Στις 10 Μαρτίου, με Κοινή Υπουργική Απόφαση, ανεστάλη η δια ζώσης εκπαιδευτική διαδικασία, ως ένα από τα μέτρα περιορισμού εξάπλωσης του κορωνοϊού. Για τον λόγο αυτό δημιουργήθηκε ένα σύστημα που επέτρεπε την εξ’ αποστάσεως εκπαίδευση.
Η συγκεκριμένη διαδικασία, ωστόσο, δεν ήταν εφικτό να εφαρμοστεί στις εκπαιδευτικές δομές των σωφρονιστικών καταστημάτων.
Από την στιγμή που έκλεισαν τα σχολεία, οι εκπαιδευτικοί στα καταστήματα κράτησης δεν είχαν δυνατότητα πρόσβασης σε αυτά. Θέλησαν, όμως, να δείξουν στους έγκλειστους μαθητές τους ότι δεν τους ξέχασαν. «Αυτή η καραντίνα που περνάμε είναι, ίσως, «μια ευκαιρία» για εμάς τους δασκάλους να έρθουμε ακόμα πιο κοντά σας, συνειδητοποιώντας καλύτερα τι σημαίνει εγκλεισμός και περιορισμός της ελευθερίας κινήσεων. Να ξέρετε ότι η σκέψη μας είναι μαζί σας και περιμένουμε με αγωνία να ξαναρχίσουμε τα μαθήματα που τόσο βίαια διακόπηκαν», σημείωναν σε επιστολή τους καθηγήτριες και καθηγητές του 2ου Σχολείου Δεύτερης Ευκαιρίας (ΣΔΕ) Κορυδαλλού Γεώργιος Ζουγανέλης.
Την αναγκαιότητα της συνέχισης της εκπαιδευτικής διαδικασίας στη φυλακή την περίοδο της καραντίνας, ανέδειξε ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Εκπαίδευση στις Φυλακές. Με επιστολή της η πρόεδρος, Annet Baker, κάλεσε τους Υπουργούς Δικαιοσύνης της Ευρώπης να κάνουν ό, τι μπορούν προκειμένου να διασφαλίσουν πως τα εκπαιδευτικά προγράμματα στις φυλακές δεν θα σταματήσουν κατά τη διάρκεια αυτής της κρίσης στην υγεία. «Περισσότερο από ποτέ, η εκπαίδευση, υπό οποιαδήποτε μορφή, θα βοηθήσει να αποσπαστεί το μυαλό πολλών ανθρώπων με θετικό τρόπο», σημείωνε.
Ενστερνιζόμενοι αυτό, ο διευθυντής και οι καθηγητές του 2ου ΣΔΕ Λάρισας πήραν την μόνη πρωτοβουλία, που θα μπορούσαν να πάρουν, τηρουμένων των συνθηκών, να δημιουργήσουν εκπαιδευτικό υλικό και να το διανείμουν στα κελιά των κρατουμένων. Η διαδικασία είχε ως εξής: Κάθε εκπαιδευτικός συνέθεσε ένα δισέλιδο με ασκήσεις και γρίφους και το απέστειλε ηλεκτρονικά στην γραμματεία του σχολείου.
Όλοι τους έστειλαν και από μία ευχή.
«Σταμάτα να σκέφτεσαι τι μπορεί να πάει στραβά και σκέψου τι μπορεί να πάει καλά». «Κουράγιο και δύναμη μέχρι να τα ξαναπούμε από κοντά», τους εύχονταν.
Όταν συγκεντρώθηκε το υλικό, ο διευθυντής του σχολείου, Γιώργος Τράντας, ανέλαβε ρόλο διαμεσολαβητή. Φωτοτύπησε το υλικό, το κατένειμε ανά τμήμα και το διένειμε στους κρατούμενους μαθητές, καθώς ήταν ο μόνος από το εκπαιδευτικό προσωπικό που είχε δικαίωμα πρόσβασης στο χώρο της φυλακής.
Στους θαλάμους έφτασε φορώντας μάσκα και λευκά προστατευτικά γάντια. Πλησίασε τα κάγκελα, μοίρασε το υλικό και συνομίλησε μαζί με τους μαθητές για αρκετή ώρα. Λίγο αργότερα εκμεταλλεύτηκε και τη δανειστική βιβλιοθήκη του σχολείου και με ένα φορητό καροτσάκι μετέφερε στους κρατουμένους όσα βιβλία του είχαν ζητήσει.
