Categories: ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Το μικρό στενάκι των θαυμάτων στου Ψυρρή

Λίγες δεκάδες μέτρα, όλα κι όλα. Από εκεί που η οδός Σαρρή συναντά τη Λεωκορίου ξεκινά, για να τελειώσει δυο ανάσες μετά, στην Αγ. Ασωμάτων. Η ταμπέλα γράφει οδός Τουρναβίτου. Κάθε τοίχος έχει και διαφορετικό χρώμα, κάθε πόρτα κρύβει έναν κάτοικο με διαφορετική ιστορία, όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους σαν ένα άλλο Twin Peaks προσγειωμένο στην πραγματικότητα ενός λιλιπούτειου αθηναϊκού στενού, στο κέντρο της πόλης. Η γειτονιά των καροποιείων στη μεταπολεμική Αθήνα. Η «μιλημένη» θεατρική εστία με την άφιξη του θεάτρου Θησείον του Μιχαήλ Μαρμαρινού. Το  hot spot των ύστερων 90’s με το θρυλικό El Pecado. Και μετά ήρθε η πτώση, όχι μόνο της Τουρναβίτου αλλά και όλης της περιοχής, για να δώσει τη σειρά της σε μία ήρεμη, χωρίς τυμπανοκρουσίες ισορροπία στην «Αθήνα της κρίσης». Ώσπου τον περασμένο Απρίλιο, η φωτογραφία ενός εντυπωσιακού ελληνικού γράφιτι που βρίσκεται σε αυτό το «χαμένο» στενό, δημοσιεύεται στην Guardian, κάπως σαν επιστέγασμα της δημιουργικής αναγέννησης που επί ένα χρόνο συμβαίνει εκεί.

Ο ιθύνων νους του Tin Pan Alley, που δεν υπάρχει πια, Θέμης Βασαρμίδης.

Οταν κάναμε αυτό το ρεπορτάζ, καλοκαίρι του 2015, στο δρόμο και στην αναγέννησή του  πρωτοστατούσε, από το 2013, οπότε και άνοιξε τις πόρτες του ο πολυχώρος Tin Pan Alley, ο Θέμης Βασαρμίδης. Σήμερα, φθινόπωρο του 2017, το Tin Pan Alley δεν υπάρχει πια, αλλά τα όσα συζητήσαμε τότε με το Θέμη δεν είναι δυνατόν να ξεχαστούν: «Ξεκίνησα με τη λογική ότι ένα μαγαζί δεν τελειώνει στους τέσσερις τοίχους, αλλά επεκτείνεται και στη γειτονιά. Ένας επισκέπτης πρώτα έρχεται στη γειτονιά, στο δρόμο και αν αυτός είναι αφιλόξενος, παίρνει μια αρνητική γεύση πριν μπει στο μαγαζί. Οπότε όλοι οι κάτοικοι εδώ, θέλουμε ο κόσμος που έρχεται να νιώθει καλά πρώτα στη γειτονιά και το στενό μας. Ο δρόμος βρισκόταν σε τεράστια εγκατάλειψη, ήταν σαν βομβαρδισμένος. Εμείς πλέον το βλέπουμε σαν συμβολισμό το ότι η Τουρναβίτου ήταν το κλασσικό στενό των 00’s όπου είχαν ανοίξει όλα εκείνα τα trendy μαγαζιά και τα φοβερά εστιατόρια, τα οποία έκαναν τον κύκλο τους, τα έκαψαν  και σηκώθηκαν και έφυγαν. Είναι κλασσική νοοτροπία της εποχής, κάναμε το πάρτυ μας, αρπάξαμε ό,τι αρπάξαμε, φύγαμε και ρίξαμε μαύρη πέτρα αδιαφορώντας για τη τύχη του στενού. Η πρώτη κίνηση ήταν να απευθυνθούμε στις αρμόδιες υπηρεσίες, αλλά η ανταπόκρισή τους ήταν μηδενική, οπότε αποφασίσαμε να κάνουμε εμείς οι ίδιοι κάτι για το δρόμο μας. Προχωράμε αργά και με χαμηλό budget. Θέλαμε αρχικά να ομορφύνουν όσο γίνεται αυτοί οι τοίχοι: το καλοκαίρι βρέθηκα στο Cinque Terra της Ιταλίας που μοιάζει σαν να το έχουν ζωγραφίσει και σκέφτηκα ότι και το στενό θα μπορούσε να έχει μια παλέτα χρωμάτων, βασισμένη στο ήδη έντονο κόκκινο του θεάτρου. Θέλαμε επίσης να ομορφύνουμε το καμμένο τοπίο, βρήκαμε τον street artist Achilles και εκείνος έκανε το πανέμορφο γκράφιτι που μπήκε στη Guardian».

