Το βράδυ της 8ης Σεπτεμβρίου του 2020, το προσφυγικό camp της Μόριας τυλίγεται για πολλοστή φορά στις φλόγες και καταστρέφεται ολοσχερώς, σηματοδοτώντας την έναρξη μιας δίκης-σταθμό για το προσφυγικό, εξαιτίας των κατάφωρων παραβιάσεων των δικαιωμάτων των κατηγορουμένων.
Η δίκη σε α’ βαθμό βρήκε έξι τότε έφηβους να κατηγορούνται έωλα για εμπρησμό, με τους τέσσερις να δικάζονται ως ενήλικες – παρά το γεγονός ότι οι τρεις εξ αυτών προσκόμισαν επίσημα έγγραφα από την χώρα τους που αποδείκνυαν ότι ήταν ανήλικοι. Οι δύο κατηγορούμενοι που δικάστηκαν ως ανήλικοι, καταδικάστηκαν σε ποινή φυλάκισης 5 ετών.
Οι άλλοι τέσσερις, έχοντας δικαστεί ως ενήλικες, καταδικάστηκαν ομόφωνα σε πρώτο βαθμό σε 10 χρόνια κάθειρξη, χωρίς κανένα ελαφρυντικό και έχουν ήδη εκτίσει τρεισήμισι χρόνια. Το Εφετείο των τεσσάρων, που ξεκινάει σήμερα (6/3), είχε οριστεί αρχικά για τις 6/3/23 και αναβλήθηκε. Η δικογραφία εναντίον τους στηρίχθηκε στην προανακριτική μαρτυρία ενός μόνο μάρτυρα ο οποίος δεν εμφανίστηκε ποτέ στο δικαστήριο, και η έρευνα ανέδειξε σοβαρές αντιφάσεις και ασυνέπειες που την καθιστούν αναξιόπιστη.
Με αφορμή την εκδίκαση της υπόθεσης σε β’ βαθμό, παρευρεθήκαμε στην εκδήλωση που διοργάνωσε το Moria Trial Watch στο Impact Hub Athens, με συντονίστρια την Ηλιάνα Παπαγγελή, δημοσιογράφο και διευθύντρια του ανεξάρτητου ερευνητικού μέσου Solomon.
Η ερευνήτρια Δήμητρα Ανδρίτσου παρουσίασε αρχικά στοιχεία από την ενδελεχή έρευνα των Forensic Architecture / Forensis σχετικά με όσα εκτυλίχθηκαν το βράδυ της 8ης Σεπτεμβρίου: «Συλλέξαμε και αναλύσαμε περισσότερα από 500 βίντεο και φωτογραφίες, συνολικής διάρκειας περίπου 5 ωρών, τα οποία αποτύπωναν τη φωτιά στο Κ.Υ.Τ. της Μόριας το βράδυ της 8ης Σεπτεμβρίου, καθώς και τα επόμενα βράδια. Οι διαθέσιμες πηγές οπτικοακουστικού υλικού ήταν πολύ σημαντικές, γιατί μας έδωσαν ένα αρχείο το οποίο ήταν πρωτογενές».
Αναφορικά με τα συμπεράσματα στα οποία τους οδήγησε η έρευνα, η κα. Ανδρίτσου επεσήμανε πως, «Η φωτιά ξεκίνησε το αργότερο στις 23:36 το βράδυ της 8ης Σεπτεμβρίου, πλησίον της ζώνης 6 του camp. Είναι σοκαριστικό να βλέπεις ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις να έχουν παραταχθεί πέριξ του καταυλισμού αντί να βοηθήσουν τους ανθρώπους που τον εκκένωναν. Αντ’ αυτού, τους επιτέθηκαν με δακρυγόνα ενώ έστησαν μπλόκα κατά μήκος του δρόμου που οδηγεί στη Μυτιλήνη για να τους εμποδίσουν, με αποτέλεσμα τα πρώτα βράδια οι άνθρωποι να κοιμούνται στον δρόμο».
