Μπάλα μέσα στις Γιορτές: πόλεμοι, κορίτσια, λάσπες και ντέρμπι αιωνίων

Όσο καλύτερα αμοίβονται, τόσο λιγότερο αγωνίζονται οι ποδοσφαιριστές μέσα στις γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς – με τη γνωστή και πολυσυζητημένη βρετανική εξαίρεση. Ιδού, πάντως, 10 αξιοσημείωτες περιπτώσεις μέσα στα τελευταία 100 χρόνια:

25.12.1914

Γερμανοί – Σκοτσέζοι (φαντάροι) 3-2… and at the end the Germans win (in football)

Ανεπίσημη, αλλά μάλλον η πιο συζητημένη ποδοσφαιρική κόντρα που έγινε ανήμερα Χριστούγεννα. Η παράνοια του Μεγάλου Πολέμου είχε ξεκινήσει από το καλοκαίρι του ’14, ωστόσο καθώς πλησίαζε 25 Δεκεμβρίου υπήρχε δεδομένα μια αμηχανία για το εάν οι σφαγές θα μπορούσαν να συνεχιστούν και μέσα στις Γιορτές. Ο ίδιος ο τότε Πάπας Βενέδικτος ο 15ος είχε καλέσει “τα όπλα να σωπάσουν, τουλάχιστον τη νύχτα που τραγουδούν οι άγγελοι”, έκκληση που όμως σε επίσημο επίπεδο έπεσε στο κενό. Το βράδυ της παραμονής πάντως, τα αντίπαλα στρατόπεδα στο Δυτικό Μέτωπο, κάπου κοντά στη βέλγικη κωμόπολη Ιπρ στα σύνορα με τη Γαλλία, άρχισαν να τρυπάνε το ένα τα αφτιά του άλλου, οι μεν με το Stille Nacht, οι δε με το O Come All Ye Faithful, συν κάποιους γαλλόφωνους στη μέση, φτιάχνοντας ένα κλίμα εκεχειρίας που ανήμερα της μεγάλης γιορτής –και ύστερα από μια πρόχειρη προφορική συμφωνία για κατάπαυση και αποκομιδή νεκρών- εκδηλώθηκε με ανταλλαγές φαγητού, αναμνηστικών, τραγούδι από κοινού και κάποιους ποδοσφαιρικούς αγώνες στην ουδέτερη ζώνη.

Με αυτοσχέδιες μπάλες από χρησιμοποιημένα υφάσματα ή κονσέρβες, οι φαντάροι βγήκαν από τα χαρακώματα και τσαλαβούτησαν για λίγο χαρούμενοι στις παγωμένες λάσπες, με τις περισσότερες αναφορές να επικεντρώνονται σε ένα ματς ανάμεσα στο Βασιλικό Σύνταγμα Πεζικού της Σαξονίας και το σκοτσέζικο σύνταγμα πεζικού Σίφορθ Χαϊλάντερς. “Το ποδόσφαιρο είναι ο πόλεμος που διεξάγεται με άλλα μέσα”, τιτλοφόρησε το βιβλίο του ο γάλλος συγγραφέας Πιέρ Μπουρζάντ (1981). Συχνά και με άλλα αποτελέσματα, όπως επιβεβαίωσε το τελικό 3-2 υπέρ των Γερμανών, προτού οι αντιμαχόμενοι ξαναπιάσουν τα όπλα με ακόμα μεγαλύτερη ένταση. Η αυθόρμητη χριστουγεννιάτικη ανακωχή του 1914 μπορεί να μην ήταν ανεπανάληπτη ιστορικά, ήταν ωστόσο η μοναδική στο πλαίσιο των δύο Πολέμων του 20ου αιώνα. Του χρόνου συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη συγκεκριμένη περίσταση και η Πρίμιερ Λιγκ ανακοίνωσε την πρόθεσή της να κατασκευάσει ένα κανονικό γήπεδο ποδοσφαίρου στο ιστορικό σημείο της Ιπρ.


