Προς μια κατεύθυνση μακρύτερα από την Αμφίπολη

Ποια είναι η γνώμη σας γύρω από το θέμα της Αμφίπολης; Δικαιολογείται όλος αυτός ο πανικός που έχει ξεσπάσει με το θέμα;
Οι εχέφρονες αρχαιολόγοι έχουμε την τάση να μη μιλάμε πολύ πριν ολοκληρωθεί η έρευνα. Είναι άσχημο να δημιουργείται ένα κλίμα εντυπωσιασμού και μετά, εφόσον τα ευρήματα δεν είναι ακριβώς τα αναμενόμενα να καταρρέουν όλα. Το έχω αναφέρει πολλές φορές στο παρελθόν και συνεχίζω να το υποστηρίζω, τα ΜΜΕ δρουν συχνά πιεστικά απέναντί μας. Μας εξωθούν (και είναι βεβαίως και δική μας ευθύνη, των αρχαιολόγων, ότι συναινούμε) στο να παρουσιάσουμε ένα εύρημα ως σημαντικότερο από ότι μπορεί πραγματικά να είναι, αλλιώς δε θα λάβουμε το μερίδιό μας στη διασημότητα, με ότι συνεπάγεται για χρηματοδότηση, προβολή, και τελικά εξαργύρωση με οφίκια και θέσεις. Δημιουργείται έτσι κατά την παρουσίαση ανασκαφών μια τάση εντυπωσιοθηρίας και ένα είδος πλειοδοσίας σημαντικότητας. Το «σημαντικό» όμως έχει άλλα κριτήρια για τον επιστήμονα, άλλα για το πεπαιδευμένο κοινό και άλλα για τα παιδιά, για να μείνω μόνο στις τρεις χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις.

Θεωρείτε ότι τα ΜΜΕ κάνουν «κακό» στο όλο ζήτημα;
Η Αμφίπολη είναι το εξιλαστήριο θύμα πολλών και άσχετων μεταξύ τους προτεραιοτήτων και σκοπιμοτήτων, που εξυπηρετούνται από τα ΜΜΕ. Μια από τις σκοπιμότητες είναι καθαρά πολιτική. Η σημερινή μας εξουσία πιστεύει –ανοήτως κατά τη γνώμη μου- ότι μία μεγάλη και σημαντική ανακάλυψη (της τάξεως: ο τάφος του Μ. Αλεξάνδρου, ο οποίος φυσικά και δεν μπορεί να είναι, και το λέω αυτό με κάθε βεβαιότητα) θα παίξει κάποιο ρόλο στο προσεχές εκλογικό αποτέλεσμα ή θα μεταβάλλει τη δυναμική της κυβέρνησης. Αυτό είναι μια στρεβλή προσέγγιση από μόνη της, η οποία όμως μετατρέπεται πλέον σε μια στρέβλωση μέσα στην ίδια την κοινωνία. Μια άλλη προτεραιότητα της οποίας θύμα είναι η Αμφίπολη είναι η διαιώνιση του ένδοξου εθνικού αφηγήματος, στο οποίο επιχειρείται να ενταχτεί. Κάποια από τα ΜΜΕ (δεν τα βάζω όλα στην ίδια κατηγορία ασφαλώς) είναι τόσο τραγικά εκτός πραγματικότητας που σίγουρα δεν βοηθούν στην κατανόηση του φαινομένου.

