Τι πρέπει να κάνουμε για να μην αποτελέσει η “αναδάσωση” μια δεύτερη οικολογική καταστροφή

Εάν βρεθεί κανείς στη Βόρεια Εύβοια, θα δει ανάμεσα στις καμένες εκτάσεις γης, να ξεπροβάλλει η ζωή. Βλαστάρια φυτών αρχίζουν δειλά να αναγεννιούνται, μερικές μόλις εβδομάδες μετά από τις καταστροφικές πυρκαγιές του Αυγούστου.Από τον συνολικό αριθμό των 508.000 στρεμμάτων που κάηκαν, τα 275.000 στρέμματα αφορούσαν δάση και τα 34.000 στρέμματα καλλιέργειες ελιάς. Η υπόλοιπη καμένη έκταση αφορά κυρίως άλλες αγροτικές καλλιέργειες και θαμνώδεις εκτάσεις. Μονάχα στην Εύβοια, σύμφωνα με ανάλυση του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών/meteo.gr, έχει καταστραφεί το ένα τρίτο των δασών. Όπως εκτιμήθηκε μέσω της βάσης δεδομένων CORINE της Ε.Ε., το 23% της συνολικής επιφάνειας της Εύβοιας καλύπτεται από δάση διαφόρων ειδών.

Η «επόμενη μέρα» μας βρίσκει συντετριμμένους, μα όχι άπραγους. Ανάμεσα στις περιουσίες που καταστράφηκαν, στα χιλιάδες ζώα που χάθηκαν και στις δασικές περιοχές που παραδόθηκαν στις φλόγες, υπάρχει η ελπίδα. Και η ανάγκη ουσιαστικών μέτρων δράσης και πρόληψης.

Η Θέκλα Τσιτσώνη, Καθηγήτρια Α.Π.Θ. και Πρόεδρος Τμήματος Δασολογίας & Φυσικού Περιβάλλοντος, εξηγεί με επιστημονικά δεδομένα στην Popaganda τη διαδικασία της οικολογικής αποκατάστασης των πυρόπληκτων δασικών περιοχών που πρέπει να ακολουθηθεί, ενώ ο Γιάννης Ηλιόπουλος, συνιδρυτής του Μη Κερδοσκοπικού Περιβαλλοντικού Οργανισμού We4All, αναδεικνύει την αξία των εθελοντικών δράσεων στην προσπάθεια διατήρησης των «πνευμόνων» που επιμένουν να μας στερούν οι πυρκαγιές.

Βόρεια Εύβοια

«Η πλειονότητα των δασών που κάηκαν στη Βόρεια Εύβοια, ήταν συστάδες χαλεπίου Πεύκης, ενώ υπάρχουν και πολύ μικρότερες εκτάσεις με συστάδες Μαύρης Πεύκης, Ελάτης και Δρυός», εξηγεί η κυρία Θέκλα Τσιτσώνη. «Ένα αρκετά μεγάλο μέρος των καμένων δασών έχει καεί ξανά στο παρελθόν. Στην Αττική, τα δάση που επλήγησαν ήταν δάση χαλεπίου Πεύκης. Στη Μεσογειακή ζώνη, τα οικοσυστήματα της χαλεπίου Πεύκης, των αειφύλλων πλατυφύλλων αλλά και των θερμόβιων πλατυφύλλων (δρυοδασών) είναι προσαρμοσμένα στις πυρκαγιές και αναγεννώνται εύκολα μετά από αυτές. Συνεπώς στη ζώνη αυτή δεν έχουμε κανένα πρόβλημα φυσικής αναγέννησης, αρκεί οι εκτάσεις να προστατευτούν από τη βόσκηση τουλάχιστον για 5 χρόνια, να υπάρχουν δέντρα ηλικίας άνω των 20 ετών με ώριμα σπέρματα και οι καμένες επιφάνειες να μην έχουν ισχυρές κλίσεις (>50%)». 

Στο μεγαλύτερο μέρος τα καμένα δάση χαλεπίου Πεύκης αναμένεται να αποκατασταθούν φυσικά, τα μεν πεύκα με σπόρους, τα δε πλατύφυλλα είδη (φυλλοβόλα και αείφυλλα) με παραβλάστηση.

