Πήγαμε σ’ ένα ραντεβού στα τυφλά για συγκατοίκηση

Η αλήθεια είναι πως η προσέλευση δεν ήταν αντίστοιχη των προηγούμενων δράσεων, ειδικά στο κομμάτι της συστέγασης. Ο Μάριος ήταν ένας από τους ελάχιστους που ενδιαφέρονταν για κάτι τέτοιο. Έμαθε για την δράση από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και αποφάσισε να το τολμήσει. «Ο σημαντικότερος λόγος είναι η περιέργεια, να δω περί τίνος πρόκειται, να δω και τον χώρο, επίσης, έχω ένα διαμέρισμα και ψάχνω για συστέγαση. Αποφάσισα να το κάνω για τους προφανείς λόγους. Με αυτό τον τρόπο μπορούν να καλυφθούν τα έξοδα του χώρου, καθώς είναι μεγαλύτερος απ’ ό, τι χρειάζομαι». Το μικρό ενδιαφέρον από τον κόσμο, όσον αφορά τη συστέγαση, προβληματίζει και τον ίδιο. «Δεν ξέρω αν θα βρω εδώ τον άνθρωπο που θα πληροί τις προϋποθέσεις, γιατί βλέπω ότι είναι λίγοι, πιο πολλή η προσφορά και λιγότερη η ζήτηση, οπότε δεν έχω μεγάλες προσδοκίες».

Η Βίκυ μπορεί να μην έχει σκεφτεί την επαγγελματική της εξέλιξη υπό κοινή σκέπη με άλλους επαγγελματίες, αλλά το βρίσκει πολύ δημιουργικό. «Το ότι σε περιορίζουν τα οικονομικά σε βάζει στη διαδικασία να σκεφτείς διαφορετικά και εκτός πλαισίου. Να αναρωτηθείς, μήπως δεν είναι έτσι όπως το είχα φανταστεί; Και να δοκιμάσεις κάτι άλλο.» Ο Μάριος εξηγεί ποια είναι τα οφέλη, αλλά και δυνητικά αρνητικά της συστέγασης. «Τα καλά είναι ότι μπορεί να προκύψει και κάποιος καλός άνθρωπος και να δημιουργηθεί μία καινούργια γνωριμία, πέρα από τα πρακτικά, που είναι το μοίρασμα των εξόδων. Τα αρνητικά είναι να πέσεις σε κακό γείτονα που είναι ό, τι χειρότερο -ούτε, φυσικά, και κάτι που μπορείς να προβλέψεις.»

Στο κομμάτι της επαγγελματικής «συγκατοίκησης» υπάρχει ακόμη δρόμος στην Ελλάδα, αν και τα πρώτα βήματα έχουν ήδη γίνει. Για κάθε καινοτομία, ωστόσο, απαιτείται ένα χρονικό διάστημα γνωριμίας και εξοικείωσης. Επιτυγχάνεται δε, ακόμη περισσότερο σε χώρους που τις ευνοούν, όπως άλλωστε συνέβη και με την ιδέα της συγκατοίκησης. Η πλειοψηφία των νέων που αναζητούν συγκάτοικο και είναι υπέρ της διαδικασίας, έχουν ήδη συγκατοικήσει στο εξωτερικό και μάλιστα με ανθρώπους άλλης εθνικότητας, προέλευσης και κουλτούρας, κατά την περίοδο των προπτυχιακών ή μεταπτυχιακών σπουδών τους. Επομένως, έμαθαν τους «κανόνες» της σε ένα άλλο πλαίσιο, στο οποίο αποτελεί θεσμό.

Ο Γιώργος Γιαννουλάκος θέτει το εγχώριο πλαίσιο για μία αρμονική συγκατοίκηση. «Πρέπει κάποιος να είναι πολύ καλά οργανωμένος, ώστε να μην προκύπτουν προβλήματα και να είναι άτομα που να μπορούν να συνεννοηθούν. Δεν χρειάζεται να είναι ίδιοι χαρακτήρες, αρκεί να μπορούν να τα βρουν και να λύσουν τις διαφορές τους όσο πιο ήρεμα γίνεται. Να έχουν πνεύμα συνεργασίας και να οργανωθούν. Πρέπει να αλλάξουμε λιγάκι, ήρθε η ώρα να ενηλικιωθούμε. Αλλά πιστεύω ότι τώρα οι περισσότεροι Έλληνες βγαίνουν στο εξωτερικό, σπουδάζουν σε άλλες πόλεις και μετά, λίγο δύσκολα μπορούν να συγκατοικήσουν ξανά με τους γονείς τους. Είναι μια αφορμή, ένα πείραμα, να δουν πώς θα πάει, μήπως αργότερα μπορέσουν να μείνουν και μόνοι τους. Για αρχή είναι πιο εύκολο να μείνεις με κάποιον άλλο, από τον οποίο δεν εξαρτάσαι. Απλώς, πρέπει να βρεις τον κατάλληλο».