«Συγχωρείστε με, είναι το μόνο που μπορώ να κάνω», τους είπε.
«Να έρχεστε ακόμα και αν δεν έχετε κάτι να μας δώσετε, θέλουμε να σας βλέπουμε», απάντησαν οι μαθητές.
Στα πρόσωπα των περισσότερων διαγραφόταν η αγωνία. Ρωτούσαν διαρκώς τον διευθυντή τους πότε θα ξανανοίξει το σχολείο, ενώ ενδιαφέρονταν να μάθουν για την υγεία των καθηγητών τους. «Μας λείπουν», έλεγαν. Είχαν όλοι ανάγκη να επικοινωνήσουν. Εξάλλου, για τους έγκλειστους, το σχολείο αποτελεί το δικό τους παράθυρο λύτρωσης και ελευθερίας.
Όπως εξηγεί ο κ. Τράντας, «το πρώτο κίνητρο τους για να έρθουν είναι τα ημερομίσθια». Κάθε μέρα στο σχολείο ισοδυναμεί με 2 μέρες ποινής.
«Με ξαφνιάζει, όμως, τόσο ευχάριστα, το γεγονός ότι θέλουν να ανοίξει το σχολείο, ενώ ξέρουν ότι και τώρα θα ωφεληθούν από τα ημερομίσθια, καθώς η απουσία τους είναι ακούσια. Άρα, εφόσον το εξωτερικό τους κίνητρο τους εκλείπει, είναι άλλη η ανάγκη τους να έρθουν στο σχολείο. Θέλουν να διαβάσουν, να γράψουν, να σπάσουν τη ρουτίνα. Το σχολείο αποτελεί τη διέξοδο τους. Εμείς τους δίνουμε μια 4ωρη-5ωρη ανάσα. Στα κελιά ο χρόνος είναι νεκρός, στο σχολείο είναι ζωντανός».
Το εκπαιδευτικό υλικό μοιράστηκε 3 φορές σε σύνολο 85 μαθητών. Όταν ολοκληρώθηκε η διανομή του, ο διευθυντής επικοινώνησε με τους καθηγητές και τους μετέφερε τις αντιδράσεις των μαθητών.
«Συγκινήθηκα, γιατί είναι τρομερό να βλέπεις ότι λείπει το έργο σου και ότι λείπεις στους ανθρώπους. Πλέον, το ανθρώπινο στοιχείο τείνει να χαθεί με όλο αυτό που ζούμε. Οι ανθρώπινες σχέσεις τείνουν να εξαλειφθούν. Οι αποστάσεις, ο φόβος του αγγίγματος μπορεί να μας απομακρύνει και να μας κάνει να χάσουμε τον προσανατολισμό μας», περιγράφει η Βάσω Κουτζεκλίδου, εθελόντρια εκπαιδεύτρια έγκλειστων ενηλίκων στο 2ο ΣΔΕ Λάρισας.
«Αυτό που κάναμε ήταν κάτι ανάλογο με την ασύγχρονη εκπαίδευση, απλά εμείς είχαμε διαμεσολαβητή τον διευθυντή μας. Θέλαμε να τους δείξουμε, τουλάχιστον επικοινωνιακά, ότι τους σκεφτόμαστε, τους στηρίζουμε και ότι με την πρώτη ευκαιρία θα μπορέσουμε να ξαναμπούμε στα σχολεία», συμπληρώνει.
Οι καθηγητές δεν ζητούσαν υποχρεωτικά απαντήσεις, δεν είχαν σκοπό να εξετάσουν τις γνώσεις τους. Ήθελαν μόνο να τους δώσουν το ερέθισμα να μιλήσουν και να εκφραστούν γραπτά. Σε μία από τις ασκήσεις ζητήθηκε από τους μαθητές να αφηγηθούν το δικό τους όνειρο.
Και από τα κελιά τους απάντησαν:
«Όνειρο είναι να ταξιδεύεις», «Όνειρο είναι τα πλεγμένα δάχτυλα», «Όνειρο είναι να μπορείς να κοιτάς τον άλλον στα μάτια», «Όνειρο είναι η στιγμή που θα αγκαλιάσεις την ελευθερία και θα βγεις έξω», «Όνειρο είναι οι άνοιξες που θα έρθουν».