«Συνεπώς, το πρώτο μέλημά μας δεν είναι η “αναδάσωση”, η οποία πολλές φορές με τον τρόπο που γίνεται προκαλεί μεγαλύτερη ζημιά από ότι η ίδια η πυρκαγιά. Συνήθως μετά από μια τόσο μεγάλης έκτασης καταστροφή όλοι θέλουν να συμμετέχουν αναδασώνοντας. Αυτό όμως συχνά γίνεται βεβιασμένα για επικοινωνιακούς λόγους, χωρίς να μας ενδιαφέρει τι φυτεύεται, αρκεί οι φυτεύσεις να καλύπτουν μεγάλη έκταση. Στο κατεστραμμένο οικοσύστημα καλούνται τα σχολεία, οι φορείς, οι σύλλογοι, οι πολίτες γενικότερα, να συμμετέχουν σε μη ωφέλιμες και πολλές φορές επιζήμιες αναδασώσεις».

Η επιλογή κατάλληλων φυτών

Σε ορισμένες περιπτώσεις, στη θέση των αυτόχθονων ειδών φυτεύονται είδη που διατίθενται από τα κρατικά φυτώρια, τα οποία όμως προορίζονται κυρίως για αστική χρήση και είναι ακατάλληλα για τα δασικά οικοσυστήματα. «Η ευαισθητοποίηση των πολιτών για αναδάσωση είναι πολύ σημαντική, εφόσον γίνεται με τη συνεργασία των αρμόδιων δασικών φορέων. Η έρευνα για την επιτυχή αναδάσωση έδειξε ότι το σπουδαιότερο πρόβλημα που πρέπει να επιλύσει η δασική πράξη είναι αρχικά η επιλογή κατάλληλων φυτικών ειδών, δηλαδή ειδών τοπικής προέλευσης, διότι υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα επιβίωσης λόγω της μακρόχρονης διαδικασίας προσαρμογής τους. Μόνο έτσι διατηρείται ο οικολογικός χαρακτήρας και η οικολογική ισορροπία της περιοχής, δεν αλλοιώνεται η φυσιογνωμία της και διατηρείται η βιοποικιλότητα». Κρίνεται δηλαδή αναγκαίο να διασφαλιστεί η ποιότητα του φυτευτικού υλικού που θα χρησιμοποιηθεί, καθώς πρέπει να παραχθεί από σπόρους της χώρας, τοπικής ή κοντινής προέλευσης. 

«Είναι συνεπώς σημαντικό από πού θα γίνει η προμήθεια αυτών των φυταρίων καθώς η εισαγωγή τους από το εξωτερικό είναι οικολογικά απαράδεκτη και θα έχει ως αποτέλεσμα την επιμόλυνση των γενετικών πόρων της χώρας. Αξίζει ακόμη να σημειωθεί πως γίνεται πολύς λόγος για τη χρήση στις αναδασώσεις, αντί των μεσογειακών πεύκων, άλλων πλατύφυλλων ειδών, όπως βελανιδιές, τα οποία είναι μεν ξηρανθεκτικά είδη, όμως, συγκριτικά με τα πεύκα, είναι περισσότερο απαιτητικά και μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο σε θέσεις με μεγαλύτερο βάθος εδάφους. Και αυτά όμως καίγονται. Τα μεσογειακά πεύκα, η χαλέπιος και η τραχεία, είναι ολιγαρκή, ανθεκτικά στην ξηρασία και συνυφασμένα με το Ελληνικό Μεσογειακό τοπίο». 

Πότε καταφεύγουμε στην άμεση αναδάσωση

Όπως αναφέρει η κυρία Τσιτσώνη, μετά την πυρκαγιά δημιουργούνται προβλήματα αποκατάστασης στα δασικά οικοσυστήματα της μαύρης Πεύκης και της ελάτης, είδη τα οποία δεν είναι προσαρμοσμένα στις πυρκαγιές λόγω της ζώνης εξάπλωσής τους. «Η μαύρη Πεύκη δεν αναγεννάται φυσικά μετά από μία φωτιά, διότι δεν διαθέτει ώριμους σπόρους κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Τα δασικά οικοσυστήματα της ελάτης, η οποία είναι σκιόφιλο είδος, επίσης παρουσιάζουν πρόβλημα στη φυσική αναγέννηση, διότι οι σπόροι της δεν φυτρώνουν σε απευθείας έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία. Σε περίπτωση πυρκαγιάς επομένως, είναι απαραίτητη η αναδάσωση με υλικό που προέρχεται από σπόρους της ίδιας ή γειτονικής περιοχής». 

