Στο Σταθμό Λαρίσης μία κυρία ταΐζει με τα ψίχουλα από την τυρόπιτά της τα περιστέρια. Αμέσως η καθαρίστρια τρέχει με την σκούπα να τα μαζέψει. «Μην τα πετάτε κάτω», της λέει. «Εμένα δε με πειράζει, αλλά θα έρθουν οι επίσημοι». Λίγα λεπτά αργότερα έφθασαν και οι «επίσημοι». Ο Σταύρος Θεοδωράκης και η ομάδα του. Μαζί του ήταν και ο σταθμάρχης που του μίλαγε συνεχώς, όπως και δύο μηχανικοί πάνω στο τρένο που είχαν φορέσει μέχρι και τα κοστούμια τους για να τον συναντήσουν. Σε μία συζήτηση που κάναμε αργότερα συνειδητοποιήσαμε ότι είχαν καταλάβει ότι θα ταξιδέψει με το τρένο από το τιμολόγιο των εισιτηρίων. «Κανένας πολιτικός αρχηγός δεν έχει ταξιδέψει με τρένο», του λέει ο ένας μηχανικός. «Ο μόνος που συναντήσαμε ήταν ο Σημίτης που πήγε από τον έναν σταθμό στον άλλο για να βγάλει φωτογραφίες».
Στο βαγόνι τέσσερα, λίγο πριν την Οινόη, ο Θεοδωράκης ανοίγει την Καθημερινή. Ο υπολογιστής του είναι πάνω στο τραπεζάκι και οι δύο κοπέλες που τον ακολουθούν στις περιοδείες του δουλεύουν ακατάπαυστα. «Τους συνεργάτες του τους αγαπά και τους προσέχει, αλλά τους θέλει στρατιώτες», λέει η Άντρη που είναι μαζί του από τους Πρωταγωνιστές. Και για αυτή η ανακοίνωση ήταν ένα σοκ που σιγά σιγά όμως ξεπέρασε. Η απόφαση όμως να ξεκινήσει Το Ποτάμι δεν ήταν εύκολη ακόμη και για τον ίδιο. «Ήταν δύσκολη απόφαση γιατί άφησα πολλά πίσω μου και υπάρχουν ακόμα μέρες που στενοχωριέμαι για αυτά. Μπορεί να νιώθω πολύ καλά από την αγάπη του κόσμου και από την συμπαράσταση που μου δείχνουν, αλλά υπάρχουν πρωινά που σηκώνομαι και λέω τι θέμα θα κάνω σήμερα». Για την Κωνσταντίνα που είναι καινούρια στην ομάδα η συνεργασία φαίνεται περιπετειώδης. «Πηγαίνω στις περιοδείες και η δουλειά μου είναι να στέλνω έγκαιρα το οπτικοακουστικό υλικό για να μεταφέρω το κλίμα. Έχω κάνει μεταπτυχιακό στην Πολιτική Επικοινωνία στη Σορβόννη και οι σπουδές μου βρίσκουν απόλυτη εφαρμογή σε αυτό που κάνω εδώ». Και οι δύο είναι νέες όπως και όλοι οι συνεργάτες του. «Ο μέσος όρος ηλικίας είναι τα 25 – 27 και όλα τα παιδιά έχουμε ικανότητες, δεξιότητες, σπουδές», μου λένε και αυτό φαίνεται. Όπως και το ότι δουλεύουν σαν στρατιώτες. Οι υπολογιστές τους δεν έκλεισαν ακόμα και στο φαγητό το βράδυ μετά την ομιλία στη Λάρισα.
