Σε μια λιτή αλλά γεμάτη συμφραζόμενα κι επισημότητες τελετή, η Ελληνική Αστυνομία αποφάσισε χθες – μετά από δυόμιση μήνες άτυπων διαρροών και θεσμικής αλαλίας – να μιλήσει για τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου. Για την ακρίβεια αποφάσισε να πάρει πολιτική θέση και να στείλει ένα μήνυμα σε πολλούς αποδέκτες. Γιατί αυτό συνιστά στην πραγματικότητα η ανακοίνωση του Σ.Ε.Φ.Ε.Α.Α. (Ειδικοί Φρουροί) ότι ο Θανάσης Πλεύρης και ο Πέτρος Μαντούβαλος ορίζονται δια του θεσμικού οργάνου νομικοί παραστάτες των αστυνομικών που συμμετείχαν στη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου. Αν απογυμνώσεις την ανακοίνωση από τις σφραγίδες, τα μπανεράκια και τις φωτογραφήσεις, αυτό που μένει είναι η κρυστάλλινη και ισχυρή βούληση της Αστυνομίας να θέσει την ακροδεξιά ως αντίδικο στο δικαστικό αγώνα για τη βάναυση εξόντωση ενός νέου ανθρώπου και ενεργού ακτιβιστή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας.
Να συστηθούμε, λοιπόν, πρώτα απ’ όλα , παρότι γνωριζόμαστε. Ο Θανάσης Πλεύρης – γιος του στελέχους της απριλιανής δικτατορίας, θιασώτη του εγχώριου εθνικοσοσιαλισμού και αρνητή του Ολοκαυτώματος Κωνσταντίνου Πλεύρη – υπήρξε βουλευτής του ακροδεξιού ΛΑΟΣ και της Νέας Δημοκρατίας, της οποία και παραμένει μέλος της Πολιτικής Επιτροπής. Το 2011 σε εκδήλωση του περιοδικού Patria το 2011 εξέφρασε ένα αρκούντως αποκαλυπτικό δείγμα των αντιλήψεων του για την αξία της ανθρώπινης ζωής , υποστηρίζοντας χαρακτηριστικά ότι «η φύλαξη των συνόρων δε μπορεί να υφίσταται εάν δεν υπάρχουν απώλειες και για να γίνω κατανοητός, αν δεν υπάρχουν νεκροί».
Ούτως η άλλως ο ίδιος είχε αναλάβει από πολύ νωρίς την υπεράσπιση των αστυνομικών χωρίς καν να του ζητηθεί. Εκεί που όλες και όλοι βλέπαμε τις μπότες και τα γκλοπ των αστυνομικών να ρίχνονται με βία σ’ ένα αιμόφυρτο και ανήμπορο σώμα, αυτός έβλεπε «επιχειρήματα στη φαρέτρα των αστυνομικών». Αυτό έγραψε σε tweet του στις 27 Σεπτεμβρίου μετά τη δημοσίευση του βίντεο της Εφημερίδας των Συντακτών. Σε αρθρογραφία του στην ηλεκτρονική σελίδα Newsbomb στις 27 Σεπτέμβρη ,αν και φαινόταν ξεκάθαρα από το οπτικό υλικό ότι κανένας άνθρωπος ή περιουσιακό στοιχείο δεν απειλήθηκε ή κινδύνευσε από τον Ζακ Κωστόπουλο στις 21 Σεπτεμβρίου, επιχείρησε σκόπιμα να αλλοιώσει τα γεγονότα κάνοντας λόγο για άμυνα ή άντε και υπέρβαση άμυνας. «Ποιες διατάξεις τυγχάνουν εφαρμογή στη συγκεκριμένη περίπτωση. Μιλώντας γενικά για τις διατάξεις της άμυνας και της κατάστασης ανάγκης θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι όταν ένα άτομο δεχθεί μία επίθεση έχει ένα δικαίωμα να αμυνθεί ή να προστατεύσει τα έννομα αγαθά του που πλήττονται» έγραφε.
Αντιστοίχως, ο Πέτρος Μαντούβαλος διάβηκε, επίσης, τις περιστρεφόμενες πόρτες Νέας Δημοκρατίας και ΛΑΟΣ, καθώς υπήρξε βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας , έκανε ένα πέρασμα από το ΛΑΟΣ και το 2015 ανακοινώθηκε η επιστροφή του στο κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Βέβαια, ο Πέτρος Μαντούβαλος εκτός από πολιτικός και πρόεδρος του τμήματος βόλεϊ ανδρών του Ολυμπιακού, φέρει κι άλλες ταυτότητες, όπως αυτή του καταδικασθέντος για εμπλοκή στο παραδικαστικό κύκλωμα. Επιπλέον, μόλις τον περασμένο Ιούλιο το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο Δικηγόρων του επέβαλλε πειθαρχική ποινή προσωρινής παύσης έξι μηνών , επειδή ,όπως αναφέρεται «έθιξε το κύρος του δικηγορικού λειτουργήματος, χρησιμοποιώντας τη δικηγορική ιδιότητα του για ιδιοτελείς σκοπούς κατά το χειρισμό υπόθεσης της πελάτισσας του».
