Στο Εφετείο Αθηνών, για τον Ζακ, για τελευταία φορά. Στο προαύλιο, πλήθος κόσμου έχει συγκεντρωθεί από νωρίς το πρωί περιμένοντας, μετά από τις 20 δικάσιμους της δίκης σε β’ βαθμό, την τελική απόφαση του δικαστηρίου για τους δύο πρωτόδικα καταδικασμένους Σπυρίδωνα Δημόπουλο και Αθανάσιο Χορταριά. Αλληλέγγυος κόσμος, ακτιβιστές, δημοσιογράφοι, συγγενείς και φίλοι της Zackie, η Μάγδα Φύσσα και μέλη του Παρατηρητηρίου ZackieOh Justice Watch, αγκαλιάζονται και φωνάζουν τα συνθήματα που ηχούν σθεναρά στις δικαστικές αίθουσες τα τελευταία πεντέμισι χρόνια, μετά το δολοφονικό λιντσάρισμα του Ζακ, τον Σεπτέμβριο του 2018 στην Ομόνοια.
Στην αίθουσα Δ120Γ έχει αφαιρεθεί το τραπεζάκι από τις θέσεις των δημοσιογράφων και των μελών του Παρατηρητηρίου, που αδιάκοπα κατέγραφαν τη δίκη από την αρχή της μέχρι και την 20η δικάσιμο στο Εφετείο. Οι αστυνομικοί εξηγούν στους παρατηρητές ότι η Έδρα θα ενημερώσει αν θα επιτραπεί η καταγραφή. Έχει προηγηθεί, πέντε μέρες πριν, η τροποποίηση του ν. 3090/2002 για τη δημοσιότητα των δικών, με την οποία επιχειρείται η απαγόρευση της άμεσης, γραπτής καταγραφής ακόμα και σε δίκες δημοσίου ενδιαφέροντος, μέσα σε ένα κλίμα σκοταδισμού για την ελευθερία της πληροφόρησης.
Λίγο μετά τις 10:00 η Έδρα ανεβαίνει, με την Εισαγγελέα να ζητάει από τα άτομα που βρίσκονται όρθια στον κατάμεστο χώρο να περάσουν έξω. Οι άνθρωποι παραμένουν στην αίθουσα, διεκδικώντας το δικαίωμά τους στην παρακολούθηση του πιο κρίσιμου σημείου μιας δημόσιας δίκης ιδιαίτερου κοινωνικού ενδιαφέροντος. Η Έδρα απαγορεύει τελικά στους δημοσιογράφους να καθίσουν μπροστά. Απτόητες και απτόητοι, κρατάμε σημειωματάρια, κινητά και laptop στα χέρια μας, για να γράψουμε και να πληκτρολογήσουμε όσα θα ακούγαμε στη συνέχεια της διαδικασίας.
Δίχως να χαθεί άλλος χρόνος, το δικαστήριο προτείνει να κηρυχθούν οι κατηγορούμενοι ομόφωνα ένοχοι. Αμέσως ξεκινούν οι αγορεύσεις των δικηγόρων των κατηγορούμενων επί των ελαφρυντικών, με τον δικηγόρο του Δημόπουλου, Χαράλαμπο Αναγνωστόπουλο, να ζητάει από το δικαστήριο να αναγνωρίσει στον κατηγορούμενο την ελαφρυντική περίσταση του άρθρ. 84 παρ. 2, περ. γ). «Η αναγνώριση του συγκεκριμένου ελαφρυντικού προϋποθέτει […] ότι στην πράξη του ωθήθηκε από ανάρμοστη συμπεριφορά του παθόντος ή παρασύρθηκε από οργή ή βίαιη θλίψη που του προκάλεσε άδικη εναντίον του πράξη», λέει, χαρακτηρίζοντας τις βίαιες κλωτσιές του κοσμηματοπώλη προς τον Ζακ, ως μια «άτυχη προσπάθεια αναχαίτισής του».
Στη συνέχεια, ζητάει την αναγνώριση του ελαφρυντικού του σύννομου βίου, και την ελαφρυντική περίσταση του άρθρ. 84 παρ. 2 περ. ε), σύμφωνα με την οποία «ο υπαίτιος τήρησε τους όρους του μετέπειτα βίου του. Μάλιστα, στα πλαίσια του οποίου, όντας μέλος της ενορίας του […] προέβαινε τακτικά σε φιλανθρωπίες, κάτι που σκοπεύει να κάνει και για το υπόλοιπο της ζωής του», τόνισε, προκαλώντας γέλιο στο συγκεντρωμένο πλήθος.
Τον λόγο παίρνει ο δικηγόρος του Χορταριά, Ιωάννης Γλύκας, ο οποίος επικαλείται το ελαφρυντικό του σύννομου πρότερου βίου και αναφέρεται στην αντικατάσταση της έκτισης της ποινής του πρωτόδικα καταδικασθέντος, με περιοριστικούς όρους. Όπως σημείωσε, «Μεταγενέστερα τήρησε επίσης τους περιοριστικούς και έχει σημασία ότι δεν έχασε ούτε ένα “παρών”».