Στην προβλεπόμενη στάση στον Δομοκό ο Θεοδωράκης κατεβαίνει και μαζί του όλο το τρένο. Οι επιβάτες τον πλησιάζουν για να συζητήσουν μαζί του. Θαυμαστές του είναι κυρίως οι γυναίκες, ίσως λόγω της τηλεοπτικής εικόνας που έχει χτίσει, και νέοι, για την αμεσότητά του μάλλον και για το χτύπημα στην πλάτη. Αυτοί που του επιτίθενται από την άλλη είναι κυρίως ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ. Κάποιος επιβάτης μάλιστα φώναζε ότι για χάρη του σταμάτησε ολόκληρο τρένο, ενώ ένας άλλος τον ρώταγε αν θα παρουσιαστεί στο MEGA η ομιλία του. Εκείνος δεν έδωσε καμία σημασία. Γύρισε την πλάτη και πλησίασε μία παρέα τριών Κρητικών. Μίλησε μαζί τους, φωτογραφήθηκε, έδωσε «αντρίκια» τα χέρια και τους χτύπησε στην πλάτη. Και όταν το τρένο ξεκίνησε ξανά εκείνοι άνοιξαν ένα μπουκάλι τσικουδιά και τον κέρασαν, ενώ ένας άλλος – Κρητικός κι αυτός – έβγαλε το λαούτο και έπαιξε.
Η συγκέντρωση στη Λάρισα έγινε στον ανοιχτό χώρο του Φρούριου. Όχι κάτω από τις καλύτερες συνθήκες, αν λάβει κανείς υπόψιν τη χαμηλή θερμοκρασία. Οι δημοσιογράφοι ξεκίνησαν τις ερωτήσεις με την υπόθεση Μπαλτάκου και ο Θεοδωράκης τόνισε πόσο μεγάλες είναι οι ευθύνες του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης. Η συγκέντρωση ήταν ανοιχτή, μπορούσε να έρθει όποιος ήθελε όχι για να ακούσει τον αρχηγό ενός κόμματος να παραθέτει μία μία τις θέσεις του, αλλά για να συζητήσει μαζί του. «Όταν ήμουν πιτσιρικάς ήμουν στο ΠΑΣΟΚ και διαγράφηκα όταν ανέβηκε στην εξουσία, ως άνθρωπος που είχα παράξενες αριστερίστικες απόψεις. Έχω υπάρξει σε συγκεντρώσεις. Μετά είδα ότι μπορεί να μειωνόταν ο κόσμος, αλλά δεν άλλαζε η ουσία των συγκεντρώσεων. Είχαμε έναν ηγέτη ο οποίος ανέβαινε πάνω, έπαιρνε μία ομιλία την οποία την είχαν γράψει κάποιοι άλλοι και άρχιζε και φώναζε κάποια πράγματα για να τον χειροκροτούν», λέει όταν ρωτάω γιατί διαλέγει τη συζήτηση από την ομιλία. Το μεταναστευτικό, οι φόροι ακινήτων, το εκπαιδευτικό σύστημα ήταν μερικά από τα θέματα που ανέπτυξε με τους 200 περίπου παρευρισκόμενους. Το θέμα όμως που τον προβληματίζει είναι η πορεία της Χρυσής Αυγής. «Φοβάμαι ότι με την υπόθεση Μπαλτάκου η Χρυσή Αυγή θα πάρει κεφάλι», επαναλάμβανε στο φαγητό, τονίζοντας συνεχώς το πόσο φοβισμένος του φάνηκε ο πρώην γενικός γραμματέας του υπουργικού συμβουλίου στο υποκλαπέν βίντεο.
Όταν είσαι σε μία περιοδεία με τον Σταύρο Θεοδωράκη έχεις την εντύπωση ότι βρίσκεσαι στο γύρισμα μιας από τις εκπομπές του. Τον ακολουθεί πάντα ένας έμπειρος οπερατέρ και ένας φωτογράφος.
