ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Telegram: Όταν το “sextortion” διείσδυσε από το dark και deep web σε group chat ευρείας χρήσης

Αν κάτι στιγμάτισε τον Απρίλη του 2023, ήταν η αποκάλυψη του μαζικότατου group chat στο Telegram με περισσότερα από 15.000 μέλη, στο οποίο γινόταν, κάτω από τη μύτη των αρχών και της Δίωξης, ανταλλαγή φωτογραφιών, βίντεο και πορνογραφικού υλικού γυναικών, φυσικά χωρίς τη συναίνεσή τους. Σύμφωνα με επώνυμες αλλά και ανώνυμες καταγγελίες που άρχισαν αμέσως να αναδύονται σε διάφορες πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, μέλη της ομαδικής συνομιλίας – η οποία διαγράφηκε τις επόμενες μέρες – διακινούσαν φωτογραφίες γυναικών που είχαν αλιεύσει από άλλα social media, όπως το Facebook, το Instagram και το Onlyfans, υλικό από προσωπικές στιγμές που είχαν διαρρεύσει χωρίς τη συγκατάθεσή τους, ακόμα και φωτογραφίες που είχαν ληφθεί στον δρόμο εν αγνοία των προσώπων που καταγράφονταν.

Στην ομαδική συνομιλία υπήρχαν περισσότερες από 100.000 φωτογραφίες, με την πλειονότητά τους να αφορά νεαρές γυναίκες. Ταυτόχρονα, δεκάδες καταγγελίες που συνεχίζουν να φτάνουν σε φεμινιστικές σελίδες, στη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος αλλά και σε οργανισμούς κυβερνοασφάλειας, αναφέρονται σε φωτογραφίες επεξεργασμένες μέσω τεχνητής νοημοσύνης. Χαρακτηριστικά, μία κοπέλα στο TikTok προχώρησε σε επώνυμη καταγγελία, υποστηρίζοντας πως κάποιοι επεξεργάστηκαν φωτογραφία την οποία είχε ανεβάσει η ίδια στο Instagram και πως, αφού αφαίρεσαν το μαγιό που φορούσε με τη χρήση του photoshop, την δημοσίευσαν σε ιδιωτική ομάδα στην εφαρμογή ανταλλαγής άμεσων μηνυμάτων Telegram.

Λίγο πριν η συγκεκριμένη υπόθεση δει το φως της δημοσιότητας, ο δημοσιογράφος του Vice, Νίκος Σταματίνης, είχε αποκαλύψει σε σχετικό ρεπορτάζ του για το Discord (επίσης μία εφαρμογή άμεσων μηνυμάτων), πως, φτιάχνοντας λογαριασμό στο app, δεν χρειάστηκε περισσότερα από 15 λεπτά για να βρει links στα οποία διακινείται τεράστιος όγκος πορνογραφικού υλικού. «Η δίοδος που ακολούθησα είναι αυτή των private chatrooms του Discord», εξηγεί στο άρθρο που υπογράφει.

Η πεποίθηση ότι τέτοιου είδους εγκληματικές ενέργειες συνήθιζαν να βρίσκονται καλά κρυμμένες στο dark και deep web ή σε site πορνογραφικού περιεχομένου, διαψεύδεται. Τα εγκλήματα έμφυλης βίας που ξεσκεπάστηκαν στο Telegram, γεννούν ερωτήματα για το πόσο ασφαλή είναι apps που όλες και όλοι μας χρησιμοποιούμε, όπως το Facebook Messenger, το WhatsApp, το Instagram Direct κ.α. Όσο και αν το Telegram διατείνεται πως παρέχει περισσότερη ακεραιότητα από το Meta, η «ασφάλεια» για την οποία υπερηφανεύεται, γίνεται τελικά η δίοδος για την ελεύθερη διακίνηση πορνογραφικού και revenge porn υλικού από τους δράστες, οι οποίοι μάλιστα εφαρμόζουν συχνά την πρακτική του sextortion, ζητώντας χρήματα από τα θύματα προκειμένουν να μην δημοσιοποιήσουν φωτογραφίες τους.

Μια σύντομη ιστορία του Telegram

Το Telegram, εφαρμογή ανταλλαγής άμεσων μηνυμάτων (IM), αναπτύχθηκε το 2013 από τον Ρώσο Pavel Durov, ο οποίος σύντομα χαρακτηρίστηκε «Μαρκ Ζούκερμπεργκ της Ρωσίας» λόγω της ευρείας επιτυχίας του. Το app, που προσφέρει κρυπτογραφημένες συνομιλίες και επιτρέπει ομάδες έως 200.000 ατόμων ταυτόχρονα, χαρακτηρίστηκε ως «ισχυρό και ασφαλές» από τον ίδιο.