25.12.1917  

Dick, Kerr’s Ladies F.C. – Arundel Coulthard 4-0: Girls just want to have fun

Ενώ ο Πόλεμος μαινόταν με τεράστιες απώλειες και όλο και περισσότερους εξαντλημένους στα διάφορα μέτωπα, κάποιοι έπρεπε να κρατάνε και τα εργοστάσια για να τροφοδοτούνται όσοι έμεναν ζωντανοί. Ο κλήρος έπεσε βέβαια στις γυναίκες, οι οποίες στη διάρκεια του  Α’ Παγκόσμιου έπιασαν μαζικά δουλειά ακόμα και σε βιομηχανίες που σε καιρό ειρήνης ήταν ανδροκρατούμενες, όπως αυτή των πυρομαχικών. Ιδιαίτερα στα βρετανικά πολεμικά εργοστάσια, το ποδόσφαιρο, απενοχοποιημένο ακόμα τότε από ζητήματα περί σεξουαλικής ταυτότητας, εξελίχτηκε σε αγαπημένη δραστηριότητα των εργατριών, με τις ευλογίες των τότε κυβερνώντων που πίστευαν ότι μια τέτοια ομαδική και ανταγωνιστική άθληση θα τις βοηθούσε ψυχοσωματικά ώστε να παραμένουν παραγωγικές. Σχεδόν κάθε μπαρουταποθήκη στη Βρετανία είχε και τη δική της γυναικεία ποδοσφαιρική ομάδα και ήταν οι κυρίες που εργάζονταν στην Dick, Kerr & Co, πρώην κατασκευάστρια τραμ και ατμομηχανών στο Πρέστον του Λάνκασιρ, εκείνες που δημιούργησαν ένα πρώτο μεγάλο σούσουρο, ότι νικούσαν δηλαδή εύκολα τους εναπομείναντες άντρες συνάδελφούς τους σε ενδοεταιρικά παιχνίδια.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Η πρώτη μεγάλη παράσταση των Dick, Kerr’s Ladies απέναντι σε μια άλλη γυναικεία ομάδα, αυτή από το γειτονικό εργοστάσιο της εταιρείας Arundel Coulthard, προγραμματίστηκε να γίνει τα Χριστούγεννα του 1917 στο Ντίπντεϊλ, γήπεδο που εξακολουθεί να χρησιμοποιείται σήμερα ως έδρα της τοπικής αντρικής ομάδας. 10.000 άτομα περίπου μαζεύτηκαν εκείνη τη μέρα εκεί και είδαν τις Dick, Kerr’s να επικρατούν εύκολα με 4-0, μαζεύοντας ταυτόχρονα ένα ποσό περίπου 40 χιλ. (σημερινών) λιρών για τους τραυματίες στρατιώτες. 3 χρόνια και μία μέρα αργότερα (26.12.1920) το κοινό που πήγε να τις δει στο Γκούντισον Παρκ του Λίβερπουλ απέναντι στην τοπική St. Helen’s Ladies έφτασε τις 53.000.  H φήμη των Dick, Kerr’s είχε εξαπλωθεί και πέρα από την Αγγλία, ωστόσο στα τέλη του 1921 η ομοσπονδία της χώρας απαγόρευσε γενικά το γυναικείο ποδόσφαιρο ως “απρεπές”, απόφαση που κράτησε 50 χρόνια και πήγε εύλογα πολύ πίσω το άθλημα. Έχοντας πάντως προλάβει να χειραφετηθούν, οι Preston Ladies εξακολούθησαν να αγωνίζονται, έστω και στα κρυφά, μέχρι το 1965.


1.1.1935

Ελλάδα – Βουλγαρία 1-2: Όταν “Ο Καλύτερος των Βαλκανίων” σήμαινε πολλά

Μία και μοναδική φορά στην ιστορία έχει αγωνιστεί η Εθνική Ελλάδας την Πρωτοχρονιά,και μάλιστα ήταν τη μέρα που διεκδίκησε τον πρώτο διεθνή της τίτλο. Η διοργάνωση ήταν το λεγόμενο Βαλκανικό Κύπελλο Εθνών στην 4η έκδοσή του, που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, εννοείται στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας.  Για τα δεδομένα της εποχής το Βαλκανικό Κύπελλο ήταν η σούπερ διοργάνωση της χρονιάς, αφού οι περιοχές πέρα από τη μεγάλη χερσόνησο, άντε και μέχρι την Ιταλία, ήταν ακόμα ανεξερεύνητες, τουλάχιστον για την ελληνική εθνική, που μετρούσε τότε κάτι παραπάνω από μόλις 5 χρόνια ζωής. Μάλιστα τα πρώτα δείγματα που είχε δώσει η ομάδα δεν ήταν και ιδιαίτερα ενθαρρυντικά, απέναντι βέβαια σε χώρες όπως η Γιουγκοσλαβία και η Ρουμανία που είχαν ήδη προχωρήσει πολύ περισσότερο και συμμετείχαν στα πρώτα Παγκόσμια Κύπελλα της δεκαείας του ’30. Προερχόμενη λοιπόν από δύο σερί βαλκανικά τουρνουά όπου μετρούσε μόνο ήττες και διάφορες τραγελαφικές περιπέτειες (“ελεεινούς και αξιοδάκρυτους” χαρακτήριζε η εφημερίδα Ακρόπολις τους έλληνες διεθνείς κατά την επιστροφή τους από το Βουκουρέστι το 1933), η Ελλάδα φιλοξένησε τις Εθνικές Βουλγαρίας, Γιουγκοσλαβίας και Ρουμανίας (το γενικότερο κλίμα δεν ευνοούσε ακόμα τη συμμετοχή της Τουρκίας και της Αλβανίας) στη χριστουγεννιάτικη Αθήνα του 1934. Η ανέλπιστη νίκη απέναντι στη Γιουγκοσλαβία (2-1, στις 23 Δεκ.) και το απόλυτα ικανοποιητικό Χ κόντρα στη Ρουμανία (2-2, 27 Δεκ.), έφερε την Πρωτοχρονιά του ‘35 15.000 κόσμο στη Λεωφόρο, διψασμένους να πανηγυρίσουν την κατάκτηση του μεγάλου τροπαίου. Η Βουλγαρία ήταν ο αδιάφορος αντίπαλος, αφού είχε ήδη γνωρίσει δύο ήττες.

