Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Βαγγέλης Μεϊμαράκης σε συνέντευξη που παραχώρησε στην ιστοσελίδα Newpost ερωτώμενος σχετικά με την επέκταση του συμφώνου συμβίωσης και στα ομόφυλα ζευγάρια είπε ότι δεν τον απασχολεί τόσο το ζήτημα σημειώνοντας ότι «με προβληματίζει το εάν προσπαθούν να μας πείσουν, αν είναι το νορμάλ και το σωστό τα ομόφυλα ζευγάρια και με προβληματίζει περισσότερο το ζήτημα της υιοθεσίας».
Αν και αρχικά σκεφτήκαμε να βρούμε ποιος είναι αυτός που προσπαθεί να πείσει τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη ότι τα ομόφυλα ζευγάρια είναι «το νορμάλ και το σωστό» τελικά αποφασίσαμε να ασχοληθούμε με το κυρίως θέμα –που μάλλον απασχολεί και περισσότερους ανθρώπους.
Η Ελλάδα είναι μια από τις τελευταίες χώρες τις Ευρώπης που τα ομόφυλα άτομα δεν έχουν πρόσβαση σε κάποιο είδος επίσημης αναγνώρισης της σχέσης τους με αποτέλεσμα την καταδίκη της χώρας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Αυτή την κατάσταση πήγε να αλλάξει το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης που ανακοινώθηκε στις 10 Ιουνίου του περασμένου Καλοκαιριού.
Συνοπτικά, οι βασικοί άξονες του νομοσχεδίου είναι:
– Η επέκταση του συμφώνου συμβίωσης στα ομόφυλα ζευγάρια και η άρση της διάκρισης που είχε εισαγάγει ο προηγούμενος νόμος, η οποία οδήγησε στην καταδίκη της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
– Η αναγνώριση των οικογενειακών σχέσεων μεταξύ των μερών του συμφώνου. Όπως έχει αποφανθεί το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, οι οικογενειακοί δεσμοί δεν δημιουργούνται μόνο μέσα από το γάμο, αλλά και μέσα από άλλες σχέσεις, αναγνωρισμένες από τον νόμο ή και όχι.
– Η προώθηση της ιδιωτικής αυτονομίας, δηλαδή του σεβασμού της ιδιωτικής βούλησης των μερών. Τα μέρη μπορούν να ρυθμίσουν τις περιουσιακές τους σχέσεις, σύμφωνα όμως με τις αρχές της ισότητας και της αλληλεγγύης, διατηρώντας σε μεγαλύτερο βαθμό την περιουσιακή τους αυτοτέλεια, εφόσον το επιθυμούν, ακόμη και σε κληρονομικά θέματα. Εάν ωστόσο δεν το επιλέξουν, έχουν πλήρη δικαιώματα, περιουσιακά και κληρονομικά.
– Η ανάγκη προστασίας των οικογενειακών σχέσεων και εμπέδωσης της αρχής της ισότητας στις διαπροσωπικές σχέσεις των μερών. Ο νέος νόμος αντιλαμβάνεται τα δύο μέρη ως ισότιμα, αλλά δεν παραβλέπει την κοινωνική πραγματικότητα που απαιτεί την προστατευτική παρέμβαση του νομοθέτη. Έτσι, ορισμένα κρίσιμα ζητήματα ρυθμίζονται με αναγκαστικού δικαίου διατάξεις. Για παράδειγμα, τα μέρη δεν μπορούν να παραιτηθούν από την αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα, έχουν δικαίωμα να διεκδικήσουν διατροφή μετά τη λύση του συμφώνου κ.λπ.
– Ο νέος νόμος επιδιώκει ισορροπία μεταξύ της ιδιωτικής αυτονομίας και της ανάγκης προστασίας των οικογενειακών σχέσεων, με βάση τις αρχές της ισότητας και της αλληλεγγύης. Πρόκειται μεν για μια σύμβαση, δημιουργούνται ωστόσο οικογενειακές σχέσεις μεταξύ αυτών που την συνάπτουν.
-Αναγνωρίζονται στα μέρη δικαιώματα τα οποία μέχρι σήμερα δεν είχαν, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η απόλαυση της οικογενειακής ζωής, αλλά και ο σεβασμός της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανεξαρτήτως σεξουαλικού προσανατολισμού. Όπως επισημαίνει και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, στην πλειονότητα των κρατών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης, τα άτομα που συνάπτουν σύμφωνο συμβίωσης αποκτούν καθεστώς παρόμοιο με αυτό των έγγαμων και πρόσβαση σε πλήθος δικαιωμάτων.
Σε ένα ρεσιτάλ σκοταδισμού ο μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ συσχέτισε τον υπουργό Δικαιοσύνης και τον γενικό γραμματέα με τον τρελό αυτοκράτορα της Ρώμης Νέρωνα, μίλησε για «παράχρηση των σωματικών οργάνων» από τους ομοφυλόφιλους και ανακάλυψε το ρόλο των πολυεθνικών πίσω από το νομοσχέδιο που επιθυμούν να απενοχοποιηθούν οι πρακτικές της ομοφυλοφιλίας που «αναπόδραστα οδηγούν σε άπειρες λοιμώξεις του οργανισμού και καρκινογενέσεις, οι οποίες με τη σειρά τους θα αυξήσουν τον τζίρο των μεγάλων πολυεθνικών του φαρμάκου».
Παρόλα αυτά το νομοσχέδιο είχε πάρει το δρόμο του και μάλιστα ο γενικός γραμματέας διαφάνειας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων Κωνσταντίνος Παπαϊωάννου ανακοίνωσε στο Gay Pride ότι είχε προγραμματιστεί για ψήφιση τον Ιούλιο. Αλλά ήταν πολύ καλό όσον αφορά τ΄ανθρώπινα δικαιώματα στην Ελλάδα για να είναι αληθινό. Για μια ακόμα φορά. Ενώ ήταν να ψηφιστεί στις 10 Ιουλίου, οι «συνθήκες» δεν επέτρεψαν στην αριστερή κυβέρνηση ν’ ασχοληθεί με κάτι προοδευτικό. Και μάλιστα μια περίοδο που δεν θα του έδιναν και τόσο σημασία οι συντηρητικές ομάδες της χώρας. Αλλά όλα χάθηκαν με τη γνωστή δικαιολογία της διαπραγμάτευσης. Τι σχέση έχει η διαπραγμάτευση άραγε μ’ ένα νομοσχέδιο που επί της αρχής είχε εγκριθεί από το κοινοβούλιο. Οι απαντήσεις τώρα θα έρθουν από την επόμενη κυβέρνηση. Όσον αφορά τα μέλη της κοινότητας που ήλπιζαν σε αυτή την αλλαγή, θα μείνουν και αυτοί με την απογοήτευση. Αυτό δεν είναι άλλωστε και το συναίσθημα της εποχής;