Categories: ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Στα Εξάρχεια υπάρχει ένας ξενώνας που φροντίζει να χαμογελούν ασυνόδευτα παιδιά

Είμαστε πλέον συνηθισμένοι να διαβάζουμε δίπλα στη λέξη «προσφυγικό» δυσάρεστα μεγάλους αριθμούς, ιστορίες που σχετίζονται με τον ανθρώπινο πόνο, μια φυγή που έχει σαν αφετηρία της εικόνες πολέμου, τα Μέσα συχνά καταγράφουν και προβάλουν μια σκληρή πραγματικότητα, η οποία όμως σαφώς υπάρχει. Μπαίνοντας σε ένα καλοδιατηρημένο νεοκλασικό των Εξαρχείων ήμουν σχεδόν βέβαιη πως θα συναντήσω παιδιά σκυθρωπά, ανθρώπους που εργάζονται ασθμαίνοντας σε μια προσπάθεια να καλύψουν μια συναισθηματική λαίλαπα. Όμως, στον Σύλλογο Μερίμνης Ανηλίκων συνάντησα δραστήριους και ζωηρούς έφηβους που αποφεύγουν να στρώσουν τα κρεβάτια τους και δυο γυναίκες που μιλούν γι’ αυτούς σαν να είναι οι μεγάλες τους στοργικές αδελφές. 

Μια ξύλινη σκάλα οδηγεί σε μια σειρά από δωμάτια στο διώροφο της οδού Ισαύρων που έχουν χωρητικότητα δεκαεφτά ατόμων. Η Αγγελίνα Παπαδάτου βρέθηκε να κάνει την πρακτική της στο αναγνωρισμένο φιλανθρωπικό σωματείο πριν τρία χρόνια, όταν ακόμη στο σπίτι κατοικούσαν σταθερά και για αρκετά χρόνια παιδιά από το Πακιστάν, από το Αφγανιστάν, από το Μπαγκλαντές. Είχαν έρθει για να μείνουν, να πάρουν άσυλο και να ενταχθούν, πήγαιναν εδώ σχολείο από το δημοτικό. Απ’ εκείνη τη φουρνιά έχει μείνει μόνο ένα παιδί στον χώρο, είναι και το μόνο μάλιστα που παρακολουθεί μαθήματα σε μη διαπολιτισμικό σχολείο. Από το καλοκαίρι του 2015 όμως, η κοινωνική λειτουργός που εργάζεται σταθερά πλέον στον χώρο γνώριζε με πρωτόγνωρη για εκείνη ταχύτητα νέα παιδιά που μέσα σε λίγες ώρες έφευγαν, όταν ήταν ακόμη ανοιχτά τα σύνορα για όσα προσπαθούσαν  να απομακρυνθούν όσο το δυνατόν περισσότερο από μια εμφύλια εμπόλεμη κατάσταση.


Οι ασυνόδευτοι ανήλικες μπαίνουν σε αυτού του είδους τη διαδικασία στέγασης μέσω του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Μέχρι και πριν από μερικά χρόνια μπορούσε ο εκάστοτε ξενώνας να πάρει υπό την προστασία του παιδιά που έβρισκε σε κατάσταση αστεγίας, εφόσον ο κοινωνικός λειτουργός ενημέρωνε τηλεφωνικά το ΕΚΚΑ. «Τώρα δεν συμβαίνει αυτό, όλα φιλτράρονται πρώτα από τον κρατικό οργανισμό, άρα δεν είναι στο χέρι μας για το ποια παιδιά θα έρθουν. Εμείς αυτό που μπορούμε να κάνουμε πλέον είναι να στείλουμε ένα αίτημα ώστε να μπει ένα παιδί που θα εντοπίσουμε τυχαία στην λίστα έτσι ώστε όταν έρθει η σειρά του να φιλοξενηθεί σε μια δομή».