Το ματς άρχισε να στραβώνει όταν οι βούλγαροι προηγήθηκαν στα τέλη του ημιχρόνου με τον Αγγέλοφ. Οι έλληνες αναθάρρησαν με την ισοφάριση του Γιάννη Βάζου, αρχισκόρερ του Ολυμπιακού, στις αρχές του β’  ημιχρόνου, ενώ λίγο μετά το κοινό άρχισε να τα βάζει με τον γιουγκοσλάβο διαιτητή Βασίλιεβιτς («κατόπιν επανειλημμένων καταφανών φάουλ», όπως βεβαιώνει η εφημερίδα «Αθλητικός Χρόνος» της εποχής), με αποτέλεσμα να γίνει ένα μικρό ντου στον αγωνιστικό χώρο και το παιχνίδι να διακοπεί για λίγα λεπτά. Μέσα σε κλίμα εκνευρισμού και καχυποψίας, αφού ο ρέφερι προερχόταν από την άμεσα ενδιαφερόμενη ανταγωνίστρια χώρα, η Βουλγαρία έσβησε τις προσδοκίες στο 81’, με τον Πάντσεφ να νικά από κοντά τον τερματοφύλακα Γραμματικόπουλο. «Η κατήφεια καταλαμβάνει τους φιλάθλους, οι οποίοι εις την δύσκολον αυτήν στιγμήν αντί να ενθαρρύνουν τους παίκτας τους αποκαρδιώνουν με την νεκρικήν των σιγήν», αναφέρει ο συντάκτης του «Αθλητικού Χρόνου» (2-1-1935). 

Το Κύπελλο ταξίδεψε προς τον Δούναβη και η χρονιά μπήκε στραβά για τη χώρα, που και τότε δεν ήταν στα καλύτερά της (χρεοκοπία του ’32, απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου το ’33,  εύθραυστες κυβερνήσεις, στρατιωτικά κινήματα και αντικινήματα, επιστροφή του βασιλιά και δικτατορία Κονδύλη το ‘35). Το Βαλκανικό Κύπελλο έμεινε κάπως σαν απωθημένο και η Ε.Π.Ο. τού έδωσε βαρύτητα τόσο μεγάλη, ώστε αποφάσισε να μη διεξαχθεί η τελική φάση του εγχώριου πρωταθλήματος το 1935 για να προετοιμαστεί καλύτερα  η εθνική και να φέρει την κούπα από τη διοργάνωση που ακολούθησε στη Σόφια. Τελικά και πάλι το αποτέλεσμα ήταν απογοητευτικό ενώ λίγο αργότερα θα ξεσπούσε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος.  Αμέσως μετά τη λήξη του θα γινόταν μια σύντομη προσπάθεια αναβίωσης από τις χώρες που είχαν ενταχθεί στο ανατολικό μπλοκ, ενώ το ίδιο φτωχή θα ήταν και η απόπειρα σε ένα πιο ειρηνικό, αλλά και παγερά αδιάφορο κλίμα κατά την εφταετία 1973-80, όπου με πολύ κόπο βρέθηκαν ημερομηνίες για να ολοκληρωθούν δύο διοργανώσεις, επιβεβαιώνοντας το διαχρονικό πρόβλημα συνεννόησης μεταξύ των βαλκάνιων.