Το 2006, ενώ ο Durov εργαζόταν ακόμη στο πρώτο του εγχείρημα, το VKontakte (ένας ιστότοπος κοινωνικής δικτύωσης), άρχισε να δέχεται πιέσεις από το Κρεμλίνο για τη δημοσιοποίηση ορισμένων δεδομένων χρηστών. Ο Durov αρνήθηκε να δημοσιοποιήσει τα δεδομένα, και το 2014 αποφάσισε να πουλήσει τις μετοχές του στη VKontakte και να διαφύγει από τη χώρα, επικαλούμενος τον φόβο του για την στενή επιτήρηση της κυβέρνησης, και καταγγέλλοντας παράλληλα στενές σχέσεις μετόχων μαζί της. 

Ο δημοφιλής ιδρυτής ζει πλέον στο Ντουμπάι, το οποίο αποτελεί και το επιχειρησιακό κέντρο για το Telegram – αν και η έδρα της εταιρείας βρίσκεται στην Tortola των Βρετανικών Παρθένων Νήσων. Η ρωσική κυβέρνηση συνέχισε να ασκεί πίεση, αυτή τη φορά στο Telegram, στην προσπάθειά της να λάβει ορισμένα στοιχεία χρηστών επικαλούμενη πολιτικούς λόγους. Δεδομένου ότι ο Durov αρνήθηκε να συμμορφωθεί, η Ρωσία επέβαλε απαγόρευση στο Telegram το 2018, η οποία ωστόσο άρθηκε το 2020 όταν η εταιρεία συμφώνησε να βοηθήσει τη Ρωσία σε τρομοκρατικές έρευνες.

Αυτή η απαγόρευση ήταν επίσης αναποτελεσματική: Το Telegram εξακολουθούσε να είναι η κύρια πηγή ειδήσεων για τους Ρώσους αντιπολιτευόμενους παρά τα τείχη προστασίας που είχε τοποθετήσει η Roskomnadzor (Ρωσική Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Εποπτείας Επικοινωνιών, Τεχνολογίας Πληροφοριών και ΜΜΕ). Μετά την επιβολή κυρώσεων από την Ευρωπαϊκή Ένωση στο ρωσικό δίκτυο μέσων ενημέρωσης RT, που υποστηρίζεται από το Κρεμλίνο, επικαλούμενη τη διάδοση προπαγάνδας για τον πόλεμο στην Ουκρανία, το Telegram απέκλεισε τα ρωσικά κρατικά μέσα ενημέρωσης από την πλατφόρμα το 2022. 

Το Telegram, χάρη στον βαθμό ανωνυμίας που προσφέρει, έχει χρησιμοποιηθεί ακόμα και από τρομοκράτες. Οι δράστες χρησιμοποιούν μια τεχνολογία, η οποία δεν αφήνει ηλεκτρονικά ίχνη και τους επιτρέπει να στήνουν συστήματα πάνω στην ανωνυμία, κάνοντας πολύ δύσκολο το έργο των αρχών.

Οι απορίες των τελευταίων ημερών σχετικά με τη σημερινή χρήση του Telegram και άλλων αντίστοιχων chat apps, όλο και πληθαίνουν, μετά την αποκάλυψη της επίμαχης ομαδικής συνομιλίας στην Ελλάδα. Απευθυνθήκαμε στην Κέλλυ Ιωάννου, διευθύντρια του Διεθνούς Ινστιτούτου Κυβερνοασφάλειας (CSI Institute), προκειμένου να μας δώσει τις απαντήσεις που χρειαζόμασταν:

Ποιοι δράστες προτιμούν τα apps ευρείας χρήσης από το «σκοτεινό» διαδίκτυο;

Σύμφωνα με την Κέλλυ Ιωάννου, «Η διακίνηση – ειδικά των φωτογραφιών – που γίνεται μη συναινετικά, δεν υφίσταται πλέον μόνο στο σκοτεινό διαδίκτυο, αλλά και σε εφαρμογές ευρείας χρήσης, καθώς οι δράστες ξέρουν αρχικά ότι το “χτύπημα” θα είναι μεγαλύτερο, αφού υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες το υλικό που διακινούν να πέσει στα μάτια κοινών γνωστών και να προκαλέσουν φόβο εξευτελισμό στο θύμα. Επίσης, μιλάμε για δράστες που δεν έχουν εξειδικευμένες γνώσεις γύρω από το dark και deep web, οπότε επιλέγουν τη χρήση αυτών των εφαρμογών (Telegram, Discord κ.α.) ή ανώνυμα platforms στα οποία ο καθένας με έναν απλό browser μπορεί να περιηγηθεί».

