Διανύουμε την πανδημία του κορονοϊού και οι ηγέτες των διάφορων κρατών πολύ θα ήθελαν ήθελαν να έχουν μια κρυστάλλινη σφαίρα που θα τους βοηθήσει να διαχειριστούν το μέλλον της «οικονομικής υγείας των σπιτιών τους».
Η μαγεία δεν μπορεί να βοηθήσει – αλλά ίσως μπορέσει να βοηθήσει ένα ντόνατ.
Η πόλη του Άμστερνταμ αυτή την εβδομάδα αποφάσισε επισήμως να αγκαλιάσει αυτό που αποκαλείται ως «το μοντέλο των ντόνατς», ένα πλαίσιο για την αειφόρο ανάπτυξη που δημιουργήθηκε από την οικονομολόγο του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης Κέιτ Ράουορθ. Με την υιοθέτηση αυτού του μοντέλου, που προσπαθεί να εξισορροπήσει τις ανάγκες των ανθρώπων χωρίς να βλάψει το περιβάλλον, η πόλη ελπίζει να βγει από την μάχη με τον Covid-19, έχοντας έναν νέο σκοπό.
Η πρωτεύουσα των Κάτω Χωρών είναι η πρώτη πόλη στον κόσμο που δεσμεύεται να ακολουθήσει το συγκεκριμένο μοντέλο.
Σε συνέντευξή της στην Guardian, που έλαβε χώρα πριν από την ανακοίνωση της απόφασης, η αναπληρωτής δήμαρχος του Άμστερνταμ, Marieke van Doorninck, δήλωσε πως πιστεύει ότι το μοντέλο θα βοηθήσει την πόλη της να ξεπεράσει τις καταστροφικές συνέπειες του νέου κορονοϊού. Αν η κυβέρνησή της θέλει να ανοικοδομήσει την οικονομία της και να αντιμετωπίσει επαρκώς τις τοπικές κοινωνικοοικονομικές και περιβαλλοντικές ελλείψεις, ανέφερε, τότε η κυβέρνηση δεν μπορεί να επανέλθει στο υπάρχον status quo.
Ως ηγέτης της πόλης, η van Doorninck θα βοηθήσει να καθοριστεί πώς θα διαμορφωθούν οι πολιτικές από το νέο οικονομικό μοντέλο.
Το «ντόνατ» δεν θα δώσει απαντήσεις από μόνο του, λέει, αλλά θα προσφέρει έναν νέο τρόπο να εξετάσει τα προβλήματα και να βρει τις απαντήσεις τους.
Στο απλούστερο επίπεδο του, το μοντέλο αυτό αμφισβητεί ότι μια αναπτυσσόμενη οικονομία και το συνεχώς αυξανόμενο ΑΕΠ, είναι απαραίτητα σημάδια οικονομικής υγείας.
Επισημαίνει ότι υπάρχουν δύο μεγάλης κλίμακας προβλήματα που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα: φτώχεια και κλιματική αλλαγή. Το «ντόνατ» είναι μια προσπάθεια να απεικονίσει και να επιτρέψει τη μέτρηση της σχέσης μεταξύ των δύο.
Το εξωτερικό τοίχωμα του «ντόνατ» αντιπροσωπεύει τα ζητήματα της υποβάθμισης του κλίματος, όπως η απώλεια της βιοποικιλότητας, η εξάντληση του όζοντος, η οξίνιση των ωκεανών, η χημική ρύπανση και πολλά άλλα. Το εσωτερικό τοίχωμα, το τμήμα που δακτυλογράφει την τρύπα του ντόνατ, αντιπροσωπεύει τα κοινωνικά ζητήματα – πράγματα όπως η ισότητα των φύλων, οι θέσεις εργασίας, η κοινωνική ισότητα, το εισόδημα, η οικονομικά προσιτή στέγαση και η εκπαίδευση
Ανάμεσα σε αυτά τα δυο δαχτυλίδα είναι οι πολιτικές που ορίζουν μια λειτουργική πόλη: ένας περιβάλλοντικά ασφαλής και κοινωνικά δίκαιος χώρος, στον οποίο οι άνθρωποι μπορούν να ευδοκιμήσουν.
