Categories: ΔΙΕΘΝΗ

Τελικά, πώς ακριβώς εκλέγεται ο Πρόεδρος των ΗΠΑ;

Η σπουδαιότερη ώρα για τις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και τον κόσμο ολόκληρο είναι προ των πυλών. Αύριο, την Τρίτη 8 Νοεμβρίου του 2016 οι Αμερικάνοι ψηφοφόροι καλούνται να προσέλθουν στις κάλπες ώστε να εκλέξουν το επόμενο ισχυρότερο πρόσωπο του κόσμου. Την Τετάρτη τα ξημερώματα σε ώρα Ελλάδας, ο κόσμος πλέον θα γνωρίζει ποιος θα είναι ο διάδοχος του Προέδρου Μπαράκ Ομπάμα και παράλληλα, ο 45ος Πρόεδρος των ΗΠΑ.

Οι διεκδικητές Χίλαρι Κλίντον για τους Δημοκρατικούς και Ντόναλντ Τραμπ για τους Ρεπουμπλικάνους αναμένεται να αναμετρηθούν σε μια εκλογική διαδικασία πολύ πιο κλειστή απ’ όσο προβλεπόταν στην αρχή της κούρσας, με την Κλίντον πάντως να διατηρεί ακόμα ένα μικρό—αλλά πλέον μη ασφαλές—προβάδισμα. Λίγα πράγματα μπορούν πλέον να αλλάξουν τις δυναμικές της κούρσας, σε μια προεκλογική διαδικασία που αν μη τι άλλο τα είχε όλα. Εντονότατη πολιτική και ιδεολογική αντιπαράθεση, πρωτοφανή αρνητικότητα, βρώμικα κόλπα και αλληλουχία σκανδάλων και για τις δύο μεριές.

Ο Ντόναλντ Τραμπ και η Χίλαρι Κλίντον οδηγούνται προς την τελευταία πράξη του έργου.

Τώρα πια όμως τίποτα άλλο δεν έχει σημασία καθώς οι καμπάνιες ό,τι είχαν να κάνουν το έκαναν. Ο λόγος περνάει πλέον στον κόσμο, εκείνον δηλαδή που θα επιλέξει να συμμετέχει στην εκλογική διαδικασία, σε μια χώρα όπου το ποσοστό αποχής συνήθως κυμαίνεται γύρω στο 40%, με την ιδιαιτερότητα του Αμερικανικού εκλογικού συστήματος να συμβάλλει τα μέγιστα σ’ αυτό το ποσοστό.


Πώς ακριβώς εκλέγεται ο Πρόεδρος των ΗΠΑ;

Το εκλογικό σύστημα στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι σημαντικά διαφορετικό από τα Ευρωπαϊκά. Σε μια πρόταση, συνοπτικά, μπορεί κανείς να πει πως ο Πρόεδρος δεν εκλέγεται με τη λαϊκή ψήφο αλλά με την εκλεκτορική. Οι λόγοι για τους οποίους οι πατέρες της Αμερικανικής Δημοκρατίας απέκλεισαν την επιλογή της άμεσης λαϊκής ψήφου ήταν ο φόβος της μεγάλης εκλογικής επιρροής των μεγάλων πληθυσμιακά πολιτειών—άρα και η μείωση της επιρροής των μικρότερων—αλλά και τα ιδιαίτερα δημογραφικά χαρακτηριστικά των Νότιων πολιτειών όπου το καθεστώς της δουλείας ήταν ελεύθερο και αδιαπραγμάτευτο. Εν τέλει, η εκλεκτορική ψήφος, αντιπροσωπευτική της λαϊκής βούλησης, θεωρήθηκε η καλύτερη και ασφαλέστερη λύση για την ανάδειξη του Προέδρου των ΗΠΑ.  Ας το δούμε λίγο αναλυτικότερα:

Η εκλογή του Προέδρου και του Αντιπροέδρου γίνεται μέσω του Κολλεγίου των Εκλεκτόρων. Πρόκειται για ένα πολιτικό σώμα το οποίο αποτελείται από 538 εκλέκτορες, αριθμός ίσος με τον συνολικό αριθμό των Γερουσιαστών και μελών του Κονγκρέσου, χωρίς όμως κάποιος που ήδη συμμετέχει στα παραπάνω σώματα να μπορεί να είναι και εκλέκτορας παράλληλα. Οι εκλέκτορες είναι κατά κανόνα κομματικά στελέχη τα οποία, αφού εκλεγούν, είναι υποχρεωμένα να δώσουν την εκλεκτορική τους ψήφο στους υποψήφιους του κόμματος τους. Μάλιστα, σε ορισμένες πολιτείες στην περίπτωση που ένας εκλέκτορας ψηφίσει αντίθετα της λαϊκής εντολής, τότε διώκεται. Στην ουσία λοιπόν, οι ψηφοφόροι παρότι επιλέγουν τον συνδυασμό που επιθυμούν, δεν ψηφίζουν άμεσα για Πρόεδρο και Αντιπρόεδρο, αλλά για τους εκλέκτορες οι οποίοι με τη σειρά τους θα αντιπροσωπεύσουν τη λαϊκή ψήφο με την εκλεκτορική.

Κάθε πολιτεία εκλέγει αριθμό εκλεκτόρων, αναλογικό ως προς τον πληθυσμό της και όχι ως προς τη γεωγραφική της έκταση. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι οι περιπτώσεις της Καλιφόρνια, η οποία «δίνει» 55 εκλέκτορες, τους περισσότερους από κάθε άλλη πολιτεία, αλλά και της Μοντάνα η οποία δίνει μόνο 3, ενώ πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες σε έκταση πολιτείες των ΗΠΑ. Εύλογα, αυτό σημαίνει πως ορισμένες πολιτείες έχουν μεγαλύτερη εκλεκτορική σημασία από άλλες και πως η νίκη ή η ήττα σε πληθυσμιακά μεγάλες πολιτείες μπορεί να αποβεί καθοριστική στο δρόμο για τη συγκέντρωση της απόλυτης πλειοψηφίας των 270 εκλεκτόρων που εξασφαλίζουν τη νίκη. Εδώ, πρέπει να κρατησουμε μια λέξη, για ποικίλους μάλιστα λόγους: Φλόριντα

Ο εκλεκτορικός χάρτης των ΗΠΑ. Ξεχωρίζουν η Καλιφόρνια, το Τέξας, η Νέα Υόρκη και η Φλόριντα.

Το έτος 2000: Λαϊκή πλειοψηφία εναντίον εκλεκτορικής, σημειώσατε διπλό

Μπορεί το Κολλέγιο των Εκλεκτόρων να θεωρήθηκε αρχικά ως πολιτική δικλείδα ασφαλείας, όμως στην ιδιαίτερη λειτουργία του ελοχεύει ένας πολύ σημαντικός κίνδυνος, ο οποίος μάλιστα ουσιαστικά καταργεί τον χαρακτήρα της φύσεως μιας εκλογικής διαδικασίας, τουλάχιστον όπως τη γνωρίζουμε στην ΕΕ. Η ανάδειξη του Προέδρου μέσω της εκλεκτορικής ψήφου σημαίνει πως ένας υποψήφιος μπορεί να εκλεγεί Πρόεδρος έχοντας μειοψηφίσει σε απόλυτο αριθμό ψήφων.

Πως μπορεί να συμβεί αυτό;

Στις εκλογές του 2000, όταν και αναμετρήθηκαν ο τότε Δημοκρατικός Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Αλ Γκόρ με τον Ρεπουμπλικάνο Τζωρτζ Μπους, ο πρώτος κατέκτησε περίπου μισό εκατομμύριο ψήφους παραπάνω από τον δεύτερο. Όμως, όπως η ιστορία μας δίδαξε, ο δεύτερος έγινε κάτοικος του Λευκού Οίκου από το 2000 έως και το 2008.