Παράλληλα, η έρευνα διαψεύδει τη μοναδική μαρτυρική κατάθεση. «Όσα λέει ο βασικός μάρτυρας αποτελούν μια ψευδή κατάθεση. Η χωροχρονική αναπαράσταση της εξάπλωσης της φωτιάς δείχνει ότι τμήματα του καταυλισμού δεν κάηκαν παρά μόνο 24 ώρες μετά τον ισχυρισμό του μάρτυρα, ο οποίος είπε πως είδε τους κατηγορούμενους να βάζουν φωτιά στη ζώνη 9. Διαπιστώσαμε όμως πως η ζώνη 9 δεν κάηκε παρά τα επόμενα βράδια και όχι εκείνο της 8ης Σεπτεμβρίου».
Μάλιστα, η κατάθεση αντικρούεται και από το πόρισμα της πυροσβεστικής υπηρεσίας το οποίο ολοκληρώθηκε τρεις εβδομάδες μετά τη σύλληψη των κατηγορουμένων, με αποτέλεσμα να μη ληφθεί υπόψη στο κατηγορητήριο. Όπως τονίζει η ερευνήτρια, «Η από μέρους μας χαρτογράφηση επιβεβαιώνει το πόρισμα της πυροσβεστικής». Η συνήγορος υπεράσπισης, Έφη Δούση, σχολίασε σχετικά πως, «Στόχος, είναι αυτή η έκθεση πραγματογνωμοσύνης να χρησιμοποιηθεί στο Εφετείο και ελπίζουμε να μας επιτρέψουν να δείξουμε το βίντεο των FA / Forensis».
Ο δικηγόρος Βασίλης Παπαστεργίου αναφέρθηκε σε όσα συνιστούν και διασφαλίζουν μια δίκαιη δίκη, στοιχεία τα οποία παραβιάστηκαν στον α’ βαθμό: «Εντοπίζονται δομικού τύπου ζητήματα, τα οποία καθιστούν αρκετά φανερό ότι υπάρχουν πολύ σοβαρά προβλήματα μη εφαρμογής της αρχής της δίκαιης δίκης. Κάθε πρόσωπο κατηγορούμενο για κάθε αδίκημα, τεκμαίρεται ότι είναι αθώο μέχρι να αποδειχθεί νόμιμα η ενοχή του. Κάθε κατηγορούμενος έχει το δικαίωμα να πληροφορηθεί σε σύντομη προθεσμία σε γλώσσα την οποία καταλαβαίνει και με λεπτομέρεια, τη φύση και το λόγο τις κατηγορίες σε βάρος του.
Επίσης, πρέπει να διαθέτει χρόνο και ευκολίες για την προετοιμασία της υπεράσπισής του, να μπορεί να έχει στην υπεράσπιση συνήγορο της εκλογής του, να εξετάσει ή να ζητήσει να εξεταστούν οι μάρτυρες κατηγορίας και να πετύχει την προσθήκη εξέτασης μαρτύρων υπεράσπισης, και να λάβει δωρεάν παραστάσεως διερμηνέως εάν δεν κατανοεί ή δεν ομιλεί τη γλώσσα. Από όλα αυτά, τηρήθηκε μόνο το δικαίωμα στην υπεράσπιση, με το σύνολο των αρχών να έχει παραβιαστεί».
Δίκη κεκλεισμένων των θυρών
Εστιάζοντας στην καταπάτηση του δημόσιου χαρακτήρα της δίκης, ο κ. Παπαστεργίου διευκρίνισε πως, «Οι υγειονομικοί λόγοι [σ.σ. λόγω covid] δεν θεωρούνται λόγοι για τους οποίους μπορεί κάποιος να αποκλείσει το δικαίωμα της δημόσιας δίκης – ειδικά μιας δίκης μείζονος σημασίας, από την οποία αποκλείστηκαν διεθνείς παρατηρητές/αντιπρόσωποι, εκπρόσωπος της Ύπατης Αρμοστείας και όλοι οι δημοσιογράφοι, και στη θέση τους υπήρχαν επτά αστυνομικοί».
