Η ελληνική γλώσσα έχει αντέξει πολλά λεκτικά φορτία στην «καμπούρα» της εδώ και αμέτρητα χρόνια. Από έναν ατελείωτο κατάλογο με τούρκικες και λατινογενείς λέξεις κι εκφράσεις, μέχρι ιδιωματισμούς και αναγραμματισμούς που δίνουν μια χιουμοριστική νότα στην επικοινωνία μας. Ενίοτε οι μικρές, περιθωριοποιημένες ομάδες ανθρώπων σε μια κοινωνία, είχαν ανάγκη να επικοινωνήσουν με δικούς τους κώδικες που μόνο τα ελάχιστα μέλη τους θα είχαν «διδαχτεί» και θα κατανοούσαν, όπως ήταν για χρόνια τα «ποδανά» (βλέπε τι «σηφά ζειπαί»).
Οι περισσότερες κατασκευασμένες διάλεκτοι, χάριν ανάγκης κωδικοποιημένης ομιλίας όπως ήταν τα «καλιαρντά», η αργκό των ομοφυλόφιλων, έκαναν την εμφάνισή τους γύρω στη δεκαετία του 1940, στην ανάγκη να μην τους αντιλαμβάνεται το εχθρικό περιβάλλον που τότε επικρατούσε. Αυτή λοιπόν η γλώσσα του δρόμου τούς θωράκιζε ενάντια στους παράλογους και άδικους νόμους και τους έκανε να νιώθουν ασφάλεια απέναντι στον εχθρό. Σήμερα βρισκόμαστε στην εποχή του slang, ενός «λεξικού» αλλιώτικου, πολλές φορές άκρως σεξιστικού, με πολλές δόσεις χιούμορ.
Πρωτότυπες λέξεις, αργκό γλωσσικά φαινόμενα και ευφάνταστες φράσεις της καθομιλουμένης που δεν θα βρεις σε ένα τυπικό λεξικό και σίγουρα δεν θα ακούσεις από το στόμα της γιαγιάς σου (οι μαμάδες κάτι πιάνουν!). Το σλανγκ της εποχής μας ωστόσο απέχει μάλλον πολύ από τους χώρους που τυπικά θα συνδύαζε κανείς με την αργκό, δηλαδή το κοινωνικό περιθώριο. Το “pop culture” της εποχής που εκφράζεται μέσα από την σύμπτυξη του λόγου μέσω του διαδικτύου προωθεί εκτός από την απλοποίηση της γλώσσας και την αποδοχή χρήσης ακραίων σεξιστικών ή πάσης φύσεως ρατσιστικών εκφράσεων ως χιούμορ. Δύο είναι λοιπόν τα τινά. Είτε η ελληνική γλώσσα να βγει «λαβωμένη» μέσα από αυτή την διαδικασία, είτε να «γελάει» δυνατά με τα καμώματά της…
Ή και τα δύο.
Όταν λούζεις μάλλον κάτι παραμελείς, κάτι αγνοείς ή κάτι κάνεις λάθος. Μπορεί να αργήσεις στη δουλειά σου επειδή «έλουσες», μπορεί να ξέχασες να βάλεις το κινητό σου στην τσάντα σου γιατί «έλουσες», μπορεί να μην έκανες την διπλωματική σου γιατί.. όλη μέρα «έλουζες». Ο «λούστης» είναι μάλλον το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα νέου της γενιάς μας.
Το αντίθετο του «είμαι cool». Όταν «βράζεις» κάτι σε ενοχλεί, κάτι χαλάει την ισορροπία σου, κάτι σε κάνει να είσαι ευερέθιστος, κάτι σε «χαλάει» που έλεγαν και οι πιο παλιοί γλωσσοπλάστες. Σε κάθε παρέα υπάρχει κι ένας «βραστήρας» που.. «δεν την βρίσκει» με τίποτα, ποτέ και πουθενά.
Το έμπαινα είναι μια από τις σεξιστικές, φαλλοκρατικές εκφράσεις που χρησιμοποιεί σχεδόν κάθε αγόρι της παρέας. Χρησιμοποιείται συνήθως στην.. θέα μιας εντυπωσιακής ή σέξι γυναικείας συνήθως παρουσίας. Με λίγη φαντασία η ερμηνεία της φράσης αυτής είναι προφανής.
Η φάση του καθενός έχει να κάνει με τις προτιμήσεις του στη μουσική, στη διασκέδαση, ή με τη διάθεση της στιγμής. Όταν παίζει «καλή φάση» συνήθως σημαίνει πως θα περάσεις καλά. Πως θα έχει καλή μουσική, φθηνό και καλό ποτό, ενδιαφέρων κόσμο. Όταν ο φίλος σου «δεν είναι σε φάση», μάλλον δεν θα περάσει καλά πουθενά, δεν έχει τη διάθεση να βγει ή τέλοσπαντων να βγει μαζί σου.