Κύπελλο Εορτών 1945-46: Ξεκίνησε τα Χριστούγεννα, ολοκληρώθηκε τον Ιούνιο

Οι σύγχρονες Ε.Π.Ο. και Σουπερλίγκα μοιάζουν με καλοκουρντισμένες μηχανές γερμανικής στοχοπροσήλωσης, αν συγκριθούν με τις προκάτοχούς τους μισό και βάλε αιώνα νωρίτερα – και λογικό είναι, αν φανταστεί κανείς την πραγματική κατάσταση στη χώρα στο έβγα ενός πολέμου και στο έμπα ενός άλλου. Το Κύπελλο Χριστουγέννων αναφέρεται συχνά από ποδοσφαιρόφιλους παππούδες, μια και τότε έδινε την ευκαιρία για μια πρώτη επαφή του αθηναϊκού κοινού με θεωρητικούς γίγαντες της μπάλας της εποχής, που κατά κανόνα ήταν μέτριες αυστριακές ομάδες. Ήταν μια διοργάνωση που ξεκίνησε χύμα προπολεμικά, για να πάρει μια κάποια μορφή από το 1943 και μετά, στο μέσο της Κατοχής δηλαδή, με την εποπτεία του περίφημου Π.Ο.Κ., του πρώιμου συνεταιρισμού Παναθηναϊκού, Ολυμπιακού και Α.Ε.Κ. για την εξασφάλιση κάποιων έξτρα εσόδων. Ύστερα από τις δύο πρώτες διοργανώσεις (1943 και 1944), είχε ήδη δημιουργηθεί σχίσμα στις τάξεις του Π.Ο.Κ., με τους Ολυμπιακό και Α.Ε.Κ. να δηλώνουν απροθυμία για συμμετοχή στο 3ο χριστουγεννιάτικο τουρνουά, προτιμώντας να παίξουν μεταξύ τους φιλικούς αγώνες. Από την πλευρά του ο  Παναθηναϊκός σήκωσε δικό του μπαϊράκι, προτείνοντας ένα τουρνουά με τη συμμετοχή των άλλων δέκα αθηναϊκών ομάδων Α’ κατηγορίας της Ε.Π.Σ.Α (ανάμεσά τους ο Πανιώνιος, ο Απόλλων, ο Ατρόμητος, ο Φωστήρας, αλλά και οι Άτλας Θυμαρακίων, Υπεροχή Νεαπόλεως Εξαρχείων, Αρίων Κολωνακίου κ.ά). Αυτό πήρε την παραλλαγμένη ονομασία Κύπελλο Εορτών, ξεκίνησε στις 23 Δεκεμβρίου και είχε την προοπτική να ολοκληρωθεί ανήμερα των Φώτων, έπειτα από μια κάπως παράδοξη σειρά από ημι-νοκ-άουτ αγώνες, που έδιναν και δεύτερες ευκαιρίες μέχρι να στρωθούν οι προημιτελικοί. Οι αγώνες ξεκίνησαν στις 23 Δεκεμβρίου του ’45 και την Πρωτοχρονιά του ΄46 πραγματοποιήθηκαν οι ημιτελικοί, Απόλλων-Πανιώνιος 1-0 και Παναθηναϊκός-Άτλας Θυμαρακίων 5-0. Παναθηναϊκός και Απόλλωνας βρέθηκαν τη μέρα των Φώτων για τον τελικό στη Λεωφόρο, όπου παρά την ασταμάτητη δυνατή βροχή είχαν μαζευτεί περίπου 5.000 για να τους δουν.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Στις αρχές του β’ ημιχρόνου με το ματς στο 0-0 ο διαιτητής Σάκκουλας αποφάσισε τη διακοπή του αγώνα, αφού η μπάλα δεν κυλούσε πια καθόλου πάνω στις λάσπες. Από εκεί και μετά ξεκίνησε η μεγάλη περιπέτεια για τον τελικό του Κυπέλλου Εορτών, αφού επαναλήφθηκε άλλες δύο φορές, Ιανούαριο και Φεβρουάριο, με τελικό αποτέλεσμα την ισοπαλία 1-1 (δεν προβλεπόταν παράταση), ενώ στη συνέχεια ορίστηκε και αναβλήθηκε, πρώτα τον Μάιο και ύστερα στις 12 Ιουνίου, αφού τις συγκεκριμένες ημερομηνίες ήρθαν να καπαρώσουν άλλες διοργανώσεις, όπως το Πρωτάθλημα Μικτών ομάδων και το Πρωτάθλημα Ενόπλων. Η νέα μέρα διεξαγωγής προσδιορίστηκε για τις 16 Ιουνίου, με την «Αθλητική Ηχώ» να γράφει σαρκαστικά: «Θα τελειώσει επιτέλους την Κυριακή η ιστορία αυτή του Κυπέλλου που παραμένει έκθετο πέντε μήνες ή οι ισοπαλίες θα γίνουν μισή ντουζίνα και το Κύπελλο θα μείνει αναγκαστικά για τα νέα Χριστούγεννα;» (πηγή: http://epsathinon.blogspot.gr) . Κι όμως, ο αγώνας πραγματοποιήθηκε κανονικότατα και έξι μέρες μετά του Αγίου Πνεύματος ο Παναθηναϊκός στέφθηκε Πρωταθλητής (χριστουγεννιάτικων) Εορτών, επικρατώντας του Απόλλωνα με 3-2.


25.12.1955

Ρεαλ Μαδρίτης – Παρτιζάν Βελιγραδίου 4-0 /Μπαρτσελόνα – Κοπεγχάγη ΧΙ 6-2: η μέρα που και η Μπαρτσα φόρεσε λευκά

Τα Χριστούγεννα του 1955 ήταν τα μοναδικά στην ιστορία που είδαν το τόπι να κυλά, κι όχι μάλιστα σε έναν, αλλά σε δύο επίσημους αγώνες ευρωπαϊκών κυπέλλων. Η επιλογή της ημερομηνίας έγινε για διαφορετικούς λόγους: η κόντρα της Ρεάλ Μαδρίτης με την Παρτιζάν Βελιγραδίου για τα προημιτελικά του πρώτου Κυπέλλου Πρωταθλητριών ήταν από την αρχή προβληματική, αφού οι χώρες του Φράνκο και του Τίτο λογικό ήταν να μην έχουν μεταξύ τους διπλωματικές σχέσεις. Η Παρτιζάν έφτασε για τον αγώνα σχεδόν στα μουλωχτά, αφού τη συγκεκριμένη μέρα κρίθηκε ότι θα ήταν ευκολότερο να ταξιδέψουν στη Μαδρίτη δίχως να κρατηθούν στο αεροδρόμιο. Η Ρεάλ επικράτησε με το σαρωτικό 4-0, διασφαλίζοντας την πορεία της προς την κούπα, παρόλο που η ρεβάνς του Βελιγραδίου έναν μήνα αργότερα παραήταν ζόρικη και οι Μερένγκες άντεξαν οριακά (0-3). Την ίδια μέρα που 105.000 φίλοι της Ρεάλ φίσκαραν το Μπερναμπέου, πολύ λιγότεροι (28.000) βρέθηκαν στο Καμπ ντε λες Κορτς της Βαρκελώνης (το Καμπ Νου ήταν ακόμα υπό κατασκευή), για την ιστορική πρεμιέρα της Μπαρτσελόνα στο Κύπελλο Εκθέσεων, προπάτορα του Ουέφα και του Γιουρόπα Λιγκ. Το 1955 ήταν η χρονιά που ξεκίνησαν και οι δύο αυτές ευρωπαϊκές διοργανώσεις, ωστόσο το κόνσεπτ του Κυπέλλου Εκθέσεων ήταν διαφορετικό, με τον αρχικό σχεδιασμό να θέλει το τουρνουά να ολοκληρώνεται σε δύο σεζόν (τελικά επεκτάθηκε σε τρεις) και τους αγώνες να συμπίπτουν με τις διεθνείς εκθέσεις που διοργανώνονταν στις πόλεις των ομάδων που  συμμετείχαν. Από κει προέκυπτε και η ιδιομορφία του Κυπέλλου Εκθέσεων, ότι δηλαδή εκπροσωπούνταν πόλεις και όχι σύλλογοι, με αποτέλεσμα π.χ. το Λονδίνο να κατεβάσει μια μικτή εντεκάδα με παίκτες από ισάριθμα κλαμπ.