Κατά το έτος 2015 και στον απολογισμό της αρμόδιας υπηρεσίας για τη διαχείριση αιτημάτων στέγασης προσφύγων, όσον αφορά στα ασυνόδευτα ανήλικα τα αιτήματα έφτασαν τα 2248 αιτήματα, 142 παραπάνω από το 2014. Αυτή η αριθμητική σταθερότητα -σε συνδυασμό με τον αριθμό νεοεισερχομένων στην Ελλάδα, ο οποίος υπήρξε σχεδόν έντεκα φορές μεγαλύτερος το 2015 σε σύγκριση με το 2014 -αναδεικνύει σύμφωνα με το ΕΚΚΑ τα προβλήματα ταυτοποίησης και καταγραφής που υπήρξαν στην διάρκεια του έτους. Από τα αιτήματα ασυνόδευτων ανηλίκων από το Αφγανιστάν, την Συρία και το Πακιστάν, τα αγόρια αποτελούν το 95,86%.

Αν λοιπόν δεν έχει γίνει ήδη η πλήρης καταγραφή στοιχείων ήδη από το νησί ή από κάποια προηγούμενη δομή όπου μπορεί να βρέθηκε κάποιο ασυνόδευτο παιδί, τότε ο Σύλλογος αναλαμβάνει τη διαδικασία της καταγραφής του στην Υπηρεσία Ασύλου. Οι ευαίσθητες, με επιβαρυμένο ιστορικό, κατά την κοινωνική λειτουργό περιπτώσεις εφήβων -από 14 έως 17 ετών-  οδηγούν στην εύρεση επιτρόπου από την ΜΕΤΑδραση. «Εξετάζουμε προσεκτικά τι έχει συμβεί σε κάθε περίπτωση προκειμένου να κρίνουμε αν το παιδί χρειάζεται επίτροπο που, πάντα με βοηθό δικηγόρου και σε συνεργασία με εμάς, φροντίζει για ό,τι μπορεί να χρειάζεται ένα παιδί που μένει εδώ, από τα χαρτιά του μέχρι τους γιατρούς και τα καθημερινά έξοδα που προκύπτουν».

Κατά το έτος 2015 και στον απολογισμό της αρμόδιας υπηρεσίας για τη διαχείριση αιτημάτων στέγασης προσφύγων, όσον αφορά στα ασυνόδευτα ανήλικα τα αιτήματα έφτασαν τα 2248 αιτήματα, 142 παραπάνω από το 2014.

Όσον αφορά τους ανήλικους που δεν μετέχουν στο δίκτυο επιτροπείας,  ο Σύλλογος Μερίμνης Ανηλίκων ενημερώνεται για το αν υπάρχουν συγγενείς τους σε κάποια χώρα της Ευρώπης που θα ήθελαν να συναντήσουν έτσι ώστε να γραφτούν στο πρόγραμμα της οικογενειακής επανένωσης. Όλα τα παιδιά όμως, είτε προσπαθούν να συνεχίσουν το ταξίδι τους, είτε όχι, ακολουθούν το καθημερινό πρόγραμμα του σπιτιού. Βρίσκονται καθημερινά στις αίθουσες του Διαπολιτισμικού Γυμνασίου και Λυκείου Ελληνικού, παρακολουθούν μαθήματα ελληνικών κι αγγλικών, πάνε γυμναστήριο, μαθαίνουν κινήσεις Muay Thai και όσα προσφέρονται να τους διδάξουν εθελοντές και συλλογικότητες που συμβάλουν στο έργο του Συλλόγου.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Καθώς οι διαδικασίες επανένωσης και μετεγκατάστασης προϋποθέτουν μια γραφειοκρατία, καθυστερήσεις και απορρίψεις, ο χρόνος στο σπίτι κυλάει. Τα δεκατέσσερα αυτή τη στιγμή αγόρια που αναμένουν άλλους τρεις συγκατοίκους συναναστρέφονται εντός του σπιτιού δύο κοινωνικούς λειτουργούς, δύο επιστάτες που μένουν μαζί τους κατά τις βραδινές ώρες, μια μαγείρισσα και την υπεύθυνη προγραμμάτων, Δήμητρα Αδαμαντίδου, που εξηγεί πως αν και εργάζονται με το ελάχιστο ανθρώπινο δυναμικό η διαχειριστή τους κατεύθυνση κινείται στο συντηρήσουν το δίκτυο αλληλεγγύης και συνεργασίας που έχουν δημιουργήσει εκτός του σπιτιού. «Με αυτόν τον τρόπο έχουμε κατορθώσει να υπάρχουμε τόσα χρόνια, το να έχεις πραγματικούς υποστηριχτές και να μην εξαρτάσαι αποκλειστικά από χρηματοδοτήσεις σε βοηθά να παραμείνεις για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ζωντανός.

