Στα μέσα του Απριλίου 2020, καθώς η πανδημία του νέου κορωνοϊού βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη και τα συστήματα υγείας όλων των κρατών ασχολούνταν αποκλειστικά με την αντιμετώπισή της, ένα από τα πιο αναγνωρισμένα ιατρικά περιοδικά, το New England Journal of Medicine δημοσίευσε ενα άρθρο με το χαρακτηριστικό τίτλο ‘The Untold Toll — The Pandemic’s Effects on Patients without Covid-19’.
Η συγγραφέας του άρθρου περιγράφει μέσα από πραγματικές ιστορίες ασθενών στις ΗΠΑ, πώς η επικέντρωση όλης της προσπάθειας του Υγειονομικού Ιστού στον περιορισμό της πανδημίας μπορεί να οδηγήσει στο να παραμεληθούν προβλήματα υγείας άλλων πληθυσμιακών ομάδων, που εσφαλμένα θεωρούνται πως μπορεί να περιμένουν επειδή δεν σχετίζονται άμεσα με το νόσημα COVID-19. Ασθενείς με επείγουσες καταστάσεις αποφεύγουν τα νοσοκομεία από φόβο μην εκτεθούν στον ιό. Προγραμματισμένες χειρουργικές επεμβάσεις υποβαθμίζονται σε «μη προτεραιότητας» και καθυστερούν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αναβάλλονται θεραπείες σε ασθενείς με καρκίνο προκειμένου να μειωθούν οι επισκέψεις τους σε νοσοκομεία. Τέλος, ασθενείς με χρόνια νοσήματα αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη συνέχιση της παρακολούθησης και θεραπείας τους καθώς πολλά νοσοκομεία αναστέλλουν τη λειτουργία των αντίστοιχων τμημάτων ώστε να εξασφαλίσουν ανθρώπινο δυναμικό και υλικοτεχνικές υποδομές που θα χρησιμοποιηθούν σε τμήματα αντιμετώπισης του COVID-19.
Το άρθρο αυτό αποτύπωσε με τον καλύτερο τρόπο μια νέα πραγματικότητα που διαμορφώθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης του COVID-19 για τους ασθενείς με χρόνια νοσήματα, μια πραγματικότητα που εύκολα θα μπορούσε να τους μετατρέψει σε παράπλευρες απώλειες της πανδημίας.
Μπροστά σε αυτά τα προβλήματα βρέθηκαν στα τέλη Φεβρουαρίου οι γιατροί και οι πάνω από 400 ασθενείς με Ιδιοπαθείς Φλεγμονώδεις Νόσους του Εντέρου (ΙΦΝΕ) – ασθενείς που πάσχουν απο Ελκώδη Κολίτιδα ή νόσο Crohn – που παρακολουθούνται στη Γαστρεντερολογική Μονάδα του Νοσοκομείου Σωτηρία.
Το Νοσοκομείο μετατράπηκε εντός λίγων ημερών σε Κέντρο διαχείρισης της πανδημίας με αποκλειστικό στόχο να αντιμετωπίσει τις συνέπειες του COVID-19 στην Αθήνα. Δεδομένης της νέας κατάστασης, η πρόκληση για τους γιατρούς του τμήματος ήταν μεγάλη προκειμένου να βρεθούν άμεσα λύσεις για να διασφαλισθεί η συνέχεια στην φροντίδα των ασθενών με ΙΦΝΕ.
Ο Αν. Καθηγητής Γαστρεντερολογίας και διευθυντής της Γαστρεντερολογικής Μονάδας, Γιώργος Μπάμιας, μας εξηγεί πώς η πανδημία προκάλεσε κύμα επιπτώσεων εις βάρος και όσων δεν επλήγησαν άμεσα από αυτήν, αλλά και πώς αντιμετωπίστηκαν τα θέματα αυτά στη Γαστρεντερολογική Μονάδα του Νοσοκομείου Σωτηρία.