Αυτή η ποινή, όμως, άγνωστο πως, δεν τον εμπόδισε να αναλάβει την υπεράσπιση του 34χρονου που σκότωσε στην Άμφισσα ένα 13 χρονο Ρομά κορίτσι. Υμνητής του Κωνσταντίνου Κατσίφα και παράλληλα θαυμαστής του δόγματος «τάξη και ασφάλεια», αρέσκεται σε δημόσιες παρεμβάσεις υπέρ της Ελληνικής Αστυνομίας. Και η αλήθεια είναι ότι βρίσκει με μεγάλη ευκολία βήμα, για παράδειγμα μέσα σ’ ένα διάστημα μικρότερο των τριών μηνών μόνο στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΙ βγήκε πέντε φορές (15 Σεπτεμβρίου, 2 Νοεμβρίου, 15 Νοεμβρίου στην εκπομπή «Σήμερα» του Δημήτρη Οικονόμου, 25 Οκτωβρίου και 10 Νοεμβρίου στην εκπομπή της Τατιάνας Στεφανίδου). Αν συνυπολογίσουμε και το γεγονός ότι ο Ορφέας Φίλος, Αναπληρωτής Γραμματέας Διεθνών Σχέσεων και Ευρωπαϊκής Ένωσης της Νέας Δημοκρατίας , είναι δικηγόρος του μεσίτη στην υπόθεση της δολοφονίας του Ζακ Κωστόπουλου, μπορούμε εύλογα να εικάσουμε ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχει αναλάβει εργολαβικά να συνδράμει με τις νομικές υπηρεσίες των στελεχών του σχεδόν όλους όσοι συνέπραξαν στη μαρτυρική θανάτωση του Ζακ.
Θα μου πεις , όλοι οι κατηγορούμενοι δικαιούνται νομικής εκπροσώπησης. Σαφώς. Πλην , όμως, ότι οι αστυνομικοί που ενεπλάκησαν στη συγκεκριμένη υπόθεση δεν έχουν καταστεί ακόμα κατηγορούμενοι. Δεν τους έχουν απαγγελθεί αυτεπάγγελτα κατηγορίες, δεν έχουν κατατεθεί ακόμα μηνύσεις από την πλευρά της οικογένειας του θύματος, δεν έχει ολοκληρωθεί η Ένορκη Διοικητική Εξέταση που έχει διαταχθεί εις βάρος τους. Οι Ειδικοί Φρουροί ως οντότητα εντός της Αστυνομίας και όχι μεμονωμένα ο κάθε αστυνομικός, επιλέγουν πριν ολοκληρωθούν όλες οι προβλεπόμενες διαδικασίες να θωρακιστούν γύρω από μια νομική εκπροσώπηση. Αναθέτουν , μάλιστα, αυτό το ρόλο σε πρόσωπα που είναι φορείς ακροδεξιάς ιδεολογίας, επιβεβαιώνοντας ίσως τη γειτνίαση τους μ’ αυτόν το χώρο, όπως έχει εντοπιστεί κάμποσες φορές τόσο στο δρόμο, όσο και στα εκλογικά αποτελέσματα.
Ανακεφαλαιώνοντας και συνοψίζοντας, λοιπόν, τη στάση της Αστυνομίας στην υπόθεση της δολοφονίας του Ζακ Κωστόπουλου, τα πράγματα έχουν εξελιχθεί ως εξής: Οι αστυνομικοί που φτάνουν στην οδό Γλάδστωνος το μεσημέρι της 21ης Σεπτεμβρίου επιτίθενται με βαναυσότητα στον Ζακ Κωστόπουλο που ήταν ήδη βαριά τραυματισμένος και αιμόφυρτος, του περνούν χειροπέδες ενώ είναι ημιθανής και ακυρώνουν οποιαδήποτε προσπάθεια για ΚΑΡΠΑ και ανάνηψη. Αποχωρούν από μια σκηνή εγκλήματος , επιτρέποντας στον κοσμηματοπώλη να καθαρίσει τα αίματα και να καταστρέψει ενδεχομένως κι άλλα στοιχεία της υπόθεσης. Ήδη από την πρώτη ημέρα διασπείρουν ψευδείς ειδήσεις στον Τύπο – τις οποίες δυστυχώς ο Τύπος αναπαράγει. Αν ανατρέξει κανείς στα τηλεγραφήματα του ΑΠΕ της ίδιας μέρας θα διαπιστώσει το μέγεθος της διαστρέβλωσης.