Όταν είσαι σε μία περιοδεία με τον Σταύρο Θεοδωράκη έχεις την εντύπωση ότι βρίσκεσαι στο γύρισμα μιας από τις εκπομπές του. Τον ακολουθεί πάντα ένας έμπειρος οπερατέρ και ένας φωτογράφος. Η Άντρη τσεκάρει τον ήχο και η Κωνσταντίνα τραβάει συνεχώς σφήνες. Όσο συντονισμένα και αν γίνεται η δουλειά, στο τέλος πρέπει να πάρει τη δική του τελική έγκριση, όπως γινόταν και στους Πρωταγωνιστές. «Η καισαρική ήταν μία εκπομπή που με συγκλόνισε», μου λέει όταν τον ρωτάω ποια ήταν η αγαπημένη του εκπομπή. «Έχουμε κάνει το παράλογο λογικό σε αυτή τη χώρα. Είναι αδιανόητο πόσο επιπόλαια φέρονται οι γιατροί στην Ελληνίδα. Όταν στις Βόρειες χώρες έχεις ένα ποσοστό 20% καισαρικών και εδώ πια έχεις ένα ποσοστό 60% – 70% αυτό δεν δικαιολογείται. Αυτή η εκπομπή με συγκλόνισε από την ανταπόκριση που είχε στον κόσμο και μετά όμως σκέφτεσαι «έκανα μία εκπομπή, αλλά πώς θα αλλάξει αυτό;». Στις σκανδιναβικές χώρες έθεσαν πριν πολλά χρόνια κανόνες για το πώς ένας γιατρός μπορεί να συμπεριφέρεται σε μια γυναίκα γιατί πρέπει να ξέρεις ότι αφορμή για τις καισαρικές πέρα από το ότι ήταν πολλές, ήταν μία έκθεση του ΟΗΕ που μιλούσε για κακοποίηση των γυναικών. Δεν ήταν μία συζήτηση σε ιατρικά γραφεία, είναι θέμα ανθρωπίνων δικαιωμάτων η σχέση της γυναίκας με την εγκυμοσύνη της. Ιστορική εκπομπή ήταν με τα εγκαταλειμμένα του Αλεξάνδρας, όπου πήγα πάλι πρόσφατα και διαπίστωσα ότι είναι περισσότερα τώρα. Με την κρίση έχουν εγκαταλειφθεί περισσότερα μωρά», λέει και η συζήτηση συνεχίζεται με μία άλλη ιστορική εκπομπή για το κέντρο της Αθήνας. Και η απορία είναι πώς καταφέρνεις να κάνεις τους ναρκομανείς να σου μιλήσουν με αυτό τον τρόπο. «Εγώ ήμουν για αυτούς ο Σταύρος», λέει. «Πήγα εκεί με τη μηχανή μου και τους είπα ότι το πρόβλημα είναι μεγάλο και πρέπει να μιλήσουν. Όταν το κάνεις χωρίς διαμεσολαβητές, δεν πήγα με μία κουστωδία συνοδών, μπράβων που πάνε συνήθως κάποιοι για να αντιμετωπίσουν τέτοια ζητήματα. Εγώ πήγα εκεί και τους λέω, αν συμφωνήσετε να το κάνετε θα φωνάξω τις κάμερες τους φίλους μου».
Η επιστροφή γίνεται το πρωί της Παρασκευής με το ΚΤΕΛ. «Και τώρα ακόμα που μου λένε ότι πρέπει να προσαρμοστώ σε κάποιου είδους συμπεριφορά πολιτικού αρχηγού, απαντάω γιατί να μην τα κάνουμε όλα πιο απλά». Η συζήτηση συνεχίζεται για τους πολιτικούς αρχηγούς της Ελλάδας. «Κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι κυβερνηθήκαμε για πολλά χρόνια από ανθρώπους οι οποίοι γεννήθηκαν για να κυβερνήσουν. Ή έτσι νόμιζαν. Από ανθρώπους οι οποίοι ξεκίνησαν με ένα βαρύ όνομα ή με ένα εξαρχής προβάδισμα έναντι των άλλων πολιτών και χωρίς να έχουν καμία σχέση με τη ζωή και δεν εννοώ μόνο με τα ένσημα, εννοώ και δράση – γιατί θα μπορούσε κάποιος να έχει και μία έντονη κοινωνική δράση – βρέθηκαν να ηγούνται υπουργείων, να ηγούνται κυβερνήσεων. Νομίζω ότι ένα από τα προβλήματα της χώρας είναι αυτό. Έχω πάντα την αίσθηση ότι οι πολιτικοί κυκλοφορούσαν με φιμέ τζάμια και δεν ξέρουν τι γίνεται στη χώρα».
