Δευτέρα 14 Οκτωβρίου, μια από τις 17 αργίες του 2013 στην Αργεντινή και η πρώτη ανοιξιάτικη ημέρα στο Buenos Aires. Πάμε για asado (barbeque) στο San Isidro, ένα ακριβό προάστιο της πόλης δίπλα στην όχθη του ποταμού. Από τα επίπεδα τσίκνας στον αέρα καταλαβαίνουμε ότι δεν είμαστε οι μόνοι.
Το asado είναι ιερό στην Αργεντινή και έχει τους δικούς του κανόνες. Ο πρώτος είναι να αργήσεις τουλάχιστον μια ώρα. Ο δεύτερος να μην κάνεις υποδείξεις στον asador (ψήστης). Ο τρίτος να φας.
Ο asador μας είναι ο Scott από το Colorado. Έχει κερδίσει τα συγχαρητήρια πολλών Αργεντινών για τις ικανότητες του σαν ψήστης οπότε ποιος είμαι εγώ -ενας Έλληνας που βάζει λεμόνι στην μοσχαρίσια του- για να τον αμφισβητήσω.
Η parrilla μας (ψησταριά), ένα βαρέλι με καπάκι που ανοίγει και κλείνει περιμένει στον κήπο. Στα περισσότερα σπίτια η parrilla είναι εντοιχισμένη σε κάποιο εξωτερικό χώρο, στις πολυκατοικίες κάθε ταράτσα έχει τουλάχιστον μια.
Ο Scott ανάβει την φωτιά ενώ στην κουζίνα βγάζουμε το κρέας και ετοιμάζουμε τις σαλάτες. Χωρίς να υπολογίσουμε τα chorizos (λουκάνικα) και τις morcillas (λουκάνικα αίματος) αναλογούν περίπου 500 γραμμάρια κρέας στον καθένα! To μοσχαρίσιο κυριαρχεί, η τιμή του είναι ίδια με το χοιρινό οπότε it makes sense. Η μόνη προετοιμασία είναι να περάσουμε το κρέας με χοντρό αλάτι. Κανένα λάδι, καμία ρίγανη ή ότι άλλο έχω δει μέχρι τώρα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Ο Scott αφήνει τα κάρβουνα να ασπρίσουν και τα βάζει στην parrilla. Μου εξηγεί ότι ο καπνός από τα πυρωμένα κάρβουνα αλλάζει την γεύση γι αυτό περιμένει μέχρι να γίνουν άσπρα. Οι υπόλοιποι γύρω μας δείχνουν να συμφωνούν σιωπηλά.
Βάζει τα λουκάνικα, το κρέας και μερικές πιπεριές στην ψησταριά, ένα σκόρδο ανάμεσα στα κάρβουνα και κλείνει το καπάκι. Ένα τέταρτο αργότερα το ανοίγει και γυρνάει τα πάντα. Αισθάνομαι μια δικαίωση μιας και ποτέ δεν κατάλαβα αυτούς που γυρνάνε τις μπριζόλες ξανά και ξανά. Εκτός από την άσκοπα χαμένη ενέργεια και μερικές στάλες ιδρώτα πάνω στο κρέας, ρισκάρουν να πέσουν οι μπριζόλες στο έδαφος με τόσες αλλαγές.
Ύστερα από λίγο τα chorizos και οι morcillas είναι έτοιμα, τα βάζουμε μέσα σε ψωμί και γίνονται τα γνωστά choripan και morcipan. Προσθέτουμε λιγο chimichurri και τα τρώμε. Σε λίγο βγαίνουν και τα υπόλοιπα. Ο Scott έχει βάλει λεμόνι μόνο στην bondiola (χοιρινό). Λέει οτι στις ΗΠΑ χρησιμοποιούν κάποιες σάλτσες πριν το ψήσιμο. Αυτά όμως –μαζί τους η ρίγανη και το λεμόνι- είναι για να καλύπτουν την άσχημη γεύση που έχει το κρέας, συνεχίζει. Εδώ το μοσχάρι χρειάζεται μόνο αλάτι. Οι υπόλοιποι συμφωνούν και πάλι.
Στο τραπέζι έχουμε vacío, asado de tira και peceto (βλ. φώτο). Τα συνοδεύουμε με σαλάτα, chimichurri, αλοιφή απο το σκόρδο στα κάρβουνα και malbec απο την Mendoza. Σε λιγότερο απο μισή ώρα βρίσκομαι να κοιμάμαι σε κάποιον καναπέ.
Το κρέας, το ψωμί, οι σαλάτες και μια γενναιόδωρη ποσότητα αλκοόλ για εφτά άτομα κόστισαν 35 ευρώ (ισοτιμία μαύρης αγοράς).