Το πράσινο φωτάκι του κινητού μου που αναβοσβήνει μέσα στο σκοτάδι με ξυπνάει. Ανοίγω τα μάτια μου, αποφασίζω να τα κλείσω ξανά, λέω θα δω σε λίγο το μήνυμα, τελικά αντέχω μόλις τρία δευτερόλεπτα. Στο messenger διαβάζω «Ο Μιχάλης μου έκανε αίτημα φιλίας. Δεν ξέρω τι να κάνω». Ώρα αποστολής 03:47, αποστολέας η Μαρία* (36 χρ), η κολλητή μου.
Ο Μιχάλης (37 χρ.) δεν είναι το αγόρι της Μαρίας εδώ και περίπου ένα χρόνο, εκείνη έχει προχωρήσει σε νέα σχέση, εκείνος δεν ξέρουμε τι κάνει γιατί λίγο μετά τον χωρισμό τους την έκανε unfriend. Της είχα πει ότι θα ξαναχτυπήσει κάποια στιγμή, ναι «σταλεγάκης» είμαι κι εγώ, το περίμενα μάλιστα το χτύπημα από στιγμή σε στιγμή, μιας και την ακολουθούσε ακόμη στο instagram και μάλιστα τελευταία της έβαζε και απανωτές καρδούλες. Όχι σε άσχετες φωτογραφίες που απεικόνιζαν το γατί της, μόνο σε selfies. Η Μαρία μου έλεγε ότι αυτό ακριβώς είναι δείγμα ότι την ξεπέρασε -αυτή τον είχε χωρίσει- και ότι εκείνος αισθάνεται άνετος να δείξει ότι είναι πια υπεράνω, ότι δεν της κρατάει μούτρα για τον άγαρμπο τρόπο που του ανακοίνωσε ότι δεν πάει άλλο. «Έκανες accept;» πληκτρολογώ για να λάβω απάντηση: «Όχι ακόμη. Άσε τον να τσιτσιριστεί». Όσο νόημα μπορεί να έχει να τσιτσιρίσεις κάποιον που βαριόσουν και γι’ αυτό τον λόγο τον σχόλασες.
Στο facebook, στο twitter, στο instagram όλοι μας έχουμε επαφές που κάποια στιγμή της ζωής μας υπήρξαν κάτι παραπάνω από φίλοι μας. Είτε ήταν σύντροφοι μας, είτε εραστές, είτε ξεπέτες, είτε διαδικτυακά καυλαντίσματα που δεν ξέφυγαν ποτέ από το πλαίσιο ενός inbox, όλοι οι παραπάνω μας έκαναν κάποια στιγμή να νιώσουμε τουλάχιστον επιθυμητοί κι αυτό από μόνο του είναι αρκετό στον κόσμο των κοινωνικών δικτύων που βασίζεται εξ ολοκλήρου στην ανάγκη μας για αποδοχή.
Αναρωτιέμαι αν ποτέ χαλάστηκε κανείς επειδή του έκανε like στη φωτογραφία ή στο status ένας πρώην (όπου πρώην στο παρόν κείμενο νοείται όποιος έχει τοποθετηθεί σε κάποιες από τις κατηγορίες που αναφέρθηκαν στην προηγούμενη παράγραφο). Στο κάτω κάτω αν κάποιος μας είναι πια τόσο αντιπαθής, ενοχλητικός ή μισητός θα τον είχαμε κάνει unfriend ή -πιο πονηρά σκεπτόμενοι- block. «Τους κάνω block και όχι unfriend γιατί εάν κάποια στιγμή το μετανιώσω δεν θέλω να ρίξω τα μούτρα μου και να τους στείλω αίτημα» λέει η Δήμητρα, (27 χρ.). Άλλοι, όπως ο Θανάσης (34 χρ.) δε φαίνεται να έχουν τέτοια προβλήματα: «Έχει τύχει με συγκεκριμένη πρώην σχέση μου να γίνουμε φίλοι και να ξε-γίνουμε εννιά φορές μέχρι τώρα, τις τρεις μέσα σε μια μέρα». Αμέσως τον ρωτάω αν τη γουστάρει ακόμη.«Όχι ρε», μου απαντάει χωρίς δεύτερη σκέψη. Να ένα πολύ ενδιαφέρον, και κάπως παρανοϊκό στοιχείο, που μου παραδέχτηκαν πολλοί: «Την/τον παρακολουθώ στα social κι ας μην την/τον γουστάρω πια». Μα τότε γιατί; «Χαζεύω τις φωτογραφίες της, τι κάνει στη ζωή της ρε παιδί μου, εάν βρήκε γκόμενο, ποια είναι τα νέα της στέκια. Δε νιώθω κάτι όταν σκρολάρω τις φωτογραφίες της, το ρήμα χαζεύω αντιπροσωπεύει 100% αυτό που κάνω», λέει ο Δημήτρης (31 χρ.).