Τι ακριβώς είναι το sextortion και μέχρι πού φτάνει;

«Στην περίπτωση του συγκεκριμένου group chat, μιλάμε για την πρακτική του sextortion που συχνά σχετίζεται με το revenge porn, καθώς μέσω αυτού πολλοί χρήστες απειλούσαν γυναίκες των οποίων το υλικό είχαν στην κατοχή τους, λέγοντάς τους πως αν δεν καταβάλλουν ένα συγκεκριμένο χρηματικό ποσό, θα δημοσιεύσουν τις φωτογραφίες τους» εξηγεί η διευθύντρια του CSI Institute. «Είδαμε και περιπτώσεις που δεν είχε γίνει δημοσιοποίηση αυθεντικού υλικού, αλλά επεξεργασμένου μέσω της AI/deepfake τεχνολογίας. Υπάρχουν λογισμικά στα οποία μπορείς να ζητήσεις να σου φτιάξουν μία φωτογραφία με συγκεκριμένα πρόσωπα σε συγκεκριμένη τοποθεσία, μέσα από απλά keywords τα οποία θα χρησιμοποιήσεις».

Όπως προσθέτει η ίδια, «Έχουμε φτάσει λοιπόν στην εποχή, που ακόμη και αν δεν έχεις βγάλει ή στείλει σε κάποιον μια γυμνή φωτογραφία, μπορεί ο θύτης στα social media να σε απειλήσει λέγοντας πως έχει φτιάξει ένα εξαιρετικά αληθοφανές βίντεο ερωτικού περιεχομένου, το οποίο θα δημοσιοποιήσει εάν δεν του στείλεις το χρηματικό ποσό που ζητάει».

Μπορεί να διαδοθεί μαζικά και εξίσου εύκολα υλικό στο Messenger ή στο Instagram;

«Η διαφορά είναι ότι στο Telegram ή στο Discord μπορούν να δημιουργηθούν τα λεγόμενα ιδιωτικά κανάλια, τα οποία λόγω της αρχικής χρήσης του Telegram από τρομοκράτες, θεώρησαν ότι θα τους παρέχουν μεγαλύτερη μυστικότητα και ανωνυμία – κάτι το οποίο δεν ισχύει, καθώς στο διαδίκτυο δεν είμαστε ανώνυμοι, απλώς οι συγκεκριμένες εφαρμογές προσφέρουν την ιδιωτικότητα των καναλιών και την αναζήτηση υλικού με βάση τα αντίστοιχα keywords – κάτι που δεν γίνεται για παράδειγμα στο Messenger ή στο Instagram».

«Τα πάντα όμως μπορούν να ερευνηθούν στο διαδίκτυο από τη στιγμή που έχουν γίνει οι καταγγελίες. Όσον αφορά στη συγκεκριμένη υπόθεση, έχει ξεκινήσει η διερεύνησή της, όχι μόνο με την εμπλοκή των αρμόδιων στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς, καθώς υπάρχει και το κομμάτι της εμπλοκής των administrators που βρίσκονται στο εξωτερικό. Πρόκειται για μία χρονοβόρα διαδικασία. Σε υποθέσεις που τα κυκλώματα είναι διεθνή ή η διακίνηση του παράνομου υλικού έχει γίνει σε παράνομες πλατφόρμες, υπάρχει η εμπλοκή της Europol ή της Interpol».