Εκτός όμως από τους δικηγόρους και τους ψυχολόγους με τους οποίους συνεργαζόμαστε ή τα κοινωνικά ιατρεία που επισκεπτόμαστε,  η γειτονιά έχει πολύ σημαντικό ρόλο, οι περισσότεροι εθελοντές μας μένουν κοντά με αποτέλεσμα ο ξενώνας να θεωρείται αναπόσπαστο κομμάτι στη ζωή της περιοχής».


Ο χώρος στέκει στον αριθμό 48 της Ισαύρων τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, από τότε που άρχισε να φιλοξενεί αποκλειστικά ασυνόδευτα παιδιά. Όταν ο σύλλογος συστάθηκε το 1924 στόχευε στο να εξυπηρετήσει πρόσφυγες που ήρθαν από τη Μικρά Ασία. Κατά εποχές προσαρμόζει τις δραστηριότητές του σε σχέση με τις ανάγκες της κοινωνίας, υπήρξε περίοδος που φιλοξενούσε παιδιά με παραβατική συμπεριφορά, κάποτε φιλοξενούσε κακοποιημένες γυναίκες μετρώντας μέχρι σήμερα εφτά τροποποιημένα καταστατικά λειτουργίας. 

Κι ενώ στο σπίτι ακούγεται μια γυναικεία φωνή που παραπονιέται χαριτολογώντας στους ανήλικους ενοίκους θεωρώντας πως τους βρήκα ακατάστατους, η υπεύθυνη προγραμμάτων με ενημερώνει πως μόλις δημιουργήθηκε ένας νέος ξενώνας από τον Σύλλογο κοντά στην Πλατεία Βικτωρίας που μοιάζει με φοιτητική εστία και υποστηρίζει όλους εκείνους που βρίσκονται σε μια μεταβατική περίοδο, βγαίνοντας το προστατευτικό πλαίσιο που βρίσκονταν ως ανήλικοι και μπαίνοντας πιο ουσιαστικά στη διαδικασία της ένταξης. 

Στο τραπέζι του κοινόχρηστου καθιστικού, υπάρχουν διάφορες ζωγραφιές. Καμία από αυτές όμως δεν ανήκει στον Μοχάν που δεν ενδιαφέρεται για τέτοιου είδους καλλιτεχνικές δραστηριότητες, πάντοτε προτιμούσε να χορεύει από το να αφοσιώνεται σε ένα κομμάτι χαρτί. Μου εξηγεί πως αρχικά τον παραξένευε το γεγονός πως οι γυναίκες εδώ εργάζονται, πως δυσκολευόταν να κοιμηθεί τα βράδια επειδή αναλογιζόταν τι άφησε πίσω του, πως σκεφτόταν ότι δεν έχει μέλλον από τη στιγμή που είχε παρατήσει το σχολείο στο Πακιστάν για να εργαστεί ως χτίστης.