Η Βαρκελώνη πάντως δεν είχε παρόμοια ζητήματα, αφού ο κορμός της ομάδας ήταν συντριπτικά βασισμένος στη Μπαρτσελόνα, ενώ πού και πού συμμετείχε κάποιος παίκτης της Εσπανιόλ. Πάντως τα Χριστούγεννα του ‘55 η Μπαρτσελόνα κατέβηκε αυτούσια απέναντι στη μικτή ομάδα της Κοπεγχάγης φορώντας ολόλευκα με το έμβλημα της πόλης, με αποτέλεσμα το κοινό να την υποδεχτεί με σφυρίγματα. Γρήγορα η ταύτιση με τη Ρεάλ ξεχάστηκε, αφού η Μπάρτσα συνάρπασε επικρατώντας των Δανών με 6-2. Στην πορεία της διοργάνωσης  βέβαια οι παίκτες της διατήρησαν μόνο το λευκό σορτσάκι, προτιμώντας μια μπλάου φανέλα. Τελικά το πνεύμα των  Χριστουγέννων αποδείχτηκε γουρλίδικο και για τους δύο, καθώς τόσο η Ρεάλ όσο και η Μπαρτσελόνα κατέκτησαν αντίστοιχα τα πρώτα τρόπαια, έστω κι αν οι Καταλανοί χρειάστηκε τελικά να περιμένουν έως το 1958 για να πανηγυρίσουν.


26.12.1963

Φούλαμ – Ίπσουιτς 10-1: Τα γκολ έπεφταν σαν το χαλάζι

Για πολλούς Βρετανούς που δεν τρελαίνονται για οικογενειακές συναθροίσεις το ποδόσφαιρο (και το ράγκμπι) τις μέρες των Γιορτών αποτελεί διαχρονικά το καλύτερο αντικαταθλιπτικό ή έστω την καλύτερη αφορμή για απόδραση από το σπίτι. Από το 1889 κρατούσε η παράδοση “των ανδρών που τη μέρα των Χριστουγέννων πήγαιναν να δουν μπάλα ενόσω οι γυναίκες τους ετοίμαζαν τη γαλοπούλα”.  Κι έτσι δύσκολοι που είναι στο να αλλάζουν συνήθειες, θεωρήθηκε μεγάλο βήμα η σταδιακή μετατόπιση του ποδοσφαιρικού προγράμματος από τις 25 στις 26 Δεκεμβρίου, όχι μόνο επειδή προς το τέλος των 50s οι γυναίκες δεν ήταν τόσο πρόθυμες πια να ψήσουν μόνες τους τη γαλοπούλα, αλλά κυρίως λόγω του ότι τα Χριστούγεννα ήταν πιο δύσκολες οι μαζικές μετακινήσεις του όλο και περισσότερου κόσμου που ήθελε να πάει στο γήπεδο. Τ

Το Boxing Day football λατρεύεται στο Νησί μέχρι σήμερα, έστω κι αν κάθε χρόνο πια λέγονται και γράφονται πολλά πράγματα για τη μεγάλη καταπόνηση των παικτών σε σχέση με τους ευρωπαίους συνάδελφούς τους, με επιπτώσεις στην τελική εικόνα των (αγγλικών) ομάδων στην τελική ευθεία των διεθνών διασυλλογικών διοργανώσεων, και κυρίως στις καλοκαιρινές συμμετοχές της Εθνικής Αγγλίας σε Μουντιάλ ή Γιούρο. Η Boxing Day που αποτελεί μέχρι σήμερα σημείο αναφοράς στο αγγλικό ποδόσφαιρο είναι μία από τις πρώτες που πραγματοποιήθηκαν με φουλ πρόγραμμα, το 1963: συνολικά στα 10 ματς της α’ κατηγορίας σημειώθηκαν 66 γκολ, ρεκόρ ακατάρριπτο μέχρι σήμερα για οποιαδήποτε αγωνιστική μέρα. 10 από αυτά τα πέτυχε η Φούλαμ απέναντι στην πρωταθλήτρια του 1962 Ίπσουιτς, με τον μεγάλο της ηγέτη Άλαν Μάλερι, σκόρερ ενός από τα δέκα γκολ, μετά από χρόνια να λέει ότι “πάντα ερχόντουσαν παράξενα αποτελέσματα τα Χριστούγεννα, ήταν δύσκολο να το εξηγήσεις, είχαμε τις ίδιες πιθανότητες είτε να χάσουμε είτε να κερδίσουμε, και συνήθως με μεγάλες διαφορές”. Τα λόγια του επιβεβαιώνουν και άλλα αποτελέσματα της ίδιας μέρας, όπως τα Γουέστ Χαμ-Μπλάκμπερν 2-8, Μπέρνλι-Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ 6-1, Λίβερπουλ-Στόουκ 6-1, Μπλάκπουλ-Τσέλσι 1-5.


