Categories: ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Δώδεκα Παρά Τέταρτο, Τελευταία Γουλιά…

Ανεβαίνοντας με ταξί την Συγγρού από το λιμάνι του Πειραιά, έχοντας στο πορτ μπαγκάζ τις αποσκευές των διακοπών και προορισμό το Παγκράτι, κοίταξα με έκπληξη τα σβησμένα φώτα στα φαγάδικα που εξυπηρετούν τις μεγάλες ώρες, αυτά που καλμάρουν το στομάχι πολλών μετά από μια μεγάλη έξοδο. Παρότι ήταν κοινοποιημένο εδώ και μέρες, αυτή η διαδρομή ήταν μια στιγμή συνειδητοποίησης μαζί με την επιστροφή στην πόλη: η εστίαση σχολάει πια τα μεσάνυχτα, από τις 17 Αυγούστου τα αφτεράδικα του φαγητού δεν έχουν να απορροφήσουν κανένα ξενύχτι.  

Κι έπειτα ήρθε το πρώτο ποτό, αυτό με την καλοκαιρινή ανασκόπηση. Βγήκαμε σε ώρα που η ζέστη δεν είχε κοπάσει, κι ενώ αμφιταλαντευόμασταν αν προλαβαίνουμε να πιούμε ακόμα ένα, απλά αποφασίσαμε να σηκώθουμε από το τραπέζι στις 11. Νομίζαμε πως έτσι δεν θα βρεθούμε στην άβολη θέση να δούμε το στέκι μας να κλείνει σε μια ώρα που μέχρι πρόσφατα μπορεί και να ήταν ώρα άφιξης. 

«Θα με βρεις εκεί σίγουρα Κυριακή, Δευτέρα  και Τρίτη, το βράδυ. Τι βράδυ δηλαδή, στις 7 πάω, σκατά. Ούτε που θυμάμαι από πότε έχω να πάω απόγευμα στη δουλειά». Στα 14 χρόνια ζωής του, το 7 Jokers είναι ταυτισμένο στη συλλογική νυχτερινή μνήμη με την κατηγορία των after-hours μαγαζιών. Μετά από περισσότερα από 30 χρόνια στη δουλειά, η Φιλιώ Κορολόγου δεν θυμάται από πότε έχει να ξεκινήσει τη βάρδιά της απόγευμα, όπως κάνει αυτές τις μέρες της πανδημικής κρίσης. «Ο κόσμος προσπαθεί να διακωμωδήσει την κατάσταση, ακούω αυτό το αστείο με τη Σταχτοπούτα και την άμαξα που θα γίνει κολοκύθα στις 12. Αλλά κανείς δεν σηκώνεται πρώτος μέχρι να του πούμε εμείς, είναι όμως ευγενικοί και συνεργάσιμοι οι πελάτες, μερικές φορές μοιάζουν υπνωτισμένοι». 

Το μπαρ της οδού Βουλής, έτσι κι αλλιώς, σερβίρει σε λίγα τετραγωνικά. Μήπως το νέο ωράριο κουμπώνει καλύτερα σε εκείνα τα προνομιούχα μαγαζιά που μπορούν να απλωθούν στα πεζοδρόμια; Η απάντηση είναι ξεκάθαρη. «Στο ΟΑΚΑ να πας να σερβιρεις, 40 χιλιάδες κόσμο να έχεις, το ωράριο θα σε χτυπήσει, η κατανάλωση έχει μειωθεί. Ακόμα κι αν ο κόσμος είχε λεφτά να ξοδέψει, καλείται πλέον να το κάνει κι αυτό υπό πίεση. Ακόμα και μια ώρα παράταση να μας δώσουν δεν θα δούμε ουσιαστική διαφορά, όλα γίνονται βεβιασμένα. Ένα ποτό μετά τη δουλειά, ΟΚ θα το πιεις – διασκέδαση όμως δεν υπάρχει». 

Φωτογραφία: Άγγελος Χριστοφιλόπουλος/FOSPHOTOS

Έχω μια φίλη που ενώ εργάζεται δύο βήματα από την Πλατεία Συντάγματος, πιο-κέντρο-δε-γίνεται, η μεγαλύτερη της χαρά ήταν ότι μετά την καραντίνα άνοιξε ένα wine bar ακριβώς κάτω από το σπίτι της, στο Παγκράτι. Οι γειτονιές ζουν τις νύχτες, όμως το κέντρο έχει τόσους κατοίκους για να επισκεφθούν τις πιάτσες του; «Το κέντρο βάλλεται πιο πολύ από κάθε περιοχή, κανείς δεν θέλει να χάσει χρόνο στην απόσταση για να πιει ένα ποτό, ενώ δεν υπάρχει πλέον το “πάμε να δούμε μια ταινία και μετά βγαίνουμε κιόλας”, πρέπει να διαλέγουμε ένα πράγμα κάθε μέρα», διαπιστώνει η Φιλιώ. Το Jokers άλλωστε πάντα γέμιζε μετά τις 12, αφού πρώτα ο κόσμος του μπορεί να είχε πάει σινεμά, θέατρο, συναυλία ή αλλού για τα «πρώτα ποτά».