Στο σχολείο του Ειδικού Καταστήματος Κράτησης Νέων Αυλώνα χρησιμοποιήθηκε ακόμη και ένας τρόπος σύγχρονης εκπαίδευσης. Με πρωτοβουλία του διευθυντή του σχολείου, Πέτρου Δαμιανού, οι μαθητές της Γ’ Λυκείου συνέχισαν τα μαθήματα τους και την προετοιμασία τους για τις πανελλήνιες εξετάσεις. «Αισθάνθηκα την ανάγκη να αποδώσουμε δικαιοσύνη και ισονομία στους μαθητές μας, όπως έχουν και όλοι οι υπόλοιποι μαθητές στην Ελλάδα», λέει.
Τα μαθήματα γίνονταν εξ’ αποστάσεως. Κατόπιν άδειας, οι πέντε υποψήφιοι μεταφέρθηκαν σε δύο αίθουσες του σχολείου, συνδέθηκαν μέσα από πλατφόρμες με τους καθηγητές τους, που βρίσκονταν στα σπίτια τους και παρακολούθησαν όλα τα μαθήματα, στα οποία θα εξεταστούν για την είσοδο τους στα πανεπιστήμια της χώρας. Το σύστημα τέθηκε σε εφαρμογή στις 24 Μαρτίου, μόλις λίγες ημέρες μετά το κλείσιμο των σχολείων και ολοκληρώθηκε στις 11 Μαΐου, όταν έγκλειστοι μαθητές και καθηγητές επέστρεψαν κανονικά στις αίθουσες του σχολείου.
Η ανταπόκριση των μαθητών ήταν θετική και η απόδοση τους πολύ μεγαλύτερη.
«Δούλεψαν πολύ περισσότερο από ότι δούλευαν, έκαναν τις λιγότερες απουσίες και την περισσότερη ώρα μελέτης. Ήταν κάθε φορά διαβασμένοι, έτοιμοι, ενώ διαπίστωσα ότι οι καθηγητές τους είχαν λιγότερα παράπονα από πριν», περιγράφει ο κ. Δαμιανός.
Η μόνη δυσκολία που αντιμετώπισε ο διευθυντής, ως προς την υλοποίηση του εγχειρήματος, ήταν η άδεια που έπρεπε να πάρει από τρία Υπουργεία (Παιδείας, Προστασίας του Πολίτη και Υγείας). «Οι λοιμωξιολόγοι κατάλαβαν ότι η πρόταση μου να μοιραστούν 5 μαθητές σε δύο αίθουσες και να κρατήσουν μεγάλες αποστάσεις έχει μεγαλύτερη αραίωση από αυτή που επικρατεί στα κελιά. Έχουμε 280 κρατούμενους και 110 θέσεις. Μέσα σε κάθε κελί με 4 κρεβάτια υπάρχουν 8 κρατούμενοι. Κοιμούνται, είτε στο πάτωμα, είτε δύο –δυο. Άρα, ό, τι καθαριότητα και απολύμανση να κάνεις, ακόμη και αν τηρήσεις με ακρίβεια οποιοδήποτε ιατρικό πρωτόκολλο, οι συνθήκες που επικρατούν το αναιρούν. Δυστυχώς, τα παιδιά ζουν με αυτόν τον τρόπο», τονίζει ο κ. Δαμιανός.
«Η φυλακή έχει πάρει όλα τα μέτρα, εκτός από την αποσυμφόρηση και τους χώρους απομόνωσης σε περίπτωση που υπάρχει κάποιο κρούσμα. Αυτό δεν μπορεί η φυλακή να το καλύψει εκ των πραγμάτων», συμπληρώνει.
Την ίδια ανησυχία εκφράζει και ο διευθυντής του 2ου ΣΔΕ Λάρισας. «Φοβόμαστε πολύ για το πρώτο κρούσμα. Από τη μία οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι εξακολουθούν να ζητούν αύξηση προσωπικού, γιατί δεν μπορούν να κάνουν χρήση των ειδικών αδειών και «δεν περισσεύουν» άτομα και από την άλλη οι κρατούμενοι ζητούν αποσυμφόρηση, ζητούν να αραιώσουν τα κελιά. Αυτό θα εξυπηρετούσε και τη φυλακή, δηλαδή, να δημιουργήσει περισσότερους θαλάμους καραντίνας. Εάν στο απευκταίο σενάριο υπάρχουν κρούσματα, χρειάζονται κελιά απομόνωσης», εξηγεί ο κ. Τράντας. Προς το παρόν έχουν δημιουργηθεί ειδικοί χώροι, στους οποίους μεταφέρονται εμπύρετα περιστατικά. Έχουν εξεταστεί σε νοσοκομείο αναφοράς 10 ύποπτα κρούσματα, τα οποία βγήκαν όλα αρνητικά.