Αντικατοπτρίζει ένα ευτυχισμένο μέσο που αντιπροσωπεύει την περιβαλλοντική υγεία, ενώ ταυτόχρονα ικανοποιεί τις βασικές κοινωνικές ανάγκες όπως καθορίζονται από τους στόχους της βιώσιμης ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών. Το «μοντέλο ντόνατ» επίσης, απεικονίζει πού ακριβώς οι στόχοι δεν πληρούνται ή δεν έχουν οριστεί ακόμα, όπως φαίνεται στην παραπάνω εικόνα με κόκκινο και γκρι, αντίστοιχα. Οι περιοχές αυτές υποδεικνύουν την ανάγκη επαναβαθμονόμησης.
Το μοντέλο είναι εννοιολογικό, αφήνοντας το έργο της ποσοτικοποίησης και του καθορισμού συγκεκριμένων στόχων σε οποιαδήποτε κυβέρνηση το υιοθετήσει. Η ιδέα, ωστόσο, είναι ότι οι επιτυχίες τόσο στον κοινωνικό όσο και στον περιβαλλοντικό τομέα είναι εγγενώς αλληλένδετες.
Η Ράουορθ επισημαίνει τις τρέχουσες προβλέψεις, ότι η κλιματική αλλαγή θα συνεχίσει να αυξάνει τα επίπεδα της θάλασσας, να αλλάζει τις εποχές και να αυξάνει τις περιπτώσεις ξηρασίας και πλημμύρας. Αυτά μπορούν με τη σειρά τους να επιδεινώσουν τη φτώχεια, την πρόσβαση σε καθαρό νερό και την επισιτιστική ασφάλεια.
Ομοίως, τα άτομα που ζουν σε συνθήκες φτώχειας μπορούν να αναγκαστούν να χρησιμοποιούν αγαθά με τρόπους που δεν είναι βιώσιμοι από περιβαλλοντική άποψη. Εκτιμάται ότι 2,7 δισεκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση σε σύγχρονο εξοπλισμό μαγειρέματος που κάνει καλύτερη χρήση της ενέργειας, αναγκάζοντάς τους να καίνε ξύλο, κάρβουνο ή άλλους τύπους βιομάζας που εκπέμπουν υψηλά επίπεδα αερίων του θερμοκηπίου ή καπνών που μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα υγείας.
Ελπίζουμε ότι η επίτευξη στόχων σε μία μόνο περιοχή θα βοηθήσει οργανικά στην επίτευξη των στόχων μιας άλλης. Στο Άμστερνταμ, οι αξιωματούχοι της Ολλανδίας λένε ότι τα πρώτα βήματα θα περιλαμβάνουν αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο η πόλη επεξεργάζεται τα οικιακά απορρίμματα, επιβάλλει βιώσιμα κατασκευαστικά έργα, αντιμετωπίζει τα απόβλητα τροφίμων και επαναχρησιμοποιεί προϊόντα.
«Το παγκόσμιο ΑΕΠ είναι 10 φορές μεγαλύτερο από ό, τι ήταν το 1950, και αυτή η αύξηση έχει φέρει ευημερία σε δισεκατομμύρια ανθρώπους», ανέφερε η Ράουορθ σε ένα TEDTalk. «Αλλά η παγκόσμια οικονομία έχει γίνει απίστευτα διχαστική, με ένα τεράστιο μερίδιο των αποδόσεων στον πλούτο που τώρα συγκεντρώνεται σε ένα κλάσμα του παγκόσμιου 1% και η οικονομία έχει καταστεί απίστευτα εκφυλιστική, αποσταθεροποιώντας γρήγορα αυτό τον εξαιρετικά ισορροπημένο πλανήτη». Το «ντόνατ» σκοπεύει να επαναφέρει κάποια από αυτή τη σταθερότητα.