Προτάσεις για ενίσχυση της διαδικασίας αποκατάστασης

«Αρχικά, είναι πολύ σημαντικό να υπάρξει υλοτομία των καμένων δέντρων, αξιοποίηση του ξύλου και κατάλληλη διευθέτηση των υπολειμμάτων υλοτομίας για την προστασία του εδάφους και των οικισμών, με την υλοποίηση αντιδιαβρωτικών και αντιπλημμυρικών έργων. Ως κατάλληλος χρόνος υλοποίησης των έργων, κρίνεται το διάστημα από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον Δεκέμβριο του 2021. Επιπλέον, απαιτείται να προχωρήσει άμεσα η αναδάσωση με επιστημονικό σχεδιασμό και επίβλεψη, παράλληλα με την επιλογή κατάλληλων δασοπονικών ειδών και τεχνικών φύτευσής τους, σε θέσεις με κλίσεις >50% και σε καμένες νεαρές συστάδες, που δεν έχουν ώριμους κώνους. Ως κατάλληλος χρόνος υλοποίησης ορίζεται το διάστημα από τον Νοέμβριο του 2021 έως τον Μάρτιο του 2021». Τέλος, σύμφωνα με την κυρία Τσιτσώνη, η διασφάλιση του κατάλληλου φυτευτικού υλικό είναι και εδώ εξίσου σημαντική, ενώ χρειάζεται να γίνει εφαρμογή τουλάχιστον δύο ποτισμάτων κατά τη θερινή περίοδο του πρώτου έτους μετά τη φύτευση, για μείωση του υδατικού στρες των φυταρίων κατά τη μεταφύτευσή τους στους ξηροθερμικούς σταθμούς. 

Υπάρχει τρόπος να σταματήσουν οι πυρκαγιές;

«Μπορεί η απάντηση να είναι αρνητική, ωστόσο θα πρέπει να γίνει προσπάθεια να περιοριστεί το φαινόμενο με την εμπλοκή ολόκληρης της κοινωνίας. Εάν η ευαισθητοποίηση των πολιτών είναι το ένα ζητούμενο, το άλλο είναι η αλλαγή στρατηγικής από την πολιτεία. Η πρόληψη επιτέλους πρέπει να γίνει πράξη». 

Η ανασυγκρότηση των δασικών υπηρεσιών είναι ουσιαστικό προαπαιτούμενο για την πρόληψη των πυρκαγιών και την αειφορική διαχείριση των δασών. Τμήμα των κονδυλίων που διατίθενται στην καταστολή των πυρκαγιών και στην αποκατάσταση των ζημιών μπορούν να στελεχώσουν πλήρως τις δασικές υπηρεσίες και να συμβάλλουν σημαντικά στην πρόληψη.

«Η πυρκαγιά όταν σβήσει συχνά ξεχνιέται, ωστόσο τα προβλήματά της μένουν πίσω για πολλά χρόνια. Μετά την πυρκαγιά πρέπει να οργανωθούν μέτρα αποκατάστασης. Συχνά εκείνα που οργανώνονται αφορούν μόνο στην αντιπλημμυρική δράση. Σπανίως υπάρχουν μέτρα στήριξης της βιοποικιλότητας και της σταδιακής επαναφοράς της. Θα πρέπει να τονιστεί ότι ειδικά για τα σπάνια φυτά δεν υπάρχουν βοτανικοί κήποι για να τα προστατεύουν, ex situ, ούτε στις προστατευόμενες περιοχές, ώστε να μπορούν να αναπαραχθούν και να χρησιμοποιηθούν στην αποκατάσταση του οικοσυστήματος». Η κυρία Τσιτσώνη ολοκληρώνει εξηγώντας πως «ο δασικός πλούτος της χώρας που ήταν ήδη σε απειλούμενη κατάσταση λόγω των καταπατήσεων, έχει μειωθεί κατά μεγάλο ποσοστό και από τις πυρκαγιές. Πρέπει λοιπόν να οργανωθεί άμεσα μακροπρόθεσμο σχέδιο αντιπυρικής προστασίας αλλά και προστασίας της βιοποικιλότητας».