Όταν κάτι «δεν παλεύεται» είναι απλώς ανυπόφορο. Όταν κάποιος «δεν την παλεύει», δεν έχει συναίσθηση του τι κάνει. Και συνήθως έχει κάνει μαλακία.
Όταν ο χρόνος περνάει χωρίς να κάνεις το οτιδήποτε, όταν αράζεις στον καναπέ για ώρες, όταν ασχολείσαι ασταμάτητα με ένα συγκεκριμένο πράγμα, τότε λιώνεις.
«Ψήνεσαι» για κάτι που σε ενδιαφέρει να κάνεις, για κάτι που σε τραβάει, για κάτι που σου αρέσει.
Η δεύτερη πιο σεξιστική λέξη στο λεξιλόγιό μας. Ίσως να βγαίνει από το.. γκομε-νάκι, ίσως από κάτι άλλο. Σε κάθε περίπτωση το χρησιμοποιούν συνήθως οι άντρες της παρέας, τοποθετώντας τις περισσότερες φορές κάποιο κοσμητικό επίθετο για να χαρακτηρίσουν κάποια κοπέλα που μόλις πέρασε από μπροστά τους.
Χρησιμοποιείται κυρίως στον γραπτό λόγο και μεταφράζεται ως Ρώτα Τη Μάνα Σου. Δεν φαντάζομαι να θέλετε εξηγήσεις!
Μάλλον αυτός που το χρησιμοποιεί δεν περνάει καλά. Το σάπια είναι η κατάλληλη λέξη για να χαρακτηρίσεις κάτι άθλιο και σιχαμερό. Εάν το πάρτι που πήγες χθες ήταν σάπιο, τότε σίγουρα δεν πέρασες καθόλου καλά.
Κρατάς το σώμα πετάς το κεφάλι. Ένα απαράδεκτο -κατά τα άλλα- ουσιαστικό που χαρακτηρίζει μια κοπέλα ή ένα αγόρι με υπέροχο σώμα και όχι και τόσο όμορφο πρόσωπο.
Εάν φύγεις από το μπαρ με κάποιον ολίγον τι τούβλο να είσαι σίγουρη πως θα έχει σταλεί μήνυμα στο κινητό του κολλητού του η φράση «απόψε φόρτωσα». Τα λόγια είναι περιττά.
Κάποιος που είναι βαρετός, που δεν μιλάει πολύ, που μαζί του τέλοσπάντων ο χρόνος δεν κυλάει ευχάριστα.
Ένας κατά βάση μειωτικός χαρακτηρισμός που xρησιμοποιείται ωστόσο χιουμοριστικά στην παρέα. Φαντάσου έναν τύπο που έχει πιεί και είναι λιώμα. Κάνει βλακείες, δεν προσέχει τι λέει η παρέα, σπάει τασάκια. Ε αυτός είναι ο γύλος της παρέας.
Βγαίνει από το ξενόφερτο «fail». Ο Φεϊλάς είναι συνώνυμο του Λούστη. Ο τύπος που συνεχώς αποτυγχάνει.
Και πολλοί ακόμα χαρακτηρισμοί για τους λάτρεις του.. χόρτου.
Επίρρημα θαυμασμού. «Καλά, οι παραλίες στη Μήλο ήταν λουέν!’»
Όταν βγαίνεις ξανά με την πρώην σου. Βγαίνει από τον μπλε κάδο. Ναι! Αυτόν της.. ανακύκλωσης.
Όταν βλέπεις μια όμορφη κοπέλα στο μπαρ και κωλώνεις να της μιλήσεις, εκεί έρχεται ο κολλητός σου και με την φράση αυτή σε παρακινεί να το τολμήσεις.
Εάν κάποιος φίλος ή φίλη σου βρουν ανοιχτό το facebook σου στο λάπτοπ σου, τότε πολύ πιθανόν να σου κάνει rape. Και δεν θα σου αρέσει καθόλου να δεις ένα στάτους ή μια αστεία φωτογραφία σου που δεν πόσταρες εσύ ποτέ!
Όταν θέλεις να μάθεις πόσο κοστίζει κάτι πριν το αγοράσεις.
Όταν θες να δώσεις το ”respect” σε κάποιον.
Ο δροσερός ειναι cool, είναι άνετος, είναι ωραίος, είναι γαμάτος.
Δηλαδή όλα μπόμπα, δηλαδή όλα πένα, δηλαδή όλα τέλεια!
to be continued…