Τη λήψη μέτρων για τον κορωνοϊό και την άμεση αποσυμφόρηση των φυλακών ζήτησαν με υπόμνημα τους προς το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και οι κρατούμενοι στις φυλακές Κορυδαλλού. Προέβησαν σε κινητοποιήσεις και απείχαν από τα ημερομίσθια τους διεκδικώντας την αποσυμφόρηση των φυλακών για ιδιαίτερα ευάλωτες ομάδες κρατουμένων που εκτίουν μικρές ποινές.
«Αυτό που έκαναν ήταν να απέχουν από την εργασία τους, από τα μαγειρεία, τα σιδηρουργεία, τα τυπογραφεία και την καθαριότητα με αποτέλεσμα να υπάρχουν άμεσες συνέπειες στην καθημερινότητα της φυλακής», περιγράφει η Πέπη Ορφανάκη, συντονίστρια και σύμβουλος εκπαίδευσης στις φυλακές του Κορυδαλλού.
Το αίτημα τους στηρίχτηκε και από τους καθηγητές τους. Από την εμφάνιση του πρώτου κρούσματος Covid 19 στη χώρα, οι κρατούμενοι ζουν πλήρως αποκομμένοι από τον έξω κόσμο. Με απόφαση της Γενικής Γραμματείας Αντιεγκληματικής Πολιτικής προκειμένου να μην εισέλθει ο κορωνοιός στις φυλακές, απαγορεύθηκε η εισαγωγή και παράδοση φαγητών ή ρούχων σε κρατούμενους από τους επισκέπτες, κόπηκαν τα ελεύθερα επισκεπτήρια, αλλά και οι τακτικές άδειες των κρατουμένων.
«Οι κρατούμενοι/ες υποβάλλονται σε όλους αυτούς τους περιορισμούς ως αναγκαίο κακό Δεν σημαίνει, όμως, ότι τα μέτρα αυτά είναι ενδεδειγμένα στο να αποτρέψουν την πιθανή εξάπλωση του ιού μέσα στους χώρους των φυλακών, με κίνδυνο της υγείας, τόσο των κρατουμένων, όσο και του προσωπικού», σημειώνει σε ανακοίνωση της η Πρωτοβουλία Εκπαιδευτικών στα Καταστήματα Κράτησης. Το αίτημα των κρατουμένων δεν ικανοποιήθηκε.
Η αναγκαιότητα της εκπαίδευσης στις φυλακές και η σημασία της δια ζώσης εκπαιδευτικής διαδικασίας αναδείχθηκε, ακόμη πιο έντονα, σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες. «Η δική μας παρουσία είναι πολύ σημαντική για τους ανθρώπους αυτούς. Κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης χάνονται οι αντιπαραθέσεις, χάνονται τα εγκλήματα. Είμαστε εμείς και οι μαθητές μας δεν είμαστε εμείς και οι εγκληματίες. Αυτή η πανδημία δεν ξέρουμε πόσο θα κρατήσει. Αν αφήσουμε όλο αυτό που χτίσαμε να καταστραφεί τα χάσαμε όλα. Υπάρχουν τεράστιες ανάγκες και τεράστιες δυνατότητες που μένουν ανεκμετάλλευτες, επειδή δεν υπάρχει υποδομή», λέει η Βάσω Κουτζεκλίδου, ενώ ο Γιώργος Τράντας συμπληρώνει «ακόμα και να υπήρχε η δυνατότητα σύγχρονης εξ ‘αποστάσεως διδασκαλίας, η επικοινωνία μας παραμένει αναντικατάστατη».
Την Δευτέρα 18 Μάϊου ξεκίνησαν τα μαθήματα στον Β’ Κύκλο των ΣΔΕ, που λειτουργούν στα καταστήματα κράτησης, αλλά και στα σχολεία του Ειδικού Καταστήματος Κράτησης Νέων Αυλώνα. Καθηγητές και μαθητές επέστρεψαν στις αίθουσες διδασκαλίας και μαζί με αυτούς επέστρεψαν η ελπίδα και τα όνειρα. Ευχή όλων να μην χρειαστεί να ξαναμπούν στον πάγο.