Έμπνευση για το μέλλον, όρεξη για δημιουργικότητα, ετερόκλητοι άνθρωποι που παρουσιάζουν ιδέες και λύσεις για το αύριο, ακόμα και αν αυτό προσδιορίζεται στο κάπως μακρινό 2030.Το TEDxAcademy επέστρεψε για 7η συνεχή χρονιά στην Αθήνα, προσκαλώντας μας να προβληματιστούμε σχετικά με το πως μπορούμε να επαναπροσδιορίσουμε την Ελλάδα ξεπερνώντας τη σημερινή κρίση κι αποκτώντας όραμα για το μέλλον. Με κεντρικό του θεματικό άξονα/σύνθημα “Re-imagine Greece” πραγματοποιήθηκε το προηγούμενο Σάββατο 1/10 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, εκεί όπου 18 διεθνώς αναγνωρισμένοι ομιλητές μοιράστηκαν στην κατάμεστη αίθουσα «Αλεξάνδρα Τριάντη» τις σκέψεις τους για μια χώρα του μέλλοντος. Τη δική μας χώρα.
Όσες ώρες κινηθήκαμε στο TEDxAcademy 2016, πέφταμε συνεχώς πάνω σε θεωρίες. σενάρια, ιδέες, προφητείες, εικόνες για το «πώς θα αλλάξει ο κόσμος» (ή πως θα τον κάνουμε εμείς να αλλάξει, αν προτιμάτε μια πιο ενεργητική διατύπωση).
Παράλληλα, είδαμε το «μέλλον» σχεδιασμένο και αποτυπωμένο στα διάφορα θεματικά booths χορηγών, υποστηρικτών και εγχώριων startups, με επίκεντρο πάντα το ίδιο το όραμα του TEDxAcademy: τεχνολογία, design και καινοτομία σε 14 χρόνια από σήμερα. Όλοι οι παρευρισκόμενοι είχαμε την ευκαιρία να δούμε από κοντά πώς υλοποιείται μια τρισδιάστατη εκτύπωση από ένα 3D-printer τελευταίας τεχνολογίας, πως θα είναι η τραπεζική του αύριο, ευρηματικές ψηφιακές συσκευές για ατομική ή οικιακή χρήση, καθώς και ειδικές εφαρμογές που αναδεικνύουν τις δυνατότητες εξοπλισμού και αξιοποίησης του δημόσιου χώρου και την ανακύκλωση. Α, κλείσαμε και μια προσωπική μας ευχή ή και resolution για το 2030 σε ένα μπουκάλι, το σφραγίσαμε και περιμένουμε να ανοιχτεί σε 168 μήνες από τώρα.
Λίγο πριν ξεκινήσει ο πρώτος κύκλος ομιλιών της ετήσιας παγκόσμιας εκδήλωσης, το ακροατήριο ξεχύθηκε στα περίπτερα της έκθεσης προκειμένου να γνωρίσει τις νέες τεχνολογίες, εκείνες που μέχρι πριν από μερικά χρόνια έμοιαζαν στα μάτια μας σαν σενάριο σκηνοθετημένο από τον Ridley Scott. Σε μια εποχή ραγδαίας ανάπτυξης των έξυπνων συσκευών, στο φουαγιέ του Μεγάρου κόσμος γνώριζε για πρώτη φορά ένα ρομπότ της Mastercard που θα χρησιμοποιηθεί παγκοσμίως προκειμένου να δημιουργήσει μια διαπροσωπική εμπειρία shopping σε σχέση με την self-service εξυπηρέτηση που προσέφεραν ορισμένα καταστήματα μέχρι σήμερα. Ο διάσημος πλέον Pepper, κάπως σαν την ηλεκτρονική μασκότ της ημέρας, μπορεί να αναγνωρίζει τα βασικά ανθρώπινα συναισθήματα, ακόμα και αυτά που κρύβονται πίσω από τις λέξεις -από τον επιτονισμό και το που δίνουμε έμφαση- ενώ παράλληλα θα μπορεί να συνομιλεί με τους πελάτες, να παίρνει παραγγελίες και να πραγματοποιεί πληρωμές μέσω της παγκόσμιας υπηρεσίας ψηφιακών πληρωμών της Mastercard, Masterpass.