Οι επιστήμονες πάντως έχουν μια κάπως διαφορετική άποψη. Σε έρευνα που διεξήχθη από την Αμερικάνικη Εταιρεία Φυσιολογίας σε δείγμα φοιτητών που είχαν χωρίσει πρόσφατα, κάθε ένας δήλωσε ότι σκέφτεται ακόμη τον/την πρώην το 85% του χρόνου του. Μάλιστα δέχτηκαν να υποστούν μαγνητική τομογραφία ενώ κοιτούσαν φωτογραφίες των πρώην και η διαδικασία αποκάλυψε ότι υπήρχε «νευρωνική δραστηριότητα στον φλοιό και στις υποφλοιώδεις περιοχές του εγκεφάλου που συνδέονται με τη λαχτάρα και τον εθισμό». Τα ερωτικά συναισθήματα για κάποιο άτομο μας προκαλούν παρόμοιες χημικές/βιολογικές αντιδράσεις με εκείνες που προκαλούν τα ναρκωτικά, συνεπώς δημιουργούν αίσθημα εθισμού. Όταν αποφασίζουμε να διακόψουμε με κάποιον, ακόμη και όταν η απόφαση αυτή είναι οριστική και συνειδητή το σώμα μας δεν το ξέρει ακόμη, ζητά λοιπόν τη δόση του από τα οικεία συναισθήματα που μας προκαλούσε ο άλλος προκειμένου να αποφύγουμε το στερητικό σύνδρομο. Ακόμη και η εικόνα του, έστω και μέσω μια φωτογραφίας, καθησυχάζει τον οργανισμό μας παρέχοντας του την ψευδαίσθηση ότι η σχέση συνεχίζεται.
Το συνεχές stalking στο οποίο επιδιδόμαστε με μανία κοιτάζοντας τις παλιές αλλά και κυρίως τις νέες φωτογραφίες των πρώην έχει επιστημονική βάση. Αυτό που δεν μπορώ να καταλάβω είναι γιατί κολλάμε με το να παρακολουθούμε τα πιθανά νέα ταίρια. «Δεν τσεκάρω ιδιαίτερα τους πρώην μετά τον χωρισμό. Αλλά εάν πέσει στην αντίληψη μου ότι υπάρχει κάτι καινούργιο στη ζωή τους τότε αρχίζω να παρακολουθώ αυτές, να τσεκάρω τι είδους γυναίκες προτιμά μετά από μένα. Βασικά, όσο και να σου φαίνεται περίεργο, το διασκεδάζω. Επίσης ένα από τα πιο ευτράπελα που μου έχουν συμβεί είναι ότι με έχει κάνει unfriend πρώην μου αλλά όχι οι γονείς του, που μου κάνουν και κάνα like πού και πού» λέει η Χαρά (26 χρ.) και θυμάται μια ιστορία από το ένδοξο msn. «Ήμουν 16, είχα δώσει τον κωδικό μου στη σχέση μου και αυτός έφτιαξε ένα mail παρόμοιο με εκείνο του πρώην μου. Μου έπιασε την κουβέντα υποδυόμενος τον πρώην μου, εγώ τσίμπησα και δώσαμε ραντεβού. Έσκασε λοιπόν το αγόρι μου ενώ εγώ περίμενα τον πρώην. Έγινε χαμός».
