Κυριακή των Βαΐων και το λιβάνι που μυρίζει στην σκάλα της πολυκατοικίας μου θυμίζει πως η Εβδομάδα των Παθών βρίσκεται προ των πυλών. Εδώ και λίγες μέρες έχει πέσει στην αντίληψη μου η ύπαρξη μια λατρευτικής κοινότητας με το όνομα Λάβρυς. Σύμφωνα με ανακοίνωσή της στο διαδίκτυο, αποστολή της είναι «η διατήρηση, ανάδειξη και βιωματική προσέγγιση της ελληνικής πολυθεϊστικής παράδοσης μέσω δημόσιων θρησκευτικών τελεσμάτων, θεατρικών και μουσικών δρωμένων, διαλέξεων, δημοσιεύσεων, εκδόσεων και άλλων μορφών δράσης». Τηλεφωνώ στον Βασίλη Τσαντίλα -ή Χείρων κατά Λάβρυς– γραμματέα της κοινότητας και αυθόρμητα μου βγαίνει να τον ρωτήσω αν έχουν κάποια εκδήλωση μέσα στο Πάσχα. «Πάσχα; Για εσάς εννοείτε, όχι για μας. Ωστόσο, μια μέρα πριν τη γνωστή ως μεγάλη εβδομάδα ωστόσο έχουμε μια τελετουργία στο Λόφο Φιλοπάππου, στο Ηρωό Μουσαίου».
Ανεβαίνοντας το κακοτράχαλο μονοπάτι, ένα νεαρό ζευγάρι με προσπερνά. Ρωτώ το αγόρι αν πηγαίνω σωστά και μου λέει να τους ακολουθήσω. «Κοίτα που σε φέρνω», λέει στην κοπέλα του που έχει μείνει πίσω μας καθώς εκείνος βιάζεται να αφήσει τις σακούλες με τα φαγητά που κουβαλάει κι εγώ ακολουθώ το ρυθμό βαδίσματός του. Φτάνοντας στο πλάτωμα, κόσμος ντυμένος με νορμάλ ρούχα συνομιλεί με εκείνους που, χρησιμοποιώντας σαν παραβάν τις φυλλωσιές των τριγύρω δέντρων, εμφανίζονται φορώντας χιτώνες. Με τη ζέστη που έχει ζηλεύω λίγο όσους συμπληρώνουν την ενδυμασία τους με σανδάλια κι απορώ με εκείνους που φορούν κάτω από τέτοιο ήλιο το κατακόκκινο φούτερ που φέρει το έμβλημα της κοινότητας ραμμένο με χρυσή κλωστή. «Μην ανησυχείς, έτσι και αλλιώς θα τ’ απαγγείλουμε όλοι μαζί», ακούω έναν άνδρα να λέει σε έναν νεαρό που μάλλον δε θυμόταν κάποιο κομμάτι της δέησης, κάνοντας με να θυμηθώ το μαρτύριο που πέρασα όταν μας ανάγκασαν στο σχολείο να μάθουμε το «πιστεύω», αλλά κανείς δεν ήταν εκεί να με καθησυχάσει πως θα με βοηθήσει όταν θα αναγκαζόμουν να το πω μπροστά σε ολόκληρη την τάξη.