Το γράφιτι του Achilles που δημοσιεύτηκε στην Guardian.

Σήμερα στην Τουρναβίτου θα βρει κανείς το Tin Pan Alley, το θέατρο Θησείον: ΈΝΑ ΘΕΑΤΡΟ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΕΧΝΕΣ του Μιχαήλ Μαρμαρινού, το ήσυχο μπαράκι Quinta, το καινούριο δισκάδικο Imantas Records και τον κλασικό…καρεκλά, ένα από τα πιο παραδοσιακά μαγαζιά που έχουν μείνει στου Ψυρρή. «Και φυσικά το υπέροχο νεοκλασσικό της κυρα-Καίτης η οποία είναι 85 χρονών και το κρατάει μόνη της, αρνείται να εγκαταλείψει το σπίτι και τη γειτονιά που μεγάλωσε. Πάμε να τη γνωρίσουμε!» μας προτρέπει ο Θέμης και τον ακολουθούμε κάτω από το βλέμμα του μωβ κοριτσιού που απεικονίζεται στο γκράφιτι.

«Έχουμε ταιριάξει πάντως και σαν γείτονες. Είμαστε άνθρωποι της μέρας, της κουλτούρας. Και έχουμε πολλά σχέδια ακόμα. Η τελευταία μας κατάκτηση είναι ότι εγκρίθηκε η μονοδρόμηση του στενού. Έχουμε κάνει αίτηση να γίνει πεζόδρομος κι έχουμε συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι μπορεί να πάρει 15 χρόνια, γι’ αυτό ετοιμάσαμε μια πρόταση: να βάψουμε το έδαφος με stencil ώστε να φαίνεται σαν πλακόστρωτο, ώστε να μπορούμε να το αξιοποιήσουμε κάνοντας εξωτερικά events. Θέλουμε να προσθέσουμε και λίγη φύση, να βάλουμε λουλούδια, βουκαμβίλιες, λείπει από την Αθήνα το πράσινο. Έχουμε όλο το υλικό, τους ανθρώπους, τους καλλιτέχνες, την υποδομή και θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα ζωντανό δρόμο», συμπληρώνει χτυπώντας το κουδούνι. 

Η φιλόξενη κυρία Καίτη…

Και το εσωτερικό του νεοκλασσικού σπιτιού της.

Η κυρα-Καίτη μας φιλάει σταυρωτά, μας καλωσορίζει στο σαλόνι του διώροφου σπιτιού και μας κερνάει χυμό ανανά. Το σπίτι είναι αρχοντικό και πεντακάθαρο, η ίδια μια πρόσχαρη και δραστήρια. «Αυτό το σπίτι είναι 120 ετών, ίσως και περισσότερο. Εδώ γεννήθηκε η μητέρα μου. Όλος ο δρόμος μέχρι και την πίσω μεριά ήταν μια μεγάλη αυλή, γύρω γύρω έμεναν πάρα πολλές οικογένειες. Η περιοχή εδώ ήταν δίπλα στο νεκροταφείο του Κεραμεικού και ονομαζόταν «Σταχτοθήκη». Η οδός Διπύλου ονομάστηκε έτσι γιατί ήταν τα Μακρά Τείχη. Κάτω από εδώ περνούσαν παρακλάδια του Ηριδανού. Από οικογένειες; Πολύ γνωστά ονόματα. Ο παππούς Κασιμάτης είχε ένα καρβουνιάρικο στη συμβολή Ερμού και Λεωκορίου. Το μόνο που δεν ξέρω να σου πω είναι το πώς βγήκε το όνομα Τουρναβίτου» διηγείται. «Εδώ ήταν όλα τα επαγγέλματα της εποχής.  Ο Τσαλαβούτας έφτιαχνε σούστες, υπήρχαν καροποιεία, μαγαζιά που πουλούσαν ξύλα, κάρβουνα και κρασί. Στην Αρμένικη εκκλησία υπήρχε μια μεγάλη ταβέρνα που λεγόταν “Του Μαντά”.Ο δρόμος είχε τότε μεγάλη κίνηση. Έμεναν πλούσιες και μεγάλες οικογένειες, ωραίες κοπέλες, ήμασταν μια γειτονιά αγαπημένη, καθόμασταν έξω στα σκαλάκια. Ο περίπατός μας ήταν το Θησείο, ανεβαίναμε από την πλατεία προς τα πάνω στη Διονυσίου Αρεοπαγείτου, εκεί γινόταν το κόρτο, οι γνωριμίες. Όλοι μας φοιτήσαμε στο Πρώτο Γυμνάσιο θηλέων στην Πλάκα, το αντίστοιχο αρρένων ήταν τότε η Γεννάδειος Σχολή. Έχουμε και δικό μας σύλλογο αποφοίτων και πηγαίνουμε ακόμα εκδρομές».