 Ακόμα και μια ώρα παράταση να μας δώσουν δεν θα δούμε ουσιαστική διαφορά, όλα γίνονται βεβιασμένα. Ένα ποτό μετά τη δουλειά, ΟΚ θα το πιεις – διασκέδαση όμως δεν υπάρχει Φιλιώ Κορολόγου (7 Jokers)

Υπάρχει μια παρανόηση σχετικά με το μέχρι τι ώρα πίνουμε ποτό αυτές τις μέρες, υπάρχει ένα μισάωρο σκάρτο στο νέο ωράριο. Τυπικά, ένα μαγαζί πρέπει στις 12 να έχει κατεβάσει ρολά, να μην υπάρχει καμία υπόνοια ότι ενδέχεται να σερβίρει. «Υπήρχαν καταστήματα που είχαν θέμα γιατί εκείνην την ώρα μαζευαν, δεν τους έγραψαν αλλά τους έκαναν παρατήρηση τυπου μην ξαναγίνει αυτό, ποιο να μην ξαναγίνει δηλαδή; Κάποια μαγαζιά μπορούν να σερβίρουν λιγότερους έξω και περισσότερους μέσα, υπάρχουν διάφοροι παραλογισμοί και κατά τη γνώμη όλων όσων μιλάω καθημερινά αυτό το ωράριο δεν διευκολύνει σε τίποτα. Καταλαβαίνω ότι η λογική λέει πως αν περιοριστούν οι ώρες για αλκοόλ είναι πιο δύσκολο να παρεκτραπεί κανείς και ξεχάσει τα μέτρα. Αλλά ο πελάτης μπορεί να έχει πιει και στις 7 το απόγευμα. Κι από την άλλη υπάρχει κόσμος που δεν μπορεί να προσαρμοστεί στο νέο ωράριο γιατί δεν προλαβαίνει, εκτός αν αποκλείουμε από την έξοδο π.χ. τους εμποροϋπαλλήλους κι όσους εργάζονται σε σούπερ μάρκετ». 

Φωτογραφία: Γιάννης Παπανίκος /FOSPHOTOS

– Έχεις έρθει στο μαγαζί; 

– Ναι, αλλά έχω καιρό. 

– Κι εγώ έχω καιρο να πάω. Πήγα μια μερα για να το ζήσω κι αυτό, για να δω πώς είναι από τις 7 το απόγευμα μέχρι τις 12 το βράδυ. Τι να σου πω, προσχολική ηλικία μου θύμισε, να ακους Διονυσίου στις 9 το βράδυ; Που ό,τι ώρα θες τον ακούς αλλα εντάξει… ήταν κάπως. 

Ο Γιώργος Νάσιος ή «κύριος Μπάτμαν» έφτιαξε πριν τρεις δεκαετίες το μπαρ-ορισμό του «κρέμονται από τα ταβάνια». «Τα μπαρ είναι η σημερινή εκκλησία του δήμου, είναι κουρεία και λουτρά. Δεν ξέρω αυτοί οι άνθρωποι που παίρνουν τις αποφάσεις αν έχουν πάει ποτέ σε ένα μπαρ, ή τουλαχιστον σε μαγαζιά σαν τα δικά μας». Μπορεί να μη βρίσκεται πλέον καθημερινά στον χώρο που τον γνώρισε όλη η Αθήνα, όμως είναι ενεργός στον Κύκλο Επαγγελματιών Εστίασης. «Έχουμε ακολουθήσει όλους τους κανόνες, αλλα τα μέτρα είναι εξοντωτικά, η εστίαση είναι αυτή που την έχει πληρώσει ενώ ενδιαφέρεται πραγματικά για τον κόσμο της. Ας έρθουν να μας ελέγξουν, αλλά μη μας κόβουν τη δουλειά. Δεν καταλαβαίνω πως το να κλείσω στις 12 μειώνει την εξάπλωση του ιού, όταν στις 12 παρά πέντε παίρνουν όλοι από ένα καφάσι μπύρες για να συνεχίσουν στις πλατείες. Μπορεί να είναι επιστήμονες όσοι αποφασίζουν, αλλά δεν έχουν σχέση με την κοινωνία. Και μετά από όλα αυτά κάνω ζάπινγκ και πέφτω πάνω σε λειτουργία από τον Άγιο Δημήτριο της Θεσσαλονικης, συνωστισμένοι να ψάλλουν και κόσμος να πηγαίνει να κοινωνήσει. Δεν καταλαβαίνω».  