Έχουν περάσει δυο μέρες από το friend request του Μιχάλη προς την Μαρία. Δεν έχει κάνει ακόμη accept αλλά εκείνη μπαίνει «στο προφίλ του στο instagram. Χθες πόσταρε σέλφι με μια τύπισσα. Δεν τη ξέρω. Μας δουλεύει;». Είναι έξαλλη και βάζω στοίχημα ότι δε θα αργήσει να λυγίσει.
Πάντως δεν είναι να απορείς γιατί η εκ νέου προσέγγιση γίνεται μέσω social media και όχι με ένα τηλεφώνημα ή ένα sms. Κατ’ αρχάς το πρώτο εμπεριέχει το ρίσκο της άμεσης απόρριψης. Μπορεί να μην το σηκώσει ποτέ. Μπορεί να το σηκώσει και να απαντήσει άκεφα. Μπορεί να σου αρνηθεί επιτόπου να βρεθείτε «για να τα πούμε λίγο, κρίμα που χαθήκαμε». Κοινώς δεν υπάρχει στρατηγική και χρόνος για ψήσιμο, χρόνος απαραίτητος όχι μόνο την πρώτη φορά που προσπαθούμε να ρίξουμε κάποιον αλλά κι όταν προσπαθούμε να τον πείσουμε ότι η φάση μας αξίζει μια δεύτερη (ή και τρίτη) ευκαιρία. Το sms επίσης είναι στεγνό, ενώ ένα προφίλ σε social δίνει όλη την εμπειρία του ποιοι είμαστε τώρα, μετά από τον χωρισμό μας: νέες φωτογραφίες, οι σκέψεις μας σε status, τα τραγούδια που ποστάρουμε και καλά μόνο και μόνο επειδή αυτό τυχαίνει να ακούμε εκείνη τη στιγμή (αλήθεια, το ανέβασμα τραγουδιού στο facebook ισοδυναμεί με τα mixtapes που φτιάχναμε παλιά για να αφιερώσουμε στο αντικείμενο του πόθου μας).
Υπάρχει βέβαια και εκείνη η περίπτωση, όχι πολύ συνηθισμένη γιατί προδίδει μια κάποια απελπισία, που το pm συνοδεύεται, εάν δεν απαντηθεί άμεσα, από sms. «Ήμουν έξω με την κολλητή μου, ήταν αργά, γύρω στις 03:00, είχα παρατημένο το κινητό στη τσάντα μου, κάποια στιγμή το έβγαλα για να τσεκάρω την ώρα και είδα ότι μου είχε στείλει μήνυμα Αυτός. Είχε να μου στείλει ερωτικό μήνυμα πάνω από εξάμηνο, μόνο κάτι ψιλοπροσβλητικά pm για παντελώς άσχετα πράγματα είχα λάβει στο ενδιάμεσο διάστημα, τα οποία, αν και με στεναχωρούσαν, τα είδα ως ένδειξη ότι ακόμη τον έτσουζε. Αλλά αυτό το sms ήταν διαφορετικό. “Eίμαι στο Key. Ωραίο θα ήταν να ήσουν εδώ. Να φιλιόμασταν. Δεν ξέρω όμως τι θα γίνει μετά”. Νόμιζα ότι τον είχα ξεπεράσει, μόλις το διάβασα κατάλαβα ότι έκανα λάθος. Με έπιασε ταχυκαρδία, μου κόπηκαν τα γόνατα. Στο ταξί πηγαίνοντας να τον βρω άνοιξα το 3G, είδα ότι μου είχε στείλει και στο messenger δυο λεπτά πριν μου στείλει sms. Ένιωσα ότι όντως ήθελε πολύ να με δει γιατί σκέφτηκε το ενδεχόμενο να μην έχω ίντερνετ και ότι έπρεπε πάση θυσία να παραλάβω το μήνυμά του. Τελικά όταν έφτασα εκεί, δεν με κοίταξε καν στα μάτια. Σηκώθηκε και έφυγε και μετά μου έστειλε άλλο ένα μήνυμα “Ήσουν όμορφη απόψε, μείνε όμορφη”», θυμάται μια ιστορία ερωτικής σύγχυσης η Έλσα (33 χρ.).