Δεν ήταν όμως όλα ρόδινα στο πέρασμα των χρόνων, όπως παραδέχεται η ίδια. «Το 1976 επρόκειτο να γίνει σχολείο. Να χτιστεί στο κομμάτι από το ξενοδοχείο μέχρι και το νεοκλασσικό. Όμως τα σχέδια ανατράπηκαν και το σπίτι εξαιρέθηκε από το πρόγραμμα. Υπάρχει ακόμα η ταμπέλα σε ένα άδειο οικόπεδο της Ασωμάτων: “Προσεχώς Σχολείο”. Και στα τέλη του ‘90 έγινε το El Pecado και μεταμορφώθηκε η γειτονιά. Γνώρισε μεγάλες δόξες το μαγαζί, ήρθε όλη η Αθήνα, ο Παπανδρέου ήταν εδώ όταν κανόνιζε για τα Ίμια στο τηλέφωνο. Κάποιο από τα μαγαζιά με απείλησε κάποτε, επειδή τους παρακάλεσα να κλείνουν έστω τη πόρτα όταν ο γιος μου έδινε πανελλήνιες. Θέλανε να μας διώξουν τότε. Αλλά δεν τους πέρασε». Φεύγοντας, τη ρωτάω πως βλέπει την αναμόρφωση του στενού.«Είδα με πολύ καλό μάτι τις αλλαγές. O δρόμος είναι πλέον εικαστικός. Τώρα έχουμε ησυχάσει. Έρχεται καλός κόσμος στο θέατρο, κάνουν μεταμεσονύκτιες παραστάσεις και δεν ακούμε τίποτα. Κι εγώ πηγαίνω όταν μου αρέσει κάτι». 