Φυσική αναγέννηση χαλεπίου Πεύκης μετά την πυρκαγιά

«Η δράση του Μη Κερδοσκοπικού Περιβαλλοντικού Οργανισμού, We4All, άρχισε έπειτα από τις φωτιές στο Μάτι το 2018. Τότε, με τον εξάδελφό μου Αντώνη Μπογδάνο, ξεκινήσαμε προσφέροντας βοήθεια στις περιοχές που επλήγησαν, στον Μαραθώνα, στη Ραφήνα και στο Μάτι. Μέσα στα επόμενα χρόνια επεκτείναμε τις δράσεις μας, κάνοντας πλέον δενδροφυτεύσεις σε όλη την Ελλάδα», μου αναφέρει στην τηλεφωνική μας επικοινωνία ο συνιδρυτής της, Γιάννης Ηλιόπουλος

Μέχρι σήμερα, η We4All έχει φυτέψει πάνω από 50.000 δέντρα σε όλη τη χώρα, σε συνεργασία με περισσότερους από 25 Δήμους.Για τους ανθρώπους της We4All είναι σημαντικό οι δράσεις να αφορούν στο παρόν, αλλά και να επενδύουν στο μέλλον, καλλιεργώντας την περιβαλλοντική ευαισθησία στα παιδιά. Μέσω του Προγράμματος «Επιχείρηση Πράσινο Μέλλον» (Operation Green Future), τα μέλη της οργάνωσης έχουν προσφέρει περιβαλλοντική εκπαίδευση σε περισσότερα από 4.000 παιδιά σε δημοτικά σχολεία και νηπιαγωγεία. Στοχεύουν να εκπαιδεύσουν σταδιακά όλα τα παιδιά σε όλη την Ελλάδα, βοηθώντας τα να αναπτύξουν την περιβαλλοντική τους συνείδηση, ώστε να μπορούν να ζουν με έναν πιο βιώσιμο τρόπο, να σέβονται και να βοηθούν τον πλανήτη στην καθημερινότητά τους. 

Οι δράσεις αποκατάστασης της We4All

«Στις περιοχές που μόλις έχουν καεί, αλλά δεν έχουν πληγεί από πυρκαγιές στο παρελθόν, η αναδάσωση δεν πρέπει να ξεκινάει αμέσως. Αυτό το οποίο κάνουμε λοιπόν ως οργάνωση, είναι να «αντισταθμίσουμε» κατά κάποιον τρόπο την απώλεια – όχι τοπικά, αλλά περιφερειακά. Εάν για παράδειγμα έχει καεί ένα δέντρο στη Βαρυμπόμπη, να προσθέσουμε ένα δέντρο στην Κηφισιά, στην Παλλήνη ή στον Δήμο Αχαρνών. Όσον αφορά στις πληγείσες περιοχές, σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη των ειδικών, για τουλάχιστον ένα χρόνο δεν πρέπει να υπάρξει ανθρώπινη παρέμβαση στις εκτάσεις που μόλις κάηκαν, καθώς αναμένεται να υπάρξει φυσική αναγέννηση. Εάν σε μία περιοχή γνωρίζουμε πως δεν θα υπάρξει φυσική αναγέννηση, τότε ξεκινάει η διαδικασία της αποκατάστασης, αφού πρώτα φυσικά σιγουρευτούμε ότι το έδαφος δεν είναι γόνιμο».

Οι άνθρωποι της We4All συνεργάζονται με αρκετούς επιστήμονες, γεωπόνους και δασολόγους, σχετικά με τις περιοχές στις οποίες μπορούν να γίνουν δενδροφυτεύσεις και τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθηθεί. Συνήθως, επιλέγουν περιοχές στις οποίες δεν αναγεννώνται πλέον δέντρα, όπως στην περιοχή του Νέου Βουτζά που έχει καεί περισσότερες από τρεις φορές. Όπως μου εξηγεί ο Γιάννης, η πρωτοβουλία υλοποιείται πάντα σε συνεργασία με τους δήμους, τους υπεύθυνους πρασίνου και με την κάθε αρμόδια αρχή.