Ενώ ο Ζακ Κωστόπουλος έφτασε με ασθενοφόρο στις 15:14 στον Ευαγγελισμό ήδη νεκρός, το ΑΠΕ στις 18:40 γράφει: «Σε σοβαρή κατάσταση νοσηλεύεται στον Ευαγγελισμό τοξικομανής που τραυματίστηκε όταν προσπάθησε να ληστέψει κοσμηματοπωλείο στην οδό Γλάδστωνος». Επανέρχεται στις 19:59 σημειώνοντας: «Νεκρός διακομίστηκε στο νοσοκομείο ο άνδρας που επιχείρησε να ληστέψει κοσμηματοπωλείο στην Αθήνα, στην οδό Γλάδστωνος. Σύμφωνα με αστυνομικές πηγές είχε μπει το μεσημέρι στο κοσμηματοπωλείο και απείλησε με μαχαίρι τον ιδιοκτήτη, ο οποίος αντέδρασε. Όταν ο δράστης προσπάθησε να διαφύγει έπεσε πάνω στη τζαμαρία του καταστήματος και τραυματίστηκε».
Πέρα από τα σημεία στίξης, δεν υπάρχει κάτι άλλο σ’ αυτές τις τρεις προτάσεις που να μην αποτελεί τερατώδες ψέμα. Όλο το επόμενο διάστημα η Αστυνομία , όπως έχουμε καταδείξει και σε προηγούμενα ρεπορτάζ , συνέχισε την τακτική των ανυπόστατων και επιλεκτικών διαρροών προς τον Τύπο, παραχαράσσοντας τα γεγονότα και σπιλώνοντας τη μνήμη του θύματος. Δε φρόντισε να συλλέξει οπτικοακουστικό υλικό από κάμερες ασφαλείας ή ιδιώτες, ούτε να αναζητήσει μάρτυρες για την υπόθεση. Δε βρήκε μισή κουβέντα παρηγοριάς και αυτοκριτικής να απευθύνει στην οικογένεια του θύματος παρά μόνο το μνημειώδες και εξοργιστικό «Αυτή είναι η πρακτική. Σ’ όποιον αρέσει». Μέχρι και αυτή τη στιγμή οι έρευνες της είναι προσανατολισμένες στην προσπάθεια ενοχοποίησης του θύματος. Η Αστυνομία διερευνά τις κλήσεις, τις πράξεις, την ταυτότητα του Ζακ και όχι των κατηγορουμένων. Και σαν επιστέγασμα επέλεξε να αντιτάξει τον Πλεύρη και το Μαντούβαλο στο αίτημα για απονομή δικαιοσύνης.
Η Αστυνομία δεν είναι ακέφαλη. Η φυσική και πολιτική της ηγεσία έχουν τεράστιες ευθύνες γι’ αυτή τη συμπεριφορά. Έχουν περάσει πάνω από δύο μήνες και ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί η εσωτερική διαδικασία ελέγχου. Η Όλγα Γεροβασίλη μετά τη δημοσίευση του βίντεο της Εφημερίδας των Συντακτών ανακοίνωσε της διεξαγωγή έρευνας. Μόλις στις 22 Νοεμβρίου , αφού εκδόθηκε και το ιατροδικαστικό πόρισμα, η απλή προκατακτική μετατράπηκε σε Ένορκη Διοικητική Εξέταση, λες και η φρίκη δεν ήταν ολοφάνερη από τα βίντεο αλλά χρειαζόταν και ιατροδικαστική βούλα. Ακόμα και τότε, βέβαια, οι συγκεκριμένοι αστυνομικοί δεν τέθηκαν σε διαθεσιμότητα. Απλά αποσπάστηκαν από το δρόμο και πλέον θα υπηρετούν σε γραφείο. Είναι η ολιγωρία , η αναποφασιστικότητα και οι αντιφάσεις της ίδιας της κυβέρνησης που κλείνουν το μάτι στον εμπαιγμό και την αυθαιρεσία και εδραιώνουν τη θλιβερή διαπίστωση ότι 10 χρόνια μετά το Δεκέμβρη του 2008 τίποτα απ’ ότι έπρεπε να γίνει, δεν έγινε. Από τη Μεσολογγίου ως τη Γλάδστωνος , οι δρόμοι της Αθήνας είναι σημαδεμένοι από αστυνομικές πρακτικές που δε μας αρέσουν, που σκορπούν πόνο και θάνατο.