2.1.1971 

Ρέιντζερς – Σέλτικ 1-1: A Bloody NewYear

Ήταν ένα διαβολεμένο δεκάλεπτο στο Old Firm της 2ης μέρας του χρόνου το 1971. Το ματς είχε φτάσει στο 90ο λεπτό και οι περισσότεροι από τους 80.000 στο Άιμπροξ είχαν αρχίσει να συμβιβάζονται με το 0-0, ωστόσο ο Τζίμι Τζόνστον, ο κοντούλης (1.57) δεξιός εξτρέμ της Σέλτικ άνοιξε το σκορ παίρνοντας το ριμπάουντ από μακρινό σουτ του Ρόμπι Λένοξ στο οριζόντιο δοκάρι. Πολλοί φίλοι των γηπεδούχων Ρέιντζερς βλέποντας τους αχώνευτους Bhoys σε ντελίριο στο απέναντι stand κινήθηκαν εντστικτώδικα για ομαδική αποχώρηση. Με τη σέντρα όμως οι Τζερς έκαναν την απεγνωσμένη προσπάθεια να βγουν μπροστά και κέρδισαν φάουλ από τα αριστερά. Η σέντρα του Ντέιβ Σμιθ βρήκε τον επιθετικό Κόλιν Στάιν που μες στην αναμπουμπούλα ισοφάρισε. Ακολούθησε ένας κακός χαμός με κάποιους που έχασαν το γκολ και ξαναγύριζαν για να πανηγυρίσουν, άλλους που είχαν ήδη πανηγυρίσει και άρχισαν να φεύγουν και κάποιους στριμωγμένους στο πλατύσκαλο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Στην επίφοβη σκάλα της θύρας 13 είχαν συμβεί κάμποσα δυστυχήματα στο παρελθόν, το 1961 μάλιστα υπήρξαν και δύο θάνατοι, αφού εκεί συνωστίζονταν οι περισσότεροι γιατί ήταν η πιο κοντινή έξοδος για τον σταθμό του γλασκοβέζικου μετρό. Κι αφού η κατάσταση έμοιαζε να εξομαλύνεται και όλοι μπήκαν σε μια σειρά για το τρένο, κάποιος, πιθανότατα ένα οκτάχρονο αγόρι, έπεσε από τους ώμους του πατέρα του στη σκάλα 13, προξενώντας ένα τραγικό ποδοπάτημα, εφιάλτη που έζησαν κάμποσα γήπεδα, από το Λουζνίκι και το Καραϊσκάκη μέχρι το Χίλσμπορο, που ξεχείλιζαν ανεξέλεγκτα από κόσμο, ειδικά στις δεκαετίες του ‘70 και ‘80. 66 ήταν τα θύματα  και πάνω από 200 οι τραυματίες, σε άλλη μία ποδοσφαιρική καταστροφή που οδήγησε σε ανασχεδιασμό και εκσυγχρονισμό ενός γηπέδου κατόπιν εορτής, και αφού είχαν ηχήσει πολλά προειδοποιητικά καμπανάκια. Το 2001, στα 30χρονα από τη 2η τραγωδία του Άιμπροξ (είχε προηγηθεί και η κατάρρευση μιας ξύλινης κερκίδας το 1902 σε αγώνα Σκοτίας-Αγγλίας), στήθηκε έξω από το γήπεδο το άγαλμα του Τζίμι Γκρέιγκ, αρχηγού των Τζερς στον μοιραίο αγώνα. Τριγύρω του οι μπλε πλάκες αναφέρουν όλα τα ονόματα όσων διαχρονικά έχασαν τη ζωή τους στο συγκεκριμένο γήπεδο.


 31-12-1978

Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός 2-3: Χαρούμενη-Χρυσή μεν, Στραβή κι Ανάποδη δε

Ένα και μοναδικό παραμένει το ντέρμπι αιωνίων που έχει διεξαχτεί παραμονή Πρωτοχρονιάς. Η Λεωφόρος ήταν φυσικά γεμάτη στο παιχνίδι για τη 13η αγωνιστική της τελευταίας σεζόν πριν την καθιέρωση του επαγγελματισμού, σ’ ένα πρωτάθλημα που γρήγορα εξελίχτηκε σε κούρσα Ολυμπιακού-Α.Ε.Κ. με τελική νικήτρια τη δεύτερη, ενώ από κοντά ακολουθούσε ο εξαιρετικός Άρης της εποχής. Αντίθετα ο Παναθηναϊκός έμοιαζε αρκετά με τον τωρινό, έχοντας πολλά οικονομικά προβλήματα λίγο πριν την εξαγορά του από τον Όμιλο Βαρδινογιάννη, με τον Δομάζο στην Α.Ε.Κ. και τον Αντωνιάδη στον Ολυμπιακό (έστω αναπληρωματικό). Και τελικά τα πράγματα κύλησαν λογικά και μέσα στο γήπεδο, ύστερα από ένα εντυπωσιακό πρώτο ημίχρονο όπου ο Ολυμπιακός προηγήθηκε δύο φορές, με τους Κατσαβάκη και Λοσάντα και ο Π.Α.Ο. ισοφάρισε άλλες τόσες, με τον Αλβαρέζ. Τελικά στο 53’ ο Μιχάλης Κρητικόπουλος ύστερα από κάθετη πάσα του Γαλάκου εκτέλεσε στο τετ-α-τετ τον Κωνσταντίνου, προξενώντας έτσι διαφορετικά συναισθήματα σε βάζελους και γάβρους ενόψει του ρεβεγιόν. Την τελευταία φορά που καταγράφηκε αγωνιστική δραστηριότητα τη συγκεκριμένη ημερομηνία ήταν στη σεζόν 1988-89, κι από τότε θεωρείται σχεδόν ταμπού. Δυστυχώς (ευτυχώς) ο αθλητικός τύπος της εποχής ήταν πιο ψύχραιμος, κι έτσι μπορούμε μόνο να φανταστούμε πιθανές πρωτοσέλιδες χρήσεις της φιγούρας του Άι-Βασίλη από τους ευφάνταστους  αθλητικούς υλατζήδες σε μια αντίστοιχη σύγχρονη περίσταση. 


