«Η ΕΕ πρέπει να αποβάλλει οριστικά την Ουγγαρία» έγραφε τον Σεπτέμβριο του 2021 ο καθηγητής Οικονομικών του MIT Daron Acemoglu, απηχώντας τις σκέψεις πολλών Ευρωπαίων δημοκρατών που παρακολουθούν εξοργισμένοι την τελευταία δεκαετία τον ακροδεξιό Ούγγρο πρωθυπουργό Βίκτορ Όρμπαν να διαλύει στα εξ ων συνετέθησαν τους δημοκρατικούς θεσμούς στη χώρα του. Και πρέπει η ΕΕ να σκεφτεί «μήπως χρειάζεται να κάνει το ίδιο για την Πολωνία», συμπλήρωνε ο Acemoglu για το κράτος-μέλος που ακολουθεί κατά πόδας τη Βουδαπέστη.
Είναι γνωστό ότι ο Όρμπαν ελέγχει ολοένα και περισσότερο τη Δικαιοσύνη, έχει τσακίσει την ελευθερία του Τύπου, έχει ποινικοποιήσει την παροχή βοήθειας σε πρόσφυγες, οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών νιώθουν διαρκώς απειλητική την ανάσα του, τα πανεπιστήμια έχουν απολέσει και το τελευταίο ίχνος της αυτονομίας τους. Στην Πολωνία, το (ακρο)δεξιό κυβερνών κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη επίσης υπονομεύει συστηματικά τους δημοκρατικούς θεσμούς, έχοντας θέσει μεταξύ άλλων τον ανατριχιαστικό στόχο να μετατραπεί η χώρα σε «ζώνη ελεύθερη από άτομα ΛΟΑΤΚΙ», ενώ κατάργησε το δικαίωμα των γυναικών στην έκτρωση.
Δεν είναι τυχαίο ότι ήταν αυτές οι δύο χώρες που μπλόκαραν τον προϋπολογισμό 2021-2027 της ΕΕ γιατί συνέδεε τη χρηματοδότηση προς τα κράτη-μέλη με τη συμμόρφωσή τους με τις αρχές του κράτους Δικαίου. Τελικά, συμφώνησαν να τον υπερψηφίσουν με την προϋπόθεση πως το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο θα αποφάσιζε αν είναι σύννομο να τεθεί ένας τέτοιος όρος.
Στις 16 Φεβρουαρίου, λοιπόν, με μια ιστορική απόφαση, το δικαστήριο απέρριψε τις αιτιάσεις των δύο χωρών και αποφάσισε ότι «ο μηχανισμός υιοθετήθηκε σε κατάλληλη νομική βάση». Το έλλειμμα δημοκρατίας έχει αντίκτυπο, όχι μόνο σε πολιτικά ζητήματα, αλλά και στην οικονομία, αποφάνθηκαν οι δικαστές. «Η υγιής οικονομική διαχείριση του προϋπολογισμού της Ένωσης και τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης μπορεί να πληγούν σημαντικά από παραβιάσεις των αρχών του κράτους Δικαίου σε ένα κράτος-μέλος», σημειώνουν. Όταν πρόκειται για δημοκρατικές αρχές, «η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να μπορεί να υπερασπιστεί αυτές τις αξίες στα όρια των εξουσιών της».
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε προειδοποιήσει τη Βουδαπέστη σε επιστολή της τον Νοέμβριο πως η σύγκρουση συμφερόντων στις δημόσιες συμβάσεις και η διαφθορά στην αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων καταγράφονταν ως έλλειμμα δημοκρατίας. Η αντίστοιχη επιστολή στην Πολωνία αναφερόταν στην υπονόμευση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης: ζητούσε από τη χώρα να καταργήσει την επιτροπή για πειθάρχηση των δικαστών και να επαναφέρει τους δικαστές που είχαν χάσει τη θέση τους κατά τους πειθαρχικούς αυτούς ελέγχους. Αυτό όμως που σήμανε «κήρυξη πολέμου» με την ΕΕ ήταν όταν το πολωνικό Ανώτατο Δικαστήριο που ελέγχεται από την κυβέρνηση έκρινε τον Οκτώβριο του 2021 πως το εθνικό Δίκαιο υπερέχει του ευρωπαϊκού (και άρα το τελευταίο μπορεί να αγνοηθεί) – απορρίπτοντας έτσι άμεσα την ιδρυτική αρχή της ΕΕ.
Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου «είναι ζωντανή απόδειξη ότι οι Βρυξέλλες καταχρώνται την εξουσία τους», έγραψε η Ουγγαρέζα υπουργός Δικαιοσύνης Judit Varga στο Facebook. Ο Πολωνός αναπληρωτής ομόλογός της Sebastian Kaleta έγραψε στο Twitter πως η χώρα «πρέπει να υπερασπιστεί τη δημοκρατία της απέναντι σε έναν εκβιασμό που σκοπεύει να μας στερήσει το δικαίωμα να αποφασίζουμε για εμάς».
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ηγεσίες των δύο χωρών έχουν αρνηθεί να συμμετέχουν στον νέο θεσμό της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (European Public Prosecutor’s Office / EPPO), που συστήθηκε τον περασμένο Ιούνιο για τη διερεύνηση και την ποινική δίωξη της απάτης, της υπεξαίρεσης και άλλων αδικημάτων που αφορούν σε ευρωπαϊκά κονδύλια. «Είναι ζήτημα εθνικής κυριαρχίας», θα προσπαθούσε να δικαιολογηθεί η Varga, συμπληρώνοντας ότι η χώρα της δεν χρειάζεται τέτοιο θεσμό γιατί αντιμετωπίζει σκληρά τη διαφθορά σε εθνικό επίπεδο. Η δήλωση προκάλεσε ειρωνικά χαμόγελα στις Βρυξέλλες, αφού το Ευρωπαϊκό Γραφείο Κατά της Διαφθοράς OLAF έχει εντοπίσει στην Ουγγαρία τις περισσότερες παρατυπίες την περίοδο 2015-2019 και μάλιστα έχει συστήσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αιτηθεί επιστροφή του 4% των επιχορηγήσεων προς τη χώρα.
Με την άρνησή τους να συμμετέχουν στο EPPO, οι δύο χώρες βγάζουν τη γλώσσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση ενώ συνεχίζουν να λαμβάνουν ευρωπαϊκό χρήμα.
Το πρόβλημα είναι πως η ΕΕ δεν μπορεί να κάνει αυτό που πρότεινε ο οικονομολόγος της εισαγωγής, να αποβάλλει την Ουγγαρία: ο ευρωπαϊκός κανονισμός προβλέπει ξεκάθαρα ότι τα κράτη-μέλη μπορούν να αποχωρήσουν από το μπλοκ μόνο όταν το αποφασίσουν τα ίδια – όπως έγινε με το Brexit. Κι έτσι, ενώ για να γίνει αποδεκτή μια χώρα πρέπει να συμμορφωθεί με τους κανόνες, όταν πλέον ενταχθεί δεν μπορεί να αποβληθεί ακόμα και αν αρχίσει να αγνοεί τους ίδιους αυτούς κανόνες.
Και φυσικά, είναι ιδιαίτερα απίθανο να αποφασίσουν από μόνες τους η Πολωνία και η Ουγγαρία να αποχωρήσουν, καθώς λαμβάνουν σημαντική χρηματοδότηση από την ΕΕ και απολαμβάνουν διάφορα οφέλη.
Η πιο σημαντική κύρωση είναι η στέρηση του δικαιώματος ψήφου στο μπλοκ. Επιπλέον, η Επιτροπή μπορεί να επιβάλλει πρόστιμα στα μέλη που θεωρεί πως παραβιάζουν την ευρωπαϊκή νομοθεσία και τους κανονισμούς. Ωστόσο, οποιαδήποτε απόφαση προϋποθέτει σχεδόν ομοφωνία από τα υπόλοιπα κράτη-μέλη, κάτι που δυσκολεύει τη λήψη της.
Προς το παρόν, προκειμένου να πιέσει τις δύο χώρες να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις τους, η ΕΕ έχει παγώσει βοήθεια ύψους 36 δισ. ευρώ προς την Πολωνία και 7 δισ. ευρώ προς την Ουγγαρία από το έκτακτο ταμείο των 750 δισ. ευρώ για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας. Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος, τα 36 δισ. «μπορούν να αυξήσουν το πολωνικό ΑΕΠ κατά 2% τα επόμενα χρόνια», όπως σημείωνε ο Economist. Το ριζοσπαστικό όμως με την πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου είναι πως τώρα η Επιτροπή έχει πάρει το «πράσινο φως» ώστε να παγώσει και την τακτική χρηματοδότηση από τον προϋπολογισμό της προς κράτη-μέλη που θεωρεί ότι παραβιάζουν τις υποχρεώσεις τους στο πλαίσιο ενός Κράτος Δικαίου. Κι αυτό, επιπλέον του δικαιώματός της να επιβάλλει πρόστιμα.
