The Last Dance (V&VI): Είναι εύκολο να είσαι ο Μάικλ Τζόρνταν;

«Πολλοί θα ήθελαν να είναι Μάικλ Τζόρνταν για μια ώρα ή για μια μέρα, αλλά ας το δοκίμαζαν για ένα χρόνο να δουν την γλύκα». Το έκτο επεισόδιο του Last Dance ξεκινά με τον MJ στα 90s να προσπαθεί να πετύχει σε διαδοχικά takes τον απαραίτητο συναισθηματικό τόνο στη φωνή προκειμένου να φαίνεται πειστική η προηγούμενη ατάκα. Μαζί με το πέμπτο, είναι τα επεισόδια που επιχειρούν να χωρέσουν την εικόνα του σταρ στο μεγάλο κάδρο, εξετάζοντας παράλληλα και την σκοτεινή πλευρά του μύθου. Αλαζονικές διαμάχες με άλλους σούπερ σταρ που οδηγούν σε μικροπρεπείς ίντριγκες, εγωιστική παρουσία στα αποδυτήρια των Bulls, απολιτίκ ουδετερότητα στη δημόσια σφαίρα, τζόγος και κακές παρέες. Ο σκηνοθέτης Τζέισον Έχιρ το κάνει πιο θαρραλέα απ’ ότι ίσως περιμέναμε, απόλυτα ελεγχόμενα, πάντως, τσαλακώνοντας τόσο όσο τη δημόσια εικόνα του πρωταγωνιστή (και στην ουσία συμπαραγωγού) Τζόρνταν.

Στις ΗΠΑ, το Last Dance έχει προκαλέσει φρενίτιδα εν μέσω πανδημίας: ξεπέρασε εύκολα το Tiger King ως το νο.1 doc του Netflix μέσα στο 2020, ενώ είναι ήδη το πιο δημοφιλές ντοκιμαντέρ στην ιστορία του ESPN, χώρια τον χαμό που αντιλαμβανόμαστε όλοι στα social media. Αλλά, όπως γίνεται πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις, αποκρυσταλλώνεται σιγά σιγά και η σοβαρη κριτική. Από αρθρογράφους που μιλάνε για «πρότζεκτ ματαιοδοξίας», αλλά κι από τον Κεν Μπερνς (έναν από τους σπουδαιότερους εν ζωή ντοκιμαντερίστες, δημιουργό μεταξύ άλλων σπουδαίων του συγκλονιστικού The Vietnam War) που δήλωσε ότι «το Last Dance δεν συνιστά ούτε καλή δημοσιογραφία αλλά ούτε και καλή ιστορική έρευνα», ενώ ο ίδιος ποτέ δε θα επέτρεπε στον Τζόρνταν να δει όλα τα επεισόδια προτού βγουν στον αέρα. 

Το 1993 οι Bulls παίρνουν το τρίτο συνεχόμενο πρωτάθλημα. Είχε να συμβεί από το 1966, όταν οι Celtics είχαν τότε συμπληρώσει 8 σερί.

Έκοψε ο Μάικ τον Αιζέα Τόμας από την Dream Team που προκάλεσε σοκ και δέος στη Βαρκελώνη το 1992; Προφανώς. Κι ότι η κουβέντα δεν έφτασε καν στο «ή εγώ ή αυτός», αλλά ο Τόμας κόπηκε προληπτικά πριν γίνει το τηλεφώνημα στον κύριο με το 23, μάλλον το κάνει χειρότερο. Άξιζε να είναι ο ηγέτης των Pistons σε εκείνη την μυθική ομάδα; Ασυζητητί, με μεγάλύτερη προτεραιότητα π.χ. από τον Τζον Στόκτον ή τον Κρις Μάλιν, μάλλον ως ο αμέσως επόμενος μετά τους τρεις μεγάλους (MJ, Μάτζικ, Μπερντ) βάσει τίτλων. Το Last Dance όλα αυτά τα υποννοεί, αλλά στο τέλος τα δικαιολογεί, εκβιάζοντας το συμπέρασμα ότι ο, όντως ιντριγκαδόρος κι «ανακατωσούρας», Αιζέα είχε κόντρα με όλους και θα χαλούσε την ωραία ατμόσφαιρα (κάποτε ως πρόεδρος της Ένωσης Παικτών είχε κόψει ένα διαφημιστικό «μονό» μεταξύ Μάτζικ και Τζόρνταν με εθνική τηλεοπτική κάλυψη, μόνο και μόνο για να την σπάσει στον MJ). Κάπως unfair όλο αυτό για την υστεροφημία του 59χρονου σήμερα «Ησαϊα» που είναι γέννημα-θρέμμα (και παίζει ρόλο αυτό στην ταραγμένη σχέση του με τον Τζόρνταν) των γκέτο της κακόφημης δυτικής πλευράς του Σικάγο.