Αργεντινή – Δυτική Γερμανία 2-1: Η Πρεμιέρα του Μαραντόνα

Η Fifa με τη σειρά της έχει διοργανώσει ένα και μόνο τουρνουά τις μέρες της Πρωτοχρονιάς, κι αυτό έγινε με αφορμή τα 50 χρόνια από τη διεξαγωγή του πρώτου Μουντιάλ (1930, Ουρουγουάη). Πήρε την ονομασία Mundialito και έφερε να περάσουν μαζί το ξεκίνημα του 1981, και πάλι στο Μοντεβιδέο, όλες τις ομάδες που έως τότε είχαν κερδίσει το χρυσό κύπελλο. Μάλλον σχεδόν όλες (Ουρουγουάη, Ιταλία, Δυτική Γερμανία, Βραζιλία και Αργεντινή), αφού απουσίασε η Αγγλία, για τους δικούς της πολιτικοποδοσφαιρικούς λόγους, και τη θέση της πήρε η δύο φορές φιναλίστ (1974, 1978) Ολλανδία. Η αλήθεια είναι ότι όλο το σκηνικό φάνηκε να αφορά κυρίως τους διοργανωτές, το χουντικό δηλαδή καθεστώς της Ουρουγουάης, που ποντάρισε στη συγκεκριμένη διοργάνωση για λίγη αναζωογονητική (για το ίδιο) εθνική ανάταση, ένα μόλις μήνα μετά από το ανέλπιστο, για δικτατορία, αποτέλεσμα (43 -57 %) στο δημοψήφισμα που θα θεσμοθετούσε τη συμμετοχή του στρατού στη διακυβέρνηση δίχως τακτική διενέργεια εκλογών (30-11-1980). Οι ομάδες χωρίστηκαν σε δύο ομίλους των τριών και οι  αγώνες στο μυθικό γήπεδο Σεντενάριο ξεκίνησαν στις 30 Δεκεμβρίου του 1980 (με τον αγώνα του Α’ όμίλου Ουρουγουάη-Ολλανδία 2-0). 

Την Πρωτοχρονιά του ‘81 έκανε πρεμιέρα ο β’ όμιλος, με την Αργεντινή να ανατρέπει το σε βάρος της 0-1 από το πρώτο ημίχρονο ύστερα από γκολ του Χρούμπες, φυσικά με καρφωτή κεφαλιά. Με παρόμοιο τρόπο στο 84’ ισοφάρισε ο Πασαρέλα, έχοντας μικρή βοήθεια από τον γερμανό δεξιό μπακ Καλτς, ενώ δύο λεπτά πριν από τη λήξη ο σέντερ φορ της Ρίβερ Πλέιτ, Ραμόν  Ντίαζ με τέλειο πλασέ χάρισε τη νίκη στη παγκόσμια πρωταθλήτρια του 1978, η οποία είχε για πρώτη φορά σε αγώνα τέτοιου επιπέδου στη σύνθεσή της τον 20χρονο ακόμα Ντιέγκο Μαραντόνα. Ωστόσο από τον συγκεκριμένο όμιλο νικήτρια βγήκε η Βραζιλία, η οποία και βρέθηκε απέναντι στην Ουρουγουάη στις 10 Ιανουαρίου για τον τελικό. Κι επειδή το συγκεκριμένο ζευγάρι παραδοσιακά δεν πηγαίνει και πολύ στη σελεσάο, οι ουρουγουανοί ήταν εκείνοι που πανηγύρισαν στο τέλος (2-1). Πιο πολύ από όλους πανηγύρισε η κυβέρνηση του πολιτικού-μαριονέτας Απαρίσιο Μέντεζ, ανακοινώνοντας ταυτόχρονα και το σημαντικό πλεόνασμα που άφησε η διοργάνωση, εν μέρει χάρη στο ιστορικό σπάσιμο του κρατικού μονοπωλίου της RAI από το Channel 5 του σχεδόν άγνωστου ακόμα τότε Μπερλουσκόνι, που εκτόξευσε τα έσοδα από τα τηλεοπτικά δικαιώματα. Η μεγάλη και σαρωτική οικονομική κρίση δεν θα αργούσε παρά λίγους μήνες στη χώρα, με τον Μέντεζ να αποχωρεί πάραυτα και την Ουρουγουάη να βρίσκει τον μακρύ δρόμο προς τη δημοκρατία 4 χρόνια αργότερα.