Μια φωνή μας καλωσορίζει, εξηγώντας με λίγα λόγια για ποιο λόγο μαζεύτηκαν πάνω από τριάντα άτομα σε ένα από τα ψηλότερα σημεία του λόφου αντί να απολαμβάνουν τον πρωινό καφέ τους διαβάζοντας τους κυριακάτικους τίτλους των εφημερίδων. Πλησιάζω πιο κοντά για να μάθω πως πρόκειται για την τελευταία ημέρα των Μεγάλων ή Εν Άστει Διονυσίων. Η συγκεκριμένη γιορτή κατά την αρχαιότητα διαρκούσε πολλές μέρες και ήταν συνδεδεμένη με το θέατρο, αφού κατά τη διάρκειά της παρουσιάζονταν τραγωδίες. Καθότι όμως οι εποχές άλλαξαν, οι σημερινοί Αθηναίοι πολυθεϊστές δεν έχουν τη δυνατότητα να πάρουν μια ολόκληρη εβδομάδα άδεια από τις δουλειές τους, συνεπώς συγκεντρώνουν τα πιο σημαντικά στοιχεία της πολυήμερης γιορτής σε μια εικοσάλεπτη περίπου τελετή. Παράλληλα θα τιμήσουν και τον Πάνδιο Δία, καθώς ο εορτασμός του συμπέφτει με τη λήξη της διονυσιακής γιορτής. «Πρόκειται περι συνωνυμίας», αστειεύεται ο ομιλήτης που αργότερα θα μάθω πως έχει επιλέξει και ο ίδιος το όνομα Πανδίων (αντ’ αυτού που αναγράφεται στην ταυτότητα του) και μας καλεί να σχηματίζουμε μια πομπή δυο βήματα πιο πέρα, προκειμένου να εισέλθουμε όλοι μαζί στο ιερό. Κατευθύνομαι τελευταία προς τα εκεί και χώνομαι κάπου στη γραμμή, λίγο πριν η ηχήσει η μελωδική φλογέρα και η τελετή ξεκινήσει.
Ιερείς και ιέρειες, που ξεχωρίζουν ανάμεσα μας φορώντας κόκκινα και λευκά ρουχά, σχηματίζουν κύκλο γύρω από το βωμό, αφού πρώτα τοποθετούν πάνω και δίπλα του αμφορείς και αρχαιοελληνικές προτομές. Ο καπνός από το λιβάνι – που καίει κι εδώ – περνά ανάμεσα από τα στολισμένα λουλούδια, την ώρα που ένας εκ των ανδρών σταματά μπροστά απ’ όλους με ένα δοχείο νερό. Παρατηρώντας όσους προηγούνταν από μένα στο σχήμα να ρίχνουν το νερό στο μέτωπο και στον αυχένα τους, το μπρούτζινο δοχείο φτάνει μπροστά μου, ενώ στα χέρια μου κρατάω σημειωματάριο, στιλό και κινητό. Σε μια στιγμή αμηχανίας, αφήνω τα πράγματα στο πεζούλι πίσω μου και νίπτω κυριολεκτικά τας χείρας μου. Ο κύκλος σύσσωμος επικαλείται τους θεούς προκειμένου να είναι παρόντες στην τελετή αυτή και οι θρησκευτικοί λειτουργοί εναλλάσσονται στο κέντρο του ιερού, υψώνοντας τα χέρια τους προς τον ουρανό κι απαγγέλοντας ύμνους με τα μάτια σφαλιστά. Όσοι παρακολουθούν, επαναλαμβάνουν κατά περιόδους τα λόγια τους, ενώ εγώ έχω εστιάσει στον κόκκινο οίνο που χύνεται ως σπονδή πάνω στις πέτρες του βωμού και στα στεφάνια κισσού (που πλέον δεν στολίζουν τα μαλλιά των γυναικών). Απορροφημένη στις σκέψεις μου καταλαβαίνω ότι η τελετή τελείωσε όταν ο κόσμος γύρω μου αρχίζει να αγκαλιάζεται και να φιλιέται σταυρωτά. Ταυτόχρονα, ένα πλαστικό σφηνοπότηρο φτάνει στα χέρια μου – ήρθε η ώρα να καταναλώσουμε το κρασί που περίσσεψε μαζί με το χαλβά, τα τυροπιτάκια και τους ξηρούς καρπούς που οι πιστοί έφεραν ως προσφορά.