Είναι η διαχείριση μιας «σχέσης» πιο εύκολη μέσω μιας εικονικής, και όχι πραγματικής, επαφής; Φαινομενικά ναι. Στην πραγματικότητα η αίσθηση ότι δεν εκθέτουμε τον εαυτό μας είναι πλαστή. Είτε τον άλλον τον κοιτάμε στα μάτια είτε στην profile pic, όταν αποκαλύπτουμε τόσο προσωπικά κομμάτια του εαυτού μας η εμπλοκή είναι μονόδρομος.
Είναι οι πρώην μας μια ευκαιρία να δούμε εάν ακόμη περνάει η μπογιά μας ή όχι; Λειτουργούν ως παράγοντες επιβεβαίωσης σε στιγμές που νιώθουμε ανασφαλείς; Ναι, χωρίς καμία αμφιβολία. Το θέμα είναι πόσο εγωιστές είμαστε για να χρησιμοποιούμε έτσι τους ανθρώπους αλλά και πόσο μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι μπορούμε να το κοντρολάρουμε όλο αυτό. Θέλω να πω ότι δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι όλοι είμαστε τόσο άνετοι όσο θέλουμε να δείχνουμε σε θέματα καρδιάς. Σπάνια το σεξ είναι σκέτο σεξ. Ή μάλλον μπορεί να υπάρξει ως τέτοιο μόνο όταν δεν υπάρχει καμία πληροφορία πριν ή μετά, όταν γίνεται χωρίς προεργασία και φυσικά χωρίς συνέχεια, όταν είναι απολύτως στεγνό και δεν αφήνει κανένα περιθώριο για οποιαδήποτε δεύτερη σκέψη. Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση κάτι θα υπάρξει. Δεν εννοώ ότι θα γεννηθεί απαραίτητα κανένας μεγάλος έρωτας, ούτε θα σημαδευτεί η ζωή και η πορεία κάποιου. Αλλά ακόμη και η καθαρά εγωιστική ανάγκη αποδοχής μας μπορεί να οδηγήσει σε μια αλυσίδα ψυχολογικών και συναισθηματικών αντιδράσεων που μπορεί να ξεκινάει από τα επιφανειακά ερωτήματα του τύπου «την ικανοποίησα ή προσποιήθηκε;» μέχρι υπαρξιακές αναζητήσεις του στιλ «μα πώς με την πρώτη φορά του παραδόθηκα και απελευθερώθηκα πλήρως;».
Το σεξ είναι το πιο απλό και το πιο σύνθετο πράγμα του κόσμου. Είναι το φυσικό ένστικτό μας, εκείνο της αναπαραγωγής, είναι όμως παράλληλα και όλος ο κόσμος που κουβαλάμε μέσα μας από τα παιδικά μας κιόλας χρόνια. Οι λόγοι που καυλώνουμε, που τρελαινόμαστε από ηδονή, που χάνουμε όντως τη συνείδηση μας κατά τη στιγμή του οργασμού είναι μοναδικοί για τον καθένα μας, όσα κοινά στοιχεία κι αν υπάρχουν. Το ερωτικό ταίρι θα σε δει όπως ποτέ δε θα σε δει η μάνα σου ή το καλύτερο σου φιλαράκι. Δεν ελέγχεις τον εαυτό σου όταν τελειώνεις, τις συσπάσεις του προσώπου σου, τον ιδρώτα σου, ακόμη και τα λόγια σου μερικές φορές, τα οποία πάνω στη στιγμή της μεγάλης παραζάλης βγαίνουν αυτόματα από το στόμα σου, χωρίς σκέψη, χωρίς φίλτρο. Τη στιγμή της σεξουαλικής παραφοράς είσαι πιο αυθεντικός από ποτέ. Από εκεί και πέρα ανοίγει, ή και όχι, ο δρόμος και για συναισθηματική ένωση. Όπως και να ‘χει τα θεμέλια μπαίνουν είτε το θέλουμε είτε όχι. Το εάν θα χτιστεί μια κοινή συνέχεια είναι μια άλλη ιστορία.
