Στο Εφετείο Αθηνών, ξανά. Αυτή τη φορά με την ελπίδα ότι, έξι χρόνια μετά το φονικό λιντσάρισμα στην οδό Γλάδστωνος, η ψυχή του Ζακ θα μπορέσει επιτέλους να αναπαυθεί και η οικογένειά του θα βρει γαλήνη. Από τις 9 το πρωί, μέλη της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, ακτιβιστές και ακτιβίστριες, δημοσιογράφοι, πολιτικά πρόσωπα όπως ο Νάσος Ηλιόπουλος και η Έλενα-Όλγα Χρηστίδη, η μητέρα και ο πατέρας του Ζακ, η Μάγδα Φύσσα αλλά και απλός κόσμος, βρίσκονταν μέσα και έξω από το Εφετείο αναμένοντας την τελική απόφαση του δικαστηρίου για τους δύο πρωτόδικα καταδικασμένους Δημόπουλο (κοσμηματοπώλης) και Χορταριά (μεσίτης).
Έχουμε φτάσει στην 20η δικάσιμο της δίκης σε β’ βαθμό. Έχουν προηγηθεί οι αγορεύσεις των συνηγόρων υποστήριξης της κατηγορίας και υπεράσπισης, τις οποίες η Popaganda κατέγραψε. Ωστόσο, σε μία προσπάθεια να κερδίσει χρόνο και να προκαλέσει περαιτέρω ψυχική οδύνη στους ανθρώπους που ζητούν την καταδίκη των κατηγορουμένων, ο δικηγόρος του Χορταριά, Ιωάννης Γλύκας, δεν έδωσε το παρών στις 4/6, με αποτέλεσμα η αγόρευσή του να πραγματοποιηθεί χθες, Τρίτη 11 Ιουνίου.
Μπαίνοντας στην αίθουσα Δ100Δ, κανένα μας δεν περίμενε όσα θα ακολουθούσαν. Η Πρόεδρος δίνει τον λόγο στον Ι. Γλύκα λίγο μετά τις 9:30. Σχεδόν έξι ώρες αργότερα, εκείνος συνέχιζε την αγόρευσή του, έχοντας καταχραστεί τον χρόνο του δικαστηρίου, διαδίδοντας ψεύδη και συκοφαντίες για τον εκλιπόντα, και προσβάλλοντας επανειλημμένα την οικογένειά του και τους ανθρώπους που βρίσκονται στο πλευρό της στην αίθουσα. Πέρα από επισημάνσεις για την εκατοντασέλιδη αγόρευση, η έδρα δεν έθεσε περιορισμός, με τον δικηγόρο να πετυχαίνει μία ακόμα καθυστέρηση της τελικής απόφασης.
Καθώς καταγράφουμε τα λόγια του, συνειδητοποιούμε πως επαναλαμβάνονται με τρόπο προκλητικό, εμμένοντας στο ότι ο θάνατος του Ζακ ήταν προδιαγεγραμμένος λόγω της επιβαρυμένης κατάστασης της υγείας του την οποία απέδωσε στο ότι ήταν οροθετικό άτομο που «προσπαθούσε να κόψει το οινόπνευμα», αδιαφορώντας για πολλοστή φορά για τα αποτελέσματα των τοξικολογικών εξετάσεων. Παράλληλα, επιχείρησε να παρουσιάσει τον πελάτη του ως ένα άτομο που εμφανίζεται πάντα με αξιοπρέπεια στο δικαστήριο, και ο οποίος θέλησε να βοηθήσει τον Ζακ Κωστόπουλο «που προκάλεσε τον αυτοτραυματισμό του σπάζοντας με το κεφάλι του τη τζαμαρία».
Αμφισβητώντας τις έρευνες των ιατροδικαστών, Καλογρηά και Ευτυχιάδη, και επιδιώκοντας να παρουσιάσει το προφίλ ενός άρρωστου, επικίνδυνου ανθρώπου, ο δικηγόρος λέει για τον Ζακ, «Το “παραπατώντας” δεν σήμαινε τίποτα για τον κύριο Εισαγγελέα; Τον οποίο σέβομαι. Τι σημαίνει παραπατώντας; Ένας νέος άνθρωπος, 32 ετών γιατί παραπατάει… που είναι κατά τ’ άλλα καλά στην υγεία του, όπως είπαν λανθασμένα κάποιοι ιατροδικαστές; Και δεν μπορεί να σηκώσει έναν πυροσβεστήρα με τα δυο του χέρια και παραπατάει;… Μήπως έχει εγκατασταθεί ήδη το ισχαιμικό επεισόδιο;».
Στη συνέχεια διαψεύδει και τον εισαγγελέα: «Καταδικάστηκαν (σ.σ. οι κατηγορούμενοι) στη μεγαλύτερη δυνατή ποινή, λες και δεν υπήρχαν άλλα τραύματα, γιατί αν αυτά τα 23 χτυπήματα… προφανώς φταίει και το κεφάλι που χτύπησε ο ίδιος και όχι τα ένα-δύο χτυπήματα του κ. Χορταριά. Και φυσικά δεν είναι 5, έκανε λάθος ο κύριος Εισαγγελέας». Ατιμάζοντας αδιάντροπα τη μνήμη του Ζακ, επιμένει στην κατασκευή ενός ιατρικού προφίλ, στιγματοποιώντας τον ως άτομο με HIV. «Δεν ξέρουμε πού πονούσε, γιατί σίγουρα πονούσε, αυτό δεν μπορούσαν να το παρακάμψουν οι ιατροδικαστές που τον εξέτασαν γιατί βρέθηκε στην τοξικολογική η ιβουπροφαίνη, ένα ισχυρό αναλγητικό (ο κόσμος γελάει), για κάθε είδους πόνο… Δεν ασχολήθηκαν ούτε μια στιγμή με το ιατρικό του ιστορικό… Είχε εξάρτηση από το οινόπνευμα και είχε προσβληθεί και από τον ιό ΗΙV», ανέφερε μεταξύ άλλων.