Αυτό συνέβη γιατί ο Μπους, επικρατώντας οριακά στην πάντα καθοριστική πολιτεία της Φλόριντα, κατόρθωσε να συλλέξει τον απαιτούμενο αριθμό των 270 εκλεκτόρων, ακόμα και αν ο Γκορ είχε κερδίσει άλλες πολιτείες με πολύ μεγαλύτερη διαφορά από τον Μπους. (Σημείωση: Στην πραγματικότητα η διαδικασία της επανακαταμέτρησης των ψήφων στη Φλόριντα δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, με το αποτέλεσμα να ορίζεται από το Ανώτατο Δικαστήριο και το πραγματικό αποτέλεσμα να παραμένει άγνωστο έως και σήμερα)

Ο πρώην Αντιπρόεδρος Αλ Γκορ, ο μεγαλύτερος χαμένος του Εκλεκτορικού εκλογικού συστήματος.

Κρίσιμο σημείο στην κατανόηση του εκλεκτορικού συστήματος είναι πως είτε κάποιος κερδίσει μια πολιτεία με μία μόνο ψήφο, είτε με ένα εκατομμύριο ψήφους, τον ίδιο αριθμό εκλεκτόρων θα προσθέσει στο συνολικό του άθροισμα. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τα συμβάντα της εκλογικής αναμέτρησης του 2000 έχουν οδηγήσει σε σημαντικές αντιδράσεις όσον αφορά τον χαρακτήρα του εκλεκτορικού συστήματος ως το κατά πόσο πραγματικά αντιπροσωπεύει τη θέληση των ψηφοφόρων.

Εξάλλου, το εκλεκτορικό σύστημα οδηγεί και σε σημαντικό ποσοστό αποχής καθώς οι πολίτες που γνωρίζουν πώς ψηφίζει ιστορικά η πολιτεία τους—Blue ή Red state, από τα χρώματα των κομμάτων—δε βρίσκουν ιδιαίτερο νόημα στην εκλογική διαδικασία, έχοντας την πεποίθηση πως η ψήφος τους δε μετράει.

Ο τελικός εκλεκτορικός χάρτης του 2000, όπου ο Τζώρτζ Μπους εξελέγη Πρόεδρος έχοντας συγκεντρώσει μισό εκατομμύριο λιγότερες ψήφους.

Η ιστορία γράφεται στις Swing States

Ο όρος Swing State χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει τις περισσότερο ουδέτερες πολιτείες, οι οποίες δεν έχουν έντονο κομματικό χαρακτήρα όπου άρα μπορούν να επικρατήσουν και οι δύο υποψήφιοι με σχεδόν ίσες πιθανότητες. Η μεγαλύτερη εξ αυτών, τόσο σε αριθμό εκλεκτόρων όσο και σε ιστορική σημασία είναι η Φλόριντα ενώ Swing States επίσης θεωρούνται οι πολιτείες του Οχάιο, Γουισκόνσιν, Πενσυλβάνια, Νιού Χάμσαϊρ, Μινεσότα, Αϊόβα, Βιρτζίνια, Μίσιγκαν, Νεβάδα, Κολοράντο και Βόρεια Καρολίνα.


Ουσιαστικά, υπάρχει μια άτυπη συμφωνία ανάμεσα στους πολιτικούς αναλυτές η οποία ορίζει πως σε φυσιολογικές συνθήκες, τόσο ο Δημοκρατικός όσο και ο Ρεπουμπλικανικός εκλογικός συνδυασμός ξεκινάει με 190 εκλέκτορες—λόγω των παραδοσιακά κομματικών πολιτειών—και το αποτέλεσμα κρίνεται στις παραπάνω πολιτείες.

Αυτός ο κανόνας επιβεβαιώνεται περίτρανα σε κάθε αναμέτρηση καθώς κατά τις τελευταίες ημέρες της προεκλογικής περιόδου, οι καμπάνιες ρίχνουν όλο το βάρος στις σχετικά ουδέτερες Swing States, γνωρίζοντας πως η νίκη θα κριθεί εκεί.

Αύριο, την ημέρα της διεξαγωγής των εκλογών, θα ακολουθήσει λεπτομερέστερη ανάλυση στην πρόβλεψη του εκλεκτορικού χάρτη του 2016, όπως επίσης και στους παράγοντες που αναμένεται να καθορίσουν το τελικό αποτέλεσμα.

Άγης Παπαγεωργίου

Ο Άγης Παπαγεωργίου γράφει για πολιτική, μπάλα και ροκ εν ρολ.