Η Νατάσα Νταϊλιάνη, συνήγορος υπεράσπισης από το Legal Center Lesvos, πρόσθεσε σχετικά: «Το οξύμωρο είναι, πως, ενώ είμαστε παράγοντες της δίκης ως συνήγοροι, είμαστε παράλληλα και οι μόνοι που την καταγράψαμε. Ζητήσαμε να μπουν οκτώ δημοσιογράφοι και δεν επετράπη ούτε σε έναν. Ήταν μία κακοποιητική διαδικασία για τους συμμετέχοντες, δεν έχω βιώσει ξανά αντίστοιχη εμπειρία σε δίκη».
Καταδίκη βασισμένη στη μαρτυρία ενός ανθρώπου-φάντασμα
Η παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας των κατηγορουμένων σημειώθηκε προτού ακόμη ξεκινήσει η δίκη, όταν ο τότε υπουργός Δημόσιας Τάξης, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, και ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Νότης Μηταράκης, δήλωσαν δημόσια και με πλήρη βεβαιότητα για την ενοχή των κατηγορούμενων, ότι συνελήφθησαν «οι δράστες». Η κα. Νταϊλιάνη επεσήμανε σχετικά ότι, «Χωρίς ύπαρξη αποδεικτικών στοιχείων της ενοχής τους, οι άνθρωποι αυτοί είχαν ήδη καταδικαστεί την ημέρα της σύλληψής τους, γιατί η ζωή τους έκανε πρόσφυγες και τους έφερε εδώ».
Στη συνέχεια, εστιάζοντας στον τρόπο με τον οποίο η μοναδική μαρτυρία ενός ανθρώπου οδήγησε τους κατηγορούμενους στη φυλακή, ο κ. Παπαστεργίου εξήγησε πως, «Είναι πραγματικά αδιανόητο, για μια υπόθεση η οποία θα οδηγήσει στο εδώλιο του κατηγορουμένου ανθρώπους με κακουργηματικές κατηγορίες, να μην εξασφαλίζεται από την ανάκριση η παρουσία του βασικού μάρτυρα στη δίκη, να μην υπάρχει δηλωμένη διεύθυνση, και επιβεβαίωση αυτής».
Όπως υπογράμμισε παράλληλα η κα. Δούση, «Η ίδια η υπεράσπιση έφτασε σε ένα σημείο να προσπαθεί να βρει τον μάρτυρα. Πού το ακούσατε ξανά αυτό; Ιδίως τη στιγμή, που, αν ένας πρόσφυγας δεν δηλώσει τη διεύθυνσή του, υπάρχουν επιπτώσεις ακόμα και στο άσυλό του λόγω μη τήρησης του καθήκοντος συνεργασίας με τις αρχές. Αντί να βρεθεί ο μάρτυρας, μείναμε σε μια μαρτυρική κατάθεση». Επίσης, η κα. Νταϊλιάνη κατήγγειλε πως, «καμία άλλη οργάνωση πέρα από τη δική μας δεν βρέθηκε τότε να αναλάβει την υπεράσπιση των κατηγορουμένων, με το σκεπτικό της μη ταύτισης με τους “εμπρηστές”».
Αμφισβήτηση της ανηλικότητας των θυμάτων παρά την προσκόμιση εγγράφων
Ο κ. Παπαστεργίου στάθηκε ακολούθως στο ζήτημα της εκτίμησης της ενηλικότητας ή ανηλικότητας των κατηγορουμένων. «Το δικαστήριο παρέβλεψε τα έγγραφα που πιστοποιούσαν ότι ήταν ανήλικοι κατά το χρόνο της φερόμενης τέλεσης της πράξης και στηρίχθηκε σε μια πραγματογνωμοσύνη ενός εγκληματολόγου-ανθρωπολόγου, και όχι γιατρού, η οποία βασίστηκε σε μια ακτινογραφία του χεριού τους. Η κράτηση ανηλίκου, δε, οφείλει να είναι το έσχατο μέσο – αντ’ αυτού, οι κατηγορούμενοι οδηγήθηκαν αμέσως στη φυλακή».