Μιλώντας για το θέατρο, έρχεται η σειρά του Μιχαήλ Μαρμαρινού να πιάσει το νήμα της ιστορίας. «Όταν αγοράσαμε το χώρο του μετέπειτα Θησείον, ο δρόμος είχε λίγο περισσότερη και σπάνια ζωή. Στη θέση του El Pecado υπήρχε το τελευταίο εργαστήριο επισκευής τροχών για κάρα και ιππήλατα. Θυμάμαι τους ίδιους λιγοστούς πελάτες να δένουν τα άλογα απέναντι , να αποσυνδέουν το κάρο και να περιμένουν ώρες και ώρες. Πατέρας,γιος και το αμάξι. Μου έλεγαν”Όταν τα παρατήσει ο γέρος, θα φύγουμε κι εμείς, δεν υπάρχει άλλος. Και  δεν αφήνει κανέναν δίπλα του να μάθει τη δουλειά κι εμάς έξω μας κρατάει όσο δουλεύει για να μη δούμε! Θέλει , λέει , όταν σταματήσει αυτός να σταματήσει και το επάγγελμα”. Την περίοδο που φτιαχνόταν το θέατρο έγινε και ένα όμορφο εστιατόριο, πάντα σε εξαιρετική συνύπαρξη με τα ήδη υπάρχοντα επαγγέλματα:το συνεργείο του Δημήτρη, τα νησιώτικα έπιπλα των αδελφών με τα πανέμορφα παιδάκια – που κάποια στιγμή χρησιμοποίησα σε μια παράσταση- το καφενείο που έκλεισε, τις καρέκλες στη γωνία , τις Ρόδες, το εργαστήριο μαχαιριών και λεπίδων απέναντι, ένα μπαρ που ποτέ δεν έπιασε, η κυρα-Καίτη με το νεοκλασσικό και οι υπέροχοι άνθρωποι από την Αλβανία που ήρθαν μετά από ασύλληπτες για μας ταλαιπωρίες και έμεναν εκεί ο Μιχάλης και η Σουζάννα μας, με τα δυο παιδάκια τους». Όσο για την αναμόρφωση του δρόμου, τον βρίσκει κάτι παραπάνω από σύμφωνο. « Είναι εξαιρετικά συγκινητικές και αισθητικά λεπτές οι παρεμβάσεις που ο Θέμης καθοδηγεί σ’ αυτή τη μικρή οδό. Η επιτοίχια ζωγραφική, τα δροσερά χρώματα, η πρόσφατη σχεδόν “γιαπωνέζικη” διακριτική δενδροφύτευση είναι λόγος να σταματήσει το διερχόμενο σώμα και το μάτι. Ο δρόμος δεν υποδύεται ευτυχώς τίποτα, μόνο τον απλό εαυτό του. Και όλες οι μέχρι στιγμής παρεμβάσεις σέβονται αυτή την διακριτικότητα και την ησυχία του».

Ο Γιώργος στη μπάρα του Quinta

Δίπλα στο βαθυκόκκινο θέατρο βρίσκεται ένας τοίχος σε απαλό μπλε. Είναι το μπαρ Quinta που μετράει μόλις πέντε μήνες στη γειτονιά. Κρυφοκοιτάζουμε από τη μισάνοιχτη πόρτα, τα φώτα είναι ακόμα κλειστά και ο εγκέφαλός του, ο Γιώργος, κάθεται μόνος στο μπαρ. Έχει μόλις ανοίξει. Το όνομα του μαγαζιού είναι, όπως μας λέει ο Γιώργος, ένας φόρος τιμής στο θρυλικό κλαμπ Quinta της Φωκίωνος Νέγρη του ‘60, που είχε πελάτες όπως ο Ωνάσης, η Βουγιουκλάκη και ο Ομάρ Σαρίφ αλλά και στο θέατρο Θησείον, ακριβώς δίπλα. Δουλεύοντας χρόνια στο κέντρο, ο Γιώργος θυμάται το «χαμό» που γινόταν στην Τουρναβίτου με το El Pecado και το Βαρελάδικο Flashback το 2005. «Η ιδέα μου ήταν να υπάρξει ένας χώρος όπου θα διασκεδάζεις αλλά θα υπάρχει και η δυνατότητα πραγματικής επικοινωνίας. Από το Σεπτέμβριο η Quinta θα λειτουργεί και σαν showroom νέων καλλιτεχνών, φιλοξενώντας ενδιαφέροντα projects κάθε είδους».

Ο «καρεκλάς» κύριος Βασίλης

Ανηφορίζοντας συναντάμε τον περιβόητο καρεκλά. Το μικρό μαγαζί, γεμάτο καρέκλες και κατασκευές κάθε είδους τραβάει την προσοχή των περαστικών επί της Τουρναβίτου για περισσότερο από 25 χρόνια. Ο κύριος Βασίλης, που έφερε σε αυτό το στενό την επιχείρηση που ξεκίνησε ο παππούς του στην Αλεξάνδρεια Ημαθίας, θυμάται την εποχή που υπήρχαν στην περιοχή καροποιεία, λουστραδόροι, μαγαζιά με αλουμίνια, χαρτιά και είδη ασανσέρ και σιδηρουργεία. «Κλείσανε ένα-ένα αυτά τα μαγαζιά. Εμείς το παλεύουμε ακόμα» λέει στην Popaganda. «Κάνουμε κατασκευή εξ’ αρχής, επισκευή, συντήρηση και δουλεύουμε με πολλά είδη διακόσμησης εδώ και χρόνια». «Ποιος ήταν ο Τουρναβίτης;» ρωτάω με αιφνιδιαστική διάθεση τον κύριο Βασίλη. «Κανείς δεν ξέρει πραγματικά. Ο καθένας έχει τη δική του εκδοχή», απαντάει ατάραχος, αφήνοντας το μυστήριο να πλανάται στον αέρα.