1.1.1999

Γιοκοχάμα Φλούγκελς – Σιμίζου Σ-Παλς 2-1: Η εκδίκηση των διαλυμένων

Υπάρχουν κι άλλες χώρες που παίζουν ακόμα μπάλα μέσα στις Γιορτές, όπως το δύσκολα ψυχολογίσιμο Βέλγιο, ενώ στην Ιαπωνία διεξάγεται παραδοσιακά την Πρωτοχρονιά ο τελικός του εγχώριου Κυπέλλου (του Αυτοκράτορα, όπως λέγεται). Η διοργάνωση που έχει μείνει περισσότερο στις μνήμες εκεί ήταν εκείνη του 1999, αφού χαρακτηρίστηκε από την κινηματογραφική σχεδόν κατάκτηση του Κυπέλλου από τους Γιοκοχάμα Φλούγκελς, σ’ έναν αγώνα που ήταν και ο τελευταίος στην ιστορία της ομάδας. Ζώντας για αρκετά χρόνια στη σκιά των Γιοκοχάμα Μαρίνος, του πιο αστραφτερού κλαμπ της πόλης που ανήκει στον κολοσσό Νισάν, οι Φλούγκελς, ομάδα που ανήκε  στις ιαπωνικές αερογραμμές ΑΝΑ (εξού και η γερμανική ονομασία που σημαίνει “φτερά”), γνώρισε τον Οκτώβριο του ‘98 την ξαφνική αποχώρηση του 2ου βασικού χορηγού, της κατασκευαστικής εταιρείας Σάτο Κόγκιο.  Έτσι οι ιδιοκτήτες της έπευσαν να ανακοινώσουν τη συγχώνευση της ομάδας με τους Μαρίνος, που γρήγορα πάντως φάνηκε ότι ουσιαστικά θα ήταν απορρόφηση από εκείνους, μια και μόνο 6 παίκτες των Φλούγκελς θα συνέχιζαν στη νέα ομάδα, που θα έπαιρνε την ονομασία Γιοκοχάμα Φ. Μαρίνος, ενώ οι όλοι οι υπόλοιποι θα αποδεσμεύονταν.

Η τελευταία αυτή σεζόν ήθελε μόλις ενάμιση μήνα για να ολοκληρωθεί, ωστόσο η δράση αυτή έφερε και αντίδραση, που εκδηλώθηκε με συλλογές υπογραφών, ίδρυση κοινότητας φίλων για ανασύσταση των Φλούγκελς, άρνηση των παικτών να ταξιδεύουν αεροπορικά με την ΑΝΑ, ακόμα και απόκρυψη της Σάτο Κόγκιο από τις ομαδικές φωτογραφίσεις, πράγματα σπάνια για την ιαπωνική κουλτούρα της στωικότητας. Η μεγαλύτερη αντίδραση πάντως εκδηλώθηκε με την παρουσία της ομάδας μέσα στο γήπεδο, καθώς νίκησε τόσο τους 3 τελευταίους αγώνες για το πρωτάθλημα τον Νοέμβριο, τερματίζοντας τελικά 7η, όσο και άλλους 4 νοκ-άουτ στο πλαίσιο του Κυπέλλου τον Δεκέμβριο, μην κωλώνοντας ούτε απέναντι στους πρωταθλητές Κασίμα Άντλερς στον ημιτελικό (1-0).Ο τελικός παίχτηκε την Πρωτοχρονιά του 1999 μπροστά σε 50.000 κόσμο στο κατάμεστο Ολυμπιακό Στάδιο του Τόκιο, απέναντι στη Σιμίζου Σ-Παλς, την ομάδα από τη Σιζουόκα που είχε προπονητή τον Οσβάλντο Αρντίλες και είχε τερματίσει 5η στο πρωτάθλημα.

Παρόλο που η Σιμίζου προηγήθηκε νωρίς, το άπειρο επιθετικό δίδυμο των Φλούγκελς, ο 22χρονος Κουμπογιάμα και ο 21χρονος Γιοσίντα, σκόραραν για την ανατροπή: 2-1 και φρενίτιδα στο γήπεδο και την κερκίδα, με την πιο χαρούμενη στιγμή να είναι ταυτόχρονα και η πιο λυπητερή. Την ώρα του απόλυτου θρίαμβού της η ομάδα έπαυε να υπάρχει, ενώ ταυτόχρονα, στη διάρκεια της απονομής αποκαλυπτόταν η ελαστικότητα της ιαπωνικής διαμαρτυρίας, που έτσι κι αλλιώς σπάνια εκδηλώνεται: όταν οι ήρωες των Φτερών σήκωναν την κούπα φορούσαν αλλαξιές με ευκρινή τα ονόματα των ΑΝΑ και Σάτο Κόγκιο. Τρεις μήνες μετά έκανε την πρώτη της εμφάνιση, στην 3η ιεραρχικά κατηγορία της χώρας, η Γιοκοχάμα F.C, ομάδα που ιδρύθηκε σαν διάδοχη κατάσταση από τους φίλους των Φλούγκελς στο, επίσης ανοίκειο για την Ιαπωνία, πρότυπο της λαϊκής βάσης.

Αντρέας Κίκηρας

Share
Published by
Αντρέας Κίκηρας