Για μήνες το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο –που εγκρίνει τον προϋπολογισμό της ΕΕ- παρότρυνε την Επιτροπή να παγώσει άμεσα τη χρηματοδότηση με επιχείρημα ότι αυτές οι χώρες έχουν εδώ και καιρό ξεπεράσει το όριο που επιτάσσει ενεργοποίηση ενός τέτοιου μηχανισμού. Μάλιστα, το Ευρωκοινοβούλιο έφθασε να κινηθεί νομικά εναντίον της Κομισιόν, κατηγορώντας τη για αδράνεια στο συγκεκριμένο ζήτημα.
Εάν ο μηχανισμός τελικά ενεργοποιηθεί, η Πολωνία μπορεί να χάσει πάνω από 130 δισ. ευρώ και η Ουγγαρία περισσότερα από 40 δισ. ευρώ από τον επταετή προϋπολογισμό της ΕΕ. Για να γίνουν αντιληπτές οι συνέπειες, αρκεί να αναφερθεί πως εάν η χρηματοδότηση της ΕΕ παγώσει μέχρι το τέλος του 2023 το νόμισμα της Πολωνίας (ζλότι) μπορεί να χάσει περισσότερο από το 12% της αξίας του έναντι του δολαρίου, σύμφωνα με τα Oxford Economics. Η αύξηση του ΑΕΠ μπορεί να συρρικνωθεί κατά 1,4% τα επόμενα δύο χρόνια.
Μάλιστα, η ποινή δεν θα μπορούσε να έρθει σε χειρότερη χρονικά συγκυρία για τις κυβερνήσεις των δύο χωρών, καθώς η Ουγγαρία έχει εκλογές στις 3 Απριλίου και η Πολωνία οδεύει προς εκλογές τον ερχόμενο χρόνο.
Σε πρώτη ανάγνωση, η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου μοιάζει ιδεαλιστική: θα κόβεται η χρηματοδότηση σε όποιον δεν σέβεται τους δημοκρατικούς θεσμούς. Είναι όμως έτσι;
Μέχρι σήμερα, η χείρα της ΕΕ έπιπτε βαριά κυρίως σε χώρες που απόκλιναν από τους δημοσιονομικούς κανόνες για το χρέος και το έλλειμμα (Στην Ελλάδα, γνωρίζουμε πολύ καλά τι θα πει αυτό). Όμως και τώρα ο στόχος δεν είναι ιδεαλιστικός. Κι αυτό γιατί η ΕΕ μπορεί να χρησιμοποιήσει το νέο αυτό νομικό εργαλείο μόνο εάν αποδειχθεί ότι οι παραβιάσεις των αρχών του Κράτους Δικαίου οδήγησαν σε κατάχρηση κονδυλίων.
Με απλά λόγια, δεν τους ενδιαφέρει η υπονόμευση των δημοκρατικών αρχών per se, αλλά μόνο όταν αυτή συνεπάγεται οικονομική ζημία. Η Οικονομία έχει αναχθεί σε αυταξία αντί για τον Άνθρωπο.
Εξ ου, λοιπόν, και η ενεργοποίηση αυτού του μηχανισμού δεν αναμένεται να λύσει συνολικά το πρόβλημα. «Σε περιπτώσεις όπως της Ουγγαρίας, όπου υπάρχει διαφθορά των θεσμών, αυτή η προσέγγιση μπορεί να επιτύχει», έγραφε ο Piotr Buras στο European Council of Foreign Relations. «Αντίθετα, εκεί που οι δημοκρατικές αρχές παραπαίουν αλλά υπάρχει σωστή διαχείριση των κονδυλίων -όπως στην Πολωνία- αυτό είναι πολύ πιο δύσκολο. Και η διαδικασία κρατά τουλάχιστον έξι μήνες πριν υπάρξει απόφαση από τα κράτη-μέλη της ΕΕ. Θα πρέπει να ψηφίσουν αν θα παρακρατηθούν τα χρήματα από τη χώρα-εταίρο. Οπότε, το όλο θέμα μπορεί να αποδειχθεί κενή απειλή».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο Economist: «Η Πολωνία αξιοποίησε καλά τα ευρωπαϊκά κονδύλια, οπότε οι ψηφοφόροι θα νιώσουν το κλείσιμο της κάνουλας και η δημοτικότητα της κυβέρνησης θα πέσει. Η χώρα θέλει λοιπόν να κατευνάσει τις Βρυξέλλες. Αντίθετα, η Ουγγαρία έχει σπαταλήσει ευρωπαϊκό χρήμα σε έργα από τα οποία επωφελούνται οι κολλητοί του πρωθυπουργού Όρμπαν. Μια μείωσή τους θα τους πλήγωνε, αλλά θα επηρέαζε λιγότερο τους Ούγγρους ψηφοφόρους. Οπότε, ο κ. Όρμπαν έχει μεγαλύτερο περιθώριο να αγνοήσει την γκρίνια των Βρυξελλών για τη συστηματική παραβίαση των κανόνων που διαπράττει». Εξ ου και η κυβέρνησή του απέρριψε την απόφαση του δικαστηρίου ως «έχουσα πολιτικά κίνητρα».