Ποια προβλήματα έφερε η πανδημία στη φροντίδα των ασθενών με ΙΦΝΕ; Ένα από τα πρώτα μέτρα της ομάδας διαχείρισης της πανδημίας στην Ελλάδα ήταν η μετατροπή του «Σωτηρία» σε κέντρο αποκλειστικής διαχείρισης κρουσμάτων κορωνοϊού. Η επιλογή αυτή ήταν απόλυτα δικαιολογημένη αν σκεφτεί κανείς τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του νοσοκομείου μας. Άλλωστε, η αρχική του λειτουργία ως Σανατόριου για άτομα με φυματίωση είχε σαν αποτέλεσμα μια μοναδική κτιριακή διασπορά με 34 ξεχωριστές κατασκευές μέσα σε μια δασώδη έκταση 50 στρεμμάτων. Αυτό διευκολύνει την πλήρη απομόνωση ολόκληρων κτιριακών δομών, δυνατότητα πολύτιμη για τη διαχείριση ενός κατεξοχήν μεταδοτικού νοσήματος όπως το COVID-19. Εξαιτίας της μετέπειτα λειτουργίας του ως Νοσοκομείο Νοσημάτων Θώρακος, το Νοσοκομείο διαθέτει μεγάλο αριθμό γιατρών και νοσηλευτών με εξειδίκευση σε νοσήματα των πνευμόνων κατανεμημένους σε πολλές οργανωμένες Πνευμονολογικές Κλινικές και τρεις μονάδες εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ). Μάλιστα, αρκετά μέλη του Υγειονομικού και Διοικητικού Προσωπικού έχουν εμπειρία σε διαχείριση κρίσεων από μεταδοτικά νοσήματα, καθώς το Σωτηρία ήταν κέντρο αναφοράς κατά τη διάρκεια της επιδημίας από τον SARS-CoV1.
Από τη άλλη πλευρά, μια τέτοια προσαρμογή και μάλιστα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα δεν θα μπορούσε να γίνει χωρίς να προκύψουν παράπλευρα προβλήματα, και κυρίως για τους ασθενείς με χρόνια προβλήματα υγείας, για τους οποίους η παροχή υπηρεσιών υγείας κινδύνευε να διακοπεί ή να περιοριστεί επικίνδυνα. Προσωπικό από όλα τα τμήματα του νοσοκομείου κινητοποιήθηκε προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες για την αντιμετώπιση του COVID. Το μεγαλύτερο μέρος του προσωπικού της Γαστρεντερολογικής Μονάδας αποσπάσθηκε σε κλινικές COVID και η λειτουργία του τμήματος περιορίστηκε στην κάλυψη επειγουσών αναγκών. Τα προβλήματα στην αντιμετώπιση των χρονίων πασχόντων κάτω από την πίεση της πανδημίας φάνηκαν και σε άλλες χώρες που χτυπήθηκαν πιο πολύ από το COVID-19. Παρατηρήθηκε π.χ. μείωση προσέλευσης στα νοσοκομεία περιπτώσεων με καρδιαγγειακά νοσήματα, που πιθανά σχετιζόταν όχι τόσο με πραγματική ελάττωση της εμφάνισης τους αλλά με απροθυμία των ασθενών να έρθουν σε επαφή με το σύστημα υγείας, γεγονός που πολλές φορές είχε καταστροφικά αποτελέσματα.
Είμαστε πολύ χαρούμενοι γιατί κατά τη διάρκεια της κρίσης δεν διακόψαμε ποτέ τις απαραίτητες θεραπείες, ενώ μέχρι σήμερα δεν υπήρξαν ασθενείς μας θετικοί στον κορωνοϊό.