The Jordan Rules, του Σαμ Σμιθ. Από δω ξεκίνησαν όλα…

Ήταν όντως ο Τζόρνταν ο τύπος που πρωτίστως αναζητούσε στα αποδυτήρια το καλό κλίμα (το “camaraderie” όπως λέει) που συνάντησε στην Dream Team; Αυτές τις μέρες, για να καταπολέμήσω το στερητικό σύνδρομο των μόνο δύο επεισοδίων την εβδομάδα, ξαναδιάβασα το The Jordan Rules. Είναι το βιβλίο που εξέδωσε το 1992 ο δημοσιογράφος Σαμ Σμιθ από το οποίο ξεκίνησε -σύμφωνα με το Last Dance– η αποδόμηση της εικόνας του Τζόρνταν ως “mr. Perfect”. Γραμμένο με ένα παλιομοδίτικο στυλ που φλερτάρει διαρκώς με τον «κιτρινισμό» (αλλά είναι τόσο απολαυστικό όσο το πιο ένοχο τζανκ φουντ που φάγατε ποτέ), έμεινε για πολλές εβδομάδες στη λίστα με τα best sellers των New York Times και είναι βασισμένο στο ρεπορτάζ-πρώτο χέρι ενός ρεπόρτερ που ακολουθούσε την ομάδα παντού κι αποφάσισε να καταγράψει το χρονικό της περιόδου 1990-91 που οι Bulls πήραν τον τίτλο. Και προφανώς είχε περισσότερες από μια πηγές που του μετέφεραν όσα γίνονταν όταν η πόρτα των αποδυτηρίων ή των δωματίων ξενοδοχείου έκλεινε. (Ο Τζόρνταν, όπως είδαμε, είναι πεπεισμένος ότι το «βαθύ λαρύγγι» ήταν ο Χόρας Γκραντ). Στις σελίδες του βιβλίου ο Τζόρνταν δεν είναι ένας ευχάριστος τύπος. Απαιτεί συνεχώς ειδική μεταχείριση, θέλει να έχει λόγο στο ποιος έρχεται και φεύγει από την ομάδα, κοροϊδεύει τους συμπαίκτες του για τις απολαβές τους, θέλει να κουβαλάει τους φίλους του στο αεροπλάνο και το πούλμαν (στο οποίο μπαίνει πάντοτε τελευταίος γιατί δεν γουστάρει να περιμένει κανέναν), ουρλιάζει στο προπονητικό τιμ όταν θεωρεί ότι τον κλέβουν στο σκορ που κρατάνε στις προπονήσεις, θέλει πάση θυσία να βγει πρώτος σκόρερ και φοβάται ότι η «τριγωνική επίθεση» είναι ένα κόλπο του Φιλ Τζάκσον για να τον εμποδίσει, ξεφωνίζει τους πάντες στον Τύπο αν το κρίνει σκόπιμο, μέχρι που χειροδικεί στον καημένο τον Γουίλ Περντού επειδή δεν έστησε καλά ένα σκριν. Όσο μεγαλώνει το σταριλίκι του, τόσο αποξενώνεται από τους συμπαίκτες του και τόσο εκείνοι τον σχολιάζουν πίσω από την πλάτη του.

Michael Corleone?

Ακόμα και τα μισά να ισχύουν απ’ όλα αυτά (και υπάρχουν τέτοια δείγματα στο ντοκιμαντέρ, δείτε τον ως «Νονό» να μοιράζει τα «καλά» εισιτήρια του αγώνα στον άσημο Ράντι Μπράουν), σκιαγραφούν ένα συγκεκριμένο προφίλ που το Last Dance προσπερνά κάπως βιαστικά. Στην ιστορία, μάλλον δίκαια, θα μείνουν ως τα στοιχεία που περιγράφουν τον MJ, ανώριμο πριν το δαχτυλίδι. Δηλαδή, πριν τον Φιλ Τζάκσον.

