόν Ακούριο στο Περού, όπου η γαστρονομία έχει αλλάξει τις ζωές χιλιάδων ανθρώπων, το «Noma – At Boiling Point», ωδή στο δημοφιλές εστιατόριο της Κοπεγχάγης αλλά και το απίστευτα τρυφερό φιλμ της Μαριάννας Οικονόμου «Food for love», παράθυρο στη σχέση της ελληνίδας μάνας με το «σπλάχνο» της και το φαγητό που το ταΐζει. Όλα αυτά στα πλαίσια του εντελώς νέου θεσμού, του 1ου Διεθνούς Φεστιβάλ Γαστρονομικού Κινηματογράφου Αθήνας (AICFF), που αποφασίστηκε να εμπλουτίσει το φεστιβάλ, καθώς ορθά θεωρήθηκε πως το σινεμά αποτελεί ένα ισχυρό βοήθημα για τη διεθνή ανάδειξη και διάδοση της τοπικής κουζίνας.
Η αυλαία των «Ημερών Γαστρονομίας» έπεσε την Κυριακή το βράδυ στο Αίθριο του Μουσείου Μπενάκη, υπό τους ήχους της μουσικής και με παρέα τα καλύτερα αποστάγματα των Κυκλάδων. Κοινό συμπέρασμα στα «πηγαδάκια» ήταν ότι αυτό που έχουν καταφέρει οι «Μέρες Γαστρονομίας» είναι κάτι πολύ παραπάνω από τις δυνατότητες ανάδειξης νέων δημιουργών, πρωτοβουλιών, προϊόντων, ιδεών και καλών πρακτικών. Έπεισαν το ευρύ κοινό να αγκαλιάσει την ελληνική γαστρονομία, που μέχρι πρόσφατα φάνταζε απόμακρη, ελιτίστικη και περιορισμένων δυνατοτήτων, αναδεικνύοντάς την σε κοινό τόπο όλων των εκδοχών της ελληνικής γαστρονομικής πολιτισμικής ταυτότητας. Και αυτό δεν επηρεάζει μόνο την κουλτούρα, αλλά είναι από αναπτυξιακή και επιχειρηματική σκοπιά, εξαιρετικά καλό σημάδι για το μέλλον. Σε ένα περιπετειώδες μυθιστόρημα, με μεγάλες δόσεις ρομαντισμού, θα μπορούσε να περιγραφεί ως εκείνη την αίσθηση που έχει αυτός που μετά από χρόνια περιπλάνησης στα κύματα, βλέπει από μακριά ένα κομμάτι στεριάς.