Επιχειρώντας να καλλιεργήσει συμπάθεια για έναν άνθρωπο που κλωτσούσε με μένος έναν συμπολίτη του, χαρακτήρισε τον Χορταριά «δακτυλοδεικτούμενο εδώ και έξι χρόνια», ο οποίος «παρουσιάζεται ως εγκληματίας», τολμώντας να πει πως εκείνος που πραγματικά λιντσάρεται από «μερίδα της κοινής γνώμης», είναι ο πελάτης του και όχι ο Ζακ που κατέληξε νεκρός από το τις κλωτσιές. Ακολουθούν ψεύδη και λασπολογία: «Η οικογένειά του (σ.σ. του Χορταριά) λιθοβολείται κατ’ επανάληψη, δεν είναι δυνατόν αυτό να είναι διαδικασία μιας δίκαιης δίκης. Όποτε βγαίνει έξω βρίζεται με συνθήματα – προσπάθησαν να χτυπήσουν και μέλη της οικογένειάς του».
Η αίθουσα έχει γεμίσει ασφυκτικά από αλληλέγγυους και αλληλέγγυες. Ανάμεσά τους, ένα άτομο με μία λαμπερή μωβ περούκα και ένα φωτεινό λευκό φόρεμα με παγιέτες. Σε μία πρωτοφανή κίνηση, η Πρόεδρος του δικαστηρίου απευθύνεται στον άνθρωπο αυτόν, λέγοντας «εσείς κυρία, περάστε έξω, η κυρία που έχει έρθει ντυμένη με αυτόν τον τρόπο. Εδώ είναι δικαστήριο και πρέπει να ντυνόμαστε με παρόμοιο τρόπο». Ο κόσμος αντιδρά υπερασπιζόμενος τον άνθρωπο από τις προσβολές που δέχεται για την ταυτότητά του.
Έχουν περάσει περισσότερες από δύο ώρες, και η αγόρευση του Ιωάννη Γλύκα βρισκόταν ακόμη στην αρχή, όπως θα καταλαβαίναμε με έκπληξη καθώς ο χρόνος περνούσε. Οι γονείς του Ζακ αποχωρούν από την αίθουσα, αδυνατώντας να μείνουν παρόντες μπροστά σε έναν λόγο γεμάτο ψεύδη και προσβολές, που καλλιεργεί επανειλημμένα την ενοχοποίηση του θύματος και προκαλεί τον επανατραυματισμό των ιδίων. Απ’ όσα ακολούθησαν στην «ατελείωτη» αγόρευση, συγκεντρώσαμε τα βασικά σημεία του κακοποιητικού και παραπλανητικού λόγου της υπεράσπισης κατηγορίας, στον οποίο υπήρξαν μέχρι και αναφορές για «προσπάθεια πολιτικής εκμετάλλευσης μιας κατάστασης»:
Το ρολόι δείχνει 16:00. Η συνήγορος υποστήριξης της κατηγορίας, Άννυ Παπαρρούσου, ρωτάει την Πρόεδρο αν θα έχουμε απόφαση σήμερα. Θρασύς, αφού έχει καταχραστεί τον χρόνο του δικαστηρίου και την αντοχή μας, ο Ιωάννης Γλύκας αναφέρει: «Και επειδή πρέπει να αναπτύξουμε ισχυρισμούς, το δικαστήριο θα αποφασίσει, θα φτάσουμε πολύ αργά και πρέπει να προετοιμαστώ για άλλη αγόρευση αύριο». Ο κόσμος σηκώνεται όρθιος και αντιδράει οργισμένος. Το δικαστήριο αποφασίζει να διακόψει τη διαδικασία, και ανακοινώνει πως η απόφαση θα παρθεί στις 10 Ιουλίου, στην αίθουσα Δ120Γ.
Η κυρία Ελένη Κωστοπούλου, μητέρα του Ζακ, η τραγική αυτή φιγούρα, βρίσκεται και πάλι στην αίθουσα. «Έλεος! Δεν αντέχουμε άλλο, κάντε αυτό που πρέπει!», λέει ψυχικά εξαντλημένη και το κοινό φωνάζει «αίσχος!». Αστυνομικοί πλησιάζουν την κυρία Κωστοπούλου. «Κάντε πιο πέρα, μην την πλησιάζετε», φωνάζει ο κόσμος και την προστατεύει. Οι αλληλέγγυοι ενώνονται και φωνάζουν δυνατά τα συνθήματα που έχουν στοιχειώσει τους δρόμους και τα δικαστήρια, τα τελευταία 6 μαρτυρικά χρόνια: «Η Zackie ζει, τσακίστε τους ναζί» και «Στην Ομόνοια δεν έγινε ληστεία, μπάτσοι κι αφεντικά κάναν δολοφονία».