Ωστόσο, ούτε η Πολωνία έχει δείξει μέχρι σήμερα να πτοείται. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν υποχώρησε στην απαίτηση της Κομισιόν να διαλύσει το όργανο για πειθάρχηση των δικαστών της ακόμα και όταν το Ανώτατο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επέβαλε στη χώρα ημερήσιο πρόστιμο-ρεκόρ 1 εκατομμυρίου ευρώ τον Οκτώβριο. Μάλιστα, της είχε επιβληθεί και άλλο ημερήσιο πρόστιμο μισού εκατομμυρίου ένα μήνα νωρίτερα, επειδή αγνόησε οδηγία να κλείσει ανθρακωρυχείο κοντά στα σύνορα με την Τσεχία. Τώρα η ΕΕ ετοιμάζεται να παγώσει χρηματοδότηση προς τη χώρα επειδή δεν πληρώνει τα πρόστιμα!
Βέβαια, ίσως μια απόφαση για στέρηση κονδυλίων θα τιμωρούσε στις χώρες αυτές και το κομμάτι της κοινωνίας που στηρίζει τη δημοκρατία. Για παράδειγμα, όταν η Πολωνία έκρινε πως το εθνικό Δίκαιο υπερέχει του ευρωπαϊκού, χιλιάδες Πολωνοί βγήκαν στους δρόμους να διαδηλώσουν υπέρ της ΕΕ.
Έστω, όμως, ότι τεκμηριώνεται πλήρως πως η υπονόμευση της δημοκρατίας στις δύο χώρες ζημιώνει οικονομικά την ΕΕ. Πόσο πιθανό είναι να ενεργοποιήσουν οι Ευρωπαίοι τον μηχανισμό για πάγωμα των κονδυλίων;
Καταρχάς, πολλά κράτη-μέλη μάλλον θα φανούν απρόθυμα να στηρίξουν έναν οικονομικό στραγγαλισμό της Πολωνίας και της Ουγγαρίας, από φόβο μήπως έρθει και η σειρά τους. Οι πολιτικά πιο «αδύναμες» μέσα στο μπλοκ χώρες της Κεντρικής και Ανατολής Ευρώπης είναι πιθανότερο να διατηρούν τέτοιο φόβο.
Κακά τα ψέματα, δεν είναι μόνο η Βουδαπέστη και η Βαρσοβία που παραβιάζουν τις αρχές του Κράτος Δικαίου. Ούτε μόνο χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλοκ. Όπως σημειώνει ο Guardian, ο ετήσιος δείκτης για το Κράτος Δικαίου του World Justice Project καθώς και οι δείκτες της Παγκόσμιας Τράπεζας παρουσιάζονται επιδεινωμένοι και για άλλες χώρες της ΕΕ, περιλαμβανομένης της Βουλγαρίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Ελλάδας.
Είναι σημαντικό τα ζητήματα που αφορούν στους δημοκρατικούς θεσμούς να μη μετατραπούν σε μια αντιπαράθεση Δύσης-Ανατολής, συνεχίζει ο Guardian. Όλα τα κράτη-μέλη πρέπει να αντιμετωπίζονται εξίσου αυστηρά. Σε αυτή την κατεύθυνση, η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν πρότεινε να συντάσσεται σχετική ετήσια έκθεση από όλα, μια έκθεση όμως που, όπως επισημαίνει το άρθρο, «πρέπει να βασίζεται σε διαφανή και επαληθεύσιμα στοιχεία από διάφορες πηγές, όχι να την εκπονούν οι ίδιες οι κυβερνήσεις».
Σε κάθε περίπτωση η ομοφωνία που προβλέπεται για να επιβληθούν οικονομικές κυρώσεις καθίσταται πιο πιθανή αν στηρίζουν την ενεργοποίηση του μηχανισμού κυρώσεων οι ισχυρές χώρες.