Ποια ήταν η αντίδραση των ασθενών με ΙΦΝΕ στη πανδημία; Δεν πρέπει να μας διαφεύγει καθόλου η επίπτωση της πανδημίας και των αλλαγών που αυτή έφερε στη καθημερινότητα μας, στην ψυχολογία των ασθενών. Η αίσθηση ενός αόρατου κινδύνου που σε απειλεί και η αδυναμία προσωπικής επαφής και επικοινωνίας είναι πολύ εύκολο να επηρεάζουν σοβαρά τη συναισθηματική κατάσταση των ανθρώπων. Αυτο αποτυπώθηκε πολύ έντονα στα αποτελέσματα μιας πανευρωπαϊκής έρευνας που οργανώθηκε από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό της νόσου Crohn και Ελκώδους Κολίτιδας (ECCO) και την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία των οργανώσεων για την Ελκώδη Κολίτιδα για τη νόσο Crohn (EFCCA). Η έρευνα περιλάμβανε ερωτηματολόγια που συμπληρώθηκαν από τους ασθενείς, ανάμεσα στους οποίους και 300 Έλληνες πάσχοντες από ΙΦΝΕ.
Στις απαντήσεις αποτυπώνεται ο φόβος των ασθενών για την πανδημία που ξεκινά από το δισταγμό να ταξιδέψουν, να πάνε στο νοσοκομείο και να έρθουν σε επαφή με άλλους ανθρώπους ενώ σχεδόν όλοι ανησυχούν ότι μπορεί να μεταδώσουν ή να κολλήσουν τον ιό. Πιο σημαντικό είναι πως ένα ποσοστό ασθενών που ξεπερνούσε το 50% φοβούνται ότι μπορεί να πεθάνουν κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Αυτο που εντυπωσιάζει πιο πολύ είναι ότι όταν ένα ανάλογο ερωτηματολόγιο στάλθηκε στους γιατρούς που παρακολουθούν ασθενείς με ΙΦΝΕ οι απαντήσεις δεν ήταν και πολύ διαφορετικές. Οι περισσότεροι γιατροί παραδέχτηκαν πως η πανδημία τους έχει επηρεάσει ψυχολογικά, ότι φοβούνται πως θα κολλήσουν τον ιό ή ότι θα τον μεταδώσουν στους ασθενείς τους, ενώ ένας στους τρεις γιατρούς επίσης φοβάται ότι θα πεθάνει στην πανδημία.
Μια απογοητευτική διαπίστωση από αυτές τις μελέτες ήταν ότι μόνο ένας στους δέκα ασθενείς βρήκε βοήθεια για τις ανησυχίες του από τον γιατρό του, ενώ οι περισσότεροι βοηθήθηκαν από τον σύλλογο ασθενών ή από γνωστούς τους. Αυτό πρέπει να είναι ένα καμπανάκι για εμάς τους γιατρούς: το επίπεδο επικοινωνίας με τους ασθενείς μας είναι ακόμη πολύ μακριά από το επιθυμητό.
Πώς προσαρμόστηκε η λειτουργία της Γαστρεντερολογικής Μονάδας/ΙΦΝΕ στα νέα δεδομένα;
Στη Γαστρεντερολογική Μονάδα του νοσοκομείου το ζητούμενο ήταν ένα: να μην εγκαταλείψουμε τους ασθενείς μας για όσο θα διαρκούσε η κρίση. Η Μονάδα μας αποτελεί τμήμα της Γ΄ Πανεπιστημιακής Παθολογικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Η Κλινική μας με επικεφαλής τον Καθηγητή Κωνσταντίνο Συρίγο αποτέλεσε έναν από τους βασικότερους μοχλούς της μάχης κατά της πανδημίας που δόθηκε στο νοσοκομείο μας αλλά και στην χώρα μας γενικότερα. Σε συνεργασία με τη Διεύθυνση της Κλινικής και με βάση τις οδηγίες της διοίκησης του νοσοκομείου αναπτύξαμε ένα σχέδιο δράσης που βασίστηκε σε τρεις αρχές: ενημέρωση, προστασία και συνέχιση της θεραπείας.