Τώρα οι μήνες παραμονής του εδώ είναι αρκετοί και  όλα φαίνονται να αλλάζουν προς το καλύτερο για εκείνον. Τι είναι αυτό που ποθεί; Να συναντήσει την αδερφή του που μένει στην Αγγλία, όσο βρίσκεται εδώ να κάνει εκείνους που μιλάνε μαζί του να διασκεδάζουν με την παρέα του, να επισκεφθεί κάποια στιγμή την ονειρική στα μάτια του Ελβετία. Αν και μιλά τέσσερις γλώσσες, τα ελληνικά του φαίνονται πολύ δύσκολα, αλλά τον χαροποιεί το γεγονός πως  στην Ελλάδα συναντά πολλούς που μιλούν καλά αγγλικά έτσι ώστε να μπορεί να επικοινωνήσει μαζί τους. 

Φαίνεται πως το σπίτι των Εξαρχείων δεν θέλει να λειτουργεί απλώς πυροσβεστικά αλλά στοχεύει στο να χτίζει ουσιαστικές σχέσεις. Και όπως στις περισσότερες απ’ αυτές χρειάζεται χρόνος για να θεμελιωθεί η εμπιστοσύνη έτσι κι εδώ «το καταλαβαίνεις από τη διαφορά της ίδιας τους της ιστορίας, πολλές φορές ακούς  μια διαφορετική αφήγηση από το παιδί που πρωτοέρχεται από ότι όταν του μιλήσεις για το ίδιο θέμα μετά από μερικές μέρες», εξηγεί η κοινωνική λειτουργός που χαμογελά όποτε μιλά για τα αγόρια που συναναστρέφεται καθημερινά.

Ενώ το κουδούνι χτυπάει οι δύο γυναίκες αστειεύονται με το αν θα προθυμοποιηθεί να ανοίξει την πόρτα κάποιος από τους ενοίκους. «Μας βοηθάει πολύ ο χώρος, υπάρχει ένα κλίμα οικειότητας. Δεν συζητάμε μαζί τους μόνο τι τους έφερε μέχρι εδώ, αλλά μας απασχολεί εκείνη η κοπέλα που τους αρέσει στο σχολείο και δεν ξέρουν πως να την προσεγγίσουν. Σίγουρα μιλάμε για θέματα που αφορούν την οικογένεια πίσω τους, ενδιαφερόμαστε όμως πολύ για το μέλλον και τα σχέδια που κάνουν γι’ αυτό».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Δεν υπάρχει συγκατοίκηση που να μην απαιτεί υποχωρήσεις, συμβιβασμούς και συνεργασία. Και η καθημερινή τριβή αν μη τι άλλο φέρνει μαζί της συναισθήματα και ρόλους που οι δύο γυναίκες καλούνται να διαχειριστούν, άλλωστε πιστεύουν πως το πιο ουσιαστικό που έχουν να κερδίσουν οι ένοικοι του ξενώνα από αυτή τη διαδικασία είναι οι δεσμοί που θα δημιουργήσουν μεταξύ τους. Θεωρούν λοιπόν καίριας σημασίας να τους υπενθυμίσουν ακόμα και κάτι που μπορεί για εκείνες να είναι αυτονόητο, πρέπει όμως κάποιος να σου δείξει μεγαλώνοντας: Πως όταν αφήσεις να στεγνώσει το ρούχο σου σε μια κοινόχρηστη απλώστρα πρέπει να το βάλεις κάπως στην άκρη έτσι ώστε να μπορεί και κάποιος άλλος να βάλει πιο δίπλα το δικό του. «Ασχολούμαστε με τις σχέσεις που διαμορφώνονται εδώ και την ισορροπία αυτών, μια φορά την εβδομάδα έχουμε το γνωστό και “ως συμβούλιο του σπιτιού” για θέματα που άπτονται της καθημερινότητας, από το ποιος καθάρισε περισσότερο ή λιγότερο, ακούγεται φυσικά εκείνος που λέει “γιατί τα κάνω όλα εγώ σ’ αυτό το σπίτι” κι αυτός που παραπονιέται επειδή ο διπλανός του μιλάει δυνατά στο τηλέφωνο τα βράδια. Μας ενδιαφέρει να κατανοήσουν την έννοια της ομάδας, πόσο μάλλον όταν παρατηρούμε να χάνεται η έννοια του συλλογικού, όσον αφορά το σπίτι τουλάχιστον. Εννοείται πως θέλουμε να τους βλέπουμε να αυτονομούνται και να μπορεί ο καθένας να στέκεται όσο γίνεται πιο μόνος, θέλουμε όμως να ξέρουν πως να συμβιώνουν αρμονικά, πόσο σημαντικό είναι το να φροντίζει ο ένας τον άλλον».

