Επτά χρόνια μετρά η εθνική ομάδα αστέγων που δε γνωρίζει χρώμα, εθνικότητα, φυλή. Όλοι τους όμως έχουν κοινά χαρακτηριστικά: είναι άστεγοι, πρώην εξαρτημένοι και μέλη ευπαθών κοινωνικών ομάδων που αγαπούν τη «στρογγυλή θεά» και μέσα από αυτήν περνούν μηνύματα κατά του ρατσισμού, της ξενοφοβίας αλλά και της εργασιακής εκμετάλλευσης, την οποία υφίστανται. Όλοι οι συμμετέχοντες στην ομάδα μάχονται στο δρόμο για να μπορέσουν να συμπαρασταθούν ακόμη και σε ανθρώπους που υποφέρουν και σηκώνουν το δικό τους Γολγοθά… Η Popaganda βρέθηκε σε ένα φιλικό αγώνα της εθνικής ομάδας αστέγων στη Ριζούπολη. Οι ιστορίες που μεταφέρει ο προπονητής της ομάδας, Γιάννης Κώρτσος αλλά και τρεις παίκτες για την καθημερινότητά τους είναι πραγματικά συγκλονιστικές.
Ο προπονητής Γιάννης Κώρτσος.
«Έκανα χρήση ναρκωτικών»
Ο προπονητής της εθνικής, ο Γιάννης Κώρτσος, υπήρξε χρήστης ναρκωτικών ουσιών. Έφυγε από το σπίτι του στα 15 πιστεύοντας ότι δεν είναι ασφαλής εκεί. Έμεινε σε ένα παρατημένο αυτοκίνητο στον Κολωνό και στα 20 άρχισε να κάνει χρήση ναρκωτικών. Για 12 χρόνια υπήρξε χρήστης. Βαρέθηκε όμως, ήθελε να απεξαρτηθεί και έτσι μπήκε στο πρόγραμμα 18ΆΝΩ. Ένα χρόνο αργότερα, στα 33 του, κατάφερε να τελειώσει το πρόγραμμα και μέχρι τώρα παραμένει καθαρός. Ο Γιάννης άρχισε να αγωνίζεται με τη φανέλα του ποδοσφαιριστή την περίοδο που ήταν ενταγμένος στο πρόγραμμα απεξάρτησης, περίπου το 2009. Ήθελε όμως να γίνει προπονητής και το πάλεψε. Έτσι κατάφερε, χάρη στη βοήθεια των ανθρώπων που γνώρισε εκεί, να ξεφύγει από τη μάστιγα των ουσιών.
«Ήμουν ρατσιστής με τους μαύρους γιατί εκείνοι πουλάνε τα ναρκωτικά», λέει ο Γιάννης Κώρτσος συμπληρώνοντας όμως ότι ξεπέρασε τα ρατσιστικά θέματα που είχε μέσα στη συγκεκριμένη ομάδα. «Το ποδόσφαιρο είναι η πρόφαση. Το μήνυμα είναι η ενότητα. Δεν υπάρχει καμία διάκριση», σημειώνει. Ο Γιάννης Κώρτσος βρίσκεται πάντα στους παίκτες της ομάδας του. Η εθνική ομάδα, όπως εξηγεί ο προπονητής τους, αποτελείται από 27 με 32 άτομα, τα οποία κάνουν προπόνηση στις 20.30 κάθε Κυριακή στο γήπεδο του
Ρουφ. Στις προπονήσεις μπορεί να έρθει ο καθένας. Άλλωστε, το ποδόσφαιρο όλους τους ενώνει, όπως συμπληρώνει. «Κύριο μέλημά μας είναι η επανένταξη αυτών των ανθρώπων. Πολλοί, ξέρετε, δεν έχουν να φάνε και να κοιμηθούν αλλά με την ομάδα ανοίγονται. Μιλούν για τα προβλήματά τους και τα καταπολεμούν. Έχουμε πρώην χρήστες ναρκωτικών, όπως ήμουν κι εγώ, έχουμε αλλοδαπούς, έχουμε αστέγους, έχουμε ακόμη και γυναίκες που λατρεύουν το ποδόσφαιρο.»
Ο Άλεξ Τζιάμι από το Αφγανιστάν.