Δεν καταλαβαίνω πως το να κλείσω στις 12 μειώνει την εξάπλωση του ιού, όταν στις 12 παρά πέντε παίρνουν όλοι από ένα καφάσι μπύρες για να συνεχίσουν στις πλατείες Γιώργος Νάσιος («κύριος Μπάτμαν»)

Θυμάται το 1994, όταν είχε τεθεί σε ισχύ ο νόμος που απαγόρευε στα νυχτερινά μαγαζιά να λειτουργούν μετά τις 2:00 τα ξημερώματα. Κι όπως αναφέρει, και πιο πρόσφατα, προ κορωνοϊού, τα μπαρ βρέθηκαν σε δυσμένεια. «Την καλύτερη ηχομόνωση να έχεις, αν παίζεις μουσική σε ένα μπαρ μετά τις 11 το καλοκαίρι είναι πλημμέλημα, ξέθαψαν το 2019 έναν νόμο και μαζί με την περίοδο Παπαθεμελή έχω κάνει σύνολο 36 αυτόφωρα, βάζουν πρόστιμα επί προστίμων για εισπρακτικούς λόγους».  

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Φωτογραφία: Γεράσιμος Δομένικος /FOSPHOTOS

Το περιπαικτικό τραγούδι γραμμένο κι ερμηνευμένο από τον Λάκη Λαζόπουλο για τoν περίφημο νόμο Παπαθεμελή φαίνεται να ζει μια δεύτερη δόξα. Το επιβεβαιώνει κι ο Σπύρος Παγιατάκης που του το ζητάνε τον τελευταίο καιρό ενώ βρίσκεται πίσω από τα decks. «Μου λένε “ καταλαβαίνουμε ότι δεν παίζεις τέτοια μουσική αλλά θα θέλαμε να το ακούσουμε για να γουστάρουμε τη φάση’’. Εγώ όμως έχω ζήσει κι εκείνη την περίοδο και μπορώ να σας πω ότι δεν έχει σχέση με την τωρινή. Τότε πήγαινε 2, ανοίγαμε τα φώτα, κλείναμε τη μουσική κι ο κόσμος φώναζε. Τώρα μόλις πάει 12 παρά θα σηκωθούν και θα φύγουν σαν χορογραφημένοι». 

Μου φαίνεται περίεργο ότι από εκεί που φορούσαμε γυαλιά ηλίου βγαίνοντας από τα μπαρ τώρα τα φοράμε πηγαίνοντας Σπύρος Παγιατάκης

Αυτό που ζει για πρώτη φορά ως DJ ο διευθυντής του En Lefko 87.7 είναι το να επιλέγει τη μουσική φορώντας μάσκα. «Ξέχασα να τη βγάλω, πήγα να πιω ποτό με αποτέλεσμα λουστώ με τη μπύρα». Κι ενώ συνήθιζε να φοράει τα ακουστικά του στις 10 και μισή πλέον τα φοράει από τις 8.  «Μου φαίνεται περίεργο όταν πάω να παίξω μουσική και πετυχαίνω την κίνηση που προκαλεί ένα μεγάλο σούπερ μάρκετ στον δρόμο μου, το γεγονός ότι από εκεί που φορούσαμε γυαλιά ηλίου βγαίνοντας από τα μπαρ τώρα τα φοράμε πηγαίνοντας. Έχουν αντιστραφεί όλα». 

Αν ρωτήσετε έναν Dj ποιο είναι το μεγαλύτερο του παράπονο μάλλον θα σας πει ότι πολλές φορές δεν ξέρει τι ώρα ακριβώς θα γυρίσει σπίτι του. Αυτή τη στιγμή όλοι επιστρέφουν σπίτι τους την μέχρι πρόσφατα prime time για τη μουσική τους. «Προφανώς έχω αλλάξει το πρόγραμμά μου, τώρα παιζω πιο χαλαρα κι αποφεύγω αυτό που λέμε “λαϊκό πρόγραμμα’’. Όταν όλοι κάθονται έξω δεν έχει νόημα να βάλω Prodigy και να κοπανιέμαι μόνος μου. Μπορεί να παίξεις καλύτερα σε ένα άδειο μαγαζί, μπορεί να παίξεις κι ακριβώς τα ίδια, αλλά αν δεν έχεις μπροστά σου τον κόσμο δεν μπορείς να το ευχαριστηθείς». 

Μερικά ποτά αργότερα στην πόλη -τρίτο, μπορεί και τέταρτο- βράδυ καθημερινής στην πλατεία Καρύτση. Η ομήγυρη άρχισε να κάνει γκριμάτσες δυσαρέσκειας για την ένταση της μουσικής, ο μπαρμαν τις αντιλήφθηκε και χαμήλωσε. «Δεν υπάρχει λόγος για όλο αυτό Τετάρτη βράδυ» σχολίασε και γέλασε, αν και είναι πλέον κοινό μυστικό ότι με πανδημία κάθε μέρα είναι ίδια για τη νυχτερινή Αθήνα. 

Ζωή Παρασίδη

Η Ζωή Παρασίδη γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1990 στην Αθήνα. Σπούδασε στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου και από το 2009 εργάζεται ως δημοσιογράφος.

Share
Published by
Ζωή Παρασίδη