Ακόμα και η λάτρης των νόμων Γερμανία θα απορρίψει ενδεχόμενο οικονομικό στραγγαλισμό των δύο χωρών από φόβο ότι μια αυστηρή τιμωρία θα ενίσχυε της εθνικιστικές και ανελεύθερες τάσεις στις δύο χώρες που βρίσκονται στη σφαίρα επιρροής της, σημειώνει το think-tank Stratfor. «Η Πολωνία και η Ουγγαρία είναι στην πίσω αυλή της Γερμανίας και μέρος της εφοδιαστικής της αλυσίδας, πράγμα που σημαίνει ότι το Βερολίνο τις θέλει να απολαμβάνουν όσο μεγαλύτερη ευημερία γίνεται», προσθέτει. «Πολλοί Γερμανοί πολιτικοί τρομοκρατούνται στην ιδέα να καταλήξουν με πιο αυταρχικούς και φτωχότερους γείτονες στα ανατολικά τους».
Η ΕΕ επίσης φοβάται μήπως, εάν απομονωθούν η Ουγγαρία και η Πολωνία, αναζητήσουν πολιτική, οικονομική και στρατιωτική στήριξη σε χώρες εκτός Ένωσης. Όπως εξηγεί το Stratfor, είναι σχετικά απίθανο η Πολωνία να στραφεί προς τη Μόσχα εξαιτίας της μακράς ιστορίας επιθετικής συμπεριφοράς της τελευταίας απέναντί της. Ωστόσο, μπορεί να στραφεί στην Κίνα. Η Ουγγαρία έχει δείξει ότι θέλει να έχει καλές σχέσεις και με τη Μόσχα και με το Πεκίνο.
«Η Ρωσία και η Κίνα δεν έχουν ούτε τους πόρους ούτε τη βούληση να αντικαταστήσουν πλήρως την ΕΕ ως οι κύριοι χρηματοδότες Πολωνίας-Ουγγαρίας, αλλά η απομόνωση μπορεί να φέρει τη Βαρσοβία και τη Βουδαπέστη αρκετά κοντά σε αυτές ώστε να προκληθεί νευρικότητα στους Ευρωπαίους γραφειοκράτες. Το γεγονός ότι κράτη-μέλη μπορούν μεμονωμένα να ασκήσουν βέτο σε ευρωπαϊκές αποφάσεις όπως κυρώσεις εναντίον της Κίνας και της Ρωσίας καταδεικνύει τη δυσανάλογη επιρροή των εθνικών κυβερνήσεων. Αυτό εξηγεί γιατί η Γερμανία και άλλοι θα πιέσουν για διάλογο αντί για απομόνωση όταν το θέμα είναι η Πολωνία και η Ουγγαρία», καταλήγει η ανάλυση του think-tank.
Είναι ηλίου φαεινότερο πως με την πρόσφατη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η ΕΕ μάλλον θα φανεί ακόμα πιο απρόθυμη να απομονώσει συμμάχους της. Πόσω μάλλον όταν η Ουγγαρία και η Πολωνία συνορεύουν με την Ουκρανία – η Πολωνία έχει ήδη δεχθεί περισσότερους από 505.500 Ουκρανούς πρόσφυγες (μέχρι τις 03/03), ενώ η Ουγγαρία προσέφερε «ουδέτερο» και «ασφαλές» έδαφος για συνομιλίες Ουκρανίας-Ρωσίας.
Είναι επίσης ηλίου φαεινότερο ότι οι εν λόγω δύο χώρες θα εκμεταλλευτούν (και) τον πόλεμο για να παίξουν το παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι και να αποφύγουν τις οικονομικές κυρώσεις χωρίς να αλλάξουν ρότα πολιτικά.
Πάντως, όσο ελλιπής και σε λανθασμένη βάση κι αν είναι αυτός ο μηχανισμός που το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο «δώρισε» στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τουλάχιστον αποτελεί ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Γιατί υπάρχει και η «ανάποδη» ανάγνωση των γεωπολιτικών προβληματισμών που εκφράζουν αναλυτές: Πώς θα μπορέσει να υπερασπιστεί η ΕΕ, έστω και για «τα μάτια του κόσμου», τις αρχές του Κράτους Δικαίου εάν συνεχίζει να επιβραβεύει με πακτωλούς χρημάτων την Πολωνία η οποία «φτύνει στα μούτρα» το ίδιο το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο; Πώς θα μπορέσει να υπερασπιστεί η ΕΕ, έστω και κατ’ επίφαση, τις αρχές του Κράτος Δικαίου εάν συνεχίζει να επιβραβεύει με πακτωλούς χρημάτων την Ουγγαρία που έχει σημαία της την επιστροφή στους πιο σκοτεινούς καιρούς της ανθρωπότητας;
Τι θα γράψει η ιστορία αν, με διάφορες γεωπολιτικές και οικονομικίστικες προφάσεις, η ΕΕ συνεχίσει να θρέφει με τα κονδύλια της το φίδι του φασισμού στον κόρφο της και το θεριέψει;