Ο Χείρων με ενημερώνει πως θα είναι απασχολημένος με τη συλλογή υπογραφών, αφού η Λάβρυς σύμφωνα με πρόσφατη νομοθεσία μπορεί να αναγνωριστεί ως θρησκευτική κοινότητα εφόσον συγκεντρώσει τουλάχιστον 300 υπογραφές. Γι΄αυτό το λόγο με παραπέμπει στον Χρήστο Πανόπουλο ή Πανδίων, τον πρόεδρο δηλαδή της κοινότητας που μας καλωσόρισε στην τελετή. «Διεκδικούμε τα νομικά μας δικαιώματα, αφού δε μπορούμε για παράδειγμα να ανεβούμε στην Ακρόπολη που για εμάς είναι τόπος λατρείας και να προσευχηθούμε. Τώρα τα πράγματα είναι κάπως καλύτερα, πριν δεκαπέντε χρόνια υπήρχε τεράστια προπαγάνδα και δίωξη από τη μεριά της εκκλησίας και ειδικά στα χωριά, αν έλεγες ότι είσαι πολυθεϊστής μπορεί να είχες ένα μαγαζί και την επόμενη μέρα να το έβρισκες διαλυμένο. Για να υπάρξει λοιπόν ισοτιμία και ισοπολιτεία έχουμε κι ένα ακτιβιστικό κομμάτι, προκειμένου να διεκδικούμε από το κράτος τα δικαιώματά μας», μου εξηγεί ενώ ζητά να μας γεμίσουν τα ποτήρια. Ο ίδιος μεγάλωσε σε ένα μη ασφυκτικό περιβάλλον, με γονείς που δεν τον έσπρωξαν προς την ορθοδοξία. Διαβάζοντας από μικρός για άλλες θρησκείες κατέληξε λίγο πριν ενηλικιωθεί πως οι θεοί του Ολύμπου και οι λοιπές μικρότερες σε αναγνωρισιμότητα θεότητες είναι αυτές που τον εκφράζουν. «Από μικρός έψαχνα να βρω ποια θρησκεία ανταποκρίνεται σε αυτό που καταλαβαίνω εγώ από τον κόσμο. Το 1995 που άρχισα να ασχολούμαι με την ελληνική πολυθεϊστική πίστη η εποχή ήταν δύσκολη. Το ίντερνετ βοήθησε πολύ στο να καταλάβει ο κόσμος πως δεν είμαστε τρελοί ή σατανιστές καθώς και στο να γίνουμε περισσότεροι. Άλλο να είσαι σπίτι σου και να πιστεύεις κάτι και άλλο να βλέπεις ξαφνικά πως υπάρχουν άλλοι δέκα που πιστεύουν το ίδιο με σένα και μπορείς να τους προσεγγίσεις για να ανταλλάξετε απόψεις».
Αναρωτιέμαι λοιπόν γιατί απέρριψε την επίσημη θρησκεία της χώρας και στράφηκε προς μια άλλη που τόσους αιώνες μετά μοιάζει ξεπερασμένη. «Ο μονοθεϊσμός έχει την τάση να θεωρεί ότι υπάρχει κάποιος χρισμένος αντιπρόσωπος ανάμεσα στους ανθρώπους, ο οποίος γνωρίζει τη θέληση του θεού και τη μεταφέρει στους υπόλοιπους, ο Μωυσής δηλαδή ή ο παπάς της ενορίας. Στις μονοθεϊστικές και πόσο μάλλον στην ελληνική ισχύει το αντίστροφο, υπάρχει η κοινωνία των ανθρώπων η οποία θέλει να έχει επαφή με τις θεότητες και αυτό το κάνει μέσω εκπροσώπησης η ίδια που επιλέγει. Οι δικοί μας ιερείς και ιερείς αλλάζουν κατά περιόδους και δεν υπάρχει ερμηνεία κάποιου θεϊκού λόγου, αποφεύγοντας έτσι τους καιροσκόπους που ισχυρίζονται πως ο θεός τους εμφανίστηκε και του είπε πως πρέπει να γίνει το τάδε».