Την εποχή των social media ένας/μία πρώην που έγινε πρώην πριν καλά καλά γίνει νυν, μπορεί να γίνει μέλλων χωρίς καν να το έχεις στο πρόγραμμα. «Με τη Βάσω ήμασταν facebook friends κάμποσο διάστημα. Δεν μιλούσαμε τακτικά αλλά έτυχε εξ αιτίας ενός θέματος να ξεκινήσουμε κάποιες συζητήσεις και κατάλαβα γρήγορα ότι μου είναι πολύ συμπαθής και μου ταιριάζει σαν προσωπικότητα. Ένιωθα ότι υπήρχε ένα ανεπαίσθητο φλερτ αλλά οκ γιατί όχι, αφού μπορεί να είναι απλώς μια αφορμή για να νιώσεις λίγο όμορφα μια δύσκολη μέρα. Κάποια στιγμή βρεθήκαμε μαζί σε επαγγελματικό ταξίδι. Το ίδιο κιόλας βράδυ κάναμε σεξ, πολύ καλό σεξ, πολύ παθιασμένο, τόσο που μάλλον ξαφνιαστήκαμε και οι δύο. Με την επιστροφή μας πίσω θεωρήσαμε και οι δύο ότι η φάση μας έληξε, ότι ήταν απλώς ένα παιχνίδι εκτός έδρας που έληξε με την επιστροφή μας στην καθημερινότητά, αλλά να που μερικές μέρες μετά, αρχίσαμε να μιλάμε πάλι, σχεδόν σε καθημερινή βάση και με πολύ πόθο. Δεν ξέρω πού θα καταλήξει, έχουμε ξαναβρεθεί, έχουμε καλή επικοινωνία, έντονη επιθυμία ο ένας για τον άλλον, σούπερ σεξ αλλά ακόμη δεν έχουμε πει ότι είμαστε μαζί», λέει ο Άγγελος (39 χρ.)
Βέβαια, υπάρχουν και εκείνες οι ακόμη πιο περίεργες ιστορίες που οι πρώην έγιναν πρώην χωρίς στην πραγματικότητα να γίνουν νυν ποτέ. «Πριν περίπου ένα χρόνο έλαβα ένα μήνυμα στο facebook από ένα πολύ ωραίο τύπο που μου μιλούσε για μια κοινή μας αγάπη: τους στίχους του Φοίβου Δεληβοριά. Το πρώτο τρίμηνο μιλούσαμε σχεδόν μόνο με φράσεις τραγούδια του. Μετά άρχισε να μου στέλνει φωτογραφίες από τις βόλτες του στην Αθήνα και από ταξίδια που έκανε στο εξωτερικό, να μου μιλάει για την καθημερινότητά του, σκέφτηκα ότι κάτι υπάρχει εδώ και τότε άρχισε να μου λέει για την κατάθλιψη που πέρασε λόγω ενός προ διετίας χωρισμού του. Ήταν περίεργο όλο αυτό αλλά συνεχίσαμε να μιλάμε χωρίς να υπάρχει κάποιο ερωτικό ή σεξουαλικό υπονοούμενο. Ένα Σαββατόβραδο που χάζευα μεθυσμένη το timeline μου περιμένοντας τη σερβιτόρα, έσκασε μήνυμα στο messenger από τον τύπο που ούτε λίγο ούτε πολύ μου είπε ότι μέχρι πριν από λίγη ώρα ήταν στο ίδιο μπαρ, με αναγνώρισε αλλά αντί να μου μιλήσει προτίμησε να μου στείλει γραπτό κάλεσμα να τον βρω σε ένα άλλο μπαρ, στου διαόλου το κέρατο. Δεν πήγα ποτέ. Την επόμενη το μετάνιωσα και του είπα να έρθει για απογευματινό κυριακάτικο ποτό στο μπαράκι της γειτονιάς μου. Δεν ήρθε ποτέ. Συνεχίζουμε να μιλάμε, είμαι ευγενική μαζί του, έχω όμως αποδεχτεί ότι δε θα γίνει κάτι και ίσως καλύτερα. Καταλαβαίνω ότι αυτή είναι μια λίγο αρρωστημένη συμπεριφορά, όχι μόνο από την πλευρά του αλλά και από τη δική μου», διηγείται η Κωνσταντίνα (36 χρ.) τη δική της ιστορία.