Χωρίς το γυαλί, αμέσως πιο πειστικός…

Είχε ο Μάικλ Τζόρνταν πρόβλημα με τον τζόγο ή απλά ήταν μια βασική έκφραση του «προβλήματος με την ανταγωνιστικότητα», για το οποίο σχεδόν υπερηφανευόταν; Το Last Dance σχολ-λα-στι-κά στο έκτο επεισόδιο ξεδιπλώνει την φράση “people build you up to tear you down” («σε χτίζουν για να σε γκρεμίσουν») που λέει ο δημοσιογράφος Αχμάντ Ρασάντ, ο confidante στον οποίο έτρεχε ο Μάικλ Τζόρνταν όποτε ήθελε «να τα πει». Η πρώτη ισχυρή ρωγμή στην ηθική διάσταση ενός all-american προτύπου είχε συμβεί όταν ο Τζόρνταν σνόμπαρε την επίσκεψη των πρωταθλητών στον Λευκό Οίκο το 1991 για να παίξει γκολφ με κάποιον που αποδείχθηκε έμπορος ναρκωτικών. Ήταν δεδομένο ότι θα τον περίμεναν στη γωνία στην πορεία. Γιατί, σιγά σιγά, αναδυόταν κι ένα άλλο ερώτημα: μήπως ο Τζόρνταν τζογάρει και στο μπάσκετ; 

Μπαράκ Ομπάμα, άφεση αμαρτιών «με το γάντι».

Θα μπορούσε να είχε στηρίξει ο Μάικλ Τζόρνταν τον Χάρβεϊ Γκαντ για να γίνει ο πρώτος αφρομερικανός γερουσιαστής στη Βόρεια Καρολίνα το 1990 (και, κυρίως, για να μην εκλεγεί ο σεσημασμένος ρατσιστής Τζέσι Χελμς); Αυτή είναι μάλλον η πιο ουσιαστική κριτική που δέχεται στο Last Dance. Αλλά, νομίζω, ότι εκεί δίνει και την πιο ειλικρινή απάντηση. «Δε θεωρούσα ποτέ τον εαυτό μου ακτιβιστή, αλλά μπασκετμπολίστα. Κι αν αυτό είναι εγωιστικό, το δέχομαι». Κι όταν ολόκληρος Μπαράκ Ομπάμα τον δικαιολογεί με τακτ (και με το γάντι), ακόμα και το περίφημο “Republicans buy sneakers, too” («οι Ρεπουμπλικάνοι, αγοράζουν κι αυτοί αθλητικά παπούτσια», ατάκα σε χαλαρή κουβεντούλα μεταξύ παικτών που είχε δημοσιεύσει – ποιος άλλος;- ο killer Σαμ Σμιθ), τότε κι αυτή η κατηγορία παραγράφεται λόγω παρόδου 30ετίας. 

Σκότώνονταν οι αφροαμερικανοί για ένα ζευγάρι Air Jordan στα late 80s-early 90s; Πριν βιαστείτε να το θεωρήσετε σχήμα λόγου, διαβάστε γι’ αυτήν την τραγική ιστορία πίσω στο 1989. Μπορεί να μην ήταν πρόθυμος να επηρεάσει κάποιο εκλογικό αποτέλεσμα, όμως ο Μάικλ Τζόρνταν υπογράφoντας με το ζόρι στη Nike το 1984 ξεκινούσε, φυσικά χωρίς να το ξέρει, ένα νέο κύκλο στη νεανική/αστική κουλτούρα. Με τεράστιο πολιτισμικό αντίκτυπο κι αδιανόητα οικονομικά αποτελέσματα. Η Nike περίμενε να βγαλει 3 εκατομμύρια δολάρια σε 3 χρόνια, τελικά τζίραρε 126 μόνο την πρώτη σεζόν – το υπερόγκο για την εποχή ποσό που πλήρωσε τον Μαικ ήταν τα πιο well spent 250.000 δολάρια στην ιστορία του αθλητικού μάρκετινγκ.

Air Jordan, λοιπόν.

Mια απλή -μα σατανική- ονοματοδοσία του μάνατζερ Ντέιβιντ Φολκ («θέλαμε να χειριστούμε έναν αθλητή ομαδικού σπορ με τον τρόπο που δουλεύαμε τους τενίστες»). Ο λόγος στον Γιάννη Χριστόπουλο, Digital & Creative Strategist στην Soho Square, τεθλιμμένο fan των Knicks και κυνηγό της χαμένης κιβωτού του στυλ για το απαραίτητο top-5.



«Αν και περιττεύει το intro εδώ, τα facts έχουν βαρυτική δύναμη μαύρης τρύπας: μιλάμε για τα παπούτσια που γέννησαν τη sneaker κουλτούρα όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, αυτά που άλλαξαν ανεπιστρεπτί το fusion μόδας, αθλητισμού και μάρκετινγκ. Το κορυφαίο signature line προϊόντων στην ιστορία του νεότερου καπιταλισμού.