Μιλώντας για το Μ. Αλέξανδρο θυμήθηκα ότι έχετε συμμετάσχει σε μια αποστολή στο σημερινό Ιράκ. Τι έγινε με αυτή;
Ήταν μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο συνεργασίας με το Πανεπιστήμιο Αθηνών το 2011. Διηύθυνα την έρευνα για τον εντοπισμό του πεδίου της μάχης των Γαυγαμήλων και παρότι εντοπίσαμε θέση, η οποία ταίριαζε απόλυτα με τις περιγραφές από τις αρχαίες πηγές, ένας αναπάντεχος κατακλυσμός που έκοψε δρόμους απέτρεψε την πρόσβασή μας στο σημείο. Το βλέπαμε από μακριά αλλά δεν μπορούσαμε να πάμε. Εκκρεμεί λοιπόν ακόμα μια επίσκεψη. Και προς το παρόν, λόγω των ειδικών συνθηκών που επικρατούν στην περιοχή δε φαίνεται ότι θα γίνει άμεσα.
Γιατί γίνατε αρχαιολόγος;
Προφανώς γιατί δεν μπορούσα να γίνω κάτι καλύτερο (γέλια). Σοβαρά τώρα, μεγάλωσα στην περιοχή των Δελφών κι αυτό το τοπίο είναι χαραγμένο μέσα μου. Ακόμη θυμάμαι τις ιστορίες του παππού μου, ως εργάτη στις ανασκαφές. Αργότερα δίπλα στο σπίτι μου γινόταν μια ανασκαφή και ερχόμουν σε επαφή με τα ευρήματα κάθε μέρα. Ε, δεν ήθελα πολύ, λοιπόν.
Τι θέμα υπάρχει με τις ιδιωτικές συλλογές και τις λαθρανασκαφές;
Υπάρχει ένα σοβαρό ζήτημα δεοντολογίας, το οποίο αντιμετωπίζεται μερικές φορές με μανιχαϊστική ευκολία του τύπου «είναι καλές ή κακές οι ιδιωτικές συλλογές;» Φυσικά και έχει σημασία πώς και πότε συστάθηκαν. Άλλωστε και το μουσείο Μπενάκη και το μουσείο Κυκλαδικής τέχνης σε ιδιωτικές συλλογές βασίστηκαν. Και οι συλλογές Σταθάτου, Βλαστού και αιγυπτιακής τέχνης στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο ιδιωτικές συλλογές ήταν. Σήμερα όμως πώς αντιμετωπίζουμε το θέμα; Με πολύ περίσκεψη και ανησυχία όταν αντιλαμβανόμαστε ότι οι αρχαιότητες προέρχονται από λαθρανασκαφές και η αγορά τους από συλλέκτες ή μουσεία δεν κάνει τίποτα άλλα παρά να δημιουργεί μια ζήτηση που μοιραία οδηγεί και σε άλλες λαθρανασκαφές, αποκόπτοντας τα ευρήματα από τα συγκείμενά τους, τα στοιχεία δηλαδή που τα εντάσσουν σε ένα πολιτισμικό πλαίσιο και τα κάνουν «λαλούντα». Μερικές φορές υπάρχει και μια υποκριτική στάση, η οποία πρεσβεύει ότι δεν θα έπρεπε να μελετάμε και να παρουσιάζουμε τα αντικείμενα συλλογών χωρίς βεβαιωμένη προέλευση. Φυσικά οι ίδιοι που το λένε είναι οι πρώτοι που κάνουν χρήση των δημοσιεύσεων και των καταλόγων ιδιωτικών μουσείων και συλλογών.

Είναι η μνήμη υποκατάστατο της αθανασίας;
Όχι δεν είναι. Η μνήμη αποτελεί τον κύριο λόγο για να υπάρχουμε. Δε γίνεται χωρίς αυτή. Υπάρχει μια σχέση συμμετρίας ανάμεσα στα πολλά παρελθόντα (που είναι τόσο πολλά όσα και τα μάτια που τα κοιτούν) και στο ένα και αδιαίρετο ακόμα μέλλον που μας επιτρέπει να ζούμε το παρόν.

Βλέποντας κάποιος όλα αυτά τα θαυμάσια ευρήματα που αποκαλύπτει η αρχαιολογική σκαπάνη μπορεί να καταλήξει κάποιος στο συμπέρασμα ότι η τέχνη μπορεί να είναι χορηγός στη ζωή;
Μπορεί και να είναι. Αλλά δεν είναι αυτός ο σκοπός της. Η ζωή όμως είναι μετά βεβαιότητος χορηγός της τέχνης.