Η πρώτη μας έγνοια λοιπόν ήταν να εξασφαλίσουμε διαρκή και εξ αποστάσεως επικοινωνία με τους ασθενείς μας. Χρησιμοποιήσαμε τρεις τρόπους επικοινωνίας: τα social media, με τη δημιουργία σελίδας του τμήματος στο Facebook, μια αποκλειστική τηλεφωνική γραμμή επικοινωνίας, καθώς και αποκλειστική διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Μέσω της σελίδας του Facebook ενημερώνουμε διαρκώς τους ασθενείς για τα ζητήματα που τους αφορούν σε σχέση με την πανδημία. Συγχρόνως, μεταφράζουμε σημαντικές δημοσιεύσεις από ξενόγλωσσα περιοδικά και οδηγίες των διεθνών οργανισμών για τους ασθενείς με ΙΦΝΕ και τα ανεβάζουμε στη σελίδα μας. Τέλος, ενημερώνουμε τους ασθενείς για διαδικτυακά εκπαιδευτικά προγράμματα που γίνονται, με τη συμμετοχή και του τμήματός μας. Αν κρίνουμε από τις αντιδράσεις τους, τα σχόλια τους και την επισκεψιμότητα στη σελίδα μας, η προσπάθεια μάλλον πέτυχε καθώς οι ασθενείς μας είχαν τη αίσθηση ότι πληροφορούνται επαρκώς και επίσης ότι μπορούν να έχουν βοήθεια αν χρειαστούν. Συγχρόνως, κάθε δυο εβδομάδες οι ασθενείς μας συμπληρώνουν μια ηλεκτρονική φόρμα που αποτυπώνει την κατάσταση της υγείας τους, και έτσι ενημερωνόμαστε εγκαίρως για τυχόν προβλήματα. Επίσης, όσοι ασθενείς θέλουν, συμπληρώνουν και ένα ερωτηματολόγιο που αφορά τη συναισθηματική τους κατάσταση με στόχο την αναγνώριση εκείνων που χρήζουν περαιτέρω υποστήριξης.
Η ηλεκτρονική επικοινωνία βοήθησε στο να πετύχουμε και το δεύτερο στόχο μας που ήταν η προστασία των ασθενών μας μέσω της απομόνωσης στο σπίτι. Αυτο είναι πολύ σημαντικό αν λάβουμε υπόψιν ότι ασθενείς με ΙΦΝΕ, όπως και όλοι οι ασθενείς με χρόνια νοσήματα, έρχονται συχνά στο νοσοκομείο για περιοδική παρακολούθηση και συνταγογράφηση, αλλά και σε τμήματα επειγόντων περιστατικών ή εισάγονται για νοσηλεία. Κάτι που μάθαμε από την εξέλιξη της πανδημίας στη Κίνα, την Ιταλία και άλλες χώρες με πολλά κρούσματα είναι ότι το νοσοκομειακό περιβάλλον μπορεί να λειτουργήσει σαν δεξαμενή του ιού και να διευκολύνει τη μετάδοσή του τόσο στο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό όσο και σε άλλους ασθενείς. Αλλά και εκτός νοσοκομείου οι ασθενείς με ΙΦΝΕ δεν είναι εύκολο να μείνουν σε αυστηρή απομόνωση καθότι πρέπει να προμηθευτούν τα φάρμακα τους είτε από ιδιωτικά φαρμακεία είτε από τα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ, μέρη και τα δύο που ευνοούν το συνωστισμό και αυξάνουν τη πιθανότητα μετάδοσης του κορονωϊού.
Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι σχετικά με τη συνέχιση της φροντίδας των ασθενών υπήρχαν πρακτικά προβλήματα που έπρεπε να λυθούν, όπως για παραδειγμα της προμήθειας των φαρμάκων τους. Σε αυτό καταλυτικό ρόλο έπαιξε η εφαρμογή της άυλης συνταγογράφησης. Η δυνατότητα οι ασθενείς να λαμβάνουν ηλεκτρονικά τη συνταγή τους απλοποιεί τη διαδικασία και κάνει περιττή την επίσκεψη στο νοσοκομείο. Προχωρήσαμε ένα βήμα παραπέρα και σε συνεργασία με τις φαρμακευτικές εταιρείες που προμηθεύουν τους υποδόριους βιολογικούς παράγοντες, τους οποίους λαμβάνει ένα σημαντικό ποσοστό των ασθενών μας, εξασφαλίσαμε τη δωρεάν κατ’ οίκον παράδοση των φαρμάκων. Έτσι, από την αρχή της κρίσης, οι ασθενείς μας λαμβάνουν τα φάρμακα τους κανονικά και στην ώρα τους χωρίς να χρειαστεί να βγουν από το σπίτι ούτε ένα λεπτό. Είναι μια μεγάλη επιτυχία που έγινε πραγματικότητα μέσα από τη συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων.