Από τις τελευταίες αφίξεις είναι το δισκάδικο Imantas Records. Πρωτότοκο «παιδί» του ιστορικού δισκάδικου Τζίνα στο νούμερο 57 της Πανεπιστημίου, το Imantas εγκαταστάθηκε στο νέο του σπίτι μόλις πριν από ένα χρόνο. «Η περιοχή αυτή είχε πάντα μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, ήταν περιτριγυρισμένη από θέατρα. Εμείς βρισκόμαστε στη συμβολή 3 δρόμων, σε ένα κομβικό σημείο και πιστεύουμε πολύ στο να διατηρηθεί ο καλλιτεχνικός της χαρακτήρας. Ήδη υπάρχει ένα μπαρ-μουσική σκηνή, ένα θέατρο, το δισκάδικό μας και θα ήταν ωραίο να άνοιγε ένα βιβλιοπωλείο» λέει ο Παναγιώτης, ιδιοκτήτης του μαγαζιού. «Πουλάμε βινύλια, cd, πολλά 45άρια, δίσκους γραμμόφωνου, ακόμα και γραμμόφωνα. Κάνουμε Dj sets και παρουσιάσεις με περισσότερο ανεξάρτητες παραγωγές, αφού ο Imantas εκτός από δισκάδικο είναι και εταιρεία παραγωγής». Λίγο πριν τον αποχαιρετήσω, φροντίζει να τονίσει ότι «επικοινωνούμε με τους γείτονες. Αυτό είναι που έχει χαθεί από την παλιά εποχή και δεν νομίζω ότι συμφέρει κανέναν μας». Ίσως τελικά, το «μυστικό» της Τουρναβίτου να είναι κάτι τόσο απλό αλλά ταυτόχρονα και τόσο αψήφιστα υποτιμημένο: η επικοινωνία σε επίπεδο μικροκλίμακας, ένα αίσθημα συλλογικότητας για το κοινό καλό και η όρεξη για δημιουργία, σε πείσμα των καιρών.

Ένα χρυσό δέντρο φύτρωσε στην Τουρναβίτου.

Λίγες μέρες μετά τη βόλτα μου σε αυτό το «μικρό στενάκι των θαυμάτων», ο Θέμης επικοινώνησε μαζί μου. Ένας από τους μεγαλύτερους αγιογράφους της Ελλάδας με το ψευδώνυμο Laniz, ο οποίος στη 45χρονη πορεία του έχει εκθέσει έργα σε όλο τον κόσμο, φιλοτέχνησε ένα χρυσό επιτοίχιο δέντρο για το στενό της Τουρναβίτου. Στο μήνυμα που συνόδευε το έργο, έγραφε τα εξής: «Φιλοτέχνησα ένα δέντρο για σένα. Να του χαμογελάς κάθε πρωί και εκείνο θα σου υπενθυμίζει κάθε βράδυ ότι η ζωή είναι στα δέντρα και στα κύμματα».

Δείτε όλο το φωτορεπορτάζ της Ασπασίας Κουλύρα στη gallery που ακολουθεί: 

Το γράφιτι του Achilles που δημοσιεύτηκε στην Guardian.
Η κυρα- Καίτη
Και το εσωτερικό του νεοκλασσικού σπιτιού της.
Ο Γιώργος στη μπάρα του Quinta
Ο «καρεκλάς» κύριος Βασίλης
Θέα από μια σπασμένη πόρτα με λουκέτο
Το θέατρο Θησείον
Ένα χρυσό δέντρο φύτρωσε στην Τουρναβίτου.
Η νέα προσθήκη: το χρυσό δέντρο του Laniz (βλέπε υστερόγραφο)

Ιωάννα Παναγοπούλου

Η Ιωάννα Παναγοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα το Σεπτέμβριο του '93. Σήμερα ολοκληρώνει τις σπουδές τις στο τμήμα Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου.

Share
Published by
Ιωάννα Παναγοπούλου