Έχει τύχει στη δουλειά σας να κυνηγάτε την αλήθεια και τελικά να ανακαλύπτετε ότι δεν υπάρχει μόνο μία;
Οι άνθρωποι συνήθως είμαστε ματαιόδοξοι. Πιστεύουμε ότι κατέχουμε την μοναδική αλήθεια ακόμη κι όταν δεν το λέμε ρητά αλλά αναζητούμε τις επιβεβαιώσεις της. Κι εκεί τα πράγματα γίνονται ενδιαφέροντα γιατί έρχονται οι ακυρώσεις και οι ανατροπές. Η αλήθεια από μόνη της δε χρησιμεύει αν δεν υπάρχουν άνθρωποι να «πατήσουν» πάνω της. Την αρχαιολογία δεν την κάνουμε για να χρονολογήσουμε κανθάρους και να αποδώσουμε κρατήρες σε ζωγράφους. Αναζητούμε τους ανθρώπους, τις μικρές και μεγάλες αφηγήσεις της ζωής, εκείνα τα νήματα που φτάνοντας ως εμάς υφαίνουν τα νοήματα και του δικού μας βίου.

Πόσο η τεχνολογία βοηθά την αρχαιολογία;
Πολύ. Αν και την έχει αποπροσανατολίσει κάποιες φορές, όταν η χρήση της έγινε αλόγιστα. Οι αρχαιολόγοι όμως ήταν από τους πιο ανοιχτούς επιστήμονες των ανθρωπιστικών σπουδών απέναντι στη χρήση των τεχνολογιών ήδη από τη δεκαετία του 1950.

Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας;
Κυρίως εκδοτικά, διδακτικά και ανασκαφικά επί του παρόντος. Καθώς διδάσκω Αρχαία Ελληνική Οικονομία, ως επισκέπτης καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο της Πράγας, είναι πλέον απαραίτητο να οργανώσω ένα μικρό σύγγραμμα για το αντικείμενο για να βοηθήσω τους φοιτητές μου παρουσιάζοντας πιο συγκροτημένα τα στοιχεία για την οικονομία στην αρχαία Ελλάδα. Η δουλειά αυτή βρίσκεται σε εξέλιξη. Όπως ανέφερα ήδη, μια σειρά άρθρων και μονογραφιών για την αρχαία Αντίκυρα έχει επίσης ξεκινήσει, ενώ είμαι «χρεωμένος» εδώ και χρόνια να συντάξω τον κατάλογο χαλκών του Μουσείου Μπενάκη και αισθάνομαι τύψεις για την καθυστέρησή του. Η μελέτη του υλικού ευτυχώς ολοκληρώθηκε και ελπίζω εντός του επόμενου χρόνου να είμαι σε θέση να παραδώσω το κείμενο. Και βέβαια η συνεχιζόμενη ανασκαφή στη Χαλκά Μπουνάρ απαιτεί συστηματικές δημοσιεύσεις και ελπίζω να οδηγήσει και σε μια έκθεση των ευρημάτων στην Αθήνα.

Η συζήτηση με το Δρ. Σίδερη διήρκησε πολλές ώρες και σίγουρα θα μπορούσε να κρατήσει άλλες τόσες, καθώς μέσα από την κουβέντα, ειδικά όταν μιλούσε για την αγάπη του για τα ταξίδια και την επαφή με τη φύση, άλλαζε τελείως η εικόνα του αυστηρού επιστήμονα, που έχουν σχεδόν όλοι στερεοτυπικά στο μυαλό τους. Στην απέναντι καρέκλα καθόταν ένας έφηβος που μιλούσε με ενθουσιασμό, τόσο για το μικρό υπέροχο μουσείο του Κεραμεικού, όσο και για τα ταξίδια που έχει κάνει ή που έχει στα σκαριά με σκοπό τη γνωριμία και την επαφή με πολιτισμικούς προορισμούς. Και με τους ανθρώπους. Και με τη φύση. Κυρίως με αυτή. Έτσι όπως εκείνη αποκαλύπτεται με όλο το μεγαλείο της στη Γουατεμάλα, στη Σρι Λάνκα, στο βυθό του Ειρηνικού ή στο Βόρνεο.

Το εξώφυλλο του νέου βιβλίου του Δρ. Αθανάσιου Σίδερη με θέμα την Αντίκυρα.

Page: 1 2

Γιώτα Παναγιώτου

Share
Published by
Γιώτα Παναγιώτου