Μέχρι όμως να συναστραφούμε τον Pepper προκειμένου να δούμε τις συναλλαγές του μέλλοντος, οι ομιλίες του πρώτου μέρους στόχευαν στο να μας δείξουν πως ο κόσμος αλλάζει. Όσοι από εμάς δεν καταφέραμε να μπούμε σε μια κατάμεστη αίθουσα (χωρητικότητας 1750 ατόμων), παρακολουθήσαμε ξαπλωμένοι σε ανατομικά στρώματα και μέσω μιας οθόνης τους έξι ομιλητές που ταξίδεψαν νοητά στο πως αλλάζει ο κόσμος προς το 2030. Ένας διακεκριμένος θεωρητικός φυσικός, ένας γεωπολιτικός αναλυτής και συντάκτης του περιοδικού Economist, ένα μέλος του Κοινοβουλίου της Εσθονίας, μία επιστήμονας στην τεχνητή νοημοσύνη και μία εκπαιδευτική σύμβουλος της Microsoft Seattle έκαναν τις προβλέψεις για το πως θα ζούμε 14 χρόνια μετά. Για τον ρόλο δηλαδή που θα έχουμε στο σύμπαν μέσω της αλληλεπίδρασης μας με την σωματιδιακή φυσική και την κοσμολογία, για το πως θα καταφέρουμε να κρατήσουμε την υγεία μας ακέραιη σε μια παγκόσμια κρίση, για τα εργαλεία που μπορούμε να αποκτήσουμε σαν πολίτες μέσω της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, για τον τρόπο με τον οποίο μια εξατομικευμένη εκπαίδευση μπορεί να θέσει πάλι στο επίκεντρο τις δυνατότητες κάθε μαθητή δίνοντας ταυτόχρονα στους δασκάλους και τους καθηγητές τον ρόλο του λειτουργού και του μέντορα.
Στο πρόγραμμα όμως του πρώτου μέρους βρισκόταν και κάποιος που παρά τις αξιόλογες σπουδές, τις διακρίσεις και το μέχρι τώρα έργο του, εμφανίστηκε με μια ιδιότητα πολύ διαφορετική από των προηγούμενων ομιλητών. Με ένα τσέλο που κατασκευάστηκε το 1723, ο Michael Heupe μας προϊδεάζει πως θα μας μιλήσει για κάτι «άχρηστο» σε σχέση με τις όσες λύσεις και μελλοντικές διεξόδους ακούσαμε πριν.
«Η μουσική δεν γεμίζει κοιλιές, δεν ξεδιψά, δεν μας ζεσταίνει τον χειμώνα, δεν μας δροσίζει το καλοκαίρι. Κι όμως βρίσκεται παντού. Μας βοηθάει να ερωτευτούμε, μας συμπαραστέκεται όταν χωρίζουμε, μας δίνει κουράγιο σε στιγμές που πρέπει να παλέψουμε και μας ηρεμεί όταν το χρειαζόμαστε. Η μουσική απευθύνεται τόσο στα συναισθήματά μας όσο και στη λογική, το πνεύμα και το σώμα μας. Μπορεί να απευθυνθεί σε ένα πλήθος ανθρώπων κι όμως να αγγίξει τον καθένα ξεχωριστά και διαφορετικά. Κι αυτό γιατί η μουσική όταν γίνεται σωστά αποτελεί έμπρακτη φιλοσοφία. Αντλεί το υλικό της από το βάθος της ανθρώπινης ύπαρξης και το μετατρέπει σε χαμόγελο, δάκρυα, ανατριχίλα. Η μουσική ξεπερνά κοινωνικές τάξεις και πολιτικές πεποιθήσεις, έχει μάλιστα τη δύναμη να ξελασπώνει ολόκληρα κράτη στις πιο δύσκολες στιγμές τους. Τι θα ήταν η Γερμανία μετά τον Β’ παγκόσμιο αν δεν είχε στο παρελθόν της έναν Μπαχ, έναν Μπετόβεν, έναν Σούμαν και έναν Μπραμς;».
Παρότι ο νεαρός μουσικός επέμεινε στην πεποίθηση πως η μουσική παραμένει ανώφελη για την επιβίωσή μας, ως τσελίστας διαπιστώνει πως ο άνθρωπος κατάφερε να δημιουργήσει μουσική και τέχνη όταν αναγνώρισε για πρώτη φορά την αναγκαιότητα του άχρηστου. «Η αναγνώριση αυτή ίσως ήταν και μία από τις σημαντικότερες για την εξέλιξη του. Αν θέλουμε και εμείς ένα καλύτερο μέλλον, ίσως θα πρέπει να αρχίσουμε να επενδύουμε σε τέτοιου είδους άχρηστα πράγματα. Πως επενδύει όμως κανείς στη μουσική; Η αλήθεια είναι πως η μουσική δε χρειάζεται πολλά».
Στοχεύοντας στο να μας επιβεβαιώσει τα τελευταία του λόγια και χρησιμοποιώντας μόνο τέσσερις χορδές, πέντε δάχτυλα και ένα δοξάρι μας κάλεσε να ανακαλύψουμε έναν τρόπο άμεσης επικοινωνίας με τους γύρω, στο παρόν και στο μέλλον, χωρίς πολλά λόγια. Όταν το πρελούδιο του Μπαχ έφτασε στο τέλος του, είχε φτάσει και η ώρα του πρώτου διαλείμματος.