Είναι η διαχείριση μιας «σχέσης» πιο εύκολη μέσω μιας εικονικής, και όχι πραγματικής, επαφής; Φαινομενικά ναι. Λέω φαινομενικά γιατί στην πραγματικότητα η αίσθηση ότι δεν εκθέτουμε τον εαυτό μας είναι πλαστή. Είτε τον άλλον τον κοιτάμε στα μάτια είτε στην profile pic, όταν αποκαλύπτουμε τόσο προσωπικά κομμάτια του εαυτού μας η εμπλοκή είναι μονόδρομος. Μπορεί η έλλειψη φυσικής παρουσίας να μας δίνει την εντύπωση ότι προστατευόμαστε από το να πληγωθούμε -ένας άγνωστος πόσο κακό μπορεί να μας κάνει;- αλλά τελικά πόσο άγνωστος είναι κάποιος που θα κάτσεις να του μιλήσεις στις 4 το πρωί για την μοναξιά που σε δέρνει;
Επίσης όταν ξεκινήσει το τσατ δεν μπορείς καν να φανταστείς που θα σε οδηγήσει. «Είχαμε χωρίσει με τον Μιχάλη μετά από έξι μήνες σχέσης» θυμάται ο Γιώργος (27 χρ.) «και παρακολουθούσα σαν τρελός όλα του τα social. Ώρες ατελείωτες με τη ζήλια να με τρώει σε τέτοιο βαθμό που έκανα κάτι για το οποίο κανονικά θα έπρεπε να ντρέπομαι. Έστειλα μήνυμα σε κάποιον που διαισθανόμουν ότι με είχε αντικαταστήσει και του είπα να προσέχει γιατί ο Μιχάλης είναι συναισθηματικά ανασφαλής και του αρέσει να παιδεύει τους γύρω του. Ο Πάνος μου απάντησε σχεδόν αμέσως, μου είπε ότι δεν το βλέπει σοβαρά ούτως ή άλλως. Συνεχίσαμε να μιλάμε, μια εβδομάδα μετά βρεθήκαμε και τους τελευταίους δύο μήνες είμαστε μαζί. Με τον Πάνο ε, όχι μην τον Μιχάλη, μην μπερδευτείς». Άραγε υποσυνείδητα ο Γιώργος πήρε το αίμα του πίσω ή απλώς αφέθηκε σε μια νέα γνωριμία μέσω internet;
Άλλωστε το τελευταίο φαίνεται να είναι σχεδόν ο μοναδικός τρόπος πεσίματος για μια γενιά που δεν γνώρισε καν το φλερτ χωρίς social. «Έχω 12 πρώην στη friend’s list μου. Μόνο δύο από αυτές ήταν σχέση, οι άλλες ήταν κάτι πολύ πιο χαλαρό. Εντάξει μωρέ, γιατί να μην τις έχω στο facebook; Ποτέ δεν ξέρεις» λέει ο Γιάννης (23 χρ.) που μου εξηγεί ότι δε χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση. «Και κάνα like θα πατήσω και μπορεί να φτιαχτώ με μια προκλητική φωτογραφία κάποιας πρώην μου, που μπορεί να μου θυμίσει μια καλή στιγμή της αλλά από εκεί και πέρα δεν το κάνω θέμα. Δεν το αποκλείω κιόλας, ίσως αν μου έρθει να στείλω σε κάποια να βρεθούμε ξανά», συνεχίζει στο ίδιο χαλαρό μοτίβο και αναρωτιέμαι αν όντως η γενιά των -25 θεωρεί ότι έτσι κυλούν τα πράγματα, δεν χρειάζεται πια να το κάνουμε και ζήτημα.