Ας ξεκινήσουμε αντίστροφα. Ποιο είναι το χειρότερο σε μία συγκατοίκηση ή και στον πιθανό συγκάτοικο; 

«Η ασυμφωνία χαρακτήρων» λέει κατηγορηματικά η Φένια. «Υπάρχουν πράγματα τα οποία εσύ μπορεί να τα βλέπεις έτσι και ο άλλος αλλιώς. Εσύ άσπρο κι ο άλλος μαύρο. Το θέμα είναι να βρείτε τη γκρίζα πλευρά για να συμφωνήσετε. Για παράδειγμα, το πιο απλό πράγμα -επειδή είχα Καταλανούς συγκάτοικους- δεν μπορούσαν να διανοηθούν ότι πρέπει τα χαρτάκια στην τουαλέτα να τα πετάς στον κάδο. Θεωρούν ότι δεν υπάρχει λόγος ύπαρξής του. Αλλά είναι το πιο αστείο της υπόθεσης, γιατί στο τέλος καταλήγετε να διαφωνείτε για ένα πράγμα που είναι τόσο αστείο και τόσο απλό παράλληλα».

Η Βίκυ συμφωνεί πως τα προβλήματα προκύπτουν από μικρο-πράγματα της καθημερινότητας. «Οι διαφωνίες έγκειται στο ότι μπορεί να είναι κάτι που το λες πολλές φορές και στην ουσία βλέπεις ότι δεν αλλάζει, π.χ. ακούμπα το ποτήρι στο σουβέρ και όχι στο τραπέζι. Μπορώ να το πω ένα δισεκατομμύριο φορές, αλλά στην πράξη δεν θ’ αλλάξει τίποτα, γιατί το βλέπω εγώ έτσι, τον άλλο δεν τον απασχολεί αν θα το κάνει ή όχι. Ανήκει στα μικρά πράγματα. Τα πολύ γενικά τα βρίσκεις και τα σέβονται όλοι, αλλά μικρά προσωπικά κολλήματα ή πράγματα που για σένα είναι σοβαρά και σημαντικά, αλλά για τον άλλον δεν σημαίνουν τίποτα, είναι λίγο πιο δύσκολο να αντιμετωπιστούν». Εκεί ακριβώς είναι και το μειονέκτημα. «Δεν θα ήθελα ποτέ ο συγκάτοικός μου να είναι στενόμυαλος. Με κουράζει πάρα πολύ αυτό. Για να συγκατοικήσεις πρέπει να είσαι πιο διαλλακτικός και πιο χαλαρός σε μερικά πράγματα».

 Υπάρχουν, βέβαια, και οι καλύτερες στιγμές μιας συγκατοίκησης ή έστω, κάποιες κωμικοτραγικές.

«Μπορεί να δημιουργηθούν πολλά προβλήματα, όπως να τσακωθείτε και κάποιος απ’ τους δύο να πρέπει να φύγει. Μετά τι θα κάνει ο άλλος που θα επωμιστεί όλο το ενοίκιο;» είναι ο προβληματισμός του Χρήστου για τα δυσάρεστα που μπορεί να προκύψουν, αν δεν ευδοκιμήσει. «Το πρόβλημα με έναν συγκάτοικο θα είναι να μην είναι καθαρός και να μην του αρέσει η τάξη. Αν δεν πλένει καθόλου τα πιάτα, αν δεν καθαρίζει, αν είναι ένα χάος, υπάρχει πρόβλημα. Δεν πρέπει να είσαι και τελείως τακτικός» διευκρινίζει, «αλλά κάτι ενδιάμεσο».

Η Νίκη είχε συγκατοικήσει με πέντε άτομα. «Στους πέντε ο ένας μπορεί όντως να είναι περίεργος. Οπότε μου είχε τύχει μια περίπτωση στο εξωτερικό, με αμερικάνο συγκάτοικο, ο οποίος πραγματικά δεν είχε ιδέα τι πάει να πει καθαριότητα. Ν’ ανοίγεις το διακόπτη και να έχει επάνω μαρμελάδα. Αυτό είναι το χειρότερο».

Πώς, όμως, αντιμετωπίζεις μια τέτοια κατάσταση; «Το αντιμετωπίζεις κάνοντας μια συζήτηση κι ελπίζεις να το καταλάβει. Πρώτα απ’ όλα, δεν το καθαρίζεις. Το αφήνεις εκεί και με το που θα μπει στο σπίτι, πας και του το δείχνεις και λες ‘εντάξει, κάτι δεν πάει καλά’. Ελπίζεις να μην ξαναγίνει και να το μάθει, αλλιώς κάνεις υπομονή. Η συγκατοίκηση σού δείχνει τα επίπεδα ανεκτικότητας που έχεις. Και αφού συγκατοικήσεις, γίνεσαι ένας καλύτερος άνθρωπος νομίζω. Πιο ζεν». Υπάρχουν, βέβαια, και οι καλύτερες στιγμές μιας συγκατοίκησης ή έστω, κάποιες κωμικοτραγικές.