Τα σώματά μας σηκώνονται ελαφρώς από τις καρέκλες και γέρνουν προς τα εμπρός, περιμένοντας με αγωνία την πρόταση του Εισαγγελέα για τα ελαφρυντικά. «Για τη θεμελίωση του σύννομου βίου του 84 παρ. 2 ‘γ και ‘κ, λαμβάνονται υπόψη και οι περιστάσεις, αλλά και το γεγονός ότι μετά την αναγνώριση των ελαφρυντικών η ποινή δεν πρέπει να βρίσκεται σε δυσαναλογία με την βαρύτητα της πράξης. Όσον αφορά τον κύριο Δημόπουλο, αν δεν εγκλώβιζε τον Κωστόπουλο στο μαγαζί […] παρόλο που φώναζαν ότι θα τον σκοτώσουν, χτυπώντας τον με το καίριο χτύπημα στη δεξιά πλευρά του κεφαλιού. Όσον αφορά τον κατηγορούμενο Χορταριά, από την απολογία του προέκυψε ότι ήταν ένας τυχαίος περαστικός από το συμβάν. Στην πρωτοβάθμια απολογία του ο ισχυρισμός είναι ότι “ενήργησε ενστικτωδώς”. Ο ισχυρισμός του εδώ ότι άρχισε τις κλωτσιές από αλτρουιστικά αισθήματα δεν ισχύει σε καμία περίπτωση. Ανάρμοστη συμπεριφορά από το θύμα προς τον ίδιο δεν υπήρξε. Δεν προέκυψε έμπρακτη μετάνοια. Να απορριφθούν [τα ελαφρυντικά]. Μετά ταύτα, ένοχοι χωρίς ελαφρυντικά».
Τα μάτια μας βουρκώνουν, φωνάζουμε ανακουφισμέν@ «μπράβο!» και χειροκροτάμε. Η Έδρα αποχωρεί για να συσκεφτεί και επανέρχεται περίπου δέκα λεπτά μετά. Η Πρόεδρος παίρνει τον λόγο και απευθύνεται στην παρατηρήτρια Δάφνη Καραγιάννη:
Πρ.: Εσείς είστε δημοσιογράφος, κυρία;
Δάφνη Καραγιάννη: Δικηγόρος, [λέει όνομα και Αριθμό Μητρώου ΔΣΑ].
Πρ.: Και καταγράφετε στενογραφικά;
Δ.Κ.: Όχι, πληκτρολογώ σημειώσεις από τη διαδικασία.
Πρ.: Και χρησιμοποιείτε λογισμικό;
Δ.Κ.: Κανένα λογισμικό, παραδοσιακή μέθοδος πληκτρολόγησης από την αρχή της διαδικασίας, μας έχετε δει νομίζω.
Πρ.: Νόμιζα ήσασταν δημοσιογράφος…
[Από την οικογένεια των καταδικασθέντων ακούγεται: «Και αυτή καταγράφει! (αναφερόμενοι στην Άννα Νίνη, έτερο μέλος του παρατηρητηρίου)].
Δ.Κ.: Είμαστε μία δικηγόρος και μία δημοσιογράφος, έτσι έχει συγκροτηθεί το παρατηρητήριο.
Πρ.: Εντάξει.
Οι δικηγόροι των δύο πρωτόδικα καταδικασμένων παίρνουν ξανά τον λόγο. Έξω από την αίθουσα επικρατεί ένταση, καθώς οι αστυνομικοί δεν αφήσουν μια γυναίκα να περάσει. Ενώ εκείνη προσπαθεί να μπει, ένας αστυνομικός τη σπρώχνει και ο κόσμος φωνάζει «μη την ακουμπάτε!». Ο δικηγόρος του Χορταριά έχει υψώσει τη φωνή του, όντας εμφανώς ενοχλημένος από την πρόταση του Εισαγγελέα, για τον οποίο λέει: «δεν δείχνει ότι μας σέβεται».
Για λίγο νιώθουμε πως έχουμε φτάσει κοντά στη δικαίωση.
Η Έδρα διακόπτει ξανά στις 11:00 και επανέρχεται είκοσι λεπτά αργότερα για την πρόταση των ποινών. Η αγωνία μας κορυφώνεται. Ο Εισαγγελέας προτείνει για τον κατηγορούμενο Δημόπουλο κάθειρξη πέντε ετών και για τον κατηγορούμενο Χορταριά κάθειρξη έξι ετών. Είναι η στιγμή που συνειδητοποιούμε πως η Πρωτόδικη απόφαση της κάθειρξης 10 ετών και στους δύο κατηγορούμενους έχει μειωθεί σημαντικά, σχεδόν στα μισά χρόνια. Οι συνήγοροι των κατηγορούμενων ζητούν επίμονα μείωση των χρόνων φυλάκισης και η Έδρα διακόπτει για μία ακόμα φορά.