Πάντως υπάρχουν και εκείνα τα πρώην ζευγάρια που προκειμένου να βάλουν σε ένα πλαίσιο την παρόρμηση τους για παρακολούθηση μέσω των social χρησιμοποιούν τα μέσα που τα ίδια τους παρέχουν. «Έχω κάνει unfollow τον Νίκο. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν τον κατασκοπεύω. Απλώς θέλω να έχω τον έλεγχο να το κάνω όποτε θέλω εγώ και όχι να μου σκάνε ό,τι ποσταρίσματα κάνει στο news feed μου απροδοποίητα» παραδέχεται χαμογελώντας η Στέλλα (30 χρ.) και έχοντας συναίσθηση ότι αυτή είναι μια μάλλον παιδιάστικη συμπεριφορά.
Πόσο μας επιτρέπει αυτή η συνεχής διαδικτυακή επαφή να αφήσουμε πίσω μας κάτι που έχει στην πραγματικότητα τελειώσει; Ναι, σε κάποιες περιπτώσεις η επικοινωνία που διατηρήθηκε φέρνει ξανά μαζί δύο πρώην αλλά δεν είναι και το πιο σύνηθες. Μπορεί να ξεδιαλύνει κάποιος πότε τελειώνει το συναίσθημα και πότε αρχίζει η εμμονή; Ίσως το κλειδί είναι όταν παραδεχτεί στον εαυτό του ότι αυτό δεν του προσφέρει καμία χαρά ή όταν βλέπει ότι είναι μονόπλευρο. Γιατί πόσες φορές να αυνανιστείς, σωματικά και συναισθηματικά, με μια ανάμνηση που συντηρείται χάρη σε θραύσματα καθημερινότητας που πλέον δε σε συμπεριλαμβάνουν; Εντάξει, δεν είναι εύκολα όλα αυτά. Θέλει αυτοπεποίθηση να αφήσουμε πίσω μας καταστάσεις, ακόμη κι αν αυτές δεν ήταν και οι πιο ευχάριστες της ζωής μας, χρειάζεται θάρρος να παραδεχτούμε ότι κανείς από τους δυο μας δεν έχει ανάγκη τον άλλον και ότι αυτό δεν μειώνει σε καμία περίπτωση την αγάπη ή έστω την καψούρα που μοιραστήκαμε για όσο χρονικό διάστημα ήταν αμοιβαία.
Η Μαρία τελικά αποδέχτηκε το αίτημα του Μιχάλη μετά από έξι μέρες. Και τώρα πια είναι σε ταραχή γιατί εκείνος μετά το accept δεν έχει δώσει σημεία ζωής. «Τότε γιατί μπήκε στον κόπο να μου στείλει; Μόνο για να με τσιγκλίσει; Τι θέλει πια από μένα;». Δεν έχω την απάντηση. Ίσως έτσι λειτουργούν οι σχέσεις στην εποχή των social media. Ίσως πρόκειται για ένα παιχνίδι αποδοχής που δεν έχει τέλος. Θυμηθείτε και το Social Network. O Ζούκερμπεργκ ξεκίνησε να χτίζει ολόκληρο facebook μόνο και μόνο για να μπει στο μάτι της πρώην που τον χώρισε γιατί εκείνος ήταν αντικοινωνικός και αποκλεισμένος από τις κοινότητες του πανεπιστημίου. Και φυσικά δεν ξεχνιέται η τελική σκηνή, με τον διάσημο και ζάμπλουτο πια πρωταγωνιστή της ιστορίας, να στέλνει στην πρώην του αίτημα φιλίας και να επιδίδεται σε ένα ανελέητο refresh της σελίδας περιμένοντας εναγωνίως την αποδοχή της. Στην εποχή των social media ίσως τελικά οι ερωτικές σχέσεις να μη μπορούν να ρίξουν τίτλους τέλους. Ίσως το The End να μη μπορεί να γραφτεί ποτέ. Ούτε καν σε ένα pm που θα σου στείλει μεθυσμένος στις πέντε τα ξημερώματα.
* Τα ονόματα όσων συμμετείχαν στο ρεπορτάζ έχουν αλλαχθεί για ευνόητους λόγους.