«Είχε βάλει ένα χαρτάκι ο συγκάτοικός μου –ο οποίος είναι τέρας καθαριότητας, ο ορισμός του καθαρού και τακτικού ανθρώπου, ενώ εμείς ζούσαμε σαν χίπηδες- πάνω στο τραπέζι του σαλονιού που έγραφε ‘παρακαλώ κρατήσετε εμένα και την αδερφή μου -δηλαδή, το άλλο τραπέζι- καθαρά» θυμάται η Φένια. «Το έχω βγάλει φωτογραφία, για εμάς ήταν σαν έκθεμα. Με το που το είδαμε με την τρίτη συγκάτοικο, το ανεβάσαμε στο facebook. Εκείνος το είχε γράψει ως αστείο, αλλά ήταν σοβαρό, γιατί πράγματι ήμασταν χίπηδες».

Η Βίκυ έχει μια «μυρωδάτη» και νόστιμη ανάμνηση από την Ολλανδία. «Θυμάμαι που μου έφτιαξε τη μέρα όταν χτύπησε την πόρτα η κοπέλα από δίπλα, με ξύπνησε το πρωί, ενώ μόλις είχα επιστρέψει από πάρτι, και αναρωτιόμουν ποιος μου χτυπάει την πόρτα και μου λέει «μαγείρεψα και σου έχω αφήσει φαγητό». Ήταν από το Σουρινάμι η κοπέλα (κάπου στη Νότια Αμερική, όπου η επίσημη γλώσσα τους είναι τα  ολλανδικά), ίσα που μιλούσε αγγλικά, και ήμασταν στην Ολλανδία. Δεν υπήρχε τρόπος επικοινωνίας. Σηκώνομαι και βλέπω ένα τεράστιο πιάτο με φαγητό και σκέφτηκα ότι μένει μόνη της, δεν την έβλεπα ποτέ γιατί δούλευα, ήταν διαφορετικά τα ωράριά μας, αλλά σκέφτηκε ένας άγνωστος άνθρωπος να μου αφήσει φαγητό, γιατί απλά μαγείρεψε και ήθελε να μου δείξει κάτι από την κουλτούρα της».

«Είναι κάποιες μέρες που απ’ το πρωί φαίνεται ότι θα είναι καλές» λέει ρομαντικά η Νίκη. «Έχει ήλιο, τα πουλάκια τραγουδούν, ξυπνάς, είσαι με τη συγκάτοικό σου και μαγειρεύεις. Τόσο απλές στιγμές μπορεί να είναι και το καλύτερο σημείο της συγκατοίκησης, και απλώς, να λέτε τα νέα σας ή να κάνετε ένα πάρτι. Δεν χρειάζεται κάτι ιδιαίτερο».

Για όσους σκέφτεστε την πιθανότητα της συγκατοίκησης, μερικές συμβουλές από τους «βετεράνους» είναι χρήσιμες.

«Πρέπει να βρούμε την γκρίζα ζώνη» επισημαίνει η Φένια, «την περιοχή που θα καταφέρουμε ο ένας να καταλαβαίνει τον άλλον όσο το δυνατόν περισσότερο, γιατί σίγουρα θα είμαστε διαφορετικοί, δεν υπάρχει περίπτωση να ταιριάξουμε απόλυτα. Απλά πρέπει να βρούμε τη μέση λύση».

«Το να βρεις κάποιον που να πληροί τις προϋποθέσεις που θέλεις εξαρτάται από το τι θέλει γενικά κάποιος»,λέει η Νίκη. «Μπορεί κάποιοι να θέλουν ένα φίλο, κάποιοι να μη θέλουν καμία σχέση με τον συγκάτοικό τους. Να είναι καθαρά ένας διακανονισμός. Το θέμα είναι να βρεις κάποιον που να ταιριάζει σ’ αυτό που θες εσύ. Ο καθένας έχει μια ιδιοτροπία στην καθημερινότητά του, το θέμα είναι να βρεις μια μέση λύση. Η συζήτηση τα λύνει όλα συνήθως. Κι αν είσαι συζητήσιμος, μπορείς να βρεις τη λύση για να συγκατοικήσεις.»

Η Βίκυ υπογραμμίζει πως «όση εμμονή και να έχει κάποιος με κανόνες, καθαριότητα, ησυχία, αν δεν καταλάβει ότι πάει να μείνει με κάποιον άλλον που μπορεί μεν να είναι διαφορετικός, αλλά μπορεί να δέσει πολύ ωραία όλο αυτό και είναι με παρωπίδες, αδιάλλακτος, δεν θα λειτουργήσει η συγκατοίκηση. Μετά καταπιέζεις τον εαυτό σου και τον άλλο, δεν έχει νόημα να το κάνεις».

Άλλωστε, εμπειρίες είναι όλα αυτά. «Ίσα-ίσα που εξελίσσεσαι σαν άνθρωπος» κατά τη Φένια, «σε διαμορφώνουν σαν προσωπικότητα και σίγουρα δεν βγαίνεις χαμένος».

Στην επόμενη σελίδα τα συν και τα πλην της συγκατοίκησης .

Page: 1 2 3

Παναγιώτα Κοντοδήμα

Share
Published by
Παναγιώτα Κοντοδήμα