Μισή ώρα αργότερα, η Πρόεδρος παίρνει τον λόγο για να ανακοινώσει την απόφαση αναφορικά με τις ποινές και τα ελαφρυντικά: «Το δικαστήριο επιβάλλει ομόφωνα ποινή κάθειρξης πέντε ετών στον πρώτο κατηγορούμενο [Δημόπουλο] και ποινή κάθειρξης έξι ετών στον δεύτερο [Χορταριά]», για το κακούργημα της θανατηφόρας σκοπούμενης σωματικής βλάβης – και όχι εκείνο της ανθρωποκτονίας όπως είχαν ζητήσει οι δικηγόροι της οικογένειας του Ζακ. Στον Δημόπουλο αναγνωρίστηκε τελικά το ελαφρυντικό του πρότερου σύννομου βίου και της ανάρμοστης συμπεριφοράς του θύματος, και στον Χορταριά εκείνο του σύννομου βίου.
Δεδομένου ότι οι ένορκοι δεν συμμετέχουν στα ακόλουθα σκέλη της απόφασης, σχηματίζεται νέα σύνθεση στην Έδρα και ύστερα ο δικηγόρος του Δημόπουλου ζητάει να επαναλάβει ο πελάτης του την κατ’ οίκον έκτιση της ποινής του. Δίχως να προλάβουμε να συνειδητοποιήσουμε τι έχει συμβεί, η Πρόεδρος ανακοινώνει πως το δικαστήριο «αποφασίζει τη συνέχιση της κατ’ οίκον έκτισης για τον Δημόπουλο και νομίμως επιβάλλει έξοδα 2.000 ευρώ σε έκαστο», ενώ ενημερώνει τους καταδικασθέντες πως έχουν δικαίωμα να ζητήσουν από τον Άρειο Πάγο την αναίρεση της απόφασης του Εφετείου.
Ο Εισαγγελέας γνωστοποιεί πως ο Δημόπουλος θα οδηγηθεί με το περιπολικό στο σπίτι του για να εκτίσει την ποινή του. Ο κόσμος σηκώνεται και ένα ανθρώπινο τοίχος δημιουργείται καθώς οι αστυνομικοί περνούν χειροπέδες στους δύο δολοφόνους. Εμποδίζοντας συμβολικά την αποχώρηση των συγγενών και των οικείων τους από τη μπροστινή πόρτα της αίθουσας, ο κόσμος απαιτεί να αποχωρήσουν μαζί με τους καταδικασθέντες από την πίσω πόρτα, αντιμετωπίζοντάς τους ως συνένοχους.
Λυγίζουμε. Τα πρόσωπά μας γεμίζουν με δάκρυα και φωνάζουμε με όλη μας την ψυχή: «ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ, ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ», «Μόνο με χειροπέδες!», «Η Zackie ζει, τσακίστε τους ναζί!». Η τραγική φιγούρα της Ελένης Κωστοπούλου μας στοιχειώνει, ξανά – για τελευταία φορά μέσα στη σκληρή όψη του Εφετείου. «Είναι ένοχοι Ζαχαρία μου», λέει η ίδια, αγκαλιάζοντας τον γιο της και αδελφό του Ζακ, κι εμείς ξεσπάμε σε λυγμούς. «Σας ευχαριστούμε για όλα, να θυμάστε ότι είναι ένοχοι», μας λέει κοιτώντας μας στα μάτια.
Ο Χορταριάς, φορώντας χειροπέδες, μας κοιτάζει αγριεμένος και σχηματίζει στον αέρα μια γροθιά καθώς αποχωρεί. Εξίσου αγριεμένος μας κοιτάζει και ένας συγγενής του, έτοιμος να μας επιτεθεί. Οι αστυνομικοί τον καθησυχάζουν και τον… παρηγορούν. Η σύζυγός του, πλησιάζει τις δύο δικηγόρους της οικογένειας του Ζακ, Άννυ Παπαρρούσου και Κλειώ Παπαντολέων, και με… χριστιανικές εκφράσεις, λέει: «να καείς στην κόλαση βρομιάρα».
Τα συναισθήματά μας έχουν μπει σε μια αλλόκοτη τροχιά. Από τη μία, αισθανόμαστε ανακούφιση για την καταδίκη των κατηγορούμενων και από την άλλη θλίψη, αδικία και οργή για τις μειωμένες ποινές τους και την αναγνώριση ελαφρυντικών. Έξω από την αίθουσα, φωνάζουμε για τελευταία φορά «κλωτσιές με δωδεκάποντα να βάλετε μυαλό», κι εγώ, αποχωρώ με σκυμμένο το κεφάλι από το δικαστήριο στο οποίο πέρασα αρκετές ώρες της ζωής μου τους τελευταίους μήνες, ελπίζοντας πως η δικαιοσύνη θα ασκήσει αμερόληπτα το έργο της.
Μπορεί οι τελικές ποινές να μην ήταν αρκετές, μπορεί η μνήμη του Ζακ να ατιμάστηκε πολλάκις -αυτή τη φορά με τον καταλογισμό της «ανάρμοστης συμπεριφοράς»– όμως η εικόνα των ενόχων με τις χειροπέδες περασμένες στα χέρια τους ήταν λυτρωτική. Μια μικρή νίκη σε έναν αγώνα άνισο.
Αυτό ήταν το τελευταίο μας «αντίο» Ζακ. Δεν θα σε ξεχάσουμε όμως ποτέ.