Εκατοντάδες άνθρωποι από χώρες της υποσαχάριας Αφρικής εκτοπίστηκαν βιαίως τον τελευταίο μήνα από τις αρχές της Τυνησίας, σε έρημες και εχθρικές περιοχές που συνορεύουν με τη Λιβύη και την Αλγερία και βρίσκονται τώρα εγκλωβισμένοι εκεί, αφού τους εγκατέλειψαν στην έρημο αβοήθητους.
Η εχθρότητα των Τυνήσιων απέναντι στους χιλιάδες μετανάστες από την υποσαχάρια Αφρική δεν είναι νέο φαινόμενο. Ο ίδιος ο πρόεδρος της χώρας, Kais Saied, τον περασμένο Φεβρουάριο, μίλησε δημόσια για: “ορδές παράνομων μεταναστών που κατακλύζουν την χώρα, ως μέρος ενός σχεδίου να αλλοιωθεί ο δημογραφικός και πολιτισμικός χαρακτήρας της Τυνησίας”, όπως αναφέρει το ειδησεογραφικό δίκτυο Al Jazeera. Και βρέθηκαν πολλοί Τυνήσιοι, δεκτικοί σε αυτές τις θεωρίες συνωμοσίας. Ακολούθησαν βίαιες πράξεις και εκδιώξεις μεταναστών από πόλεις και χωριά.
Κάπως έτσι, στις 3 Ιουλίου, εκατοντάδες μετανάστες τράπηκαν σε φυγή ή εκδιώχτηκαν από το Σφαξ, μία από τις μεγαλύτερες πόλεις της χώρας, μετά τη δολοφονία ενός Τυνήσιου σε συμπλοκή μεταξύ ντόπιων και μεταναστών.
Το Σφαξ είναι λιμάνι της Τυνησίας στα παράλια της Μεσογείου και το πιο κοντινό σημείο προς την πολυπόθητη Ευρώπη. Απέχει μόλις 130 χιλιόμετρα από το ιταλικό νησί Λαμπεντούζα. Η χώρα της Βόρειας Αφρικής καθίσταται, έτσι, η βασική πύλη αναχώρησης για πολλούς μετανάστες και αιτούντες άσυλο, που επιχειρούν, αρκετοί περισσότερες από μία φορές, το επικίνδυνο θαλάσσιο πέρασμα, που τους προσφέρει όμως την ύστατη ελπίδα για μια καλύτερη ζωή.
Εκείνη την ημέρα, οι Λίβυοι συνοριοφύλακες βρήκαν περισσότερα από 100 άτομα, γυναίκες, παιδιά και οικογένειες, εγκλωβισμένα στην έρημο, σε μια ακατοίκητη περιοχή κοντά στο Al-Assah, μια πόλη κοντά στα σύνορα Τυνησίας-Λιβύης, περίπου 150 χιλιόμετρα δυτικά της Τρίπολης, σε καυτές καλοκαιρινές θερμοκρασίες, χωρίς νερό, φαγητό ή κάποιο καταφύγιο από τον ήλιο.
Οι εκτοπισμένοι ήταν εμφανώς εξαντλημένοι και αφυδατωμένοι, κάθονταν ή ήταν ξαπλωμένοι στην άμμο, ανήμποροι πια να μετακινηθούν, ενώ όσοι διατηρούσαν ακόμα κάποιες δυνάμεις, χρησιμοποιούσαν θάμνους για να προσπαθήσουν να προστατευτούν από την καυτή καλοκαιρινή ζέστη, που στις 30 Ιουλίου ξεπέρασε τους 40 βαθμούς Κελσίου.
“Χωρίς τη βοήθεια των Λίβυων συνοριοφυλάκων, θα πεθαίναμε στην έρημο”, είπε ένας άνδρας, σύμφωνα με την βρετανική εφημερίδα The Guardian. Και ένας άλλος, με το όνομα Τζορτζ, είπε στο γαλλικό δίκτυο FRANCE24: “Πεθαίνουμε, πεθαίνουμε κάθε λεπτό”.
Η αστυνομία της Τυνησίας τους στοχεύει με τα όπλα της, σαν να είναι τρομοκράτες και τους σπρώχνει έξω από την χώρα τους και οι Λίβυοι αστυνόμοι τους λένε να μην προχωρήσουν πιο μακριά στο έδαφός τους, αφήνοντάς τους έτσι “κολλημένους στη μέση και πουθενά”, είπε στην συνέχεια ο Τζορτζ.
Ήταν οι ημέρες εκείνες, που ο καύσωνας καταλάμβανε τη Μεσόγειο και ταλαιπωρούσε τους Ευρωπαίους πολίτες. Ο φετινός Ιούλιος μετρήθηκε ως ο πιο ζεστός μήνας όλων των εποχών, σε όλο τον πλανήτη. Η οργάνωση της Ερυθράς Ημισελήνου ανέφερε ότι οι Λίβυοι συνοριοφύλακες έφεραν στους εγκαταλελειμμένους ανθρώπους λίγο φαγητό και νερό, τα οποία και μοιράστηκαν μεταξύ τους.