Γιατί δεν υπάρχει ακόμη επαρκής πρόληψη στη διάδοση παράνομου υλικού;

Αν και οι πρακτικές διακίνησης υλικού χωρίς τη συναίνεση των γυναικών είναι απολύτως παράνομες, στην περίπτωση των εφαρμογών στις οποίες υπάρχουν ιδιωτικά κανάλια, για να εκκινηθεί μια διαδικασία εντοπισμού παράνομου υλικού και να ενημερωθούν οι αρχές τόσο της Ελλάδας, όσο και της αντίστοιχης χώρας στην οποία εδρεύει το εκάστοτε app, θα πρέπει να έχουν γίνει πρωτίστως οι αντίστοιχες αναφορές στην πλατφόρμα. Όσον αφορά σ’ αυτό το κομμάτι, το Telegram συγκεκριμένα προσφέρει περιορισμένη, μη εξειδικευμένη υποστήριξη. Οι κύριες επιλογές είναι η επικοινωνία με το Twitter, η επίσκεψη στη φόρμα υποστήριξης του Telegram ή η μετάβαση στις Ρυθμίσεις > Κάντε μια ερώτηση στην εφαρμογή. Τα παραρτήματα αυτά όμως στελεχώνονται από εθελοντές, επομένως κανείς δεν εγγυάται πως η απάντηση που θα λάβουμε θα είναι έγκυρη. 

Η Κέλλυ Ιωάνου επισημαίνει πως, «Έχουμε φτάσει στο 2023, που αν κάποιος ανεβάσει για παράδειγμα στα social media μια φωτογραφία με ένα γλυπτό, το περιεχόμενο θα αποκλειστεί πιθανώς λόγω γυμνού περιεχομένου, και την ίδια στιγμή διακινούνται ελεύθερα φωτογραφίες γυναικών. Η τεχνολογία μπορεί να δώσει λύσεις. Ο λόγος για τον οποίο αυτές δεν έχουν δοθεί, δεν σχετίζεται με την τεχνολογία, αλλά με όλους τους αρμόδιους που εμπλέκονται στη διαδικασία. Μέσα από συνεντεύξεις που έχω κάνει και με θύματα αλλά και με την ελληνική αστυνομία, αυτό που λένε οι ίδιοι οι αστυνομικοί είναι ότι οι διαφορετικοί νόμοι που εφαρμόζονται σε κάθε κράτος δυσκολεύουν το έργο τους. Αν για παράδειγμα ο administrator μιας πλατφόρμας ανήκει στην Αμερική, εκεί τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά σε σχέση με το τι συμβαίνει στην Ελλάδα, και σε αυτό το σημείο καθυστερούν συνήθως οι διαδικασίες».

Γιατί δεν εφαρμόζονται κυρώσεις στους θύτες παρά την αυστηροποίηση των νόμων;

«Έστω και καθυστερημένα, έχουν υπάρξει κάποιες κινήσεις από την πλευρά του νόμου, στο κομμάτι της αυστηροποίησης των ποινών και των κυρώσεων, ωστόσο το ερώτημα μένει, τι γίνεται στην πράξη». Συγκεκριμένα, το 2022 νομοθετήθηκε η αύξηση των ορίων της ποινής (από φυλάκιση τουλάχιστον 1 έτους/1-5 χρόνια και χρηματική ποινή έως 100.000 ευρώ σε κάθειρξη έως 8 έτη/5-8 χρόνια και χρηματική ποινή), αλλά και η μεταβολή του χαρακτήρα του εγκλήματος από πλημμέλημα σε κακούργημα. «Από την εμπειρία μου βλέπω πολλές φορές πως αν μία κοπέλα (ή ένας άντρας λιγότερο συχνά), αποφασίσει να καταγγείλει στις αρχές ότι έχει δημοσιευτεί κάτι παρά τη συναίνεσή της, παίζει σημαντικό ρόλο για να προχωρήσει η διαδικασία, αν ο αστυνομικός υπάλληλος και το αστυνομικό τμήμα στο οποίο θα απευθυνθεί είναι ενήμεροι για τη διαδικασία. Το πρώτο κενό, λοιπόν, βρίσκεται στο κομμάτι της εκπαίδευσης του προσωπικού της αστυνομίας», εξηγεί η Κέλλυ Ιωάννου.

Και συνεχίζει: «Έχω λάβει δηλώσεις από γυναίκες οι οποίες πήγαιναν να καταθέσουν στο Τμήμα τα αποδεικτικά στοιχεία που είναι απαραίτητο να κατατεθούν, και υποβάλλονταν στη διαδικασία να έρθουν ξανά σε επαφή με τη φωτογραφία ή το βίντεο στο οποίο απεικονίζονται, με αποτέλεσμα να υφίσταται επανατραυματισμός για τα θύματα. Οι καταγγελίες γίνονται σε χώρους που δεν είναι προστατευμένοι, χωρίς την παρουσία ψυχολόγου, και μάλιστα αρκετά θύματα έχουν καταγγείλει πως έχουν δεχτεί σεξιστικές συμπεριφορές και από τους ίδιους τους υπαλλήλους. Ενίοτε γελούν, τις υποτιμούν, ενώ φτάνουν ακόμη και σε σημείο να κάνουν victim blaming στο θύμα που έστειλε σε κάποιον το υλικό».