Το ακόλουθο ranking δε βασίζεται τόσο σε κριτήρια αισθητικής ή performance. Cultural impact is the name of the game.

5. Air Jordan VII

Το πρώτο Air Jordan που κυκλοφόρησε χωρίς κανένα διακριτικό της Nike, ή αλλιώς, η γέννηση του μπίζνεσμαν Μάικλ Τζόρνταν. To παπούτσι του 2ου δαχτυλιδιού, μιας σεζόν με τίτλους MVP Κανονικής Διάρκειας αλλά και Τελικών. Τα κερασάκια στην τούρτα; Χρυσό μετάλλιο στη Βαρκελώνη με την original Dream Team και cameo στο “Jam” του Βασιλιά της Ποπ.

4. Air Jordan IV

Το ζευγάρι του “The Shot” πάνω στον άτυχο Κρεγκ Ίλο. Η πρώτη παγκόσμια κυκλοφορία Air Jordan, με υλικά (nubuck δέρμα) που δεν είχαν χρησιμοποιηθεί μέχρι τότε σε μπασκετικό παπούτσι. Αν και μόλις το 4ο μοντέλο της σειράς, η επιρροή στην ποπ κουλτούρα είναι ήδη τεράστια: “Yo man, your Jordans are fucked up!”.

3. Air Jordan XI

Αυτά με το «λουστρίνι». Ένα από τα αγαπημένα σε απόδοση μοντέλα του “Air”, καθώς δεν το αποχωρίστηκε καθόλου για όλη τη σεζόν ‘95-96. Το design τους τα έκανε να φαίνονται σα να έχουν έρθει από άλλο γαλαξία – κάτι που δεν είναι κι εντελώς ψέματα: είναι τα Air Jordan του Space Jam. We believed we could fly.

2. Air Jordan I

Τα πρώτα. Τα «απαγορευμένα»*. Ο θρύλος λέει ότι η Nike πλήρωνε πρόθυμα το πρόστιμο των $5.000 ανά παιχνίδι NBA στη λίγκα, καθώς ο χρωματικός τους συνδυασμός δεν υπάκουε στους κανόνες της. 35 χρόνια μετά, οι επανακυκλοφορίες του σε κάθε πιθανή απόχρωση εξαντλούνται μέσα σε λίγα λεπτά και ακόμα και οι πιο επιλεκτικοί sneakerheads, υποκλίνονται στη διαχρονικότητά του.

1. Air Jordan III

Πολύ απλά, χωρίς αυτό το ζευγάρι, το Jordan Brand δεν θα υπήρχε σήμερα. Το πρώτο σχέδιο του θρυλικού designer Τάινκερ Χέιτφλιλντ (ο οποίος εξιστορεί τα πάντα στην 1η σεζόν του Abstract στο Netflix) κι αυτό που έπεισε τον MJ να παραμείνει στη Nike. Το πρώτο με ορατή «αερόσολα», το πρώτο με λογότυπο τη σιλουέτα του Ιπτάμενου Jordan, το πρώτο με iconic διαφημιστικό. To παπούτσι του καρφώματος από τη γραμμή των βολών. Δεν αρκούν όλα αυτά; Αρκεί ότι είναι το αγαπημένο του Air και η κουβέντα τελειώνει εκεί.

(Εύφημος μνεία σε: Air “The Flu Game” Jordan XIIAir “The Last Dance Finale” Jordan XIV)

* Πριν λίγες μέρες κυκλοφόρησε πως τα πραγματικά «απαγορευμένα» Air Jordan δεν ήταν τα Ι (μιας και δεν φορέθηκαν ποτέ actually in-game), αλλά τα Nike Air Ship. Μόνο 2 ζευγάρια υπάρχουν στον πλανήτη…



(* Ύφος παππού δίπλα στο τζάκι *)

Ξέρετε, στο πρώτο θρι-πιτ των Bulls (και στο δεύτερο εδώ που τα λέμε) δεν είχαμε ίντερνετ για να ξυπνάμε το πρωί, να ανοίγουμε τα Ringer και τα Bleacher Report και να μαθαίνουμε τι είχε συμβεί λίγες ώρες πριν, αν δεν είχαμε καταφέρει να ξενυχτήσουμε για να δούμε το ματς. Υπήρχε πάντα η επιλογή να απομονωθείς (σαφώς πιο εύκολο τότε) και να μη μάθεις τίποτα μέχρι την προβολή σε μαγνητοσκόπηση, συνήθως το επόμενο απόγευμα. Αλλά, αν καιγόσουν, τι έκανες; Δορυφορική, CNN κι αναμονή για το αθλητικό δίλεπτο δελτίο που έπαιζε κάθε τρίωρο κι έδειχνε το σκορ με ελάχιστα στιγμιότυπα.