Το πιο σύνηθες αστείο ανάμεσα στην κοινωνική λειτουργό, την υπεύθυνη προγραμμάτων και τα παιδιά είναι πως πρόκειται για μια ομάδα «σούπερ ηρώων», οι συγκάτοικοι φαίνεται πως πλέον αυτοσαρκάζονται με το γεγονός πως κατάφεραν να επιβιώσουν. «Τους υπενθυμίζουμε πως το ότι έφτασαν μέχρι εδώ είναι ήδη πολύ σημαντικό. Έτσι βγαίνουν προς τα έξω, διεκδικούν πράγματα που μπορεί να είναι από ένα μοντέρνο κούρεμα μέχρι το να πηγαίναμε διαρκώς σε συναυλίες με εκείνον που έχει έφεση στη μουσική. Θέλουμε να φροντίζουν τον εαυτό τους, αυτό επιζητούμε από εκείνους. Αν κάτι τους αρέσει εδώ είναι που πάνε σχολείο και δεν συναντούν βία, που οι τάξεις είναι μεικτές, που εδώ οδηγούνται προς την ενηλικίωση χωρίς να έχουν υπό την προστασία τους μια ολόκληρη οικογένεια ώστε να πρέπει να δουλέψουν, η αίσθηση ελευθερίας που τους βοηθά να ξανασκέφτονται το μέλλον με καλούς όρους». 

Οι νεαροί συγκάτοικοι του σπιτιού βρίσκονται σε μια διαρκή εγρήγορση τόσο εντός όσο και εκτός σπιτιού.  Επισκέπτονται εκθέσεις, συμμετέχουν σε διαγωνισμούς και σεμινάρια, πάρτι και φεστιβάλ, παρακολουθούν συναυλίες, έχουν διακριθεί σε διαγωνισμό ρομποτικής, μένουν σε κατασκηνώσεις που τους ωθούν να ασχοληθούν με την τεχνολογία, πρόσφατα έχουν βρεθεί σε ρόλο κριτικής επιτροπής σε μια πρωτοβουλία καινοτόμων ιδεών.

Ο Αμίρ από το Αφγανιστάν ενηλικιώνεται σε δύο χρόνια κι ανήκει σε εκείνους που έχει δρομολογήσει στο μυαλό τους το τι ακριβώς θέλουν να επιτύχουν.  Δείχνοντας μου το χέρι του μου εξηγεί πως στο ταξίδι του κατάλαβε πως όλα τα δάχτυλα δεν είναι ίδια, υπάρχουν εκείνοι που τον αντιμετώπισαν φιλικά και εκείνοι που δεν ενδιαφέρθηκαν, αλλά μικρή σημασία έχει πλέον αυτή η ιστορία για τον ίδιο. Ξέρει πως η χώρα που βρίσκεται αυτή τη στιγμή δεν περνά περίοδο ευμάρειας, εκείνος ιδανικά θα βρεθεί με έναν θείο του που κατοικεί στο Άμστερνταμ. Θα ήθελε επίσης να βρεθεί σε ένα σχολείο με πιο εξελιγμένους υπολογιστές αφού έχει θέσει σαν στόχο να εργαστεί μια μέρα στην Microsoft.  Μέχρι τότε, φροντίζει να κάνει νέους φίλους. 

Ζωή Παρασίδη

Η Ζωή Παρασίδη γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1990 στην Αθήνα. Σπούδασε στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου και από το 2009 εργάζεται ως δημοσιογράφος.