«Είναι λοιπόν βασικό να ξεκινήσουμε από την εκπαίδευση της αστυνομίας, και επίσης να μεριμνήσουμε για κατάλληλες εγκαταστάσεις. Πριν από αυτό, όμως, πρέπει να κατανοήσουμε το φαινόμενο – ότι δεν πρόκειται για μια απλή διαρροή προσωπικών δεδομένων, αλλά αποτελεί σεξουαλική βία, που σημαίνει πως θα έπρεπε να υπάγεται στο αντίστοιχο department για τη σεξουαλική βία και να το αντιμετωπίζουν με την ίδια σοβαρότητα και φροντίδα. Είναι σημαντικό να διαμορφωθούν εκείνοι οι φορείς που θα εμπνεύσουν στα θύματα την ανάγκη καταγγελίας τέτοιων πράξεων, αλλά και που θα τους προσφέρουν την αναγκαία ψυχολογική υποστήριξη».

Αληθεύει πως έχουν δημοσιοποιηθεί φωτογραφίες παιδιών στο Telegram;

«Όταν γνωστοποιήθηκε η δράση των χρηστών του group chat, οι οποίοι μάλιστα κατηγοριοποιούσαν τις φωτογραφίες των γυναικών με βάση την περιοχή όπου μένουν, άρχισαν οι ίδιες να μπαίνουν στο app για να δουν αν έχει διαρρεύσει κάποια φωτογραφία τους. Σε αυτή την προσπάθεια, και με τα θύματα να έχουν μπει στη διαδικασία να είναι ερευνητές, βρήκαν και ανοιχτά προσβάσιμα links, στα οποία, πέρα από το υλικό του ενήλικου πληθυσμού, υπήρχαν και φωτογραφίες ανηλίκων», καταγγέλλει η Κέλλυ Ιωάννου.

«Αυτό είναι ό,τι πιο σοκαριστικό έχω δει μέχρι τώρα στην καριέρα μου, καθώς ο καθένας μπορεί να μπει από έναν απλό browser με ένα username και ένα password, και να του δοθεί ένα free trial με βάση τα “γούστα” του, και αν θέλει να δει παραπάνω πράγματα για ένα συγκεκριμένο παιδί, του δίνεται hyperlink με το αντίστοιχο account το οποίο περιλαμβάνει επιπλέον φωτογραφίες. Εκεί μάλιστα, για την πρόσβαση σε συγκεκριμένο υλικό παιδικής πορνογραφίας, γίνεται η καταβολή ποσού με bitcoin σε συγκεκριμένο site. Έχουμε δει να υπάρχουν μέχρι και accounts/κανάλια στα οποία γίνεται αγοραπωλησία όπλων ή πλαστών διαβατηρίων, ταυτοτήτων κ.λπ».

Ποιοι είναι οι “bystanders” και πώς συμβάλλουν στον εντοπισμό μη συναινετικού υλικού;

Στον απόηχο όλης αυτής της υπόθεσης, έχουν υπάρξει άτομα τα οποία οικειοθελώς θέλησαν να δημιουργήσουν έναν λογαριασμό στο Telegram για να εντοπίσουν φωτογραφίες πιθανών θυμάτων. «Προσωπικά βρίσκω θετική την ύπαρξη των “εθελοντών”, και φυσικά υπάρχουν και εκεί κίνδυνοι καθώς όσο περισσότερο ψάχνεις, τόσο μπλεγμένος μπορεί να βρεθείς και ο ίδιος. Ωστόσο, το πλαίσιο στο οποίο το συζητάμε αυτή τη στιγμή είναι εκείνο των bystanders. Όπως αν αντιληφθούμε στον περίγυρό μας μία κακοποιητική συμπεριφορά, οφείλουμε να την καταγγείλουμε, έτσι και στον κόσμο του διαδικτύου όταν σερφάρουμε και βλέπουμε μια ύποπτη ενέργεια, καλό είναι να την καταγγέλλουμε. Αυτό κάνουν οι bystanders», καταλήγει η διευθύντρια του Ινστιτούτου.

Λουίζα Σολομών-Πάντα