Εκεί είδα το τρίποντο του Τζον Πάξον που έδωσε το πρωτάθλημα το 1993 απέναντι στη φανταστική ομάδα του Φοίνιξ με τον Σερ Τσαρλς πιο ώριμο από ποτέ, την προσωπική αδυναμία Κέβιν Τζόνσον στο peak του, μέχρι και τον ταλαιπωρημένο από τα ναρκωτικά Ρίτσαρντ Ντούμας σε σύντομη αναλαμπή. Εκεί είχα μάθει ότι οι Bulls επέστρεψαν από το 0-2, με την πλάτη στον τοίχο απέναντι στη Νέα Υόρκη, ένα βήμα πριν στους τελικούς της Ανατολής – ίσως στην πιο physical μονομαχία της σύγχρονης εποχής του NBA. Τότε που οι Bulls έπαιξαν την παραπάνω μυθική άμυνα στον Τσαρλς Σμιθ, κόβοντάς τον 4 φορές σε 4 δευτερόλεπτα. 

Ω, τα πλέι οφ του 1993, best ever?

(* έσβησε η φωτιά *)

  • #ΠέστεΝαΜεΦάτε, αλλά δε με συγκίνησε καθόλου η υποπλοκή για Κόμπι, στη μνήμη του οποίου είναι αφιερωμένο το 5ο επεισόδιο. Λίγο αμήχανη και διεκπεραιωτική, υπό το βάρος της τραγικής απώλειας, μου φάνηκε.

  • Αντίθετα, μεγάλα kudos για την εμφάνιση του NAS (που νομίζω, μόνο και μόνο λόγω attitude, επισκιάζει τον Τζάστιν Τίμπερλεϊκ που ακολουθεί). Έτσι κι αλλιώς, το πέμπτο επεισόδιο ξεκινά με το “If I Ruled the World” (συνεργασία του με την Lauryn Hill) και γενικά όλη η σειρά όπως μπορείτε να δείτε/ακούσετε στην επίσημη playlist το πάει πολύ καλά το 80s-90s hip hop. Ξεκινώντας με Eric B. & Rakim και φτάνοντας μέχρι The Black Sheep και Naughty by Nature πέρα από τους αναμενόμενους A Tribe Called Quest, Biggy και Wu-Tang.
  • Έπαιζε και κάποιος Τόνι Κούκοτς (ή «Κούκοκ» όπως τον έλεγε αρχικά ο Μπάρκλεϊ) στους Bulls. Άντε να τον δούμε και λίγο, όχι μόνο ως θύμα του κλασικού καψωνιού των Τζόρνταν-Πίπεν στη Βαρκελώνη

  • Τζον Μάικλ Βόζνιακ, «το μόνο shrug που μετράει»

Περισσότερο κι από το αν «είναι εύκολο να είσαι ο Μάικλ Τζόρνταν;», τα επεισόδια V&VI  εξήγησαν «τι σημαίνει να είσαι ο Μάικλ Τζόρνταν;». Υποθέτω ότι οι περισσότεροι βλέποντάς τα είπαμε «ας απολάμβανα τέτοια δόξα, ας είχα τέτοια προνόμια λόγω της φήμης κι ας έβγαζα τέτοια λεφτά και θα έβρισκα τον τρόπο να ανταπεξέλθω στην αρνητική πλευρά της δημοσιότητας». Το έκτο επεισόδιο αφήνει τον Τζόρνταν να έχει ανέβει στο όρος Rushmore έχοντας πετύχει το πρώτο θρι-πιτ στο NBA μετά την παντοκρατορία των Celtics στα 60s. Κανείς δεν ξέρει (ούτε ο ίδιος;) ότι αυτά είναι τα τελευταία του παιχνίδια πριν αποσυρθεί. Λίγους μήνες μετά θα δολοφονηθεί ο πατέρας του.

Πώς θα προσεγγίσει το πιο ευαίσθητο απ’ όλα τα ζητήματα το Last Dance στα επεισόδια VII&VIII;

The Last Dance 2 επεισόδια κάθε Κυριακή στο ESPN.
Διαθέσιμα κάθε Δευτέρα στο Netflix.
Διαβάστε τα προηγούμενά μας reviews εδώ κι εδώ
Παναγιώτης Μένεγος

Share
Published by
Παναγιώτης Μένεγος