Για τον ίδιο το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας είναι ο παρασιτισμός. «Είτε μικρός είτε μεγάλος έχει μία κοινή βάση. Την κακή λειτοργία της δημόσιας διοίκησης και την κομματική λειτουργία της δημόσιας διοίκησης. Ο πολίτης ή ο επιχειρηματίας που οδηγείται στον παρασιτισμό βοηθιέται ή δεν εμποδίζεται από ένα κακό κράτος. Άρα το πρώτο ζήτημα που πρέπει να κάνεις για να αντιμετωπίσεις αυτό το πράγμα είναι να αλλάξεις τη λειτουργία του κράτους, να κάνεις ένα κράτος πολύ πιο ανοιχτό στον κοινωνικό έλεγχο, να κάνεις ένα κράτος αξιοκρατίας, δηλαδή οι διευθυντές να μην είναι οι κομματικοί φίλοι, αλλά αυτοί που πρέπει να είναι διευθυντές. Εάν συμβεί αυτό, θα είναι το πρώτο μεγάλο βήμα για την αντιμετώπιση του παρασιτισμού», και συνεχίζει τονίζοντας πόσο σημαντική είναι η σωστή και σε λογικό χρόνο απόδοση της δικαιοσύνης.
«Πού πηγαίνετε;», ρωτάει μία κυρία που κάθεται δίπλα του στο πούλμαν και ξεκινάει να κουβεντιάζει μαζί της. Εκείνη ενθουσιάζεται και του απαντάει σε όλες τις ερωτήσεις. Λίγο αργότερα πλησιάζει ένας κύριος και φωνάζει: «Α, εδώ είσαι και φαγώθηκε η άλλη πάνω ο Θεοδωράκης και ο Θεοδωράκης; Καλή επιτυχία να έχεις», του εύχεται και φεύγει.
Γιατί όμως όταν έχεις πετύχει τόσα πολλά θέλεις να ασχοληθείς με την πολιτική; «Μερικές φορές έχω την αίσθηση, την αρνητική αίσθηση ότι ο χρόνος περνάει πάρα πολύ γρήγορα. Δεν έχω συμβιβαστεί με την ταχύτητα που τρέχει ο χρόνος, άρα η ανάγκη μου ήταν όταν κάποια στιγμή κοιτάξω πίσω να μην πω ότι δεν έκανα κάτι», μου λέει και συνεχίζει. «Και επειδή πολύ καιρό σκεφτόμουν ότι μπορούμε να αλλάξουμε τη χώρα, ότι μπορούμε να κάνουμε μερικά πράγματα για την χώρα είπα ότι πρέπει να το δοκιμάσω και δεν πρέπει να μείνει αυτό το πράγμα απωθημένο. Γιατί εγώ είχα μία καλή ζωή και δόξα και φίλους και λεφτά, είχα την αίσθηση όμως της δυστυχίας γύρω μου. Είτε της δυστυχίας για αντικειμενικούς λόγους, όπως ο κόσμος που έχανε τη δουλειά του, ο κόσμος που έπρεπε να ζήσει με ελάχιστα λεφτά, αλλά και της δυστυχίας ως απουσία ελπίδας γιατί στην Ελλάδα δε μας λείπουν μόνο τα λεφτά. Και το έχω πει και μπορεί να ακουστεί και λίγο παράξενο. Χωρίς λεφτά μπορείς να ζήσεις για κάποιο διάστημα, χωρίς ελπίδα δε μπορείς».