Ο τρίτος μας στόχος ήταν να μη στερηθούν οι ασθενείς τη σωστή παρακολούθηση και τις θεραπείες τους. Ακολουθώντας τις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες, όλοι οι ασθενείς μας συνέχισαν κανονικά την αγωγή τους, πράγμα σημαντικό προκειμένου να μειωθούν οι πιθανότητες υποτροπής της νόσου τους και να αποφευχθεί μια έξαρση μέσα στην πανδημία. Όλες οι ενδοφλέβιες θεραπείες έγιναν κανονικά χωρίς καμία διακοπή και με όλα τα απαραίτητα μέτρα ασφαλείας στο πολύ καλά οργανωμένο τμήμα εγχύσεων που λειτουργεί σε συνεργασία με την Ογκολογική Μονάδα της Κλινικής μας. Είμαστε πολύ χαρούμενοι γιατί κατά τη διάρκεια της κρίσης δεν διακόψαμε ποτέ τις εγχύσεις απαραίτητων φαρμάκων, ενώ μέχρι σήμερα δεν υπήρξαν ασθενείς μας θετικοί στον κορωνοϊό.
Προέκυψαν θετικά στοιχεία από την κρίση; Με τα μέχρι σήμερα δεδομένα η διαχείριση της κρίσης στην Ελλάδα θα πρέπει να θεωρείται επιτυχημένη. Απέναντι στις δεκάδες χιλιάδες νεκρούς άλλων ευρωπαϊκών χωρών στην Ελλάδα λιγότεροι από 200 συμπολίτες μας έχουν χάσει τη μάχη με τον κορωνοϊό. Το σύστημα υγείας άντεξε την πίεση χωρίς σε κανένα χρονικό σημείο να κινδυνεύσει με κατάρρευση. Αυτο που είναι εύκολο να ξεχάσουμε καθώς βγαίνουμε από την κρίση, είναι πως η επιτυχία δεν ήταν δεδομένη στο ξεκίνημα της πανδημίας. Αντίθετα, οι οιωνοί δεν ήταν και τόσο ευνοϊκοί. Η μακρόχρονη οικονομική κρίση είχε αφήσει πίσω της ένα ΕΣΥ εξασθενημένο, με προσωπικό γερασμένο, χωρίς αντικατάσταση των γιατρών που συνταξιοδοτήθηκαν και με τεράστιες ελλείψεις σε νοσηλευτικό προσωπικό. Σε μελέτη του Ευρωβαρόμετρου, η Ελλάδα ήταν η δεύτερη ευρωπαϊκή χώρα με τη μεγαλύτερη δυσπιστία των πολιτών της στο σύστημα υγείας. Η χώρα μας είναι επίσης η δεύτερη χώρα της Ευρώπης με το μεγαλύτερο ποσοστό ηλικιωμένων, που σημαίνει ότι μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού ανήκει στις λεγόμενες ευπαθείς ομάδες. Και πολύ συχνά τα άτομα αυτά μένουν στο ίδιο σπίτι με νεώτερους συγγενείς που μπορεί να τους μεταδώσουν τον κορωνοϊό.
Όταν πετύχαμε τόσα πολλά σε τόσο λίγο χρόνο, δικαιούμαστε να πιστεύουμε ότι μπορούμε να πετύχουμε πολύ περισσότερα κάτω από κανονικές συνθήκες λειτουργίας.