Εννιά χρόνια στην Ελλάδα
Ο Άλεξ Τζιάμι είναι από το Αφγανιστάν. Ήρθε στην Ελλάδα σε ηλικία 14 ετών, μόνος, αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον. Η οικογένειά του έμεινε στην Τουρκία κι εκείνος κατάφερε να περάσει στη χώρα μας μέσω των λαθρεμπόρων. Σήμερα, είναι 23 ετών, μένει στα Άνω Λιόσια και εργάζεται ως καθαριστής χαλιών. Η ζωή, όπως μου εξηγεί, δεν ήταν καθόλου εύκολη για εκείνον μέχρι σήμερα. «Έφυγα μόνος στα 14. Από τότε μένω μόνος μου και προσπαθώ να πορευτώ», λέει. «Είχα προβλήματα με το νόμο. Είχα μπλεξίματα αλλά χάρη στους ανθρώπους που μου στάθηκαν, πλέον εργάζομαι και προσπαθώ για το καλύτερο. Αυτό μας μαθαίνει το ποδόσφαιρο και οι άνθρωποι της ομάδας που είναι διαρκώς στο πλευρό μας». Ο 23χρονος παίκτης της εθνικής ομάδας αστέγων φοράει τη φανέλα από το 2008. Την έμαθε μέσα από φίλους του που έπαιζαν μπάλα και έτσι αποφάσισε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του. «Ταξίδεψα στο Μεξικό στους αγώνες της ομάδας εκεί. Μείναμε για περίπου δύο εβδομάδες και ήταν μια φανταστική εμπειρία», λέει τονίζοντας ότι από τότε που αγωνίστηκε στην ομάδα, η ζωή του άλλαξε προς το καλύτερο. Μόνο που τα τελευταία χρόνια, η δουλειά του έχει μειωθεί λόγω της οικονομικής κρίσης και στα 23 του, νέος ακόμη αλλά με εμπειρίες στην πλάτη, προσπαθεί για ένα καλύτερο αύριο.
Ο δεκαοχτάχρονος Νταβίντ Χαχιασούλ.
«Η μητέρα μου καθαρίζει σπίτια»
Ο Νταβίντ Χαχιασούλ είναι 18 ετών και βρίσκεται στη χώρα μας πέντε χρόνια τώρα. Έχει καταγωγή από τη Γεωργία και η οικογένειά του, όπως λέει, ήρθε στην Ελλάδα για ένα καλύτερο μέλλον. «Η μητέρα μου καθαρίζει σπίτια. Έτσι ζούμε», αναφέρει ο 18χρονος παίκτης.
Ο Νταβίντ τελείωσε το σχολείο και ελπίζει να καταφέρει να σπουδάσει για να μπορέσει να δημιουργήσει κάτι δικό του και να μην αναζητά την τύχη του από εδώ και από εκεί. Το ποδόσφαιρο τον ευχαριστεί πολύ και γι’ αυτό βρίσκεται κάθε Κυριακή στις προπονήσεις της ομάδας, προσπαθώντας για το καλύτερο. Άρχισε να αγωνίζεται στην ομάδα μετά από παρότρυνση φίλων του και από τότε δεν την έχει εγκαταλείψει ποτέ. Τον φοβίζει όμως η αβεβαιότητα που υπάρχει στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή. «Παλιά υπήρχαν δουλειές», λέει «τώρα είναι πολύ δύσκολο για κάποιον με προϋπηρεσία να βρει δουλειά. Μόνο οι τυχεροί επιβιώνουν», συμπληρώνει. Κι αυτό το λέει, αφού γνώρισε από μικρός πως είναι να ξενιτεύεσαι για μια καλύτερη ζωή. Όμως, ξέρει ότι αν δεν τα καταφέρει στη χώρα μας θα αναζητήσει την τύχη του σε κάποια άλλη ευρωπαϊκή πόλη για να μπορέσει να στέκεται στα πόδια του, δουλεύοντας…
Κάπως έτσι, όλοι οι παίκτες της ομάδας, έχουν μια ιστορία να σου διηγηθούν: άλλοτε λιγότερο ευχάριστη άλλοτε περισσότερο. Όμως, μόνο έτσι καταλαβαίνεις ότι υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι που ζουν στο περιθώριο, στο σκοτάδι. Γι’ αυτό και θέλουν να βγουν μπροστά και η ομάδα του περιοδικού «Σχεδία» τους βοηθά να το πράξουν…