Η κα. Δούση πρόσθεσε σχετικά πως, «Όταν προσπαθήσαμε να αντικρούσουμε την πραγματογνωμοσύνη, το δικαστήριο μας είπε ότι, μπορεί να υπήρχε στον κατάλογο των πραγματογνωμόνων παιδίατρος, αλλά ο εγκληματολόγος-ανθρωπολόγος με βάση τα πορίσματα της επιστημοσύνης του, μια χαρά κατάλαβε το εύρος της ηλικίας των κατηγορούμενων!».
Στη συνέχεια της συζήτησης, αναδείχθηκαν οι απάνθρωπες συνθήκες υπό τις οποίες μοχθούσαν να επιβιώσουν οι πρόσφυγες μέσα στο camp, που, φαίνεται να ήταν άμεσα συνδεδεμένες με το ξέσπασμα της φωτιάς. Η ερευνήτρια έκανε λόγο για 247 φωτιές που «είχαν προηγηθεί και δεν υπήρξε κανένα μέτρο για την προστασία των ανθρώπων, ενώ μάλιστα στο παρελθόν είχαν χάσει τη ζωή τους ενήλικες και παιδιά στο στρατόπεδο». Η κα. Δούση αναφέρθηκε σε «βραχυκυκλώματα, εύφλεκτα υλικά, σκουπίδια, και διαχείριση μιας υγειονομικής κρίσης την οποία δεν ανέλαβαν οι γιατροί και ο ΕΟΔΥ, αλλά ο στρατός, η πυροσβεστική, τα σώματα ασφαλείας και ύστερα το ιατρικό προσωπικό με εντολή της κυβέρνησης».
Και συνέχισε λέγοντας, «Οι άνθρωποι εκεί πέθαιναν και τους έλεγαν “να πλένετε χεράκια”. Ενώ είχε εντοπιστεί το πρώτο κρούσμα, έπλεκαν μόνοι μάσκες, έπαιρναν νερό από παρακείμενο ποταμό γιατί δεν είχαν πόσιμο… Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο όμως εκνευρίστηκε και δεν ήθελε να ακούσει για τις απάνθρωπες συνθήκες της Μόριας, εξυπηρετώντας με τον τρόπο του την αποσύνδεση αιτίας και αποτελέσματος και των όποιων πολιτικών ευθυνών».
Κατά την ολοκλήρωση της εκδήλωσης, η κα. Νταϊλιάνη αναφέρθηκε σε όσα περιμένουμε από το Εφετείο: «Επιδιώκουμε να αναγνωριστούν οι εξόφθαλμες παραβιάσεις της πρωτόδικης διαδικασίας. Θα ξανακάνουμε τις ενστάσεις και επιδιώκουμε να αφεθούν ελεύθεροι οι κατηγορούμενοι. Περιμένουμε μια δίκαιη δίκη, με σεβασμό, και έξω από πολιτικές σκοπιμότητες. Είναι άλλη μία υπόθεση που βγαίνει από τα σπλάχνα της εντατικοποίησης της ποινικοποίησης προσφύγων και μεταναστών. Αυτοί οι άνθρωποι, εάν δεν είναι θύματα επαναπροωθήσεων, εάν δεν πνιγούν στη θάλασσα, τιμωρούνται για την ύπαρξή τους και για το γεγονός ότι τόλμησαν να έρθουν στην Ελλάδα».
Και κατέληξε η κα. Δούση λέγοντας, «Έχει σημασία να μάθουμε γιατί βρήκαμε αυτούς τους έξι ανθρώπους και με αυτόν τον τρόπο, για να αποδώσουμε τον εμπρησμό της Μόριας. Τι σημαίνει αυτή η καταδίκη σε σχέση με την όποια πολιτική σκοπιμότητα;».