Η διαδικασία της δενδροφύτευσης και η συμβολή των εθελοντών

«Αρχικά παίρνουμε τις κατάλληλες άδειες – κάτι το οποίο αποτελεί και ένα από τα δυσκολότερα κομμάτια της διαδικασίας αποκατάστασης στη χώρα μας. Αφού καταφέρουμε να τις εξασφαλίσουμε, προμηθευόμαστε δέντρα τα οποία είναι κατάλληλα για το συγκεκριμένο περιβάλλον, μη εύφλεκτα και δεν έχουν τεράστιες ανάγκες σε νερό. Σκάβουμε λάκκους και μετά διοργανώνουμε ένα event στο οποίο συγκεντρώνονται οι εθελοντές μας, ανάλογα την περίπτωση, και φυτεύουμε τα δέντρα στα σημεία στα οποία έχουμε σκάψει. Στη συνέχεια, ποτίζουμε τα δέντρα και συνεχίζουμε να τα ποτίζουμε για τα επόμενα 2-3 χρόνια (ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες και τις απαιτήσεις του εδάφους) ώστε να γίνουν αυτόνομα και να ευδοκιμήσουν».

Οι δράσεις της We4All ξεκινούν τέλη Σεπτεμβρίου με αρχές Οκτώβρη καθώς τότε ο καιρός είναι κατάλληλος για να τεθούν σε εφαρμογή οι δενδροφυτεύσεις. Όπως τονίζει ο Γιάννης, αυτές δεν αφορούν τις πυρόπληκτες περιοχές όπου μόλις κάηκε το έδαφος, αλλά υλοποιούνται σε άλλα διαθέσιμα προς δενδροφύτευση μέρη. «Αυτή τη στιγμή είναι μέριμνα της Κυβέρνησης (κάτι το οποίο δεν αποτελεί δική μας εξειδίκευση), να κάνει αντιδιαβρωτικά έργα ώστε να προστατευτεί το χώμα. Αυτό είναι το σημαντικότερο που πρέπει να γίνει αυτή τη στιγμή. Αν χαθεί το χώμα, δεν θα μπορέσουμε να φυτέψουμε μετά. Με τις αποζημιώσεις που ελπίζω να πάρουν οι άνθρωποι, θα προσπαθήσουν να φτιάξουν αρχικά τις περιουσίας τους. Έχω πιστοποιήσει ότι αυτή τη στιγμή έχουν αρχίσει να εφαρμόζονται αντιδιαβρωτικά έργα, οπότε εμείς περιμένουμε να έρθει η δική μας σειρά να συμβάλλουμε».

Ο οργανισμός, στηρίζεται από ατομικές δωρεές στο site της We4All, με την ανταπόκριση του κόσμου να είναι συγκινητική. Ακόμη, χρηματοδοτείται από εταιρείες οι οποίες επιθυμούν να συμμετάσχουν συνεργατικά σε ποικίλες δράσεις για το περιβάλλον. Το Τμήμα Κοινωνικής Ευθύνης μιας εταιρείας για παράδειγμα, απευθύνεται στους αρμόδιους του οργανισμού με αίτημα να φυτευτεί ένας συγκεκριμένος αριθμός δέντρων. Έπειτα, η We4All, αναλαμβάνει τη διεκπεραίωση των δενδροφυτεύσεων. «Είμαστε ένας οργανισμός με βάση την Ελλάδα, ο οποίος όμως προσπαθεί να ανοιχτεί και σε άλλες χώρες γιατί μας ενδιαφέρει συνολικά το καλό του πλανήτη. Η χώρα μας φυσικά έρχεται πρώτη, όμως ο πλανήτης χρειάζεται και αυτός τη βοήθειά μας. Ήδη έχουμε ξεκινήσει ορισμένες δράσεις στην Ιταλία και θα ξεκινήσουμε άμεσα και στην Αγγλία».

Λουίζα Σολομών-Πάντα