Όσο μιλάμε, άνθρωποι συνεχώς μας διακόπτουν προκειμένου να τον χαιρετίσουν ή τον ρωτήσουν κάτι. Πιάνοντας μια κουβέντα πίσω μου πάνω στο δίλημμα «δραχμή ή ευρώ», τον ρωτάω αν συζητούν πολιτικά μεταξύ τους κι αν κλίνουν προς κάποια ιδεολογία. Σύμφωνα με τον ίδιο, ιστορικά γεγονότα όπως η κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού έκαναν πολύ κόσμο να ξεμείνει από ιδεολογική κατεύθυνση και να στραφεί στην παράδοση και στη χώρα. «Πολλοί είναι εκείνοι που έχουν προσεγγίσει την ελληνική πίστη με διάφορες εκδοχές, από την εθνικιστική έως εκείνη που αποζητά την αμεσοδημοκρατία. Το χαρακτηριστικό που μας ενώνει είναι η λατρεία προς τους θεούς και όχι η πολιτική ιδεολογία, πιστεύουμε σε κάτι κοινό, αλλά επιτρέπεται εγώ να είμαι Παναθηναϊκός κι εσύ Ολυμπιακός. Δεν ακολουθούμε κάποια γραμμή, μάλλον απορρίπτουμε όλες τις σύγχρονες ιδεολογίες από την στιγμή που δεν ανταποκρίνονται στον πολιτιστικό μας κόσμο».
Τελικά οι χριστιανικές τελετές και οι μεγάλες γιορτές της ορθοδοξίας όπως αυτή που διανύουμε του προκαλούν αμηχανία; «Το ευτύχημα είναι ότι ακόμα και οι ορθόδοξες εορτές πηγάζουν από αντίστοιχες γιορτές της αρχαιότητας και οι τελετουργίες τους είναι σε μεγάλο βαθμό αντίγραφα των δικών μας. Όταν οι βυζαντινοί αυτοκράτορες θέλησαν να επιβάλουν το χριστιανισμό με αυτοκρατορικούς νόμους έβαλαν έναν μανδύα σε ήδη υπάρχουσες παγανιστικές δομές. Ο σημερινός επιτάφιος για παράδειγμα μοιάζει με τη δική μας τελετή των Αδωνίων, όταν επιβάλεις κάτι νέο πρέπει να πατήσεις σε κάτι που ήδη υπήρχε. Όσον αφορά την Κυριακή του Πάσχα επειδή μπορεί να γουστάρουμε το ψήσιμο και τα κλαρίνα και καθώς είναι κομμάτι της παράδοσης και όχι θρησκευτικό έθιμο, το κάνουμε και εμείς. Αν είναι δηλαδή στολισμένη η Αθήνα λόγω Χριστουγέννων θα έχω πρόβλημα να κυκλοφορήσω στην πόλη;».
Ένας από τους συμμετέχοντες στην τελετή μας πλησιάζει και τον ρωτά αν θα ακολουθήσει την παρέα -που έχει ήδη απολαύσει τα εδέσματα που συγκεντρώθηκαν- στον καφέ που θα ακολουθήσει. Κάπου εκεί καταλαβαίνω πως η ώρα πέρασε και απασχόλησα για αρκετή ώρα τον συνομιλητή μου. Τον χαιρετώ και κατηφορίζω με κατεύθυνση τη Διονυσίου Αεροπαγίτου, όταν ένας τουρίστας χαμένος στα μονοπάτια του λόφου με ρωτά αν πηγαίνει σωστά για να φτάσει στο πιο ψηλό του σημείο. Είχε αργήσει μόλις μια ώρα για να αποθανατίσει με τη μηχανή που κρεμόταν στο λαιμό του μια αρχαιοελληνική τελετή με θέα την κατάμεστη από επισκέπτες Ακρόπολη.
όλες οι φωτογραφίες του ρεπορτάζ στην παρακάτω γκάλερι