Η προσφυγική κρίση επίσης έχει δημιουργήσει κέντρα υποδοχής με κακές συνθήκες υγιεινής που μπορούν να λειτουργήσουν σαν δεξαμενές μετάδοσης του ιού. Τέλος, η συμμόρφωση ενός λαού που μόλις είχε αρχίσει να συνέρχεται από μια δεκαετή οικονομική κρίση σε μια πολιτική lockdown που μοιραία θα οδηγήσει σε νέα ύφεση δεν ήταν καθόλου δεδομένη.
Παρ’ όλα αυτά τα καταφέραμε. Όχι μόνο επιβιώσαμε με τις λιγότερες δυνατές απώλειες αλλά μπορούμε να βλέπουμε μπροστά με αισιοδοξία. Εμείς σαν Γαστρεντερολογικό Τμήμα του «Σωτηρία» είμαστε ευχαριστημένοι γιατί σε καμία περίπτωση δε διακόψαμε τη σχέση με τους ασθενείς μας και με χαρά τους βλέπουμε τώρα να ξανάρχονται στα εξωτερικά ιατρεία που μπήκαν πάλι σε λειτουργία. Καθώς οι μελλοντικές προκλήσεις εξακολουθούν να υπάρχουν, έχει σημασία να κρατήσουμε τα θετικά στοιχεία από τη διαχείριση της κρίσης του κορωνοϊού και να αξιοποιήσουμε αυτά που μάθαμε. Όταν πετύχαμε τόσα πολλά σε τόσο λίγο χρόνο, δικαιούμαστε να πιστεύουμε ότι μπορούμε να πετύχουμε πολύ περισσότερα κάτω από κανονικές συνθήκες λειτουργίας. Κάτι τέτοιο φυσικά απαιτεί συνεργασία μεταξύ της διοίκησης, των γιατρών και των ίδιων των ασθενών, που σπάνια τους ρωτάμε, ενώ τελικά όλα αφορούν αυτούς. Σημαντικά μέτρα όπως η άυλη συνταγογράφηση πρέπει να μονιμοποιηθούν γιατί οδηγούν σε σημαντική αποσυμφόρηση του συστήματος από επισκέψεις που δε χρειάζονται και ο διαθέσιμος χρόνος μπορεί να αφιερωθεί σε ασθενείς που έχουν ανάγκη.
Ακόμη περισσότερο η ηλεκτρονική ιατρική (e-Health) πρέπει να τεθεί κάτω από την αιγίδα του συστήματος υγείας και να επεκταθεί, ώστε ο παραγωγικός χρόνος του ιατρικού προσωπικού να μην καταναλώνεται σε διοικητικά καθήκοντα αλλά σε αμιγώς ιατρικά θέματα. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας η προσέλευση ασθενών στα τμήματα επειγόντων περιστατικών μειώθηκε δραματικά γεγονός που επιβεβαιώνει το από χρόνια κοινό μυστικό, ότι δηλαδή το μεγαλύτερο μέρος των ασθενών που πηγαίνουν στα επείγοντα δεν έχουν αληθινά επείγοντα προβλήματα. Εδώ χρειάζεται η ενίσχυση της πρωτοβάθμιας περίθαλψης ώστε τα νοσοκομεία να ασχολούνται μόνο με τις δύσκολες περιπτώσεις ασθενών που χρήζουν νοσηλείας. Τέλος θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι άτομα με χρόνια και ειδικά νοσήματα όπως και οι ασθενείς με Ελκώδη Κολίτιδα και νόσο Crohn απαιτούν παρακολούθηση από εξειδικευμένα τμήματα που πρέπει να αναπτυχθούν μέσα στο σύστημα υγείας όπως συμβαίνει σε όλες τις προηγμένες χώρες. Σε τέτοιες ειδικές μονάδες επιτυγχάνεται όχι μόνο η βέλτιστη παρακολούθηση των ασθενών, αλλά και η περαιτέρω εξασφάλιση πόρων για το σύστημα.
Αν όλα τα παραπάνω αρχίσουν σταδιακά να υλοποιούνται, ίσως στο μέλλον η πανδημία από το COVID-19 να μείνει στη μνήμη μας ως η μεγάλη κερδισμένη ευκαιρία για την Ελλάδα.