Η αμφισβήτηση της έννοιας, ότι οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης ισούνται με οικονομική επιτυχία δεν είναι κάτι το καινούργιο. Η Ράουορθ, μια αυτοαποκαλούμενη οικονομολόγος αποστάτρια, επεσήμανε μια ομιλία του Robert Kennedy, του αδελφό του πρώην αμερικανικού προέδρου John F. Kennedy, τον Μάρτιο του 1968:
«Το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν – εάν κρίνουμε από αυτό τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής – αυτό το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν μετράει την ατμοσφαιρική ρύπανση και τη διαφήμιση τσιγάρων και τα ασθενοφόρα. Μετράει τις κλειδαριές ασφαλείας στις πόρτες μας, αλλά και τις φυλακές για τους ανθρώπους που τις παραβιάζουν. Μετράει την καταστροφή του κοκκινόξυλου και την καταστροφή της φύσης. Μετράει το ναπάλμ και τις πυρηνικές κεφαλές και τα τεθωρακισμέναγια να καταπολεμήσει η αστυνομία τις ταραχές στις πόλεις μας. Μετράει το τουφέκι του Whitman και το μαχαίρι του Speck και τα τηλεοπτικά προγράμματα που δοξάζουν τη βία για να πουλήσουν παιχνίδια στα παιδιά μας».
«Νομίζω ότι ήρθε η ώρα για μεγαλύτερες φιλοδοξίες», δήλωσε η Ράουορθ σε ραδιοφωνική συνέντευξή της, «επειδή η πρόκληση του 21ου αιώνα για την ανθρωπότητα είναι ξεκάθαρη – να καλύψει τις ανάγκες όλων των ανθρώπων, με τα μέσα που μας δίνει αυτός ο υπέροχος πλανήτης, έτσι ώστε εμείς αλλά και η φύση να μπορέσουμε να ευδοκιμήσουμε».
Στην πραγματικότητα, το συγκρκριμένο οικονομικό μοντέλο ζητά από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να επιβραβεύουν και να ενθαρρύνουν την οικονομική επιτυχία, όχι των επιχειρήσεων στο σύνολό τους, αλλά μέσω στοχοθετημένων επιχειρήσεων με αγαθά που εξυπηρετούν τη βελτίωση και διαφύλαξη της περιβαλλοντικής υγείας, εξυπηρετώντας παράλληλα τις ανάγκες των λαών. Είναι μια έννοια που αντικατοπτρίζεται στην παγκόσμια τάση των επιχειρήσεων που εργάζονται για να πιστοποιούνται ως B Corps, οι οποίες αναγνωρίζουν ότι μια επιχείρηση μπορεί να μετρηθεί από το καλό που κάνει, όχι μόνο τα χρήματα που βγάζει.
Για το Άμστερνταμ, το δύσκολο θα είναι να βρει έναν τρόπο να μετρήσει την επιτυχία χωρίς να στηρίζεται εξ ολοκλήρου στη μετρική του χρήματος. Αυτό θα σημαίνει την παρακολούθηση ενός φάσματος δεικτών, μερικοί από τους οποίους μπορεί να είναι υπερ-συγκεκριμένοι στην ίδια την πόλη.
Το κόστος ζωής στην πόλη είναι τόσο υψηλό, για παράδειγμα, που στο 20% των κατοίκων δεν μένουν αρκετά χρήματα για να καλύψουν τις βασικές ανάγκες τους, αφού πληρώσουν το ενοίκιό τους, Και όταν αυτοί οι άνθρωποι υποβάλλουν αίτηση για βοήθεια από το κράτος, όσο αφορά στη στέγαση μόνο το 12% καταφέρνει να την πάρει, δήλωσε η van Doorninck στην Guardian.
Μια λύση θα ήταν η πόλη να χτίσει περισσότερα σπίτια για αυτούς τους ανθρώπους. Το πρόβλημα είναι ότι οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα στην πόλη είναι ήδη υψηλές, οπότε για να αποφευχθεί η επιδείνωσή τους, οι κατασκευαστές θα πρέπει να γίνουν δημιουργικοί στην κατασκευή των σπιτιών, χρησιμοποιώντας ανακυκλωμένα και βιολογικά υλικά.
Είναι ένα περίπλοκο πείραμα: Η εισαγωγή νέων δεικτών για την επιτυχία σημαίνει ότι η πόλη θα έχει όλο και περισσότερες μεταβλητές που θα πρέπει να παρακολουθούν. Τώρα, δουλειά του Άμστερνταμ είναι να δοκιμάσει εάν η υπόθεσή αυτή, στέκει σε έναν πραγματικό κόσμο.